του Θάνου Δασκαλοθανάση
Η Πόλη, μετά την ανακατάληψή της από την αυτοκρατορία της Νίκαιας, ήταν μια άλλη πόλη… Κτίρια, εκκλησίες, παλάτια είχαν λεηλατηθεί και ερημωθεί. Το παλάτι των Βλαχερνών που είχε καθιερωθεί από τους Κομνηνούς ως τόπος διαμονής των αυτοκρατόρων << ήταν γεμάτο από ιταλικούς καπνούς και οσμές>> από τα γλέντια των Λατίνων αυτοκρατόρων, οι οποίοι είχαν αποψιλώσει την Πόλη από καθετί που θα μπορούσε να αποφέρει κέρδος. Μόνο μερικές εκκλησίες συνέχισαν να συντηρούνται, ανάμεσά τους βέβαια η μητρόπολη της του Θεού Σοφίας με ειδική κρατική χρηματοδότηση.
Η βυζαντινή αυτοκρατορία των Παλαιολόγων δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα ελληνικό μεσαιωνικό βασίλειο, συνέχεια της αυτοκρατορίας της Νικαίας με περιορισμένη πολιτική και στρατιωτική ισχύ. Η ανάκτηση της Πόλης γρήγορα θα οδηγήσει στο παραγκωνισμό της Μικράς Ασίας, για να εμπεδωθεί η κυριαρχία μέσα και έξω από την Πόλη αλλά και στη λοιπή φραγκοκρατούμενη χώρα. Χαρακτηριστικά είναι στο σημείο αυτό τα λόγια ενός Μικρασιάτη του Σεναχερείμ, του λεγόμενου Κακού, που δυσπιστεί και αμφιβάλλει για το αν είναι θετικό γεγονός για τις περιοχές της Μικράς Ασίας η ανακατάληψη της Πόλης: << Tου λοιπού, μηδέν τις καλόν ελπιζέτω επεί Ρωμαίοι και αύθις την Πόλιν πατούσι>>, ( Γ. Παχυμέρη).
Η βυζαντινή αυτοκρατορία των Παλαιολόγων δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα ελληνικό μεσαιωνικό βασίλειο, συνέχεια της αυτοκρατορίας της Νικαίας με περιορισμένη πολιτική και στρατιωτική ισχύ. Η ανάκτηση της Πόλης γρήγορα θα οδηγήσει στο παραγκωνισμό της Μικράς Ασίας, για να εμπεδωθεί η κυριαρχία μέσα και έξω από την Πόλη αλλά και στη λοιπή φραγκοκρατούμενη χώρα. Χαρακτηριστικά είναι στο σημείο αυτό τα λόγια ενός Μικρασιάτη του Σεναχερείμ, του λεγόμενου Κακού, που δυσπιστεί και αμφιβάλλει για το αν είναι θετικό γεγονός για τις περιοχές της Μικράς Ασίας η ανακατάληψη της Πόλης: << Tου λοιπού, μηδέν τις καλόν ελπιζέτω επεί Ρωμαίοι και αύθις την Πόλιν πατούσι>>, ( Γ. Παχυμέρη).
Το σύμβολο του Δικέφαλου Αετού που θα υιοθετήσουν οι Παλαιολόγοι δίνει συνοπτικά την εικόνα της πολιτικής τους : αγώνας διμέτωπος, προς την δύση,ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια που υπήρχε πάντα ο κίνδυνος για επιθετική σταυροφορία αλλά και προσπάθεια για βοήθεια μέσω της ένωσης των εκκλησιών και προς την Ανατολή με τους εμφανιζόμενους, τον ένα μετά τον άλλον, εχθρούς. Το ίδιο το θέμα της Ένωσης θα διχάσει απόλυτα τους Βυζαντινούς. Προοδευτικά η αυτοκρατορία θα εξασθενήσει περισσότερο και θα απολέσει ζωτικές περιοχές, ιδιαίτερα τα εδάφη της δυτικής Μικράς Ασίας.
Η καθοδική πορεία θα είναι αποτέλεσμα λανθασμένων επιλογών και οδυνηρών εμφυλίων πολέμων. Αρχικά θα εκτυλιχτεί ο πρώτος εμφύλιος των Παλαολόγων (1321-1328) ανάμεσα στον Ανδρόνικο Β’ και στον Ανδρόνικο Γ΄, ο οποίος αποκλήθηκε ο «πόλεμος των δύο Ανδρόνικων». Η διαμάχη παππού και εγγονού πέρασε από διάφορες φάσεις και έληξε τον Μάιο του 1328, με την εκθρόνιση του Ανδρόνικου Β’ και την τελική επικράτηση του νεότερου Ανδρόνικου.
Ο Δεύτερος Εμφύλιος των Βυζαντινών, ανάμεσα στον ανήλικο Ιωάννη Ε΄Παλαιολόγο και στο έμπιστο φίλο του πατέρα του Ιωάννη Κατακουζηνό, ξεκινά το 1341 και στη διάρκειά του οι αντίπαλες πλευρές έφτασαν στο σημείο να συνάψουν ολέθριες συμμαχίες με εχθρούς του Βυζαντίου. Η διαμάχη τελείωσε το 1347, με πρώτο αυτοκράτορα τον ανήλικο Ιωάννη Ε' Παλαιολόγο και συναυτοκράτορα τον Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνό. Οι εμφύλιες συγκρούσεις, όμως, έληξαν οριστικά μόνο όταν ο δεύτερος παραιτήθηκε από το θρόνο το 1354, αφήνοντας μόνο ηγέτη το νεαρό Παλαιολόγο. Κοντά σε αυτούς τους εμφύλιους θα πρέπει να προσθέσουμε και τις έριδες αλλά και στην καχυποψία από μέρους ορισμένων Παλαιολόγων μετά το θάνατο του μεγαλύτερου Ιωάννη Η΄ και τη διαδοχή του από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον τελευταίο και τραγικό αυτοκράτορα.
Μια σειρά από αποφάσεις που ελήφθησαν είτε εξ΄ ανάγκης είτε για να εξυπηρετηθούν προσωπικές στρατηγικές, όξυναν τα προβλήματα και επιτάχυναν την Άλωση. Ο Ανδρόνικος Β΄ για να εξοικονομήσει χρήματα μείωσε το μέγεθος του τακτικού στρατού και διέλυσε σχεδόν το στόλο. Αντ΄αυτών επέλεξε να βασιστεί στους δυτικούς μισθοφόρους και στα πλοία των συμμάχων του Γενουατών. Ακόμα οδυνηρότερη ήταν η προοδευτική παραμέληση των Ακριτών ελλείψει χρημάτων, η οποία άφησε ανυπεράσπιστες ολόκληρες επαρχίες που έγιναν εύκολη λεία για τους Σελτζούκους και κατόπιν τους Οθωμανούς. Η ανατολική περιφέρεια ερήμωσε.Τότε έγιναν και αρκετοί εξισλαμισμοί. Οι καλλιεργητές των ανατολικών επαρχιών απομακρύνονταν από τη γη τους και αναγκάζονταν να συρρεύσουν πένητες στην Πόλη, οι κοινωνικές δομές εξασθενούσαν και οδηγούνταν σε διάλυση.
Την ανακατάληψη της Πόλης ακολούθησε μια σειρά συνθηκών που παρείχαν προνόμια ανάλογα με τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα του Βυζαντίου πότε στους Βενετούς και πότε στους Γενουάτες. Μπορεί να αναφερθεί κανείς για παράδειγμα στην συνθήκη του Νυμφαίου το 1261 που έδινε προνόμια στους Γενουάτες στην προσπάθεια του Μιχαήλ Η΄ να πάρει από αυτούς βοήθειες για να ανακαταλάβει την Πόλη. Από το 1267 και μετά, δόθηκαν και στους Βενετούς προνόμια για εμπόριο χωρίς δασμούς με αντάλλαγμα να μη συμμαχήσουν με εχθρούς τους Βυζαντίου. Στις αρχές του 14ου αιώνα η παροχή αυτών των προνομίων αποτελούσε καθεστώς, που ήταν αδύνατο πλέον να ελεγχθεί, στερώντας έτσι από το βυζαντινό κράτος σημαντικά έσοδα.
Κατά τους ύστερους βυζαντινούς χρόνους η οικονομία παρακμάζει, γεγονός που προμηνύει και την επερχόμενη κατάρρευση. Το άλλοτε πανίσχυρο χρυσό βυζαντινό νόμισμα χάνει την αξία του, ενώ στην αγορά εισχωρεί το δυτικό δουκάτο. Από τα μέσα του 14ου αιώνα σημειώνεται ο εκτοπισμός του βυζαντινού νομίσματος από τις αγορές ύστερα από μια σειρά υποτιμήσεων.
Η ένδεια του κρατικού ταμείου οφείλεται στη σημαντική μείωση των εσόδων λόγω της συγκέντρωσης και εκμετάλλευσης της γης από τους μεγαλοϊδιοκτήτες αλλά και στα μεγάλα έξοδα για την άμυνα του κράτους. Η εκάστοτε κρατική διοίκηση αναγκάστηκε για να αντιμετωπίσει τις μεγάλες ανάγκες που παρουσιάζονταν να καταφύγει σε διάφορες λύσεις όπως υπερφορολόγηση, εισφορές των πλουσιοτέρων, δανεισμοί, δωρεές, ενώ παράλληλα παρουσιάζονταν φαινόμενα κακοδιαχείρισης και διαφθοράς. Παρά τις προσπάθειες η ανάκαμψη της οικονομίας κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο στάθηκε αδύνατη.
Ένας άλλος αστάθμητος παράγοντας που συχνά υποτιμάται ήταν η μεγάλη επιδημία πανώλης που έπληξε ολόκληρη την Ευρώπη και το Βυζάντιο. Αποτέλεσμα ήταν η δραματική μείωση του πληθυσμού, σε σημείο τέτοιο ώστε ο πληθυσμός της Πόλης να συρρικνωθεί στα τέλη του 14ου αιώνα στις 100.000. Για ένα κράτος και μια κοινωνία με πληθώρα προβλημάτων, ο αφανισμός από την πανώλη επιτάχυνε την κατάρρευση.
Γύρω από αυτόν τον ισχνό κρατικό οργανισμό αναπτύσσονταν νεώτεροι λαοί, που συνεχώς ενισχύονταν.Οι Σελτζούκοι και κατόπιν οι Οθωμανοί αλλά και οι Σέρβοι του 14ου αιώνα με τον Στέφανο Δουσάν. Οι επιχειρηματικές εμπορικές δημοκρατίες της Ιταλίας, η Γένουα και η Βενετία με δικές τους συνοικίες και λιμάνια μέσα στην Πόλη είχαν τον έλεγχο όλου του εμπορίου της αυτοκρατορίας που ήταν απόλυτα εξαρτώμενη από αυτές οικονομικά και εμπορικά. Νομοτελειακά αν το έβλεπε κανείς, το ερώτημα που θα έθετε θα ήταν ποιος από τους παραπάνω λαούς θα διέλυε την πρώτη χριστιανική αυτοκρατορία του κόσμου: ο πιο ισχυρός ή εκείνος που θα τη διεκδικούσε περισσότερο…
Η καθοδική πορεία θα είναι αποτέλεσμα λανθασμένων επιλογών και οδυνηρών εμφυλίων πολέμων. Αρχικά θα εκτυλιχτεί ο πρώτος εμφύλιος των Παλαολόγων (1321-1328) ανάμεσα στον Ανδρόνικο Β’ και στον Ανδρόνικο Γ΄, ο οποίος αποκλήθηκε ο «πόλεμος των δύο Ανδρόνικων». Η διαμάχη παππού και εγγονού πέρασε από διάφορες φάσεις και έληξε τον Μάιο του 1328, με την εκθρόνιση του Ανδρόνικου Β’ και την τελική επικράτηση του νεότερου Ανδρόνικου.
Ο Δεύτερος Εμφύλιος των Βυζαντινών, ανάμεσα στον ανήλικο Ιωάννη Ε΄Παλαιολόγο και στο έμπιστο φίλο του πατέρα του Ιωάννη Κατακουζηνό, ξεκινά το 1341 και στη διάρκειά του οι αντίπαλες πλευρές έφτασαν στο σημείο να συνάψουν ολέθριες συμμαχίες με εχθρούς του Βυζαντίου. Η διαμάχη τελείωσε το 1347, με πρώτο αυτοκράτορα τον ανήλικο Ιωάννη Ε' Παλαιολόγο και συναυτοκράτορα τον Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνό. Οι εμφύλιες συγκρούσεις, όμως, έληξαν οριστικά μόνο όταν ο δεύτερος παραιτήθηκε από το θρόνο το 1354, αφήνοντας μόνο ηγέτη το νεαρό Παλαιολόγο. Κοντά σε αυτούς τους εμφύλιους θα πρέπει να προσθέσουμε και τις έριδες αλλά και στην καχυποψία από μέρους ορισμένων Παλαιολόγων μετά το θάνατο του μεγαλύτερου Ιωάννη Η΄ και τη διαδοχή του από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, τον τελευταίο και τραγικό αυτοκράτορα.
Μια σειρά από αποφάσεις που ελήφθησαν είτε εξ΄ ανάγκης είτε για να εξυπηρετηθούν προσωπικές στρατηγικές, όξυναν τα προβλήματα και επιτάχυναν την Άλωση. Ο Ανδρόνικος Β΄ για να εξοικονομήσει χρήματα μείωσε το μέγεθος του τακτικού στρατού και διέλυσε σχεδόν το στόλο. Αντ΄αυτών επέλεξε να βασιστεί στους δυτικούς μισθοφόρους και στα πλοία των συμμάχων του Γενουατών. Ακόμα οδυνηρότερη ήταν η προοδευτική παραμέληση των Ακριτών ελλείψει χρημάτων, η οποία άφησε ανυπεράσπιστες ολόκληρες επαρχίες που έγιναν εύκολη λεία για τους Σελτζούκους και κατόπιν τους Οθωμανούς. Η ανατολική περιφέρεια ερήμωσε.Τότε έγιναν και αρκετοί εξισλαμισμοί. Οι καλλιεργητές των ανατολικών επαρχιών απομακρύνονταν από τη γη τους και αναγκάζονταν να συρρεύσουν πένητες στην Πόλη, οι κοινωνικές δομές εξασθενούσαν και οδηγούνταν σε διάλυση.
Την ανακατάληψη της Πόλης ακολούθησε μια σειρά συνθηκών που παρείχαν προνόμια ανάλογα με τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα του Βυζαντίου πότε στους Βενετούς και πότε στους Γενουάτες. Μπορεί να αναφερθεί κανείς για παράδειγμα στην συνθήκη του Νυμφαίου το 1261 που έδινε προνόμια στους Γενουάτες στην προσπάθεια του Μιχαήλ Η΄ να πάρει από αυτούς βοήθειες για να ανακαταλάβει την Πόλη. Από το 1267 και μετά, δόθηκαν και στους Βενετούς προνόμια για εμπόριο χωρίς δασμούς με αντάλλαγμα να μη συμμαχήσουν με εχθρούς τους Βυζαντίου. Στις αρχές του 14ου αιώνα η παροχή αυτών των προνομίων αποτελούσε καθεστώς, που ήταν αδύνατο πλέον να ελεγχθεί, στερώντας έτσι από το βυζαντινό κράτος σημαντικά έσοδα.
Κατά τους ύστερους βυζαντινούς χρόνους η οικονομία παρακμάζει, γεγονός που προμηνύει και την επερχόμενη κατάρρευση. Το άλλοτε πανίσχυρο χρυσό βυζαντινό νόμισμα χάνει την αξία του, ενώ στην αγορά εισχωρεί το δυτικό δουκάτο. Από τα μέσα του 14ου αιώνα σημειώνεται ο εκτοπισμός του βυζαντινού νομίσματος από τις αγορές ύστερα από μια σειρά υποτιμήσεων.
Η ένδεια του κρατικού ταμείου οφείλεται στη σημαντική μείωση των εσόδων λόγω της συγκέντρωσης και εκμετάλλευσης της γης από τους μεγαλοϊδιοκτήτες αλλά και στα μεγάλα έξοδα για την άμυνα του κράτους. Η εκάστοτε κρατική διοίκηση αναγκάστηκε για να αντιμετωπίσει τις μεγάλες ανάγκες που παρουσιάζονταν να καταφύγει σε διάφορες λύσεις όπως υπερφορολόγηση, εισφορές των πλουσιοτέρων, δανεισμοί, δωρεές, ενώ παράλληλα παρουσιάζονταν φαινόμενα κακοδιαχείρισης και διαφθοράς. Παρά τις προσπάθειες η ανάκαμψη της οικονομίας κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο στάθηκε αδύνατη.
Ένας άλλος αστάθμητος παράγοντας που συχνά υποτιμάται ήταν η μεγάλη επιδημία πανώλης που έπληξε ολόκληρη την Ευρώπη και το Βυζάντιο. Αποτέλεσμα ήταν η δραματική μείωση του πληθυσμού, σε σημείο τέτοιο ώστε ο πληθυσμός της Πόλης να συρρικνωθεί στα τέλη του 14ου αιώνα στις 100.000. Για ένα κράτος και μια κοινωνία με πληθώρα προβλημάτων, ο αφανισμός από την πανώλη επιτάχυνε την κατάρρευση.
Γύρω από αυτόν τον ισχνό κρατικό οργανισμό αναπτύσσονταν νεώτεροι λαοί, που συνεχώς ενισχύονταν.Οι Σελτζούκοι και κατόπιν οι Οθωμανοί αλλά και οι Σέρβοι του 14ου αιώνα με τον Στέφανο Δουσάν. Οι επιχειρηματικές εμπορικές δημοκρατίες της Ιταλίας, η Γένουα και η Βενετία με δικές τους συνοικίες και λιμάνια μέσα στην Πόλη είχαν τον έλεγχο όλου του εμπορίου της αυτοκρατορίας που ήταν απόλυτα εξαρτώμενη από αυτές οικονομικά και εμπορικά. Νομοτελειακά αν το έβλεπε κανείς, το ερώτημα που θα έθετε θα ήταν ποιος από τους παραπάνω λαούς θα διέλυε την πρώτη χριστιανική αυτοκρατορία του κόσμου: ο πιο ισχυρός ή εκείνος που θα τη διεκδικούσε περισσότερο…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου