<< Όταν προχωρούσε, η ατμόσφαιρα έμοιαζε με δάσος από τα κοντάρια, όταν σταματούσε το χώμα δε φαινόταν από τις πολλές σκηνές>>.
Ο ιστορικός του Μωάμεθ, Τουρσούν μπέης, για τον οθωμανικό στρατό.
Ο ιστορικός του Μωάμεθ, Τουρσούν μπέης, για τον οθωμανικό στρατό.
του Θάνου Δασκαλοθανάση
Σύμφωνα με την παράδοση, ο Μωάμεθ έστειλε αγγελιοφόρους σε όλες τις επαρχίες ζητώντας από όλους να συμμετάσχουν στην εκστρατεία. Το κάλεσμα βρήκε ενθουσιώδη ανταπόκριση σε όλα τα μήκη και πλάτη του μουσουλμανικού κόσμου. Όλοι διεγείρονταν στη σκέψη του πλιάτσικου, της προσωπικής προόδου, του ιερού πολέμου, ζητήματα που ήταν αλληλένδετα στο Κοράνιο. Ολόκληρη η Ανατολία φλεγόταν από ενθουσιασμό.
Η συγκέντρωση των στρατευμάτων γινόταν στην Αδριανούπολη. Κατά τις πιο αξιόπιστες πηγές, στη Θράκη είχαν συγκεντρωθεί περί τις 80-100.000 στρατιώτες, εκτός από τους ατάκτους, τους Βασιβουζούκους και τους μη μάχιμους που συνόδευαν το στρατό. Το ικανότερο στρατιωτικό σώμα αποτελούσαν οι γενίτσαροι, περίπου 12.000 επίλεκτοι, εξισλαμισμένοι με χριστιανική καταγωγή, οι πιο άρτια εκπαιδευμένοι και φανατισμένοι. Συμμετείχαν ακόμα αρκετοί χριστιανοί υποτελείς του Σουλτάνου από τα Βαλκάνια. Για πρώτη φορά οι Τούρκοι συγκρότησαν έναν αξιόλογο στόλο από 150 καράβια, πολεμικά και βοηθητικά, διαφόρων τύπων και μεγεθών. Ο Μωάμεθ είχε κατανοήσει ότι αν δεν αποκτήσει πλεονέκτημα στη θάλασσα δεν θα πετύχει το στόχο του. Στις προηγούμενες πολιορκίες οι Βυζαντινοί είχαν τη δυνατότητα να ανεφοδιάζονται από τη θάλασσα, ενώ ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν ικανό στόλο, για αυτό και τα πληρώματα στα νέα τους καράβια ήταν σκλάβοι και μισθοφόροι.
Το μέγεθος, η οργάνωση και ο εξοπλισμός του στρατού ήταν εντυπωσιακός. Εκείνο όμως που ξεχώριζε,γιατί ήταν κάτι σχετικά καινούριο ήταν τα κανόνια. Για πρώτη φορά οι Οθωμανοί χρησιμοποίησαν πυροβόλα στην πολιορκία του 1422, ήταν όμως ακόμα δύσχρηστα και αναποτελεσματικά. Το 1446 όταν ο Μουράτ έβαλλε κατά του τείχους του Ισθμού (Εξαμίλιον) με μακρύκαννα κανόνια, το γκρέμισε μέσα σε έξι μέρες. Ο δεσπότης τότε του Μυστρά Κωνσταντίνος θα καταλάβαινε την υπεροχή του νέου όπλου. Οι Οθωμανοι είχαν αφομοιώσει την τεχνογνωσία των κανονιών και είχαν δημιουργήσει ένα δίκτυο από μηχανικούς τεχνίτες και εργάτες, ειδικευμένους στην κατασκευή και στη χρήση των πυροβόλων.
Το κανόνι ήταν πραγματικά το καινούριο εκείνο όπλο που θα διαφοροποιούσε τη μέχρι τότε μορφή των πολιορκιών, δίνοντας ένα σαφές πλεονέκτημα στον επιτιθέμενο. Οι βυζαντινοί μέσα στην Πόλη διέθεταν κάποια μικρά κανόνια και όπλα, που έφτασαν με τη συνδρομή και των Βενετών. Κάποια στιγμή πριν το 1452, ήρθε στην Πολη ένας Ούγγρος μηχανικός, ονόματι Ουρβανός και προσφέρθηκε, έναντι υψηλής αμοιβής, να κατασευάσει μεγάλα μονοκόμματα μπρούτζινα κανόνια. Ο Κωνσταντίνος ενδιαφέρθηκε για τον άνθρωπο αυτόν, όμως η χρηματοδότηση της κατασκευής των νέων όπλων, ήταν πανω από τις δυνάμεις του κράτους. Ο Ουρβανός πήγε στην αντίπαλη πλευρά για να πουλήσει την τέχνη του. Ο Μωαάμεθ τον υποδέχτηκε και του ανέθεσε την κατασκευή μεγάλων κανονιών, ικανών να πετούν μεγάλα βληματα για να καταστρέψουν τα τείχη της Πόλης. Τα πρώτα κανόνια που κατασκεύασε ήταν αυτά που βύθισαν τα βενετικά πλοία στο Ρούμελι-Χισάρ.
Η συγκέντρωση των στρατευμάτων γινόταν στην Αδριανούπολη. Κατά τις πιο αξιόπιστες πηγές, στη Θράκη είχαν συγκεντρωθεί περί τις 80-100.000 στρατιώτες, εκτός από τους ατάκτους, τους Βασιβουζούκους και τους μη μάχιμους που συνόδευαν το στρατό. Το ικανότερο στρατιωτικό σώμα αποτελούσαν οι γενίτσαροι, περίπου 12.000 επίλεκτοι, εξισλαμισμένοι με χριστιανική καταγωγή, οι πιο άρτια εκπαιδευμένοι και φανατισμένοι. Συμμετείχαν ακόμα αρκετοί χριστιανοί υποτελείς του Σουλτάνου από τα Βαλκάνια. Για πρώτη φορά οι Τούρκοι συγκρότησαν έναν αξιόλογο στόλο από 150 καράβια, πολεμικά και βοηθητικά, διαφόρων τύπων και μεγεθών. Ο Μωάμεθ είχε κατανοήσει ότι αν δεν αποκτήσει πλεονέκτημα στη θάλασσα δεν θα πετύχει το στόχο του. Στις προηγούμενες πολιορκίες οι Βυζαντινοί είχαν τη δυνατότητα να ανεφοδιάζονται από τη θάλασσα, ενώ ποτέ στο παρελθόν δεν είχαν ικανό στόλο, για αυτό και τα πληρώματα στα νέα τους καράβια ήταν σκλάβοι και μισθοφόροι.
Το μέγεθος, η οργάνωση και ο εξοπλισμός του στρατού ήταν εντυπωσιακός. Εκείνο όμως που ξεχώριζε,γιατί ήταν κάτι σχετικά καινούριο ήταν τα κανόνια. Για πρώτη φορά οι Οθωμανοί χρησιμοποίησαν πυροβόλα στην πολιορκία του 1422, ήταν όμως ακόμα δύσχρηστα και αναποτελεσματικά. Το 1446 όταν ο Μουράτ έβαλλε κατά του τείχους του Ισθμού (Εξαμίλιον) με μακρύκαννα κανόνια, το γκρέμισε μέσα σε έξι μέρες. Ο δεσπότης τότε του Μυστρά Κωνσταντίνος θα καταλάβαινε την υπεροχή του νέου όπλου. Οι Οθωμανοι είχαν αφομοιώσει την τεχνογνωσία των κανονιών και είχαν δημιουργήσει ένα δίκτυο από μηχανικούς τεχνίτες και εργάτες, ειδικευμένους στην κατασκευή και στη χρήση των πυροβόλων.
Το κανόνι ήταν πραγματικά το καινούριο εκείνο όπλο που θα διαφοροποιούσε τη μέχρι τότε μορφή των πολιορκιών, δίνοντας ένα σαφές πλεονέκτημα στον επιτιθέμενο. Οι βυζαντινοί μέσα στην Πόλη διέθεταν κάποια μικρά κανόνια και όπλα, που έφτασαν με τη συνδρομή και των Βενετών. Κάποια στιγμή πριν το 1452, ήρθε στην Πολη ένας Ούγγρος μηχανικός, ονόματι Ουρβανός και προσφέρθηκε, έναντι υψηλής αμοιβής, να κατασευάσει μεγάλα μονοκόμματα μπρούτζινα κανόνια. Ο Κωνσταντίνος ενδιαφέρθηκε για τον άνθρωπο αυτόν, όμως η χρηματοδότηση της κατασκευής των νέων όπλων, ήταν πανω από τις δυνάμεις του κράτους. Ο Ουρβανός πήγε στην αντίπαλη πλευρά για να πουλήσει την τέχνη του. Ο Μωαάμεθ τον υποδέχτηκε και του ανέθεσε την κατασκευή μεγάλων κανονιών, ικανών να πετούν μεγάλα βληματα για να καταστρέψουν τα τείχη της Πόλης. Τα πρώτα κανόνια που κατασκεύασε ήταν αυτά που βύθισαν τα βενετικά πλοία στο Ρούμελι-Χισάρ.
Το χειμώνα του 1452 ο Ουρβανός ξεκίνησε να φτιάχνει το μεγαλύτερο ίσως κανόνι που κατασκευάστηκε ποτέ. Τα μήκος του σωλήνα του ήταν εννιά μέτρα και τα βλήματα που μπορούσε να πετάξει ήταν 600 κιλών. Τρεις ώρες απαιτούσε η διαδικασία γεμίσματος, ενώ μπορούσε να βάλλει πέντε φορές τη μέρα. Για τη μεταφορά του εκπονήθηκε ολόκληρο σχέδιο, το μετέφεραν πάνω σε κάρο που το έσερναν δεκαπέντε ζευγάρια βοδιών, συνοδεία 700 ανδρών.
Στις 5 Απριλίου του 1453,ο τεράστιος αυτός στρατός, με τον ίδιο το Σούλτανο επικεφαλής, βρισκόταν έξω από τα τειχιά της Πόλης.
Στις 5 Απριλίου του 1453,ο τεράστιος αυτός στρατός, με τον ίδιο το Σούλτανο επικεφαλής, βρισκόταν έξω από τα τειχιά της Πόλης.
Οι προετοιμασίες στην Πόλη
Στην Πόλη τα νέα έφταναν ταχύτατα, αλλά και οι ίδιοι οι Βυζαντινοί μπορούσαν να δουν τα τουρκικά καράβια στο Βόσπορο και να ακούσουν το μούγκρισμα των κανονιών. Ένας σεισμός, μια ισχυρή νεροποντή ερμηνεύτηκαν ως σημάδια του Θεού. Όλοι όμως μπροστά στο κίνδυνο άρχισαν να προετοιμάζονται και να οργανώνουν την άμυνα της Πόλης.
Ο Κωνσταντίνος διέταξε να γίνει καταμέτρηση και συγκέντρωση ετοιμοπόλεμων ανδρών και όπλων. Τα αποτελέσματα ήταν αποθαρρυντικά. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Φραντζή, που είχε αναλάβει αυτή την ευθύνη, στην Πόλη υπήρχαν 4.773 μάχιμοι Έλληνες, που μαζί με τους 3.000 περίπου ξένους που ήρθαν για να βοηθήσουν ανέβαζαν τη συνολική δύναμη σε 8.000 άνδρες για την άμυνα ενός τείχους που είχε περίμετρο 20 χμ. Από τους Έλληνες, οι περισσότεροι δεν είχαν πολεμική εμπειρία και διέθεταν ελλιπή εξοπλισμό. Η συγκέντρωση και η καταμέτρηση έγινε, αλλά τα στοιχεία, με εντολή του Κωνσταντίνου, κρατήθηκαν μυστικά. Αν δεν ερχόταν ικανοποιητική βοήθεια, η μάχη θα ήταν ουσιαστικά ανάμεσα στους λίγους και τους πολλούς.
Καμία πολη στον κόσμο δεν όφειλε τόσα πολλά στην τοποθεσία της όσα η Κωνσταντινούπολη. Από τα 20χμ. της περιμέτρου της, τα 14 συνόρευαν με τη θάλασα. Όλο το βάρος θα έπεφτε στα τείχη που ήταν διπλά και προστατεύονταν στο μεγαλύτερο τους μέρος από τάφρο. Στη χιλιόχρονη ιστορία της Πόλης, είχαν δεχτεί 17 επιθέσεις από εχθρούς και δαίμονες. Για χίλια και πάνω χρόνια όσοι αποπειράθηκαν να τα ανέβουν, το μετάνιωσαν και έφυγαν άπρακτοι. Οι Σταυροφόροι κατάφεραν να αλώσουν την Πόλη, αφού πρώτα οι Βενετοί κατάφεραν να μπουν στον Κεράτιο.
Για την προστασία από τη θάλασσα υπήρχα 39 πλοία στην καλύτερη περίπτωση, με πληρώματα από τη Βενετία, τη Γένοβα αλλά και την Κρήτη. Στις 2 Απριλίου, την ημέρα που έκλεισαν οι πύλες για τελευταία φορά, ο αυτοκράτορας έδωσε εντολή να απλωθεί η αλυσίδα κατά μήκους του Χρυσού Κέρατος, από την Πύλη του Ευγενίου που βρισκόταν δίπλα στην ακρόπολη ως τον πύργο που βρισκόταν στα θαλάσσια τείχη, στη συνοικία των Γενοβέζων στο Γαλατά. Έξι χμ. ακτής στον Κεράτιο μπορούσαν να μείνουν αφύλακτα, αρκεί να υπήρχε μια ναυτική δύναμη για τη φύλαξη του φράγματος.
Για την προστασία από τη θάλασσα υπήρχα 39 πλοία στην καλύτερη περίπτωση, με πληρώματα από τη Βενετία, τη Γένοβα αλλά και την Κρήτη. Στις 2 Απριλίου, την ημέρα που έκλεισαν οι πύλες για τελευταία φορά, ο αυτοκράτορας έδωσε εντολή να απλωθεί η αλυσίδα κατά μήκους του Χρυσού Κέρατος, από την Πύλη του Ευγενίου που βρισκόταν δίπλα στην ακρόπολη ως τον πύργο που βρισκόταν στα θαλάσσια τείχη, στη συνοικία των Γενοβέζων στο Γαλατά. Έξι χμ. ακτής στον Κεράτιο μπορούσαν να μείνουν αφύλακτα, αρκεί να υπήρχε μια ναυτική δύναμη για τη φύλαξη του φράγματος.
Όλοι έλπιζαν ότι και τούτη τη φορά τα θεοφύλαχτα τείχη θα αντέχαν. Άνθρωποι κάθε ηλικίας, ανδρες και γυναίκες, όλους αυτούς τους μήνες επισκεύαζαν τα τείχη, καθάριζαν την τάφρο, με τη παρότρυνση του αυτοκράτορα. Με την άφιξη του Ιουστινιάνη, που ήταν ειδικός «στην τέχνη της μάχης στα τείχη», οι οχυρώσεις, συντηρήθηκαν, οι τάφροι καθαρίστηκαν, οι επάλξεις ενισχύθηκαν, στήθηκαν στηρίγματα και προχώματα και στα θαλάσσια και στα χερσαία τείχη.
Στο πολεμικό συμβούλιο που συγκλήθηκε, μελετήθηκαν όλα τα δεδομένα. Ο Κεράτιος ήταν ασφαλής, επίθεση από τα θάλασσα ήταν αδύνατη λόγω των ρευμάτων και των υφάλων, των απρόσμενων καταιγίδων αλλά και της απειρίας των Τουρκων. Η ανθεκτικότητα τού χεσαίου ττείχούς θα έκρινε και αυτή την φορά την έκβαση της πολιορκίας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου