επιμέλεια: Θάνος Δασκαλοθανάσης
Ο ναός των Αγίων Αποστόλων στο Λεοντάρι Αρκαδίας ακολουθεί μια σπάνια εσωτερική αρχιτεκτονική που τον κατατάσσει ανάμεσα στα σημαντικότερα βυζαντινά μνημεία της Πελοποννήσου
O ναός των Αγίων Αποστόλων, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της υστεροβυζαντινής αρχιτεκτονικής, δεδομένης της ένταξής του στην ολιγομελή ομάδα των μνημείων που ακολουθούν το μικτό αρχιτεκτονικό τύπο, χαρακτηριστικό της Παλαιολόγειας ναοδομίας του Μυστρά.
Ο ναός, μικτού τύπου, συνδυάζει τη διάταξη δρομικής τρίκλιτης βασιλικής στο ισόγειο και τετράστυλου σταυροειδούς εγγεγραμμένου τρουλλαίου ναού στον όροφο. Ο μικτός τύπος εμφανίστηκε στο Μυστρά, στο καθολικό της μονής Βροντοχίου (γνωστό με την επωνυμία «Αφεντικό» ή Οδηγήτρια), και υιοθετήθηκε στην ανέγερση του ναού της Παντάνασσας και στη κατασκευή της Μητρόπολης του Μυστρά (Αγίου Δημητρίου).
Ο ναός των Αγίων Αποστόλων Λεονταρίου είναι το μοναδικό γνωστό μνημείο που ακολουθεί το συγκεκριμένο τύπο εκτός του Μυστρά. Μιμείται εμφανώς την Οδηγήτρια, τόσο ως προς την τυπολογία, όσο και ως προς επιμέρους μορφολογικά χαρακτηριστικά. Οι ομοιότητες αυτές, σε συνδυασμό με ιστορικές πηγές, που λειτουργούν ως terminus ante quem για την ανέγερση του ναού, πείθουν για τη χρονολόγηση που προτείνει ο Ορλάνδος στον 14ο αι.
Στους επόμενους αιώνες ο ναός δέχθηκε πληθώρα επεμβάσεων. Κυριότερες από αυτές είναι η μετατροπή του σε τζαμί, κατά την οποία άλλαξε η γενική μορφή του περιστώου και ανεγέρθη μιναρές στη θέση του κωδωνοστασίου. Αλλά και οι επεμβάσεις μετά την Απελευθέρωση αλλοίωσαν έτι περαιτέρω τη φυσιογνωμία επιμέρους στοιχείων του μνημείου.
Όπως συμβαίνει και στην Οδηγήτρια του Μυστρά, στη νοτιοδυτική γωνία του μνημείου υπάρχει προσαρτημένο κωδωνοστάσιο, το οποίο σώζεται σε χαμηλό ύψος, δεδομένης της κατάρρευσης ή καθαίρεσής του κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας για την ανέγερση μιναρέ. Αποτελεί την προς δυσμάς απόληξη τοξοστοιχίας, η οποία περιέβαλλε τη βόρεια και τη δυτική πλευρά του μνημείου. Στο Λεοντάρι σώζεται σήμερα μόνο το δυτικό σκέλος, και μάλιστα από τα βυζαντινά τόξα διατηρείται μόνο το νοτιότερο, καθώς τα δύο επόμενα έχουν ανακατασκευαστεί κατά την Τουρκοκρατία, όπως φαίνεται από την κατασκευή και χάραξή τους, ενώ το βορειότερο ανήκει στον εικοστό αιώνα, όπως τεκμηριώνεται από τις παλαιές φωτογραφίες του ναού.
O ναός των Αγίων Αποστόλων, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της υστεροβυζαντινής αρχιτεκτονικής, δεδομένης της ένταξής του στην ολιγομελή ομάδα των μνημείων που ακολουθούν το μικτό αρχιτεκτονικό τύπο, χαρακτηριστικό της Παλαιολόγειας ναοδομίας του Μυστρά.
Ο ναός, μικτού τύπου, συνδυάζει τη διάταξη δρομικής τρίκλιτης βασιλικής στο ισόγειο και τετράστυλου σταυροειδούς εγγεγραμμένου τρουλλαίου ναού στον όροφο. Ο μικτός τύπος εμφανίστηκε στο Μυστρά, στο καθολικό της μονής Βροντοχίου (γνωστό με την επωνυμία «Αφεντικό» ή Οδηγήτρια), και υιοθετήθηκε στην ανέγερση του ναού της Παντάνασσας και στη κατασκευή της Μητρόπολης του Μυστρά (Αγίου Δημητρίου).
Ο ναός των Αγίων Αποστόλων Λεονταρίου είναι το μοναδικό γνωστό μνημείο που ακολουθεί το συγκεκριμένο τύπο εκτός του Μυστρά. Μιμείται εμφανώς την Οδηγήτρια, τόσο ως προς την τυπολογία, όσο και ως προς επιμέρους μορφολογικά χαρακτηριστικά. Οι ομοιότητες αυτές, σε συνδυασμό με ιστορικές πηγές, που λειτουργούν ως terminus ante quem για την ανέγερση του ναού, πείθουν για τη χρονολόγηση που προτείνει ο Ορλάνδος στον 14ο αι.
Στους επόμενους αιώνες ο ναός δέχθηκε πληθώρα επεμβάσεων. Κυριότερες από αυτές είναι η μετατροπή του σε τζαμί, κατά την οποία άλλαξε η γενική μορφή του περιστώου και ανεγέρθη μιναρές στη θέση του κωδωνοστασίου. Αλλά και οι επεμβάσεις μετά την Απελευθέρωση αλλοίωσαν έτι περαιτέρω τη φυσιογνωμία επιμέρους στοιχείων του μνημείου.
Όπως συμβαίνει και στην Οδηγήτρια του Μυστρά, στη νοτιοδυτική γωνία του μνημείου υπάρχει προσαρτημένο κωδωνοστάσιο, το οποίο σώζεται σε χαμηλό ύψος, δεδομένης της κατάρρευσης ή καθαίρεσής του κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας για την ανέγερση μιναρέ. Αποτελεί την προς δυσμάς απόληξη τοξοστοιχίας, η οποία περιέβαλλε τη βόρεια και τη δυτική πλευρά του μνημείου. Στο Λεοντάρι σώζεται σήμερα μόνο το δυτικό σκέλος, και μάλιστα από τα βυζαντινά τόξα διατηρείται μόνο το νοτιότερο, καθώς τα δύο επόμενα έχουν ανακατασκευαστεί κατά την Τουρκοκρατία, όπως φαίνεται από την κατασκευή και χάραξή τους, ενώ το βορειότερο ανήκει στον εικοστό αιώνα, όπως τεκμηριώνεται από τις παλαιές φωτογραφίες του ναού.
Η μορφολογία του ναού αποτελεί ένα συνδυασμό των στοιχείων της «σχολής της Κωνσταντινούπολης» και της «σχολής της Ελλάδος». Στα πρώτα εντάσσονται τα πλίνθινα τυφλά αψιδώματα που κοσμούν τις μακρές όψεις, αλλά και οι επάλληλες σειρές μικρότερων τυφλών αψιδωμάτων, οι οποίες διαμορφώνουν την άνω ζώνη των κογχών του Ιερού, καθώς και τα κογχάρια που διαρθρώνουν οι επιφάνειες των τυμπάνων των τρούλων. Στα δεύτερα εντάσσεται η πλινθοπερίκλιστη τοιχοποιία, με τα οποία έχουν κατασκευαστεί τα τύμπανα των τρούλων, οι εξωτερικοί τοίχοι του ναού στην επιμελημένη άνω ζώνη τους, που προέβαλλε εκτός της στέγης του περιμετρικού περιστώου, και το κάτω τμήμα της ανατολικής όψης. Η ανατολική όψη διαρθρώνεται με τη χρήση ενιαίου πώρινου κοσμήτη.
Ενδιαφέρον προκαλεί η εναλλαγή δόμων από πωρόλιθο και ασβεστόλιθο στο πλινθοπερίκλειστο σύστημα της λιθοδομής του κωδωνοστασίου. Το κάτω τμήμα των υπόλοιπων τοίχων είναι κατασκευασμένο από απλή αργολιθοδομή. Η επίστεψη των τοίχων γίνεται με οδοντωτά πλίνθινα γείσα. Στον κεραμοπλαστικό διάκοσμο του μνημείου εντάσσονται τα διακοσμητικά θέματα με τα οποία πληρούνται τα αφόρτιστα τύμπανα των αψιδωμάτων, των διλόβων παραθύρων και των απολήξεων της εγκάρσιας κεραίας.
Οι θύρες και τα μονόλοβα παράθυρα της βόρειας και της νότιας όψης είναι κατασκευασμένα με πώρινα κτιστά πλαίσια, πλαισιωμένα με πλίνθους. Ορισμένες λιθόπλινθοι έχουν τοποθετηθεί κατά την οριζόντια διεύθυνση και εξέχουν σε σχέση με τους κατακόρυφους παραστάτες του πλαισίου.
Ενδιαφέρον προκαλεί η εναλλαγή δόμων από πωρόλιθο και ασβεστόλιθο στο πλινθοπερίκλειστο σύστημα της λιθοδομής του κωδωνοστασίου. Το κάτω τμήμα των υπόλοιπων τοίχων είναι κατασκευασμένο από απλή αργολιθοδομή. Η επίστεψη των τοίχων γίνεται με οδοντωτά πλίνθινα γείσα. Στον κεραμοπλαστικό διάκοσμο του μνημείου εντάσσονται τα διακοσμητικά θέματα με τα οποία πληρούνται τα αφόρτιστα τύμπανα των αψιδωμάτων, των διλόβων παραθύρων και των απολήξεων της εγκάρσιας κεραίας.
Οι θύρες και τα μονόλοβα παράθυρα της βόρειας και της νότιας όψης είναι κατασκευασμένα με πώρινα κτιστά πλαίσια, πλαισιωμένα με πλίνθους. Ορισμένες λιθόπλινθοι έχουν τοποθετηθεί κατά την οριζόντια διεύθυνση και εξέχουν σε σχέση με τους κατακόρυφους παραστάτες του πλαισίου.
Το ξυλόγλυπτο τέμπλο των Αγ. Αποστόλων Λεονταρίου, έχει μέγιστο ύψος 4,65μ. (συμπεριλαμβανομένης της επίστεψης), μέγιστο μήκος 5,87μ. και είναι κατασκευασμένο από ξύλο καρυδιάς. Ακολουθεί την τυπική τριμερή κατά ύψος διαίρεση. Φέρει ταμπλαδωτά ζωγραφιστά τμήματα κυρίως στη βάση του και τις ποδιές και στρωτή ξυλόγλυπτη διακόσμηση με χαμηλό ανάγλυφο, η οποία βασίζεται σε φυτικά σχέδια, ανθούς, περιελισσόμενους βλαστούς και κλαδίσκους με έλικες και αμπέλια. Τα ξυλόγλυπτα τμήματα του τέμπλου είναι καλυμμένα με στιλβωτό φύλλο χρυσού και ασημιού, ενώ ο κάμπος είναι βαμμένος με κόκκινο χρώμα ώστε να προβάλλονται εντονότερα τα γλυπτικά τμήματα
Η περιοχή του Λεονταρίου είναι πλούσια σε κατάλοιπα της βυζαντινής εποχής, στοιχείο που αποδεικνύει ότι αποτελούσε σημαντικό κέντρο στο Δεσποτάτο του Μοριά.
Ο ναός των Αγίων Αποστόλων λειτουργεί σήμερα ως ενοριακός ναός του χωριού.
Στην Κοινότητα Λεονταρίου και στην ευρύτερη περιφέρεια υπάρχουν: το Κάστρο Λεονταρίου, ναός Αγ. Αθανασίου (14ου αιώνα), ναός Ταξιαρχών (14ου αιώνα), ναός Αγίων Πάντων (14ου αιώνα), ναός Αγ. Γεωργίου, ναός Προφήτη Ηλία, ναός Αγ. Ιωάννη και πληθώρα ερειπωμένων μνημείων (Μονή Αγ. Νικολάου, ναός Αγ. Βασιλείου, ναός Αγ. Κυριακής, ναός Μεταμόρφωσης).
πηγές
Aειναές, συντήρηση-αποκατάσταση έργων πολιτιστικής κληρονομιάς
Υπουργείο Πολιτισμού http://odysseus.culture.gr/h/2/gh251.jsp?obj_id=1507
Η Μεγαλόπολη, εφημ. Έθνος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου