Τρίτη 13 Μαΐου 2014

Το ταξίδι του Μανουήλ Παλαιολόγου στη Δύση, η πολιορκία της Πόλης από το Βαγιαζήτ και η μάχη της Άγκυρας (1402)


                                       Μανουήλ Παλαιολόγος

του Θάνου Δασκαλοθανάση


         H ιστορία της επιβίωσης του Βυζαντίου μετά το 1391, είναι εκπληκτική αλλά συνάμα και θλιβερή. Ό, τι είχε απομείνει ήταν η ίδια η Πόλη, κάποια λιμάνια στη Θράκη και η μισή Πελοπόννησο. Αυτό το τραγικό απομεινάρι κληρονόμησε το 1391 ο Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος, ένας άξιος και ικανός άνθρωπος, ο οποίος βίωσε δραματικά παιδικά χρόνια με οικογενειακές έριδες και πολέμους. Είχε υποχρεωθεί να περάσει μερικά χρόνια στη σουλτανική αυλή ως όμηρος, αλλά και να συμμετάσχει σε στρατιωτική επιχείρηση εναντίον της Βυζαντινής πόλης της Φιλαδέλφειας. Σε επιστολές του που έχουν σωθεί, γίνεται αντιληπτό ότι ο Μανουήλ  νιώθει βαθύτατη ταπείνωση και εξευτελισμό για την κατάσταση που είχε περιέλθει το Βυζάντιο. Ο ίδιος είχε κατανοήσει τους λόγους της κατάπτωσης αυτής,  που είχαν να κάνουν κυρίως με την απώλεια της Μικράς Ασίας και τις οδυνηρές εμφύλιες διαμάχες. Αφού κατόρθωσε να συμβιβάσει τα πράγματα με το διεκδικητή του θρόνου, τον ανιψιό του Ιωάννη Ζ´ Παλαιολόγο, τον οποίο αποδέχτηκε ως συναυτοκράτορα, κινητοποιείται για την αντιμετώπιση του τουρκικού κινδύνου και την αποστολή βοήθειας από τη Δύση.
               Η σταυροφορία της Νικόπολης που οργανώθηκε χάρη και στις δικές του εκκλήσεις, παρά την αποτυχία της, έδωσε παράταση ζωής στην Κωνσταντινούπολη, επειδή προβλημάτισε και απασχόλησε το Βαγιαζήτ. Το 1399 φτάνει στην  Πόλη μια μικρή γαλλική δύναμη με επικεφαλής τον στρατάρχη Μπουσικώ. Ο Μανουήλ θα αποφασίσει να κάνει  ο ίδιος ένα μεγάλο ταξίδι στη Δύση για αναζήτηση βοήθειας.
            Δεν έτρεφε αυταπάτες. Ήταν κατά της ένωσης των εκκλησιών, μένοντας πιστός στις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, αλλά και γιατί γνώριζε πολύ καλά ότι οι υπήκοοι δεν επρόκειτο ποτέ να αποδεχτούν την ένωση. Στον ταξίδι του στη Δύση επιδίωξε επαφές με κοσμικούς ηγέτες, για να αποφύγει τις εκκλησιαστικές πιέσεις. Το πέρασμα του Μανουήλ από τις διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις, έχει καταγραφεί από τους Δυτικούς χρονογράφους της εποχής, τους οποίους εντυπωσίασε η ευγενής μορφή, η βαθιά λόγια μόρφωση και οι αυτοκρατορικοί τρόποι του Μανουήλ, ο οποίος «αλλάζοντας άλογα, δεν καταδεχόταν να πατήσει στο χώμα». Ήταν στα μάτια τους ο Αυτοκράτορας της Ανατολής, ο οποίος αγωνιζόταν «ως στρατιώτης του Χριστού στις επάλξεις των μαχών κατά των απίστων βαρβάρων» (J.J.Norwich).
              Οι διπλωματικές προσπάθειες του Μανουήλ βρήκαν ανταπόκριση σε λόγια και κάποιες οικονομικές ενισχύσεις, από τη Βενετία, Γαλλία, Αγγλία, Αραγονία και Πορτογαλία. Οι άρχοντες της Δύσης δεν κατόρθωσαν να συμφωνήσουν στην ανάληψη μεγάλης κλίμακας στρατιωτικής πρωτοβουλίας, ίσως και Σταυροφορίας, έχοντας νωπή ακόμα τη συντριβή της σταυροφορίας της Νικόπολης. Η περιοδεία είχε ήδη συμπληρώσει δύο χρόνια, όταν  το 1402 αναγκάστηκε εσπευσμένα να επιστρέψει  στην Πόλη…
               Ο Βαγιαζήτ, που ουσιαστικά από το 1394 είχε ξεκινήσει να πολιορκεί την Πόλη αλλά τον είχε καθυστερήσει η Σταυροφορία της Νικόπολης και οι επιθετικές κινήσεις των Μογγόλων από την Ανατολή, γύρω στα 1402 είχε εντείνει την πολιορκία, φέρνοντας σε δύσκολη έως απελπιστική θέση τους πολιορκημένους. Η πείνα είχε γονατίσει τον πληθυσμό, σοβαρή διοίκηση δεν υπήρχε, καθώς ο αυτοκράτορας έλλειπε στη διπλωματική αποστολή και ο αντικαταστάτης του Ιωάννης ήταν  ένας ασταθής και χωρίς κύρος άνθρωπος και όλοι  περίμεναν να συμβεί το μοιραίο. Μέσα στην Πόλη εμφανίστηκαν φαινόμενα αναρχίας, διαφθοράς, μαύρης αγοράς προϊόντων και πωλήσεις ολόκληρων περιουσιών σε εξευτελιστικές τιμές.
              Η πολυπόθητη βοήθεια για τους Βυζαντινούς εμφανίζεται από την Ανατολή και όχι από τη Δύση. Η προέλαση του Μογγόλου  ηγεμόνα Ταμερλάνου, από την Περσία προς τη Μικρά Ασία, που σημαδεύεται από αλλεπάλληλες κατακτήσεις των μικρασιατικών πόλεων, αναγκάζει το Βαγιαζήτ να αντιμετωπίσει το νέο και βίαιο αντίπαλο. Από την Ιταλία ο Μανουήλ Β΄ ενεργώντας με διπλωματικό τρόπο,  ήδη από το 1399 είχε έρθει  επίσης σε επαφή με τον Ταμερλάνο. Τον Αύγουστο του 1401 μάλιστα προτείνει στον Ταμερλάνο να του πληρώνει το φόρο υποτέλειας που έδινε στους Οθωμανούς, αν κατορθώσει να ανατρέψει το Βαγιαζήτ. Οι κατακτήσεις των στρατευμάτων του Ταμερλάνου προκαλούν μεγάλο πλήγμα στους Οθωμανούς. Το τελειωτικό χτύπημα δίνεται στη μάχη της Άγκυρας στις 28 Ιουνίου του 1402 σε μια από τις αγριότερες συγκρούσεις του Μεσαίωνα, όπου ο οθωμανικός στρατός συντρίβεται από τους Μογγόλους, που ήταν ενισχυμένοι κι από ένα σώμα ελεφάντων από την Ινδία. Ο ίδιος ο Βαγιαζήτ, αιχμαλωτίζεται και λίγους μήνες αργότερα πεθαίνει. Το οθωμανικό κράτος κλυδωνίζεται και η οκτάχρονη πολιορκία της Πόλης λύνεται.
          Ο Μανουήλ επιστρέφει και προσπαθεί να επωφεληθεί από την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί αλλά και από τις δυναστικές διαμάχες που ξεσπούν μεταξύ των γιων του Βαγιαζήτ. Πράγματι, θα κατορθώσει να πάρει πίσω τη Θεσσαλονίκη και την ευρύτερη περιοχή της, και ορισμένες πόλεις στην Θρακική ακτή αλλά και στα μικρασιατικά παράλια, απέναντι από την Πόλη.
           H στιγμή αυτή, όταν οι Τούρκοι είχαν συντριβεί και σπαράσσονταν από εμφύλιες διαμάχες, ήταν η κατάλληλη για να οργανωθεί μια μεγάλη σταυροφορία η οποί θα είχε μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας. Όμως πέρασε και χάθηκε μέσα στη γενική απροθυμία όλων. Βενετοί και Γενοβέζοι, απασχολημένοι με τον ανηλεή εμπορικό τους ανταγωνισμό, θέλησαν να διατηρήσουν την  ουδετερότητά τους, οι Γενοβέζοι μάλιστα μετέφεραν με τα καράβια τους ηττημένους Τούρκους στρατιώτες από την Ασία στην Ευρώπη. Ο πάπας έβαζε ως προϋπόθεση για βοήθεια την ένωση και υποταγής της Ανατολικής Εκκλησίας. Οι ηγεμόνες της Ευρώπης θυμούνταν τη συντριβή  στη Νικόπολη και ήταν διστακτικοί. Άλλωστε,  θεωρούσαν, εσφαλμένα βέβαια, ότι οι Τούρκοι είχαν πάθει μεγάλη ζημία και δε θα απειλούσαν ξανά την Ευρώπη.





     
              Ο Μανουήλ ωστόσο είχε πλήρη γνώση ακι αίσθηση της πραγματικότητας. Το ελληνικό κράτος μπορεί να είχε πάρει παράταση ζωής χάρη στην επέμβαση των Μογγόλων, όμως τα προβλήματα παρέμεναν δύσκολα και άλυτα. Η οικονομία και ο στρατός ήταν σε οικτρή κατάσταση, η βοήθεια από τη Δύση  θολή και αβέβαιη, και οι Τούρκου γρήγορα θα συνέρχονταν από το ισχυρό κτύπημα και θα εμφανίζονταν και πάλι απειλητικοί…
 



Το ταξίδι του Μανουήλ Παλαιολόγου στη Δύση


            Ο Μανουήλ Παλαιολόγος ήταν κατά της ένωσης των εκκλησιών, μένοντας πιστός στις θρησκευτικές του πεποιθήσεις, αλλά και γιατί γνώριζε πολύ καλά ότι οι υπήκοοί του δεν επρόκειτο ποτέ να αποδεχτούν την ένωση.
            Στον ταξίδι του στη Δύση, για αναζήτηση βοήθειας, επιδίωξε επαφές με κοσμικούς ηγέτες, για να αποφύγει τις εκκλησιαστικές πιέσεις. Το πέρασμα του Μα...νουήλ από τις διάφορες ευρωπαϊκές πόλεις έχει καταγραφεί από τους Δυτικούς χρονογράφους της εποχής, τους οποίους εντυπωσίασε η ευγενής μορφή, η βαθιά λόγια μόρφωση και οι αυτοκρατορικοί του τρόποι.

             Κοιτάξτε τι εντύπωση έκανε σε έναν Ευρωπαίο (τον Αδάμ του Ασκ) η αντιπροσωπεία των Βυζαντινών:

<<…αυτός ο αυτοκράτορας περπατούσε πάντα συνοδεία των αντρών του, που ήταν ντυμένοι ομοιόμορφα με άσπρους μακρείς μανδύες, που έμοιαζαν με χιτώνες ιπποτών (…) Ξυράφι δεν είχε αγγίξει το κεφάλι ή τα γένια των κληρικών. Οι Έλληνες αυτοί, τελούσαν με ευλάβεια τη Θεία Λειτουργία, στην οποία συμμετείχαν τόσο στρατιώτες όσο και ιερείς που έψαλλαν όλοι μαζί στη μητρική τους γλώσσα, τα ελληνικά. Κι αναλογίστηκα, τι θλιβερό θέαμα είναι, αυτός ο μέγας Χριστιανός πρίγκιπας από τη μακρινή Ανατολή να αναγκάζεται να ταξιδεύει στη Δύση, ζητώντας βοήθεια ενάντια στους άπιστους που τον απειλούν...>>

 

 Eικόνα: O αυτοκράτορας Μανουήλ Παλαιολόγος, η γυναίκα του Ελένη και οι τρεις από τους έξι γιους του, Ιωάννης, Θεόδωρος και Ανδρόνικος, σε μικρογραφία χειρογράφου του 15ου αιώνα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου