Η Ιερά Μονή Φιλοθέου είναι χτισµένη σε καστανόφυτο οροπέδιο της ΝΑ πλευράς της χερσονήσου, κοντά στο αρχαίο Ασκληπιείο.
Ιδρύθηκε από τον όσιο Φιλόθεο, σύγχρονο του αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου περί το τέλος του 10ου αιώνα.
Από τους βυζαντινούς αυτοκράτορες που πρόσφεραν δωρεές στη µονή ξεχωρίζουν οι Νικηφόρος Βοτανειάτης τον 11ο αιώνα, Ανδρόνικος Β΄ και Γ΄ και ο Ιωάννης Ε΄ στα τέλη του 13ου και στη διάρκεια του 14ου αιώνα. Από τους Σέρβους ηγεµόνες διακρίνεται ο Στέφανος ∆ουσάν (1346) που πρόσφερε έµψυχο υλικό για την επάνδρωση της µονής.
Στα µέσα του 14ου αιώνα στη Φιλοθέου µόνασε και ο άγιος Θεοδόσιος, µετέπειτα µητροπολίτης Τραπεζούντας, αυτάδελφος του οσίου ∆ιονυσίου, κτίτορα της οµώνυµης µονής. Κατά τα πρώιµα χρόνια της τουρκοκρατίας, αρχές του 16ου αιώνα, η παρουσία του ηγουµένου ∆ιονυσίου, γνωστού ως οσίου ∆ιονυσίου του εν Ολύµπω, είχε ως συνέπεια την αλλαγή της λειτουργίας της µονής από το ιδιόρρυθµο στο κοινοβιακό σύστηµα.
Όµως η αντίδραση βουλγαρόφωνων µοναχών τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη µονή. Στα µέσα περίπου του 17ου αιώνα οι τσάροι της Ρωσίας έδωσαν άδεια στους µοναχούς κάθε επτά χρόνια να περιέρχονται για εράνους. Την πολιτική υποστήριξης των µονών ακολούθησαν και Έλληνες ηγεµόνες των παραδουνάβιων χωρών. Ο Γρηγόριος Γκίκας υπήρξε ένας από τους πολύ γνωστούς ευεργέτες της µονής.
Το 18ο αιώνα στη µονή ασκήθηκε ο ισαπόστολος της νεότερης ελληνικής ιστορίας άγιος Κοσµάς ο Αιτωλός. Η πυρκαγιά του 1871 αν και άφησε ανέπαφο το νέο Καθολικό που είχε χτιστεί το 1746 στα θεµέλια του παλαιού, ζηµίωσε οικονοµικά το µοναστήρι, µε αποτέλεσµα το 1900 η Ιερά Κοινότητα να αναλάβει την κηδεµονία του.
Το 18ο αιώνα στη µονή ασκήθηκε ο ισαπόστολος της νεότερης ελληνικής ιστορίας άγιος Κοσµάς ο Αιτωλός. Η πυρκαγιά του 1871 αν και άφησε ανέπαφο το νέο Καθολικό που είχε χτιστεί το 1746 στα θεµέλια του παλαιού, ζηµίωσε οικονοµικά το µοναστήρι, µε αποτέλεσµα το 1900 η Ιερά Κοινότητα να αναλάβει την κηδεµονία του.
Από τα άλλα κτίσµατα της µονής η φιάλη του αγιασµού είναι κατασκευασµένη από ωραίο άσπρο µάρµαρο και η τράπεζά της επεκτάθηκε το 16ο αιώνα. Η µονή διαθέτει 6 παρεκκλήσια και 3 εξωκκλήσια, ενώ από τα 12 Κελλιά της τα µισά είναι ακατοίκητα. Η µονή σεµνύνεται για τη θαυµατουργή εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας και της Παναγίας της Γερόντισσας.
Στο σκευοφυλάκιό της φυλάσσονται διάφορα κειµήλια µεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν η δεξιά του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόµου, τεµάχιο Τιµίου Ξύλου, άλλα λείψανα αγίων, άµφια και εκκλησιαστικά σκεύη. Στη βιβλιοθήκη της µονής περιέχονται 250 χειρόγραφα, 2 λειτουργικά ειλητάρια και περί τις 2,500 έντυπα (απ' τα οποία περί τα 500 είναι στα ρωσικά και τα ρουµανικά).
Η µονή τιµάται στον Ευαγγελισµό της Θεοτόκου και από το 1574 κατέχει τη δωδέκατη θέση ανάµεσα στα µοναστικά καθιδρύµατα. Από το 1973 και έκτοτε λειτουργεί µε το κοινοβιακό σύστηµα. Σήµερα αριθµεί περί τους εξήντα µοναχούς.
Στο σκευοφυλάκιό της φυλάσσονται διάφορα κειµήλια µεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν η δεξιά του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόµου, τεµάχιο Τιµίου Ξύλου, άλλα λείψανα αγίων, άµφια και εκκλησιαστικά σκεύη. Στη βιβλιοθήκη της µονής περιέχονται 250 χειρόγραφα, 2 λειτουργικά ειλητάρια και περί τις 2,500 έντυπα (απ' τα οποία περί τα 500 είναι στα ρωσικά και τα ρουµανικά).
Η µονή τιµάται στον Ευαγγελισµό της Θεοτόκου και από το 1574 κατέχει τη δωδέκατη θέση ανάµεσα στα µοναστικά καθιδρύµατα. Από το 1973 και έκτοτε λειτουργεί µε το κοινοβιακό σύστηµα. Σήµερα αριθµεί περί τους εξήντα µοναχούς.
Aναδημοσίευση από το "Αγιορείτικο Βήμα"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου