Βυζαντινή Κύπρος - μέρος 1ο -
του Θάνου Δασκαλοθανάση
Στην Κύπρο από την αρχαιότητα κατοικούσαν Έλληνες. Αυτοί είχαν εμπορικές και πολιτιστικές επαφές με τους Έλληνες άλλων περιοχών Η οικονομία του νησιού στηριζόταν στη γεωργία, στο εμπόριο, στη ναυτιλία και στην εκμετάλλευση ορυχείων χαλκού και αργύρου.
Ο Μ. Κωνσταντίνος εκτιμά τη στρατηγική της θέση και φροντίζει για την αξιοποίησή της. Στις αρχές του 4ου αιώνα η πρωτεύουσα Σαλαμίνα, η πλησιέστερη σημαντική πόλη προς τη Μικρά Ασία και τα ηπειρωτικά εδάφη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας πλήττεται από μεγάλο σεισμό. Αμέσως αποφασίζεται οικονομική βοήθεια προς την πόλη και τους πολίτες της. Ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος χαρίζει για τέσσερα χρόνια τους φόρους στους πληγέντες κατοίκους της πόλης.
Η ανοικοδόμηση έγινε στην ίδια περίπου περιοχή. Η νέα πόλη που κτίστηκε ήταν μικρότερη και, προς τιμή του αυτοκράτορα, ονομάστηκε Κωνσταντία. Τη διοίκηση αναλαμβάνει Βυζαντινός διοικητής. Τοποθετείται φρουρά και δημιουργείται ναυτική βάση για την προστασία και ασφάλεια του νησιού.
Η Κύπρος παρέμεινε τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ώς το 395 μ.Χ. Κατά το έτος αυτό πέθανε ο Μέγας Θεοδόσιος, και η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διαιρέθηκε στο δυτικό κράτος με έδρα τη Ρώμη και αυτοκράτορα το γιό του Ονώριο, και το ανατολικό με έδρα το Βυζάντιο και αυτοκράτορα τον Αρκάδιο. Η Κύπρος αποτέλεσε τμήμα του Ανατολικού Βυζαντινού Κράτους και διατήρησε τον ελληνικό χαρακτήρα της.
Η Κύπρος παρέμεινε τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ώς το 395 μ.Χ. Κατά το έτος αυτό πέθανε ο Μέγας Θεοδόσιος, και η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία διαιρέθηκε στο δυτικό κράτος με έδρα τη Ρώμη και αυτοκράτορα το γιό του Ονώριο, και το ανατολικό με έδρα το Βυζάντιο και αυτοκράτορα τον Αρκάδιο. Η Κύπρος αποτέλεσε τμήμα του Ανατολικού Βυζαντινού Κράτους και διατήρησε τον ελληνικό χαρακτήρα της.
Από τη χρονιά αυτή, αρχίζει η βυζαντινή περίοδος της κυπριακής ιστορίας.
Η Εκκλησία της Κύπρου είναι αυτοκέφαλη και αναγνωρίστηκε αυτοκέφαλη όπως μας αναφέρει η ιστορία, το 431 στην Εκκλησιαστική Σύνοδο της Εφέσου. Παρόλα αυτά ο Πατριάρχης Αντιοχείας δοκίμασε να άρει από την Κυπριακή Εκκλησία αυτά τα απαράγραπτα ανώτατα δικαιώματα. Το 477 ο κλήρος της Κύπρου χρησιμοποίησε την θαυμαστή ανακάλυψη του λειψάνου του Αποστόλου Βαρνάβα, για να απελευθερώσει και να αποκόψει ριζικά και για πάντα την Εκκλησία της Κύπρου από τα Πατριαρχεία.
Η χριστιανική παράδοση βασισμένη σε ιστορικό γεγονός εξιστορεί ότι ο τότε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίας Ανθέμιος είδε σε όνειρο τον Απόστολο Βαρνάβα, που του υπέδειξε την τοποθεσία όπου βρισκόταν ο τάφος του, στην πεδιάδα της Σαλαμίνας κάτω από ένα μοναχικό δέντρο, μια τριμιθιά , και τον παρακίνησε να ανοίξει αυτόν τον τάφο. Ο Αρχιεπίσκοπος Ανθέμιος υπάκουσε στο όραμά του και με λιτανείες και μεγαλοπρέπεια κατευθλυνθηκε προς το μέρος του τάφου. Έσκαψαν κάτω από την τριμιθιά και έφτασαν σε ένα λαξευμένο τάφο μέσα στον ασβεστόλιθο, καταχωμένο και ξεχασμένο. Εκεί μέσα ήταν το λείψανο του Αποστόλου Βαρνάβα και πάνω στο στήθος του λειψάνου, ο Αρχιεπίσκοπος Ανθέμιος βρήκε ένα αντίγραφο του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, γραμμένο με το χείρι του ιδίου του Αποστόλου Βαρνάβα. Με το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο στο χέρι, ό Ανθέμιος έπλευσε προς την βυζαντινή πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη την εποχή που αυτοκράτορας ήταν ο Ζήνων (474-491). Ο αυτοκράτορας παρέλαβε το Ευαγγέλο με μεγάλη χαρά και το εναπόθεσε σε μια εκκλησία κοντά στο αυτοκρατορικό παλάτι.
Ο αυτοκράτορας Ζήνων ήταν πόλυ πρόθυμος να ακούσει τα παράπονα του Αρχιεπισκόπου Κύπρου για την επέμβαση του Πατριάρχη της Αντιόχειας και παρέπεμψε την ευθύνη για τη λήψη αποφάσεως στον Ακάκιο, τον Πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως. Τότε συγκαλέστηκε μια εκκλησιαστική σύνοδος, κατά την διάρκεια της οποίας επιβεβαιώθηκαν τα ήδη καθορισμένα από τη Σύνοδο της Εφέσου Δικαιώματα, οι περίφημοι οκτώ κανόνες του «status quo ante».
Με αφορμή τα πορίσματα αυτής της συνόδου ο αυτοκράτορας Ζήνων εξέδωσε ένα διάταγμα, στο οποίο απαγόρευε στον Πατριάρχη της Αντιόχειας και τον υπόλοιπο κλήρο να παραβιάζει την αυτονομία της Εκκλησίας της Κύπρου, την οποίαν κήρυξε ανεξάρτητη και αυτοκέφαλη. Μετονόμασε την Επίσκοπο της Κωνσταντίας σε μητροπολίτη όλου του νησιού της Κύπρου και του απένειμε τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου της Κύπρου και το επίθετο Μακαριότατος, δηλαδή ο πιο ευτυχισμένος. Επιπρόσθετα ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου παραχώρισε στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, που ήδη είχε τα δικαιώματα ενός Πατριάρχη, και άλλα προνόμια και αξιώματα που κανένας άλλος Πατριάρχης δεν κατείχε και τα οποία ανήκαν δικαιωματικά μόνο στον αυτοκράτορα. Μεταξύ άλλων απέμεινε στο Αρχιεπίσκοπο της Κύπρου και τα εξής προνόμια : να φορεί πορφυρό μανδύα στις επίσημες τελετές και να κρατεί αντί για ποιμαντορική ράβδο, αυτοκρατορικό σκήπτρο που φέρει στην κορυφή του μια σφαίρα. Του παραχώρισε επίσης το δικαίωμα χρήσης της σφραγίδας του Δικέφαλου αετού και τον εξουσιοδότησε να υπογράφει με κόκκινο μελάνι όπως εκείνος, ο ηγεμόνας δηλαδή του Βυζαντίου.
Ο αυτοκράτορας Ζήνων ήταν πόλυ πρόθυμος να ακούσει τα παράπονα του Αρχιεπισκόπου Κύπρου για την επέμβαση του Πατριάρχη της Αντιόχειας και παρέπεμψε την ευθύνη για τη λήψη αποφάσεως στον Ακάκιο, τον Πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως. Τότε συγκαλέστηκε μια εκκλησιαστική σύνοδος, κατά την διάρκεια της οποίας επιβεβαιώθηκαν τα ήδη καθορισμένα από τη Σύνοδο της Εφέσου Δικαιώματα, οι περίφημοι οκτώ κανόνες του «status quo ante».
Με αφορμή τα πορίσματα αυτής της συνόδου ο αυτοκράτορας Ζήνων εξέδωσε ένα διάταγμα, στο οποίο απαγόρευε στον Πατριάρχη της Αντιόχειας και τον υπόλοιπο κλήρο να παραβιάζει την αυτονομία της Εκκλησίας της Κύπρου, την οποίαν κήρυξε ανεξάρτητη και αυτοκέφαλη. Μετονόμασε την Επίσκοπο της Κωνσταντίας σε μητροπολίτη όλου του νησιού της Κύπρου και του απένειμε τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου της Κύπρου και το επίθετο Μακαριότατος, δηλαδή ο πιο ευτυχισμένος. Επιπρόσθετα ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου παραχώρισε στον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου, που ήδη είχε τα δικαιώματα ενός Πατριάρχη, και άλλα προνόμια και αξιώματα που κανένας άλλος Πατριάρχης δεν κατείχε και τα οποία ανήκαν δικαιωματικά μόνο στον αυτοκράτορα. Μεταξύ άλλων απέμεινε στο Αρχιεπίσκοπο της Κύπρου και τα εξής προνόμια : να φορεί πορφυρό μανδύα στις επίσημες τελετές και να κρατεί αντί για ποιμαντορική ράβδο, αυτοκρατορικό σκήπτρο που φέρει στην κορυφή του μια σφαίρα. Του παραχώρισε επίσης το δικαίωμα χρήσης της σφραγίδας του Δικέφαλου αετού και τον εξουσιοδότησε να υπογράφει με κόκκινο μελάνι όπως εκείνος, ο ηγεμόνας δηλαδή του Βυζαντίου.
Ο αυτοκράτωρ Ζήνων δίδει τα προνόμια στην Εκκλησία της Κύπρου |
Η Κύπρος, ως τμήμα του Βυζαντινού κράτους, έζησε ειρηνικά περισσότερο από δυο αιώνες. Τα γράμματα και οι τέχνες γνώρισαν αξιόλογη ανάπτυξη και ακμή, με έντονη την επίδραση της Εκκλησίας Ιδρύθηκαν πολλά μοναστήρια, σημαντικότερο από τα οποία είναι το μοναστήρι της Παναγίας του Κύκκου που ιδρύθηκε επί αυτοκρατορίας Αλεξίου Κομνηνού και βρισκόταν υπό την προστασία του. Η φήμη της μονής Κύκκου ξεπερνούσε τα σύνορα του νησιού, κυρίως επειδή την εικόνα της Παναγιάς που βρίσκεται εκεί την ζωγράφισε ο ευαγγελιστής Λουκάς. Την ίδια περίοδο ιδρύθηκε η μονή Μαχαιρά στα όρη του Τροόδους, του Αγίου Νεοφύτου και της Χρυσοροϊάτισσας στην επαρχία Πάφου. Η μονή Σταυροβονίου είναι η αρχαιότερη στο νησί (4ος αιώνας) και ιδρύθηκε, κατά την παράδοση, από την αγία Ελένη. Ιδιαίτερης σημασίας είναι το Μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, προστάτη της Κύπρου που βρίσκεται στο τουρκοκρατούμενο, σήμερα, ανατολικό άκρο του νησιού.
Ο πλούτος και η τέχνη των τοιχογραφιών και των φορητών εικόνων των εκκλησιών αποτελούν αντικείμενα θαυμασμού. . Η σχέση ανάμεσα στη βυζαντινή τέχνη της Κύπρου και την τέχνη της Κωνσταντινούπολης είναι φανερή. Η Κύπρος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί, ολόκληρη, ως Βυζαντινό Μουσείο, χάρη στον πλούτο των εκκλησιών, των τοιχογραφιών και των εικόνων. Παράλληλα με την τέχνη, η Κύπρος παρουσιάζει, κατά τη βυζαντινή περίοδο, αξιόλογη πνευματική ανάπτυξη. Ως σημαντικές μορφές των γραμμάτων αναφέρονται ο άγιος Επιφάνιος, ο άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος και ο Γεώργιος ο Κύπριος.
Περισσότερο από κάθε άλλο ελληνικό χώρο αναπτύχθηκε στην Κύπρο η ακριτική ποίηση, ως αποτέλεσμα των αραβικών επιδρομών καθώς και των κοινών αγώνων του βυζαντινού κόσμου εναντίον των Αράβων. Οι αραβικές επιδρομές σηματοδοτούν και την αρχή των σκληρών μαρτυρικών αγώνων της Κύπρου που θα αποτελεί λόγω της θέσης της και του πλούτου της, στόχο πολλών κατακτητών, ακόμα και μέχρι τις μέρες μας...
Ο πλούτος και η τέχνη των τοιχογραφιών και των φορητών εικόνων των εκκλησιών αποτελούν αντικείμενα θαυμασμού. . Η σχέση ανάμεσα στη βυζαντινή τέχνη της Κύπρου και την τέχνη της Κωνσταντινούπολης είναι φανερή. Η Κύπρος θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί, ολόκληρη, ως Βυζαντινό Μουσείο, χάρη στον πλούτο των εκκλησιών, των τοιχογραφιών και των εικόνων. Παράλληλα με την τέχνη, η Κύπρος παρουσιάζει, κατά τη βυζαντινή περίοδο, αξιόλογη πνευματική ανάπτυξη. Ως σημαντικές μορφές των γραμμάτων αναφέρονται ο άγιος Επιφάνιος, ο άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος και ο Γεώργιος ο Κύπριος.
Περισσότερο από κάθε άλλο ελληνικό χώρο αναπτύχθηκε στην Κύπρο η ακριτική ποίηση, ως αποτέλεσμα των αραβικών επιδρομών καθώς και των κοινών αγώνων του βυζαντινού κόσμου εναντίον των Αράβων. Οι αραβικές επιδρομές σηματοδοτούν και την αρχή των σκληρών μαρτυρικών αγώνων της Κύπρου που θα αποτελεί λόγω της θέσης της και του πλούτου της, στόχο πολλών κατακτητών, ακόμα και μέχρι τις μέρες μας...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου