Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Θεσπρωτία: Ο ερειπωμένος οικισμός της Ουζντίνας ξαναζωντανεύει, μέσα από το έργο της 8ης ΕΒΑ

 
Ouzdina_wall-510x338
 

        Οσδίνη ή Παλιοσδίνη ή Παλιοχώρα (σήμερα Ουζντίνα) ήταν το όνομα του οικισμού της Θεσπρωτίας, ερείπια του οποίου εντοπίζονται παρόχθια του ποταμού Καλαμά, σε επικλινή λόφο, ανάμεσα στα όρη Παλούκι και Κουτσουβέλι. Η παλαιότερη κατοίκηση στην περιοχή επιβεβαιώνεται από τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα αρχαίου οχυρωμένου οικισμού που φαίνεται ότι καταστράφηκε το 167 π.Χ. από τους Ρωμαίους, μαζί με τις άλλες 70 πόλεις της Ηπείρου. Σήμερα δεν είναι γνωστές όλες οι φάσεις κατοίκησης του οικισμού καθώς από την πρώιμη βυζαντινή περίοδο δεν υπάρχουν πληροφορίες ούτε έχουν εντοπιστεί μέχρι στιγμής μνημεία.
            Ο οικισμός άνθησε στους μέσους βυζαντινούς χρόνους. Στην ανάπτυξή του βοήθησε αναμφίβολα η προνομιακή θέση της ακρόπολης, που μπορούσε να ελέγχει την κοιλάδα του Καλαμά. Στην οχύρωση του οικισμού διακρίνονται πολλές φάσεις επισκευής που αντιστοιχούν σε διάφορες χρονικές περιόδους, κατά τις οποίες οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να ενισχύσουν τα τείχη υπό την απειλή των βαρβαρικών επιδρομών.
            Η ανάπτυξη του οικισμού συνεχίστηκε κατά την υστεροβυζαντινή περίοδο και τα πρώτα χρόνια της τουρκοκρατίας, οπότε επισκευάστηκε το γεφύρι που ένωνε την πόλη με την απέναντι πεδιάδα, εντυπωσιακά λείψανα του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα. Την περίοδο αυτή οικοδομούνται ναοί, οι περισσότεροι των οποίων χρονολογούνται στα μέσα του 16ου αι. και στις αρχές του 17ου αι. Κατά το α’ μισό του 18ου αι. η Οσδίνη εγκαταλείφθηκε και οι κάτοικοί της κατέφυγαν σε διάφορες περιοχές.
 
Ouzdina_naos-451x338
 
             Σύμφωνα με τον καθηγητή Σ. Δάκαρη η αρχαία κώμη, με περίμετρο τειχών 350 μ., φιλοξενούσε πληθυσμό 500 κατοίκων. Ο βυζαντινός οικισμός σε έκταση και πυκνότητα ξεπερνούσε κατά πολύ τον αρχαίο, με τις οικίες να εξαπλώνονται και εκτός των τειχών, φτάνοντας μέχρι το πρανές του λόφου. Ο οικισμός ήταν πυκνοδομημένος με στενά δρομάκια από καλντερίμι.
Εντός του οικισμού σώζονται σήμερα οι ναοί της Κοίμησης της Θεοτόκου και των Ταξιαρχών, ενώ η ανασκαφική έρευνα έφερε στο φως τα ερείπια των ναών του Αγ. Ιωάννη και του Αγ. Νικολάου. Σε κοντινή απόσταση στη γύρω περιοχή βρίσκονται οι ναοί του Αγ. Αθανασίου, Αγ. Γεωργίου, Αγ. Δημητρίου, Προφήτης Ηλία, ενώ διακρίνεται και μία σκήτη του Αγ. Νικολάου.
 
 
Ouzdina_1
 
 
         Τον Οκτώβριο του 2010 ξεκίνησε η υλοποίηση του έργου «Αρχαιολογικό Πάρκο Βυζαντινού-Μεταβυζαντινού οικισμού Ουζντίνας», το οποίο έχει ενταχθεί στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας – Ηπείρου 2007-2013» με συνολικό προϋπολογισμό 684.000 € και εκτελείται δι’ αυτεπιστασίας από την 8η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
          Οι εργασίες αναμένεται να ολοκληρωθούν το 2015. Μέχρι στιγμής, ο χώρος έχει καθαριστεί από την έντονη φυτική βλάστηση που κάλυπτε το σύνολο του οικισμού. Επίσης έχει αποκατασταθεί η στέγη των ναών της Κοίμησης της Θεοτόκου και των Ταξιαρχών, ενώ ταυτόχρονα συντηρούνται οι εικόνες τους. Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως τα αρχιτεκτονικά λείψανα των ναών του Αγ. Ιωάννη και Αγ. Νικολάου, στη βόρεια και νότια πλευρά του οικισμού αντίστοιχα. Τέλος αποκαλύφθηκε η πορεία του αρχαίου τείχους και της ακρόπολης, ενώ εν εξελίξει βρίσκεται η τοπογραφική αποτύπωση του οικισμού και των διαδοχικών φάσεων κατοίκησής του. Σύντομα πρόκειται να συντηρηθούν οι τοιχογραφίες των ναών και θα αποκατασταθεί ένα χαρακτηριστικό τμήμα του οικισμού, ενώ ο χώρος θα διαμορφωθεί κατάλληλα ώστε να αποτελέσει ένα από τα βασικά μνημεία επισκεψιμότητας – σημαντικό τουριστικό πόλο για την ευρύτερη περιοχή της Θεσπρωτίας.
         Τη γενική εποπτεία του έργου έχει η Διευθύντρια της 8ης ΕΒΑ κα. Βαρβάρα Παπαδοπούλου και την επίβλεψη των εργασιών οι αρχαιολόγοι της Υπηρεσίας Σωτήριος Χαραλάμπους και Δήμητρα Παπαϊωάννου, ενώ για τις ανάγκες του έργου έχει προσληφθεί η αρχαιολόγος Τατιάνα Στεριάδη, η αρχιτέκτονας Σουζάνα Πούλιου και ο συντηρητής Ιωάννης Σφυρίδης. 

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Βυζαντινών διατροφή και μαγειρείες

 
                  Όποιος εγευμάτισε με τον αυτοκράτορα δεν τρέχει ευθύς στο καπηλειό (... ουδέ μετά βασιλέως τις αριστήσας ευθέως τρέχει εις καπηλείον). Παρά την αυτοκρατορική, «καρυκευμένη» δόξα του το Βυζάντιο, είτε στην χλιδάτη του είτε στην παινόμενη, ασκητική εκδοχή του δυστυχώς δεν μας επιτρέπει να το γνωρίσομε γαστρονομικώς. Η μαγειρική (όχι η διατροφή) των Βυζαντινών μας είναι εν πολλοίς άγνωστη με εξαίρεση κάποιες πληροφορίες για τα καπηλεία και τα μοναστήρια. Υπογραμμίζω την διαφορά διατροφής και μαγειρικής: στις ερωτήσεις τί, πού και πόσο τρώγανε οι Βυζαντινοί (διατροφή) μας δίδονται χορταστικές απαντήσεις, ενώ στις ερωτήσεις μαγειρικής, πώς παρασκευάζονταν οι τροφές ή πώς και πότε τρώγανε η πληροφόρηση είναι απογοητευτική ή απλώς συνάγεται υποθετικά, ακόμη και για αυτά τα γαστρονομικώς πλούσια κομνήνεια και παλαιολόγεια χρόνια. Αρκεί να ανατρέξει κανείς στο πολύτιμο έργο του Κουκουλέ για να διαπιστώσει την άνιση αυτή πληροφόρηση. Μέσα στο πλήθος των πληροφοριών για τροφές, ελάχιστες είναι οι συνταγές μιας πολύπλοκης μαγειρείας.
Συμπόσιο αρχόντων, αρχές 14ου αι. (λεπτομέρεια από τον Εξωνάρθηκα του Καθολικού της Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος). Στα κομνήνεια και παλαιολόγεια χρόνια αναφέρονται και εικονίζονται με περισσότερες λεπτομέρειες τα τραπεζώματα: περιγραφές βρωμάτων, σκευών, έμφαση στην οινοποσία, στη χαλάρωση και τη γαστρονομική ηδονή. Η παραπάνω παράσταση με συνδαιτυμόνες Βαράγγους, Τατάρτους και Βυζαντινούς εικονίζεται σε εξωνάρθηκα ως καταδικαστέα και προς αποφυγή συμπεριφορά.
 
 
           Η βυζαντινή μαγειρική παραμένει λοιπόν η μεγάλη άγνωστη και το μόνο αυτοκρατορικό σε πλούτο που διαθέτει είναι το λεξικογραφικό και διατροφικό της εκτόπισμα. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων μπροστά στους Δειπνοσοφιστές του Αθηναίου και τον Απίκιο οι πληροφορίες μαγειρικής για την αυλή, την αριστοκρατία, τις πλούσιες μονές, ακόμη και αυτού του Σηθ και των κομνήνειων ή παλαιολόγειων χρόνων μοιάζουν με μαγειρείες ενός ταπεινού καπηλειού. Δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση ακόμη και στις περιγραφές του Σηθ, του Πτωχοπρόδρομου και του Ευσταθίου Θεσσαλονίκης που μπορεί να αποκατασταθεί πλήρως μια συνταγή. Έχομε απλώς την απαρίθμηση υλικών και την ρητορική περιγραφή πλούτου και συνθέσεως ενός φαγητού. Έτσι κι αλλιώς για το βυζαντινό λόγιο ή εγγράμματο μοναχό (οι μόνοι που θα μπορούσαν να την καταγράψουν) η μαγειρική υποτάσσεται σε άλλου είδους αναζητήσεις και προτεραιότητες. Οι ιατροφιλόσοφοι και εκκλησιαστικοί συμβουλεύουν, επιτρέπουν, αποκλείουν και καταγράφουν και κυρίως ενδιαφέρονται για την τροφή και την ίαση ψυχών και σωμάτων. Κατά τους πρωτοβυζαντινούς και μεσοβυζαντινούς χρόνους μια οικολογική θεώρηση (αναγκαστικά και φυσικά επιβεβλημένη και όχι μόνο για θρησκευτικούς λόγους) μεταβάλλει τα υστερορωμαϊκά μοντέλα διατροφής και τις αντιλήψεις για την μαγειρική. Για τη σταδιακή αυτή μετατόπιση των αντιλήψεων των Βυζαντινών σε μια μεταφυσική αντιμετώπιση της φύσης, στην οποία περιλαμβάνεται βεβαίως και η διατροφή, καθοριστικό ρόλο έπαιξαν ιστορικοί και κλιματολογικοί λόγοι. Αν και υπάρχουν αλλαγές μακράς διάρκειας που ποικίλλουν κατά περιοχή, προβαίνομε σε μια συνοπτική ανασκόπηση των παραγόντων που συνέβαλαν στην διαμόρφωση των νέων γαστρονομικών αντιλήψεων και πρακτικών μετά τον 6ο αι.
 
 
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΝΕΩΝ ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ
 
 
         Κλίμα, καλλιέργειες και επιπτώσεις στην διατροφή. Η σταδιακή ψύχρανση του κλίματος σε μια εποχή μεγάλων επιδρομών είχε επιπτώσεις στις καλλιέργειες, στην διατροφή, στην ένδυση και γενικότερα στις αντιλήψεις του μεσαιωνικού ανθρώπου. Οι άνθρωποι αισθάνονταν ανασφαλείς και κατέφευγαν σε πόλεις - κάστρα εγκαταλείποντας τις ανοικτές πεδιάδες και τα παλαιά άστεα. Από τον 7ο αιώνα και εξής η κτηνοτροφία αυξήθηκε θεαματικά, γεγονός που οδήγησε στην καταστροφή, μείωση ή και εγκατάλειψη παραδοσιακών καλλιεργειών. Με την εισβολή της άγριας φύσης τα άγρια χόρτα και λαχανικά, τα όσπρια, τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το κυνήγι και το κρέας αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σπουδαιότητα. Έτσι, τα βασικά χαρακτηριστικά της διατροφής του βυζαντινού ανθρώπου, παρά την διεθλασμένη και μονομερή μαρτυρία των τυπικών των μοναστηριών, είναι με σειρά κατανάλωσης: Χόρτα, βολβοί, όσπρια, οπωρικά, γαλακτοκομικά, λίπη, κρέατα, κρασί, σιτηρά, λάδι, αυγά, ψάρια, καρυκεύματα. Αν εξαιρέσουμε ελάχιστες περιοχές της αυτοκρατορίας που παρήγαν λάδι, για τους περισσότερους Βυζαντινούς (εκτός των μοναχών) ήταν πολύτιμο είδος σε συνεχή ανεπάρκεια. Στην διατροφή τους κατά περιοχές αντί για λάδι ως αρτύματα κυριαρχούσαν λίπη, ταρίχη, γαλακτοκομικά και κυρίως γάρος. Αξίζει να σημειωθεί μάλιστα ότι κατά τους μέσους χρόνους απουσιάζει η μαρτυρία για ελαιοκαλλιέργεια σε όλο τον Βόρειο χώρο (σχεδόν τίποτε στα έγγραφα του Αγίου Όρους) και την μικρασιατική ενδοχώρα, κάτι περίπου λογικό λόγω κλίματος, και δεν μνημονεύεται απολύτως τίποτε στον Γεωργικό Νόμο. Πόσο όμως είναι γνωστό ότι ακόμη και σε αυτή την Κρήτη το λάδι σπανίζει και η καλλιέργεια της ελιάς ξαναεμφανίζεται εντατικότερη τον 14ο αι.; Επιδρομές και κατακτήσεις Αράβων και Σλάβων. Χάνονται διαπαντός η Αίγυπτος, η Συρία, η Παλαιστίνη και για ένα μεγάλο διάστημα η Κιλικία, η Κύπρος, η Κρήτη. Από τον 7ο ώς τον 10ο αι. ο παράλιος χώρος ζει σε συνεχή ανασφάλεια με σημαντικές επιπτώσεις στην αλιευτική, τις καλλιέργειες και την διακίνηση προϊόντων. Η απώλεια της Αιγύπτου, του σιτοβολώνα της αυτοκρατορίας, καθιστά τα άλευρα και το ψωμί δυσεύρετα και υποχωρεί η κατανάλωση τους. Το ίδιο ισχύει για το λάδι με την απώλεια της Συρίας και της Κιλικίας των κατεξοχήν ελαιοπαραγωγών περιοχών κατά τους προβυζαντινούς χρόνους. Το Βυζάντιο χάνει την άμεση πρόσβαση στην Ερυθρά Θάλασσα και στην εμπορία των μπαχαρικών απαραίτητων για τις πλούσιες βυζαντινές σάλτσες και τα αρτύματα (σαβούραι, καρυκείαι) της κουζίνας των πλουσίων, των αρχόντων και της βυζαντινής αυλής, αν και δια μέσου του Καυκάσου τα πολύτιμα αυτά προϊόντα φθάνουν πάντα στην Τραπεζούντα. Επίσης, με την παρουσία των Σλάβων στην ελληνική χερσόνησο εμφανίζονται σε κάποιες περιοχές διαφορετικές, αλλά όχι άγνωστες, γαστρονομικές συνήθειες πριν επέλθει η νέα σταδιακή σύνθεση. Π.χ. σε μια κατεξοχήν οινόφιλη χώρα όπως η Πελοπόννησος μαρτυρείται στον 9ο-10ο αι. η κατανάλωση από τους επήλυδες ζύθου από κριθάρι, συνήθεια που σχολιάζεται δυσμενώς από τους Βυζαντινούς καθώς θεωρούν τη μπίρα ποτό των βαρβάρων. Πάντως το κρασί, που στην ευρεία του κατανάλωση είναι όξινον, αποτελεί πάντα τη βάση του βυζαντινού ποτού με φημισμένα τα κρασιά της Βιθυνίας και των νησιών του Αιγαίου. Νέες λέξεις, νέες αντιλήψεις. Σταδιακή καθιέρωση στην δημώδη καθομιλουμένη νέων ονομάτων και νέα νοηματοδότηση λέξεων: ζεστός (=βραστός, αλλά και ζεστός, θερμός), Ιχθύς - Οψος (=προσφάι).>οψάριον.>ψάρι, άρτος - ψωμός>ψωμίον>ψωμί, οίνος - κρασίν, αλλά και οινάριν, έλαι-ον>ελάδιν>λάδι, κύαμοι - κοκ-κία>κουκιά, κόλλυβα (στα αρχαία, μικρά νομίσματα, μικρά στρογγυλά γλυκίσματα και τέλος όπως σήμερα κόλλυβα). Ειδικά στα μαγειρικά σκεύη επικρατεί πλήθος λέξεων υστερορωμαϊκής προελεύσεως. Τέλος εμφανίζονται νέες λέξεις και πιθανώς νέα παρασκευάσματα: παξαμάς=παξιμάδι, χα-βιάριον κ.λπ. Μετά το 11ο αι. και πάντως στα υστεροβυζαντινά χρόνια κάνουν πιθανώς την εμφάνιση τους νέα είδη και νέα ονόματα όπως Νερατζιά, πορτοκάλια, αλλά και μελιτζάνες, ρέγγες κ.α. Θρησκευτικές και πολιτισμικές διαφοροποιήσεις. Χριστιανικές νηστείες, αποχές, απαγορεύσεις, αλλά και η αρνητική αντιμετώπιση του πότου και της τρυφής διαφοροποιούσαν τον βυζαντινό από τον άνθρωπο της ύστερης αρχαιότητας. Ο τρόπος τραπεζώματος κυρίως της άρχουσας τάξης σταδιακά είχε αλλάξει καθώς επικράτησαν πλέον οι τράπεζες και τα καθίσματα αντί για τα ανάκλιντρα των συμποσίων. Το είδος και ο τρόπος διατροφής του βυζαντινού ανθρώπου ξεχώριζε αισθητά από αυτόν τον συγχρόνων του Λατίνων, Φράγκων, Σλάβων και (λιγότερο Αράβων) οι οποίοι πολλά από τα παρακάτω (αν και γνωστά ήδη στην αρχαιότητα) είτε τα αγνοούσαν είτε τους προκαλούσαν έκπληξη: μαχαιροπήρουνα και κουτάλια (κοχλιάρια), τραπεζομάντηλα, πετσέτες (χειρόμακτρα), χερνίβια και χερνιβόξεστα, χρήση παξιμαδιών και μπισκότων (παξαμάτες), ρετσινάτου κρασιού, μπαχαρικών και κυρίως γάρου. Τρόποι παρασκευής και μαγειρείες. Συνήθως τα σκευάζω παρασκευάζω και σκευασία χρησιμοποιούνται στα πρωτοβυζαντινά κείμενα κυρίως για σύνθετα φαγητά. Η προετοιμασία και διαδικασία παρασκευής ενός φαγητού καλείται μαγείρευμα και σκευασία, σκευή, σκεύασμα, παρασκευή, παρασκεύασμα. Δεν είναι τυχαίον ότι η μέγιστη παρασκευή ψυχών τε και σωμάτων, πνευματικής και υλικής τροφής, συντελείται την Μεγάλη Παρασκευή με τον Μυστικό Δείπνο. Πάντως πολύ πριν, αλλά μαρτυρημένα από τους μέσους βυζαντινούς χρόνους το μαγείρευμα και η μαγειρεία επικρατούν ορίζοντας την προετοιμασία και διαδικασία της παρασκευής του φαγείν (φαγείον, φαγίνχραΐ, αλλά και φάγημα, φαγητόν). Ηδη στον 8ο-9ο αι. η μαγειρεία σημαίνει το παρασκευασμένο βρώμα, το φαγητό. Μνημονεύονται μάλιστα απλές μοναστικές μαγειρείες, μαγειρεία λάχανον μετά ελαίου ή μαγειρεία όσπριον μετά ή άνευ ελαίου, μαγειρεία όσπριον μετά καρύου τριπτού (δηλαδή με τριμμένο μοσχοκάρυδο), μαγειρεία ύστατη (το τελευταίο πιάτο) και μαγειρεία που επερίσσευσεν. Από τα κομνήνεια χρόνια και εξής μας έχουν παραδοθεί πολύ πιο σύνθετες μαγειρείες όπως ήδιστος, οξύγλυκος ή οξυνόγλυκος, θυννομαγει-ρεία, παστομαγειρεία, κροκατομα-γειρεία ή κροκάτον, χοιρινομαγειρεία (χοιρινομαγερέα), αλλά και λαγομαγείρευμα.
 
 
ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΝΟΣΤΟΣ
 
 
             Η αρχαιότητα και το Βυζάντιο είναι αναγκαστικά οι δύο περίοδοι αναφοράς του νέου ελληνισμού όταν ψάχνεται και διερωτάται για την ταυτότητα του. Συνεπώς οι κατά καιρούς προσεγγίσεις του προβλήματος της ελληνικότητος δεν μπορεί παρά να αντανακλούνται και στις θεωρήσεις για τις ρίζες της βυζαντινής κουζίνας. Καθώς μάλιστα η βυζαντινή κουζίνα αντίθετα με τη διατροφή, παρουσιάζει αρκετά σκοτεινά σημεία και δεν μας προσφέρει ιδιαίτερα πλούσιες πληροφορίες η αρχαία και κυρίως η νεοελληνική γαστρονομία παρουσιάζονται ανέλπιστα ως βοηθοί της για να βοηθηθούν με τη σειρά τους. Δεν γνωρίζουμε απολύτως τίποτε για την παρασκευή, τα υλικά π.χ. της βυζαντινής μουστάρδας, σίνηπις των σφαιρίων (σφαιρία - κεφτέδες και όχι λουκάνικα που θέλει ο Κουκούλες), ούτε για τον τρόπο πάστωσης και συντήρησης των αποκτίωντ) της γόνδης (είδος παστουρμά υποθέτει πάλι ο Κουκούλες). Στις περιπτώσεις αυτές προσφιλής μέθοδος (τις περισσότερες φορές επιτυχής) είναι η προσφυγή στη νεοελληνική παραδοσιακή κουζίνα για να ερμηνευθούν ή να ταυτιστούν (τής ετυμολογίας, συνωνυμίας ή της όμοιας προετοιμασίας) απλές λέξεις - πληροφορίες, όπως χορδαί, ή χορδια, πλεκτή, γαρδουμιον (κοκορέτσι, χουρδή, πλεξούδα, γαρδούμπα). Όμως πιο σκανδαλιστική είναι μια αντίστροφη μέθοδος: η ανίχνευση ενός σημερινού εδέσματος στους παρελθόντες χρόνους, στο Βυζάντιο και στην Αρχαιότητα. Η αναζήτηση των αρχαίων ή βυζαντινών προγόνων των ντολμάδων οδηγεί στη σύγκριση τους με όμοιες παρασκευές, αλλά σίγουρα αλλότριου αποτελέσματος, δηλαδή με το αρχαίο Θρίον (γεμιστά φύλλα συκιάς!) που συσχετιζόμενο με το βυζαντινό και νεοελληνικό φρύον (= φρύγιον λάχανον) μας σερβίρει τους αμάρτυρους βυζαντινούς λα-χανοσαρμάδες. Σε μια πρόσφατη συνοπτική παρουσίαση της βυζαντινής κουζίνας προτείνονται ως παλαιοί γεννήτορες των ντολμάδων και πάλι τα θρία, ενώ οι βυζαντινοί πρόγονοι τους συνάγονται, ούτε λίγο ούτε πολύ, από μια αναφορά κοπής βλαστών αμπέλου στα Γεωπονικά. Αραγε γεωπονικές συμβουλές όπως «τα περίσσια βλαστάρια όταν είναι ακόμα τρυφερά πρέπει να αφαιρούνται γιατί τούτο επιτρέπει στο αμπέλι να αερίζεται», άραγε τι σχέση μπορεί έχουν με τη μαγειρική και τους ντολμάδες; Κανείς βεβαίως δεν μπορεί να αποκλείσει τα τρυφερά αυτά αμπελόφυλλα να χρησίμευαν στη βυζαντινή κουζίνα, αλλά τέτοια μαρτυρία απουσιάζει και μόνο υποθέσεις μπορεί να γίνουν. Πρόβλημα σε όποιον προσεγγίζει τις βυζαντινές πηγές αποτελεί η αρχαιοπληξία των λογίων του Βυζαντίου, την οποία διαπιστώνουμε και στις μαγειρικές και γαστρονομικές τους αντιλήψεις όταν αυτές καταγράφονται. Ενα απλό παράδειγμα από τη μικρασιατική Γαλατία του 8ου αι. μας οδηγεί στην καρδιά του προβλήματος. Βρισκόμαστε σε μοναστήρι κάπου κοντά στην Αγκυρα και ο ξενοδόχος υποδέχεται κάποιους ταλαιπωρημένους οδοιπόρους και τους οδηγεί στην τράπεζα. Αφού έφαγαν, είπαν στον ξενοδόχο δηλώνοντας έτσι υπαινικτικά και την καταγωγή τους «Αλήθεια, φάγαμε σαν Γαλάτες» {επ αληθείας, ως Γαλάτσι εφάγομεν). Πολλά ελέγοντο και πολλά έχουν γραφεί για τους καλοφαγάδες Γαλάτες , όμως η παραπάνω αναφορά θεωρείται βέβαιο ότι προέρχεται από τις περιγραφές του Αθηναίου για τα πλούσια εδέσματα των Γαλατών. Δύσκολα όμως μπορεί να θεωρηθεί, όσο κι αν η ομωνυμία χωρών και κατοίκων το επιτρέπει, ότι η μικρασιατική Γαλατία του 8ου αι. συνεχίζει την παλαιά γαστρονομική της φήμη. Δύσκολα μια τράπεζα και μάλιστα σε ένα μοναστήρι στη Γαλατία του 8ου αι. μπορούσε να συγκριθεί με τον πλούτο των περιγραφών του Αθηναίου. Πρόκειται λοιπόν μετά βεβαιότητος για ένα αρχαιογνωστικό παίγνιο των βυζαντινών Γαλατών οδοιπόρων ή του συγγραφέα. Στο σημείο αυτό αξίζει να σχολιάσομε και κάποιες σύγχρονες αρχαιοπληκτικές θέσεις περί ελληνικότητος φαγητών και γαστρονομικών συμπεριφορών. Στις θέσεις αυτές εμπλέκεται αναγκαστικά και ο βυζαντινός ιστορικός κρίκος σε μια άλυσσο της οποίας η ποθούμενη ανέλιξη οδηγεί μέχρι την τράπεζα του Ομήρου. Πρόσφατο παράδειγμα η παρουσίαση στον αθηναϊκό Τύπο συνάντησης για τις ρίζες της ελληνικής γαστρονομίας. Ηδη από τους τίτλους του ρεπορτάζ η εντύπωση που αποκομίζει κάποιος είναι ότι στη συνάντηση αυτή κυριάρχησε η γαστρονομική αρχαιοπληξία: «καλοφαγάδες οι αρχαίοι ημών πρόγονοι» ή «ο τσελεμεντές των αρχαίων». Ακριτη και η δημοσιογραφική προβολή της θέσης «όσο για τη μαγιονέζα οι αρχαίοι Έλληνες προηγήθηκαν και πάλι των Γάλλων». Πάντως οι βυζαντινοί οδοιπόροι του 8ου αι. έφαγαν χωρίς πρόβλημα ως Γάλλοι, αν τελικά η περιγραφή του Αθηναίου κατά μια άποψη αναφέρεται στους Κέλτες στους προγόνους των Γάλλων και όχι στους Μικρασιάτες Γαλάτες. Με τη λογική αυτή τρούφες, φουά γκρα, ακόμη και κινέζικες σάλτσες έχουν τα αρχαία και βυζαντινά προηγούμενα τους. Αναρωτιέμαι επίσης μήπως, όπως οι Αιγύπτιοι προηγήθηκαν όλων ως ζυθοπότες και οι Βυζαντινοί προηγήθηκαν στα πρόχειρα και εν περιπατώ hot-dogs με μουστάρδα, όταν ο Ανδρέας ο Σαλός περιδιάβαζε τους δρόμους με τα σαλσίκια (λουκάνικα) κρατώντας στο αριστερό του χέρι σίνηπι (μουστάρδα) και ούτως βάπτειν και τρώγειν από πρωί.Τέλος, όταν προσφάτως οι δημοσιογράφοι παρουσίασαν τα σε σχήματα καρδιάς τοματάκια ή αγγουράκια που «κατασκεύασαν» Αμερικανοί και Γιαπωνέζοι αν γνώριζαν χωρίο των γεωπονικών περί καλοκυντών και σικύων(... μετασχη-ματισθήσονται δε εις ό θέλεις σχήμα, εάν ποίησης οστράκινα αγγεία, και έτι μικροίς ούσι περιθής και δήσης πληρώσουσι γαρ τους τύπους και τους χαρακτήρας), θα μπορούσαν να τιτλοφορήσουν το ρεπορτάζ τους «Οι Βυζαντινοί προηγήθηκαν της αμερικανικής ή γιαπωνέζικης τεχνολογίας!». Οσο και το κατ' εξοχήν βυζαντινό άρτυμα το γάρον ή γάρος που τόσο εξέπληξε τον Λιουτπράνδο στην βυζαντινή αυλή τον 10ο αι., οι σημερινοί Ευρωπαίοι απόγονοι του δεν το αποστρέφονται πλέον με την ίδια βδελυγμία όταν στις εξωτικές τους παρεκτροπές δειπνούν στα νοτιοασιατικά εστιατόρια. Δυστυχώς, οι Νεοέλληνες δεν έχουν ακόμη εμπλακεί στην αναζήτηση και διεκδίκηση της ελληνικότητας του ως την μακρινή Ταϋλάνδη καθώς έχει εκλείψει από τις συνήθειες τους, αν και πιστεύω ότι σίγουρα θα το αντιμετώπιζαν με τον τρόπο του Λιουτπράνδου ως εξ ί-χθυων ναυσιωδέστατον υγρόν.
 
 
 
 
ΓΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΗ ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΗ
 
           Εδώ ας πούμε δύο λόγια, για την παρεχόμενη πληροφορία από τον Κουκουλέ καθώς πολλοί από τους ασχολούμενους με την ελληνική κουζίνα καταφεύγουν στις εργασίες του. Παρά την σπουδαιότητα του έργου, βασικό του μειονέκτημα είναι η διαχρονική, αδιάκριτη συσσώρευση ενός υλικού από τον 3ο μ.Χ. ως και τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Δημιουργείται η εντύπωση μιας χιλιόχρονης γαστρονομικής ακινησίας χωρίς δυναμική και με μόνες τις γλωσσικές ή κάποιες θρησκευτικού τύπου διατροφικές διαφοροποιήσεις π.χ. νηστείες, ιδιομορφίες ή από την γόνδην στον παστουρμά, από το έλαιον στο ελάδιον και λάδι. Δύσκολα συνειδητοποιεί κανείς τις μεγάλες αλλαγές που ακολούθησαν μετά τον 7ο αι. οι οποίες είχαν αρχίσει σταδιακά αιώνες προτύτερα και που ουσιαστικά σημαδεύουν το τέλος του αρχαίου κόσμου. Πληροφορίες για τροφές, ποτά και γεύματα από την πρωτοβυζαντινή Αίγυπτο, Συρία και Παλαιστίνη, Ιταλία (το ήμισυ των πληροφοριών) αν και προετοιμάζουν την κυρίως βυζαντινή γαστρονομία, ουσιαστικά ανήκουν στην ύστερη αρχαιότητα. Καθώς μάλιστα παρατίθενται αδιάκριτα και διαχρονικά μαζί με τη σύνολη βυζαντινή αυτοκρατορική, μοναστική, αγροτική μαγειρική και διατροφή, δύσκολα ξεχωρίζει κανείς την τοπική από την κοινή αστική ή αγροτική κουζίνα. Αν μάλιστα αναλογισθούμε ότι ακόμη και στην εποχή μας παρά την καταναλωτική ισοπέδωση των γαστρονομικών συνηθειών η κατά περιοχές ιδιότυπη μαγειρική υπάρχει και αντιστέκεται τότε πόσο μάλλον σε παλαιότερες εποχές οι μαγειρικές ιδιοτυπίες οι τοπικές σπεσιαλιτέ, ήταν ακόμη πιο τονισμένες. Πολλές από αυτές μάλιστα των πρώτο-βυζαντινών χρόνων δύσκολα εγγράφονται σε κοινά βυζαντινά διατροφικά μοντέλα, εξαιρουμένου ίσως του μοναστικού μοντέλου διατροφής. Συμπερασματικά πιστεύω λοιπόν, ότι, όπως κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους στις απέραντες αυτοκρατορίες οι λαοί συμβίωναν διατηρώντας τις γαστρονομικές τους ιδιότητες, άλλες δανείζοντας τις και άλλες δανειζόμενοι, το ίδιο συνέβη και κατά τη βυζαντινή περίοδο και αργότερα την οθωμανική. Ειδικά για τους βυζαντινούς χρόνους και μάλιστα μετά τον 7ο αι., η γαστρονομική προίκα όλων των αρχαίων λαών (Ελλήνων, Ρωμαίων, λαών της Βαλκανικής και Μικράς Ασίας, Εβραίων, Περσών, Αιγυπτίων, Σύρων, Καυκάσιων), αλλά και αυτή των νέων κοινωνών του πολιτισμού της χριστιανικής ελληνικής Ανατολής (Σλάβων, Αρμενίων, Αράβων, Φράγκων, Τούρκων), οδηγεί σε μια νέα γαστρονομική δυναμική και σύνθεση. Κατά συνέπεια η αναζήτηση, η απόδοση μιας ελληνικότητας στον γαστρονομικό συγκριτισμό των εποχών αυτών μοιάζει με το να αναζητάς από μια πολύπλοκη μαγειρεία που κοχλάζει μέσα σε μια γεμάτη χύτρα, όπως είναι η Ανατολική Μεσόγειος, την καθαρή, «ρατσιστική» συνεισφορά του κάθε λαού χωριστά, εν προκειμένω των Ελλήνων. Ο ελληνιστικός και βυζαντινός κόσμος υπήρξε ακριβώς αυτή η χύτρα, το καθημάς melting pot. Αραγε τι απαντήσεις θα δοθούν σε ερωτήσεις του είδους: Είναι ελληνική η σπανακόπιτα, το χαβιάρι, ο ταραμάς, ο τραχανάς, το μακαρόνι, το λαζάνι, ο ντολμάς, το γιαούρτι, το ιμάμ μπαϊλντί και ο ελληνικός βυζαντινός καφές; Ο βυζαντινός τούρκικος ελληνικός καφές! Οι ερωτήσεις αυτές, όσο κι αν και εκ πρώτης όψεως παρουσιάζονται ευτράπελες, όσο κι αν το ξένο ή αμφιλεγόμενο έτυμο της λέξης αποθαρρύνει την έρευνα, έχουν κατά καιρούς απαντηθεί και δηλώνουν το πρόβλημα και την σπουδαιότητα του. Όλα τα παραπάνω παρά τα ξενικής ή διεκδικούμενης προέλευσης ονόματα τους έχουν κατά καιρούς προσγραφεί ως ελληνικά σε μια απώτερη ή νεότερη γαστρονομική περίοδο της ιστορίας των Ελλήνων. Όμως τα συμπεράσματα από την ετυμολογική προσέγγιση που συνήθως εφαρμόζεται, αλλά και αυτά από την ιστορικοσυγκριτική διερεύνηση προϊόντων, υλικών και φαγητών δημιουργούν μάλλον πλείστα προβλήματα. Μπορεί βεβαίως να φωτίζουν την προέλευση της λέξης ή και του προϊόντος, αλλά η μονομερής απόδοση τους σε μια πολιτιστική κοινότητα με βάση το ελληνικό ή ξένο έτυμον μάλλον συσκοτίζει τη μελέτη για τις αντιλήψεις και τα μοντέλα διατροφής. Κυρίως τα ονόματα των εδεσμάτων, και όχι τα τρόφιμα ή τα υλικά που τα συνθέτουν, αλλάζουν ονόματα μέσα στο χρόνο. Το έδεσμα, η μαγειρεία, μπορεί να προϋπάρχει με άλλο όνομα. Συνεπώς μια νεότερη αλλαγή ονόματος δεν προδικάζει αναγκαστικά την προέλευση. Αυτή είναι η περίπτωση παρασκευασμάτων των οποίων γνωρίζομε το όνομα, η δε συνταγή ή η περιγραφή δεν αφήνει αμφιβολίες για την παλαιά καταγωγή τους: π.χ. του τουρκικού γιαουρτιού (του βυζαντινού οξύγαλου), της γαλλικής ομελέτας (του βυζ. σπογγάτου). Η περίπτωση του ντολμά και παστουρμά είναι διαφορετική. Η σπανακόπιτα π.χ. δεν έχει ετυμολογικά τίποτε το ελληνικό και το μόνο που μπορεί να μας προσφέρει είναι ότι το σπανάκι ως είδος κατά μια άποψη φθάνει από την Περσία. Τέλος, δεν γνωρίζομε ακριβώς πότε έφθασαν ή διαδόθηκαν ευρέως στον ελληνικό κόσμο πολλές οπώρες, λαχανικά ή εδώδιμα (μυρεψικά). Π.χ. για τα πορτοκάλια (από το ιταλικό portogallo) οι ερευνητές δεν συμφωνούν πότε εμφανίζονται στο Βυζάντιο, τον 12ο ή τον 15ο αι. Όποτε και από όπου, όμως, κι αν εισήχθησαν, σημασία πλέον έχει για τον ευρύτατο χώρο των ηθών και των αντιλήψεων η υιοθεσία ή θερμή υποδοχή τους, ο εγκλιματισμός ξένων ονομάτων και προϊόντων. — Ξέρεις την χώρα που ανθεί φαιδρά πορτοκαλέα και κοκκινίζει η σταφυλή και θάλλει η ελαία; Όσοι από μας έχουν απαγγείλει τους στίχους του ποιητή ποτέ δεν προβληματίστηκαν ως προς την απάντηση. Ω, δεν την αγνοεί κανείς, είναι η γη η Ελληνίς! Ο,τι αγαπήσαμε, ό,τι γευθήκαμε, ό,τι εκτιμήσαμε και αποδεχθήκαμε είναι και δικό μας, είναι του τόπου μας. Κι ο τόπος μας είτε αρχαίος είτε βυζαντινός, ο κόσμος μας, ο ελληνικός κόσμος έκανε πάντα ελληνικό ό,τι ήταν εύμορφο και εύνοστο. Επιμένω στη γαστρονομική μου θέση «είναι και ελληνικό ό,τι είναι νόστιμο». Ο νόστος, η επιστροφή στη γεύση, η νοηματοδότηση του νόστιμου ως εύγευστου είναι κυρίως κατάκτηση της βυζαντινής εποχής. Εύχομαι η επιστροφή μέσα από αυτές τις γραμμές να μην έχει μόνον την νοσταλγία, το άλγος του νόστου, αλλά να είναι πραγματικά νόστιμη.


ΗΛΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ

Mια ιστορία αγάπης στο Βυζάντιο


               Η αυτοκράτειρα Ευδοκία γεννήθηκε στην Αθήνα -Αθηναΐς ήταν το κανονικό της όνομα- και ήταν κόρη του φιλόσοφου Λεόντιου. Η ιστορία της μοιάζει βγαλμένη από παραμύθι. Αισθάνθηκε αδικημένη από την κληρονομιά που της άφησε ο πατέρας της και για να βρει το δίκιο της, έφτασε ως την Κωνσταντινούπολη, όπου μέσω μιας γνωριμίας με την Πουλχερία, που ήταν αδελφή του αυτοκράτορα Θεοδόσιου Β΄, έφτασε να παντρευτεί το Θεοδόσιο και να γίνει αυτοκράτειρα!



Αυτοκράτειρα Ευδοκία



                 Πώς όμως η Πουλχερία τη διάλεξε για νύφη του αδελφού της; Περιγράφει η ίδια τα προσόντα της νεαρής Αθηναΐδος:

“Ηύρον νεωτέραν καθαράν, εύστολον, λεπτοχαράκτηρον, εύρινα, ασπροτάτην ωσεί χιών, μεγαλόφθαλμον, υποκεχαρισμένην ουλοξανθόκομον, σεμνόποδα, ελλόγιμον, Ελλαδικήν παρθένον”.
“ΠΑΣΧΑΛΙΟ ΧΡΟΝΙΚΟ”
από το βιβλίο της Ι. Τσάτσου “ΑΘΗΝΑΪΣ”
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
         
                Αυτά συνέβησαν το 421. Η “ασπροτάτη ωσεί χιών” Αθηναΐς ασπάσθηκε το χριστιανισμό, έλαβε το όνομα Ευδοκία και στη συνέχεια παντρεύτηκε τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄. Η κοινή συζυγική τους ζωή κράτησε μέχρι το 441 ή λίγο αργότερα γιατί η Ευδοκία…
                “Κατηγορήθηκε ότι διατηρούσε ερωτικό δεσμό με τον μάγιστρο των θείων οφικίων και παιδικό φίλο του αυτοκράτορος Παυλίνο, ο οποίος καθαιρέθηκε, εξορίσθηκε και λίγο αργότερα (444) θανατώθηκε ύστερα από εντολή του Θεοδοσίου, ενώ η αυτοκράτειρα υποχρεώθηκε να αποσυρθεί στα Ιεροσόλυμα (443), όπου παρέμεινε ως το τέλος της ζωής της (460), επιδιδόμενη σε αγαθοεργίες.
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
Εκδοτική Αθηνών 1978

 
                                                         Θεοδόσιος Β΄
 
                  Υπήρξε όμως ποτέ αυτός ο ερωτικός δεσμός ή ήταν μια “βυζαντινή” συνωμοσία που εξύφανε ο ευνούχος πριμικήριος και κατόπιν σπαθάριος Χρυσάφιος, άνθρωπος με έντονη επιρροή πάνω στον άβουλο αυτοκράτορα; Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους δεν ασχολείται με αυτό το ερώτημα. Αφιερώνει όμως αρκετές σειρές στη θετική συμβολή της Ευδοκίας. Έργα της θεωρούνται το Πανεπιστήμιο Κωνσταντινούπολης -μεγάλης σημασίας γιατί αναγνωριζόταν για πρώτη φορά ο ελληνικός πολιτιστικός χαρακτήρας της Κωνσταντινούπολης- και ο Θεοδοσιανός κώδικας.
                Η Ιωάννα Τσάτσου στο βιβλίο της “Αθηναΐς” αν και στην αρχή αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπήρξε κάτι μεταξύ της Ευδοκίας και του Παυλίνου, στη συνέχεια υποστηρίζει το ενδεχόμενο της σκευωρίας:
              Η Πουλχερία φανερά πια την αντιπαθεί. Γιατί;
               Είναι εκείνη η παλιά διάδοση ότι αγαπά τον Παυλίνο αληθινή; Ποιος ξέρει; Όμως αυτή η καθημερινή παρουσία εκείνου κοντά στην Άνασσα της είναι δυσάρεστη. Το έχουν καταλάβει οι ευνοούμενοί της και καθημερινά σταλάζουν δηλητήριο στην ανήσυχη σκέψη της. -“Αργά πολύ αργά πέρασε χτες από το ονοπόδιο ο μάγιστρος.” “-Πού ήταν;” -“Πάλι στης Αυγούστας Ευδοκίας.” Και η Πουλχερία ακούει χωρίς να ρωτά. Είναι το έργο της Αθηναΐδος που παίρνει διαστάσεις γιγάντιες;
(…..)

 
το μήλο που έφερε την καταστροφή
            
                 Μια μέρα ξεσπάει το κακό. Παράλογο, ανόητο, φριχτό, όπως συμβαίνει πάντα. Γιορτάζονται τα Θεοφάνεια. Ο Αύγουστος πάει στην εκκλησιά μόνος με την ακολουθία του, γιατί ο μάγιστρος Παυλίνος έχει δυνατούς πόνους στο πόδι του και είναι υποχρεωμένος να μένει ακίνητος. Κάποιος φτωχός στο δρόμο προσφέρει στον άνακτα ένα πελώριο μήλο της Φρυγίας. Ο καρπός κάνει εντύπωση στο Θεοδόσιο και στην ακολουθία του. Ο βασιλιάς το αγοράζει και ερωτευμένος πάντα το στέλνει στη βασίλισσα. Εκείνη πάλι γνωρίζοντας πως ο Παυλίνος είναι άρρωστος, το στέλνει σ’ αυτόν. Και ο Παυλίνος το θαυμάζει τόσο που θέλει να το θαυμάσει και ο Θεοδόσιος. Μη γνωρίζοντας την προέλευσή του, αθώος, το στέλνει στον αυτοκράτορα.
                     Ποιος είναι κοντά στο βασιλά εκείνη τη στιγμή; Ποιος, όταν τον βλέπει ταραγμένο, χαμογελά πονηρά; Ποιος είπε τη φράση: “Έκανε τον άρρωστο ο Παυλίνος για να μείνει κοντά στην Αυγούστα; Ο Χρυσάφιος; Άνθρωπος της Πουλχερίας;
                 Ένα θολό μαύρο σύννεφο καλύπτει την κρίση και το νου του Θεοδόσιου, ένα μαύρο σύννεφο τυλίγει την φωτεινή γυναίκα που τόσο αγάπησε. Εισβάλλουν αδυσώπητες οι Εριννύες, η υποψία, η ζήλεια. Δε θα τον αφήσουν πια.
               Καλεί την Αυγούστα Ευδοκία και με ύφος ιεροεξεταστού την ρωτά: “Τι έκανες το μήλο που σού στειλα;” Εκείνη ήσυχα απαντά “Παυλίνω τω πιστοτάτω ημών δέδωκα”¹. Την κοιτάζει μ’ εκείνα τα φιλύποπτα μάτια του σαν να τη βλέπει για πρώτη φορά, βέβαιος πως έχει διαπράξει το αίσχιστο έγκλημα. Κι εκείνη νιώθει την υποψία σαν ύβρη, την άμυνα σαν ξεπεσμό. Πώς όλοι είναι τόσο μικροί; Πώς είναι δυνατόν να έχουν τέτοιες σκέψεις για κείνην, την Αυγούστα, τη χριστιανή; Όμως θέλει να πείσει τον άντρα της, πως είναι αθώα. Δεν είναι δυνατόν μια ανόητη παρεξήγηση να διαλύσει την ευτυχία τους, την εμπιστοσύνη τόσων χρόνων.
              Μα τα συμφέροντα είναι μεγάλα και οι εχθροί της αγρυπνούν. Το ‘χουν καλά καταστρώσει το σχέδιο της καταστροφής της. Καθημερινά σκαλίζουν την τραυματισμένη ψυχή του Θεοδόσιου με καινούριες υποψίες. Μικρές φράσεις σιγανές ψιθυρίζονται γύρω του, δήθεν για να μην τις ακούει:

-“Γι’ αυτό σαν έλειπε η Αυγούστα είχε εξαφανιστεί ο Παυλίνος”.
-“Τους είδαν μαζί στο μέγαρο του Λαύσου…”.
            Μαύρη η ζωή του αυτοκράτορα. Δε μπορεί πια να λογικευθεί. Δε μπορεί να σκεφθεί απλά πως ο Παυλίνος ένοχος δε θα ‘στελνε ποτέ το μήλο σ’ εκείνον τον ίδιο.
ΙΩΑΝΝΑ ΤΣΑΤΣΟΥ “ΑΘΗΝΑΪΣ”
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
        
              ¹Η Ι. Τσάτσου εμπιστεύεται τη μαρτυρία του Γεωργίου Κοδινού, όμως άλλοι χρονικογράφοι ισχυρίζονται πως η Ευδοκία απάντησε “το έφαγα”, εκδοχή που η Ι. Τσάτσου απορρίπτει γιατί θεωρεί πως είναι αδύνατο μια τόσο έξυπνη γυναίκα να έχει δώσει μια τόσο αφελή απάντηση.
              Η ανάρτησή μας όμως δεν τελειώνει εδώ, γιατί ο Καραγάτσης στο μυθιστόρημά του ΣΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ ΒΑΚΧΟΣ “απογειώνει” την ιστορία, στήνοντας ένα “ουράνιο” δικαστήριο στα πρόθυρα του Παραδείσου -με κριτές τους αγίους- που γίνεται για να αποφασιστεί αν η Ευδοκία είναι άξια να διαβεί τις πύλες του Παραδείσου ή πρέπει να περάσει την υπόλοιπη αιωνιότητα στην κόλαση. Η όλη σύλληψη είναι πραγματικά μεγαλοφυής -αντάξια ενός Καραγάτση-, αυτό όμως που καθηλώνει τον αναγνώστη είναι το απροσδόκητο, συγκινητικό μα και “αιρετικό” τέλος:
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Πώς μιλάς έτσι; Αφού πήρες ψεύτικον όρκο! Αφού αποδείχτηκε πως πήρες ψεύτικον όρκο!
ΕΥΔΟΚΙΑ: (κατεβάζει το κεφάλι): Έχεις δίκιο! Πήραν ψεύτικον όρκο.
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Γιατί το ‘κανες αυτό;
ΕΥΔΟΚΙΑ: Κι αν σου ‘λεγα την αλήθεια, θα την πίστευες; Θα πίστευες πως το μήλο που μου χάρισες, το χάρισα στον Παυλίνο χωρίς να είμαι ερωμένη του;
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: (σκύβει το κεφάλι): Όχι, δεν θα το πίστευα. Πώς γινόταν ένα δώρο που σου έκανα εγώ, ο σύζυγός σου, να το χάριζες σ’ έναν άντρα που δεν αγαπούσες;
ΕΥΔΟΚΙΑ: (ήρεμα): Είπα πως δεν ήμουν ερωμένη του Παυλίνου, κι όχι πως δεν τον αγαπούσα…
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Ώστε ομολογείς;
ΕΥΔΟΚΙΑ: Σε τούτο το Δικαστήριο, μπορεί να μείνει τίποτα κρυφό; Δεν ομολογώ, μα παραδέχομαι εκείνο που όλοι γνωρίζουν (δείχνει τους αγίους).
(…)
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ (στην Ευδοκία): Γιατί δεν μου είπες την αλήθεια εξ αρχής; Θα καταλάβαινα…
ΕΥΔΟΚΙΑ: Όχι, δεν θα καταλάβαινες. Σου ήταν αδύνατο να παραδεχτείς πως αγαπούσα τον Παυλίνο χωρίς να είμαι ερωμένη του. Σου ήταν αδύνατο να παραδεχτείς πως αγαπούσα τον Παυλίνο…
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Ναι, μου ήταν αδύνατο. Τι κι αν εξουσίαζα το κορμί σου δίχως την ψυχή σου;
ΕΥΔΟΚΙΑ: Αν δεν ήσουν αυτοκράτορας, θα γύρευα διαζύγιο και θα παντρευόμουνα τον Παυλίνο. Τη δική μου πορφύρα ήμουν πρόθυμη να την θυσιάσω για να χαρώ το μεγάλο και μοναδικό έρωτά μου. Το δικό σου όμως στέμμα, Θεοδόσιε; Τι χτύπημα για την αυτοκρατορική σου μεγαλειότητα!
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Κάτι τέτοιο δεν θα επέτρεπα ποτέ όχι μόνο να γίνει, μα ούτε να μαθευτεί. Θα έπαιρνα όλα τα μέτρα για να μη μαθευτεί.
ΕΥΔΟΚΙΑ: Τα ξέρω τα μέτρα: κάποια αρρώστια, κάποιο δυστύχημα, που θα ‘στελνε στον τάφο τον άνθρωπο που αγαπούσε η γυναίκα σου, η αυτοκράτειρα… Να, γιατί πήρα ψεύτικον όρκο: για να σώσω τη ζωή του Παυλίνου.
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Δεν το κατάφερες.
ΕΥΔΟΚΙΑ: Δεν το κατάφερα. Μου τον σκότωσες…
Η Ευδοκία ξεσπάει σε λυγμούς. Οι άγιοι σιωπούν φανερά συγκινημένοι.
ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: (στην Ευδοκία): Τόσο πολύ τον αγαπούσες;
ΕΥΔΟΚΙΑ: Τόσο πολύ!
(…)
ΠΑΥΛΟΣ: Η αμαρτία. Υπάρχει η αμαρτία…
Ο Βάκχος πετάγεται και τον αντικόβει.
ΒΑΚΧΟΣ: Άκου, άγιε Παύλο μου. Χριστιανός είσαι κι εσύ όπως εγώ• άγιος είσαι, όπως είμαι. Τα ίδια που μας δίδαξε ο Ιησούς πιστεύεις και πιστεύω. Μα εσύ γεννήθηκες στην Παλαιστίνη κι εγώ στην Ελλάδα. Για μας τους Έλληνες, η ομορφιά δεν είναι αμαρτία• από την ομορφιά δεν μπορεί να εκπηγάσει αμαρτία. Η ομορφιά εξαγνίζει τα πάντα. Η ομορφιά, κι ο έρωτας που την παραστέκει…
Ο έρωτας… Τούτος ο λόγος, ο ολότελα ασυνήθιστος εκεί πάνω, έκανε τη χορεία των αγίων να συγκλονιστεί από ρίγος μυστικό. Όλα τα μάτια, συνεπαρμένα, κοιτούσαν μακριά, κάποιο όραμα αόρατο. Ο Παύλος κατάλαβε πως έχασε τη μάχη.
ΠΑΥΛΟΣ: Δεν επιμένω στο κατηγορητήριο. Οι πύλες του Παραδείσου ας ανοίξουν για την Ευδοκία…
Η νεκρή αυτοκράτειρα πάλι χαμογέλασε πικρά• κι είπε:
ΕΥΔΟΚΙΑ: Δεν είμαι πια η Ευδοκία• δεν είμαι πια αυτοκρατόρισσα. Είμαι η Αθηναΐς, η θυγατέρα του φιλόσοφου Λεόντιου του εθνικού, του Αθηναίου. Η Αθήνα που με γέννησε κι έθρεψε με τα νάματα του υπέρτατου και γαλήνιου στοχασμού της, του διαπνεόμενου απ’ τη λατρεία του Κάλλους, με καλεί ξανά στο μεθυστικό πανηγύρι της πνευματικής λευτεριάς. Θεοί μου είναι η Αφροδίτη, ο Απόλλων κι ο Διόνυσος. Ο θάνατος δεν μπορεί να χωρίσει δυο ψυχές που κοινώνησαν στην πανάγιαν αμαρτία του Κάλλους και του Έρωτα. Η θέση μου, για την αιωνιότητα, είναι κοντά σ’ εκείνον• κι η θέση εκεινού είναι κοντά στα μεγάλα κι ελεύθερα πνεύματα που έπλασαν το μοναδικό πολιτισμό των ανθρώπων. Βάκχε, Βάκχε, Ίακχε! Ιού! Ιού! Ευοί ευάν! (στον Παυλίνο). Έλα καλέ μου! Πάμε.
Πέρασε η Αθηναΐδα το χέρι της στη μέση του Παυλίνου• εκείνος αγκάλιασε τους θεϊκούς ώμους της. Και με περπατησιά αργή, σταθερή και ήρεμη πήραν το δρόμο που οδηγεί στην Κόλαση.Οι άγιοι, άφωνοι, παρακολούθησαν το μισεμό τους. Κι άξαφνα σηκώθηκαν όλοι μαζί• και με μάτια δακρυσμένα, χέρια σειναμένα ξέσπασαν σε φωνή μυριόστομη:
-Κατευόδιο, Ομορφιά! Ώρα καλή, Κάλλος! Κάθε ευτυχία σού ευχόμαστε, Λευτεριά: Την ευκή μας να έχεις, Έρωτα!
Ο Βάκχος, πεσμένος μπρούμυτα σ’ ένα σύννεφο, έκλαιγε με λυγμούς.
Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ “ΣΕΡΓΙΟΣ ΚΑΙ ΒΑΚΧΟΣ”
Εκδόσεις ΕΣΤΙΑ
 
 
 

 Η Πουλχερία ασκούσε μεγάλη επιρροή στον αδελφό της αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β΄-μέχρι που τέθηκε στο περιθώριο λόγω της ισχυρής επιβολής στον αυτοκράτορα του ευνούχου Χρυσάφιου. Στην Πουλχερία οφείλονται τα σκληρά μέτρα που έλαβε ο Θεοδόσιος Β΄εναντίον εθνικών, αιρετικών και Ιουδαίων. Επι των ημερών της παντοδυναμίας της συνέβη το 415 στην Αλεξάνδρεια η δολοφονία της Υπατίας.
 
 
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ "λογομνήμων"  http://logomnimon.wordpress.com/


Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2014

Η «Σοφία» της Αγίας Σοφίας

 



                Για πολλούς, η Κωνσταντινούπολη ταυτίζεται με την Αγία Σοφία. Χιλιάδες άνθρωποι δεν ξέρουν τίποτε για τα υπέροχα τείχη της πόλης ούτε για το Βόσπορο, κι όμως το όνομα του ξακουσμένου αυτού ναού, τους είναι οικείο. Αναμφίβολα, η Αγία Σοφία είναι ό,τι πιο μεγαλειώδες, πιο δοξασμένο, πιο ιστορικό και πιο ιερό υπάρχει μέσα στα επιτεύγματα της χριστιανικής αρχιτεκτονικής.
             Είναι το αριστούργημα της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και ταυτόχρονα ένα από τα μνημεία, που οι χριστιανοί της εποχής εκείνης – σύμφωνα με τον ιστορικό Προκόπιο – πίστευαν ότι «δεν είναι έργο ανθρώπινης προσπάθειας ή τεχνικής, αλλά της επενέργειας του Θεού». Όταν μπαίνει κάποιος στο ναό μένει έκθαμβος από τη μεγαλοπρέπεια του τεράστιου θόλου. Επιπλέον, κανένας άλλος χριστιανικός ναός δε συγκρίνεται με την Αγία Σοφία όσον αφορά στην ποικιλία και τη σπανιότητα των μαρμάρων και την ευρεία χρήση αργύρου, χρυσού και πολύτιμων λίθων στη διακόσμηση και τα ιερά σκεύη. [4]
 

           Για 1500 χρόνια ο Ναός της Αγίας Σοφίας ατενίζει όλη την Κωνσταντινούπολη. Τα πρώτα 800 χρόνια η Αγία Σοφία ήταν ο υψηλότερος ναός με τρούλο σε όλον τον κόσμο. Λέγεται ότι αν βάλεις ρόδες στον καθεδρικό ναό της Παναγίας του Παρισιού και αφαιρέσεις το κωδωνωστάσιό της, μπορείς να την κυλήσεις μέσα στην Αγία Σοφία. Είναι καταπληκτικό ότι αυτό το αρχαίο μνημείο ακόμη στέκεται όρθιο. Αν όμως προσθέσεις και το που είναι κτισμένο, τότε μιλάμε για πραγματικό θαύμα.
           Εκεί που διασταυρώνονται οι πλάκες της Ευρώπης και της Ασίας βρίσκεται η Τουρκία. Η αρχαία πόλη της Κωνσταντινούπολης, βρίσκεται στο επίκεντρο μιας από τις πιο θανατηφόρες σεισμικές ζώνες της γης. Εδώ και 4000 χρόνια, καταστροφικοί σεισμοί έχουν χτυπήσει κατά περιόδους την πόλη. Αλλά, ενώ όλα τα κτίρια που βρίσκονται γύρω από την Αγία Σοφία έχουν καταρρεύσει, εκείνη και ο θόλος της επιβίωσαν 15 αιώνων καταστροφής. Πόσο τυχαίο είναι αυτό άραγε; Οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Πρίνστον προσπάθησαν μέσα από εξελιγμένα προγράμματα προσομοίωσης και πληροφορικής να ανακαλύψουν τα αρχιτεκτονικά μυστικά που προστάτεψαν την Αγία Σοφία εδώ και 1500 χρόνια. Άραγε, μπορεί η ίδια η Αγία Σοφία να μας δώσει τις εξηγήσεις για την επιβίωσή της; Θα μπορέσουν οι επιστήμονες να ξεκλειδώσουν τα μυστικά αυτής της απόκρυφης δομής;
          Για να γίνει κατανοητή η θαυματουργή επιβίωση της Αγίας Σοφίας, θα πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε το λόγο για τον οποίο κτίστηκε αυτό το θεόρατο οικοδόμημα. Η Αγία Σοφία χτίστηκε στο ιστορικό μεταίχμιο της πτώσης της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και της ανόδου της Βυζαντινής. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έχει τις ρίζες της στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και ξεκίνησε όταν τον 4αι. μ.Χ. ο Ρωμαίος χριστιανός αυτοκράτορας Κων/νος μεταφέρει την πρωτεύουσα από τη Ρώμη σε μια πόλη που ονομαζόταν Βυζάντιο και αργότερα μετονομάστηκε σε Κωνσταντινούπολη.
           Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία απογειώθηκε όταν αυτοκράτορας ανακηρύχθηκε ο Ιουστινιανός. Ο Ιουστινιανός κατέκτησε εδάφη από την Ισπανία μέχρι και την Μέση Ανατολή, επέβαλε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία σαν τη νόμιμη διάδοχο της κάποτε ισχυρής Ρωμαϊκής και ήθελε η πρωτεύουσα Κων/λη να πάρει τόσο τη θέση της Ρώμης όσο και της Ιερουσαλήμ. Για να το πετύχει αυτό πίστευε ότι έπρεπε να κατασκευάσει το πιο υπέροχο οικοδόμημα και αυτό ήταν η Αγία Σοφία, η Βασιλική με τρούλο, ένας τελείως καινούργιος χώρος λατρείας. [5]
          Οι περισσότερες αρχαίες χριστιανικές εκκλησίες ήταν χτισμένες με το ρυθμό βασιλικής δηλαδή ορθογώνια κτίσματα που κατέληγαν σε ημισφαιρική προέκταση που λεγόταν αψίδα. Το ορθογώνιο σχήμα της βασιλικής συμβόλιζε την πνευματικότητα του Χριστιανισμού. Από την άλλη πλευρά ο τρούλος είχε σχέση με την επίγεια εξουσία. Το πιο φημισμένο μνημείο της αρχαιότητας, το Πάνθεον της Ρώμης με τον υπέροχο τρούλο του ήταν το απόλυτο σύμβολο της κοσμικής εξουσίας. Ο Ιουστινιανός επιδίωκε να ενώσει αυτούς τους δύο κόσμους: τον κοσμικό και τον θρησκευτικό και να συνδυάσει τα δύο σύμβολά τους: τον κύκλο και το τετράγωνο σε ένα εντυπωσιακό κτίριο που δεν θα είχε κατασκευαστεί παρόμοιό του. Για να εκπληρώσει το όνειρό του, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός κάλεσε τα δύο πιο λαμπρά μυαλά της αυτοκρατορίας του. [6]

 
           Η τελειότητα του τρούλου – στρογγυλός θόλος πάνω σε τετράγωνη βάση!
          
             Ως κύριος αρχιτέκτονας για την κατασκευή της Αγίας Σοφίας επιλέχθηκε ο Ανθέμιος από τις Τράλλεις της Μικράς Ασίας, ο ικανότερος, όπως λέγεται, αρχιτέκτονας και μηχανικός του αιώνα. Συνεργάτης του ήταν ο Ισίδωρος από τη Μίλητο, αρχιτέκτονας σχεδόν ισάξιος του Ανθέμιου σε ικανότητα και φήμη. Ο θρύλος λέει ότι ένας άγγελος αποκάλυψε στον βυζαντινό αυτοκράτορα τα σχέδια της Αγίας Σοφίας μέσα σε όνειρο – όχι βέβαια στο σύνολο τους και με κάθε λεπτομέρεια – αλλά φανέρωσε εκείνη τη μοναδική ιδέα, που οι αρχιτέκτονες αργότερα θα υλοποιούσαν. Κι αυτή ήταν η ιδέα ενός τρούλου, που θα είχε τη μεγαλύτερη δυνατή διάμετρο, που θα υψωνόταν σε ιλιγγιώδες ύψος και θα υποβασταζόταν από όσο το δυνατόν λιγότερα στηρίγματα. Η αποκάλυψη, βέβαια, δεν αφορούσε στην απλή σύλληψη ενός τρούλου - που δεν αποτελούσε νέα ιδέα - αλλά στο τέλειο συνταίριασμα όλων των παραπάνω δεδομένων. Γιατί ο Ανθέμιος δεν ανέπτυξε ούτε αντέγραψε απλώς ένα ήδη υπάρχον σύστημα αλλά δημιούργησε έναν νέο ρυθμό αρχιτεκτονικής.
            Ο αιθέριος τρούλος ήταν και είναι το απαράμιλλο αριστούργημα της Αγίας Σοφίας. Πενήντα γενεές εξελισσόμενου πολιτισμού και τεχνικής έχουν περάσει από τότε, χωρίς να έχουν δημιουργήσει κάτι ανάλογο. Συγκριτικά, η αρχιτεκτονική τελειότητα των θόλων μπορεί να υπολογιστεί με τον εξής τρόπο: ας φανταστούμε μια κατακόρυφο από την κορυφή του θόλου ως το επίπεδο της βάσης του και ας σχηματίσουμε ένα κλάσμα με αριθμητή την κατακόρυφο και παρονομαστή τη διάμετρο του θόλου. Όσο μικρότερο είναι το κλάσμα που σχηματίζεται, τόσο πιο τέλειος είναι ο θόλος. Η κατακόρυφος του τρούλου της Αγίας Σοφίας είναι 14 μέτρα και η διάμετρος του 31 μέτρα. Η κατακόρυφος του θόλου του Αγίου Πέτρου είναι 57 μέτρα και η διάμετρος του είναι 42 μέτρα. Η κατακόρυφος του θόλου στο Πάνθεον (Σάντα Μαρία Ροτόντα) είναι 43 μέτρα και η διάμετρός του είναι ίδια. Οι λεπτομέρειες αυτές είναι απολύτως απαραίτητες για την κατανόηση αυτού που αποτελεί μοναδική διάκριση της Αγίας Σοφίας. Οι δύο άλλοι τεράστιοι θόλοι, αν και είναι εκπληκτικά αριστουργήματα και οι δύο, υστερούν μπροστά στον αιθέριο θόλο που ο Ανθέμιος ύψωσε πριν 1.500 χρόνια. Στον Άγιο Πέτρο, ο θόλος είναι συμπλήρωμα του οικοδομήματος και όχι το κύριο στοιχείο της σχεδίασης του. Στην Αγία Σοφία, αντίθετα, ο τρούλος είναι ο σκοπός, ενώ η κατασκευή στην οποία ακουμπά δεν είναι παρά το μέσον που τον αναδεικνύει και τον υψώνει προς τον ουρανό. [7]
 

 
 
           Ο μεγαλύτερος βυζαντινός αυτοκράτορας όλων των εποχών, ο Ιουστινιανός έδωσε την εντολή να κτιστεί η εκκλησία αυτή, η Βασιλική με τρούλο, από τους δύο πιο φημισμένους αρχιτέκτονες της εποχής του: τον Ανθέμιο από τις Τράλλεις και τον Ισίδωρο της Μιλήτου. Οι δύο αρχιτέκτονες αντιμετώπισαν μια σχεδόν απίθανη πρόκληση: να μετατρέψουν ένα τετράγωνο σε κύκλο.
           Οι ρωμαίοι αρχιτέκτονες προσπαθούσαν για πολλούς αιώνες να τοποθετήσουν ένα στρογγυλό τρούλο πάνω σε μια τετράγωνη κατασκευή, χωρίς αποτέλεσμα. Ο Ιουστινιανός, όμως, ήταν αποφασισμένος να τοποθετήσει ένα στρογγυλό τρούλο κοσμικής εξουσίας πάνω σε μια τετράγωνη βάση μιας χριστιανικής εκκλησίας. Για να κάνει και το εγχείρημά του ακόμα δυσκολότερο ήθελε και η εκκλησία του να είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο. [8]
             Η επίτευξη αυτού του στόχου σε τόσο μεγάλη κλίμακα σαν αυτή του ναού της Αγίας Σοφίας δημιουργούσε τεράστιο αρχιτεκτονικό πρόβλημα στον Ανθέμιο. Οι Ανθέμιος και ο Ισίδωρος για να μπορέσουν να επιλύσουν το πρόβλημα του κύκλου στο τετράγωνο ξεκίνησαν με μια παλιά τεχνική της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, την αψίδα. Οι αρχιτέκτονες σχεδίαζαν να στηρίξουν τον τρούλο σε τέσσερις μεγάλες αψίδες βασιζόμενοι στο ότι η πίεση που ασκούν τα τμήματα των αψίδων μεταξύ τους κάνουν την κάθε αψίδα να στηρίζεται από μόνη της. Μια αψίδα στηρίζεται πάνω στη συμπίεση που ασκούν τα τμήματα της μεταξύ τους. Αν αφαιρέσεις το λίθο στην κορυφή αυτή, η συμπίεση αφαιρείται και η αψίδα καταρρέει. Όλως παραδόξως το πρόβλημα δε δημιουργείται από τον τρούλο αλλά από το βάρος των ίδιων των αψίδων. Το άνοιγμα της αψίδας περιορίζεται από το βάρος των υλικών που χρησιμοποιούνται για να δημιουργηθεί η καμπύλη της.
           Για να κατασκευάσουν, λοιπόν, οι αρχιτέκτονες αυτόν τον γιγάντιο τρούλο, θα έπρεπε πρώτα να βρουν έναν τρόπο να χτίσουν τεράστιες αψίδες. Αλλά το άνοιγμα της αψίδας περιορίζεται από το βάρος της, το οποίο πιέζει προς τα κάτω την αψίδα προκαλώντας οριζόντια πίεση. Για να λύσει αυτό το πρόβλημα ο Ανθέμιος έφτιαξε δύο τεράστιες κολόνες και τοποθέτησε την αψίδα ανάμεσά τους. Και έτσι αν και το βάρος της αψίδας πίεζε προς τα κάτω, οι κολόνες εμπόδιζαν την οριζόντια παραμόρφωσή της. Οι αρχιτέκτονες κατέληξαν σε μια τελείως καινούργια λύση που ήταν η κατασκευή τεσσάρων κολόνων που η βάση της κάθε μίας ήταν 600 τμ. και θα παρείχαν την υποστήριξη που χρειάζονταν οι αψίδες.
            Τώρα θα μπορούσαν να ασχοληθούν με την επίλυση του προβλήματος της προσαρμογής του κυκλικού τρούλου πάνω στην τετράγωνη βάση που σχημάτιζαν οι τέσσερις αψίδες. Για το λόγο αυτό, επινόησαν και κατασκεύασαν αυτά τα τριγωνικά τμήματα που γεμίζουν τα κενά μεταξύ των αψίδων, τις κόγχες. Τα τέσσερα καμπυλοειδή στηρίγματα των κογχών στρογγυλεύουν τις γωνίες του τετραγώνου μεταμορφώνοντάς το σε κύκλο ώστε να μπορεί να προσαρμοστεί πάνω του ο τρούλος. Και οι ίδιες οι κόγχες αντιστηρίζουν τις γωνίες του τετραγώνου βοηθώντας τις αψίδες και τις κολόνες να αντέξουν το βάρος του τρούλου. Τελικά πάνω σε αυτήν την πολύ προσεκτικά σχεδιασμένη αρχιτεκτονική δομή στήριξης, ο Ανθέμιος θα έκτιζε το πιο φανταστικό και εμπνευσμένο χαρακτηριστικό της Αγίας Σοφίας, το μεγάλο τρούλο. [9]
           Όταν θα ολοκληρωνόταν η κατασκευή του τρούλου, η εσωτερική του διάμετρος θα ήταν 31 μέτρα, κάνοντας έτσι την Αγία Σοφία, το ναό με το μεγαλύτερο τρούλο στον κόσμο. Η Αγία Σοφία θα κρατήσει αυτόν τον τίτλο για 1000 χρόνια μέχρι που το 1500 μ.Χ. περίπου χτίστηκε ο ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη. Από το δάπεδο της εκκλησίας το ύψος του τρούλου είναι 54 μέτρα. Αν το άγαλμα της Ελευθερίας έμπαινε μέσα στην Αγία Σοφία, ο πυρσός της μόλις που θα έξυνε την οροφή του τρούλου.
          Αλλά η πιο αξιοσημείωτη εφεύρεση του Ανθέμιου έγινε στη βάση του τρούλου. Ο Ανθέμιος μελετώντας το Πάνθεον της Ρώμης, παρατήρησε ότι το τεράστιο βάρος του τρούλου, ανάγκασε τη βάση του τρούλου να απλωθεί προς τα έξω. Αυτό το φαινόμενο που είναι γνωστό σαν δακτυλοειδής πίεση είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία μεγάλων ρωγμών που ξεκινούσαν από τη βάση του πανθέου και προχωρούσαν πάνω στις πλευρές. Ο Ανθέμιος [10] συνειδητοποίησε ότι αυτές οι ρωγμές έγιναν από δακτυλοειδείς πιέσεις. Για να ελαφρύνει αυτές τις πιέσεις αποφάσισε να βάλει 40 παράθυρα στη βάση του τρούλου. Αυτό δείχνει πως μια ευφυΐα παίρνει ένα αρχιτεκτονικό πρόβλημα και το μετατρέπει σε μια αισθητική λύση. Η τοποθέτηση των παραθύρων στη βάση του τρούλου μείωσε την πίεση και τον κίνδυνο ρωγμών. Αυτή η δομική λύση είχε σαν αποτέλεσμα και μια θεϊκή αλληλεπίδραση του φωτός. Ο βυζαντινός επισκέπτης αυτού του χώρου έμενε έκθαμβος στη θέα ενός τεράστιου τρούλου που στερεωνόταν πάνω σε μια βάση φωτός. Και πράγματι ο συγγραφέας του 6ου αι. μ.Χ. Προκόπιος έγραψε ότι ο τρούλος αιωρείτο σα να κρεμόταν από τον ουρανό με μια χρυσή αλυσίδα. [11]
 
Θαυματουργική επιβίωση ή αντισεισμικό σχέδιο;
         
   Όταν οι πόρτες της Αγίας Σοφίας άνοιξαν στις 27 Δεκεμβρίου του 537 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός πίστευε ότι είχε κτίσει το πιο θαυμαστό οικοδόμημα σε όλον τον κόσμο και μάλιστα σε διάστημα μικρότερο από έξι χρόνια! Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο ναός του Αγίου Πέτρου στη Ρώμη κατασκευάστηκε περίπου σε 120 χρόνια, ο ναός του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο σε 35 χρόνια, η Παναγία των Παρισίων (Νοτρ Νταμ) σε 72 χρόνια, ο Καθεδρικός του Μιλάνου σε 500 χρόνια, ο Καθεδρικός της Κολονίας σε 615 χρόνια. Είναι σίγουρα εκπληκτικό το γεγονός πως η Αγία Σοφία δεν χρειάστηκε ούτε καν έξι χρόνια!
            Αλλά όταν το αριστούργημα του Ιουστινιανού ολοκληρώθηκε το θησαυροφυλάκιο του Βυζαντίου είχε αδειάσει. Ο ιστορικός Παπαρρηγόπουλος υπολογίζει την αξία της γης και το κόστος των υλικών, της εργασίας, της διακόσμησης και των εκκλησιαστικών σκευών σε περίπου 324 εκατομμύρια ελληνικές δραχμές, ή περίπου 64 εκατομμύρια δολάρια [της εποχής]. Η κοινή εκτίμηση για το κόστος του ναού του Αγίου Πέτρου είναι 240 εκατομμύρια φράγκα, ή λιγότερο από 48 εκατομμύρια δολάρια. Ο αυτοκράτορας είχε ξοδέψει 320.000 χρυσές λίρες για να κτίσει την Αγία Σοφία που έγινε έτσι το πιο ακριβό κτίριο στην ιστορία της ανθρωπότητας.
             Η Αγία Σοφία ήταν το κορυφαίο επίτευγμα της συσσωρευμένης επιστημονικής γνώσης και της καλλιτεχνικής έκφρασης των προηγούμενων χιλίων χρόνων. Και για αυτό είναι πολύ σημαντικό ότι ο ναός δεν αφιερώθηκε σε κάποιον συγκεκριμένο άγιο ή πρόσωπο αλλά στη Θεία Σοφία, το Λόγο του Θεού δηλ. στον ίδιο το Χριστό. Η σοφία του αρχιτέκτονα Ανθέμιου δεν αποκαλύπτεται μόνο από την ομορφιά της Αγίας Σοφίας αλλά και από το θαύμα της επιβίωσης της πάνω σε μια από τις πιο επικίνδυνες σεισμογενείς ζώνες.
          Ο τελευταίος μεγάλος σεισμός χτύπησε την Κων/λη τον Αύγουστο του 1999. Ήταν περίπου 7,5 βαθμών της κλίμακας ρίχτερ, ίδιας έντασης με το σεισμό που κατέστρεψε το Σαν Φραντζίσκο. Με μια σεισμική καταγραφή καταστροφών που φθάνει μέχρι και 4000 χρόνια πίσω και με χιλιάδες κτίρια να έχουν κατεδαφιστεί τριγύρω της, γιατί δε γκρεμίστηκε η Αγία Σοφία; Ερευνητές του Παν/μίου του Πρίνστον πιστεύουν ότι ο Ανθέμιος έκτισε την Αγία Σοφία με αντισεισμικό τρόπο.
            Εκείνη την εποχή οι κτίστες πίστευαν ότι η καλύτερη προστασία από τους σεισμούς ήταν να κτιστούν τοίχοι με μεγάλο πάχος. Αλλά ο Ανθέμιος είχε δει ότι αυτά τα γερά κτίρια είχαν χτυπηθεί από τους σεισμούς. Επιπλέον, είχε μελετήσει τη σεισμική δραστηριότητα και έτσι ριψοκινδύνευσε μια τολμηρή μέθοδο οικοδομής που χρησιμοποιείται από τη σύγχρονη [12] αρχιτεκτονική στις μέρες μας. Αυτό που κάνει μοναδικό αυτό το κτίριο είναι ότι οι αρχιτέκτονες Ανθέμιος και Ισίδωρος είχαν γνώση της καταστροφής που μπορούσαν να προκαλέσουν οι σεισμοί. Γι’ αυτό προσπάθησαν να κτίσουν ένα κτίριο που θα άντεχε στους σεισμούς. Ο τρόπος που το κατόρθωσαν αυτό ήταν να κάνουν ένα κτίριο ελαφρύ και εύκαμπτο, κάτι που αποτελεί μια πολύ σύγχρονη αρχιτεκτονική αντίληψη.
          Ο Ανθέμιος έκτισε την Αγία Σοφία και την έκανε ελαφριά και εύκαμπτη όχι μόνο με το σχέδιό του αλλά και με την κατασκευή ειδικών υλικών δόμησης. Έβαλε ένα θαυματουργό συστατικό στο σοβά της Αγίας Σοφίας: θρυμματισμένο τούβλο. Ο Ανθέμιος θρυμματίζει το τούβλο και ανακατεύει τη σκόνη με ασβέστη, νερό και άμμο για να κάνει ειδικό σοβά. Αυτός ο σοβάς είναι πολύ δυνατός σε αντοχή. Τα θρυμματισμένα τούβλα κάνουν τον αρχαίο σοβά πιο ελαστικό με τον ίδιο τρόπο που το σίδερο κάνει το σύγχρονο σκυρόδεμα πιο ανθεκτικό. Όταν οι μελετητές εξέτασαν δείγματα του σοβά, βρήκαν ότι ήταν ακόμη χημικά ενεργός. Αυτό σημαίνει ότι ο σοβάς είναι και σήμερα το ίδιο ισχυρός με την ημέρα που φτιάχτηκε. Είναι καταπληκτικό ότι ο σοβάς δεν αλλοιώθηκε μετά από 1500 χρόνια.
          Τα οικοδομικά υλικά εκτός του ότι ήταν ανθεκτικά ήταν και ελαφριά. Τα τούβλα που χρησιμοποιήθηκαν στον τρούλο είχαν ψηθεί σε χαμηλές θερμοκρασίες και έτσι έγιναν λιγότερο πυκνά και επομένως πιο ελαφριά από τα κανονικά τούβλα. Και αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να ασκείται λιγότερο βάρος στις υποστηρικτικές αψίδες. Το μειωμένο βάρος προσφέρει και προστασία από τους σεισμούς. Χρησιμοποιώντας ο Ανθέμιος πιο ελαφριά οικοδομικά υλικά, εφάρμοσε διαισθητικά την εξίσωση της φυσικής που λέει ότι η δύναμη ισούται με τη μάζα επί την επιτάχυνση 1000 χρόνια πριν από το Νεύτωνα. Αν και δεν μπορούσε να ελέγξει τις επιταχύνσεις που θα έφερναν οι σεισμοί, μπορούσε να μειώσει τη μάζα. Μειώνοντας το βάρος του κτιρίου, μείωσε την επίδραση που θα είχε ο σεισμός πάνω στην κατασκευή.
         Το 1992 οι ερευνητές άρχισαν να ψάχνουν τα μυστικά της κατασκευής και της αντοχής της Αγίας Σοφίας στους σεισμούς. Και ξεκίνησαν βάζοντας αισθητήρες γύρω από το κτίριο, στα σημεία που υπέθεταν ότι θα ασκούνταν οι μεγαλύτερες πιέσεις. Περίμεναν, λοιπόν να γίνει κάποιος σεισμός και αυτός έγινε τον Απρίλιο του 1992. Τα δεδομένα από αυτόν το σεισμό τους επέτρεψαν να βαθμονομήσουν το μοντέλο στον υπολογιστή ώστε να είναι έτοιμο να προβλέψει τη συμπεριφορά της Αγίας Σοφίας σε μελλοντικούς σεισμούς. Στη διάρκεια ενός σεισμού, οι κορυφές των τεσσάρων τεράστιων αψίδων θα δεχτούν τεράστιες πιέσεις. Αυτά είναι τα πιο πιθανά σημεία από τα οποία θα μπορούσε να ξεκινήσει μια [13] κατάρρευση. Με το σύστημα προσομοίωσης του υπολογιστή, εξαπολύεται ένας σεισμός ισοδύναμος με τον μεγαλύτερο σεισμό που έχει χτυπήσει ποτέ την Κων/λη. Οι τοίχοι της εικονικής Αγίας Σοφίας αρχίζουν να τρέμουν. Το μεγάλο οικοδόμημα τραντάζεται από τα μεγάλα σεισμικά κύματα που το χτυπούν. Ο φονικός σεισμός τελειώνει και οι τοίχοι της Αγίας Σοφίας είναι όρθιοι, ο τρούλος είναι άθικτος. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι αν και ορισμένα σημεία του κτιρίου πιέστηκαν, εντούτοις καμιά πίεση δεν ξεπέρασε τα επιτρεπτά όρια και η πρόβλεψή τους ήταν ότι η Αγία Σοφία θα επιβίωνε ενός σεισμού μεγέθους 7,5 βαθμών της κλίμακας ρίχτερ. Η πρόβλεψη των επιστημόνων που έγινε τον Ιούνιο του 1999, αποδείχτηκε απόλυτα ακριβής καθώς δύο μήνες αργότερα ένας τέτοιος σεισμός ισοπέδωσε πολλά κτίρια στην Κων/λη. Η Αγία Σοφία όμως παρέμεινε όρθια σαν χειροπιαστή απόδειξη της ευφυΐας των αρχιτεκτόνων της. Το αυθεντικό σχέδιο του Ανθέμιου και του Ισίδωρου είναι ακόμα το πιο αντισεισμικό σχέδιο που υπάρχει. Η Αγία Σοφία άντεξε το μεγαλύτερο σεισμό στην ιστορία της Τουρκίας και θα συνεχίσει να ατενίζει την Κων/λη για πολλούς αιώνες ακόμα. [14]
 
 
 

           H Αγία Σοφία ήταν η αποτύπωση της έμπνευσης του Κωνσταντίνου, του οράματος του αυτοκράτορα Ιουστινιανού και του σχεδίου των δύο σημαντικότερων αρχιτεκτόνων της αυτοκρατορίας, του Ανθέμιου από τις Τράλλεις και του Ισίδωρου από τη Μίλητο. Ο Ιουστινιανός ήθελε να δημιουργήσει ένα κτίσμα διαφορετικό και εντυπωσιακό που θα ξεπερνούσε τις τεχνολογικές δυνατότητες της εποχής. Και τα κατάφερε. Στην ίδια θέση που το 360 μ.Χ. είχε ανεγερθεί ο πρώτος ναός, επί της αυτοκρατορίας του Κωνσταντίου Β', ο Ιουστινιανός έχτισε έναν νέο, πολύ μεγαλύτερο και μεγαλοπρεπέστερο.
          Η Μεγάλη Εκκλησία, ήταν από το 360 μέχρι και το 1453 ο ορθόδοξος ναός της Κωνσταντινούπολης. Ο ναός χωρούσε 23.000 ανθρώπους, 525 ψάλτες, διακόνους και ιερείς. Η Αγία Σοφία έμεινε όρθια για 15 ολόκληρους αιώνες αψηφώντας τους σεισμούς. Μπροστά όμως στη στενή πολιορκία του τούρκου κατακτητή δεν άντεξε. Η τραγική ιστορία γράφεται όταν η Πόλη πέφτει στο σουλτάνο Μωάμεθ το Β΄ στις 29 Μαΐου του 1453.
          Από τότε, αμέτρητα κτίσματα κάθε είδους, έχουν συσσωρευτεί γύρω από το ναό. Το φως πολλών απ' τα παράθυρα έχει κρυφτεί και πολλά ακόμα έχουν κλείσει. Με τη μουσουλμανική λατρεία, τα ψηφιδωτά, έχουν καλυφθεί. Έχουν σβηστεί οι σταυροί και τα άλλα χριστιανικά εμβλήματα, έχουν εξαφανιστεί τα πολύτιμα στολίδια από ασήμι και χρυσάφι. Ο διάκοσμος και η λατρευτική επίπλωση που πρόσθεσαν οι Οθωμανοί αποτελούν παραφωνία μέσα στην όλη αρχιτεκτονική του οικοδομήματος.
        Σήμερα ο χώρος είναι μουσείο και τον επισκέπτονται άνθρωποι κάθε θρησκείας και κάθε χρώματος. Και αυτό είναι αναμφισβήτητα ένα πολιτιστικό επίτευγμα. Ίσως έτσι να επιβεβαιώνεται η φιλοδοξία του Ιουστινιανού που ονειρεύτηκε ένα έργο με τεράστια απήχηση. Η Αγία Σοφία αποδεικνύει περίτρανα ότι η πίστη, η έμπνευση και η φιλοδοξία μπορούν να δημιουργήσουν αξεπέραστα οικοδομήματα. [15]
 
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Αγία Σοφία (Κωνσταντινούπολη) – Βικιπαίδεια.
2. ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ / ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΟΦΙΑΣ του EDWIN A. GROSVENOR (http://www.megarevma.net/AgiaSophia.htm).
3. Ο ναός της Αγίας Σοφίας (users.sch.gr/pchaloul/protoxr-texni/Ag-Sofia.htm).
4. Αγία Σοφία / Εγκύκλιος Παιδεία (http://egpaid.blogspot.com/2010/11/blog-post_30.html)
5. Η Ιστορία της Αγίας Σοφίας (http://www.sansimera.gr/articles/48).
6. Βυζαντινή Αυτοκρατορία Αρχιτεκτονική (www.agiasofia.com/greek/greek9.html).
7. Αγία Σοφία / Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού / Κωνσταντινούπολη / Βυζαντινή Περίοδος / Τέχνη – Αρχιτεκτονική.
8. Αγία Σοφία (Κωνσταντινούπολη) / Εργασία του Ν. Μουστάκα ( ppt).
9. Βυζαντινή Αρχιτεκτονική / Εργασία της Μ. Ευδωρίδου (ppt).
10. Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ / Εργασία των Θ. Λαζάρου, Γ. Ζαγορά, Ι. Μεταξόπουλου, Α. Ζάχου (ppt).
11. http://en.wikipedia.org/wiki/Hagia_Sophia.
12. Αγία Σοφία: Ένα θαύμα τέχνης (σελ. 68-71), Σχολικό εγχειρίδιο θρησκευτικών Ε΄ Δημοτικού.
13. The Art of Byzantium / Hagia Sophia / Architecture, εργασία ppt (Byzantium- teachers.henrico.k12.va.us).
14. Αρχεία από την ΕΡΤ (ντοκυμαντέρ).
15. Θρύλοι και παραδόσεις για την Αγία Σοφία (http://daskalosjf.blogspot.com/2010/10/blog-post_31.html).


Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2014

Άγιον Όρος: Μια χιλιόχρονη ιστορία

 
 
 
 
 
 

     Το όρος Αθως, το γνωστό σε όλους μας Αγιο Ορος, αποτελεί από τα τέλη του 10ου αιώνα το σπουδαιότερο κέντρο του ορθόδοξου μοναχισμού, και συγκαταλέγεται στα κορυφαία μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Καταλαμβάνει τη βορειότερη προβολή της χερσονήσου της Χαλκιδικής, με μήκος 45 χλμ. και πλάτος 5-10 χλμ., και παίρνει το όνομά του από την ομώνυμη κορυφή (2.033 μ.) του όρους που δεσπόζει στη βραχώδη αυτή λουρίδα γης.

      Η Αθωνική χερσόνησος είναι δασωμένη, έχει βοσκοτόπια και μικρές εκτάσεις που αιώνες τώρα καλλιεργούν οι μοναχοί, ασκώντας το «εργόχειρό» τους. Πάντως η λαϊκή πίστη το ονομάζει «Περιβόλι της Παναγιάς», αφού μόνο Εκείνη διατηρεί το προνόμιο να το έχει δικό της κλήρο και επικράτεια. Παρόλο που η παράδοση θέλει τους πρώτους ερημίτες να εγκαθίστανται στον ακατοίκητο Αθωνα περί τα τέλη του 8ου αιώνα, οι πρώτοι που αναφέρονται είναι ο Πέτρος ο Αθωνίτης, ένα πρόσωπο περιβεβλημένο με την αχλή του μύθου, και ο άγιος Ευθύμιος ο Νέος που έφθασε εκεί το 859.  Η αρχική εμφάνιση του κοινοβιακού μοναχισμού στον Αθωνα μαρτυρείται το 963, όταν ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης με την υποστήριξη του φίλου του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά ίδρυσε το αρχαιότερο  μοναστήρι, τη Μεγίστη Λαύρα. Το 972  ο Ιωάννης Τσιμισκής υπόγραψε πάνω σε περγαμηνή τον περίφημο Τράγο, που αποτελεί το πρώτο «τυπικό» του αγιορείτικου μοναχισμού, με τους κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας των κοινοβίων.

     Ανάμεσα στους πιο αρχαίους και απαραβίαστους κανόνες συγκαταλέγεται και το άβατο. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Μονομάχος το 1060 θέσπισε την απαγόρευση εισόδου ευνούχων, αγένειων παιδιών και κάθε γυναίκας στο Ορος. Από τα πρώτα χρόνια της ιστορίας του προσέλκυσε το ενδιαφέρον, την εύνοια, την προστασία και την φορολογική ασυλία των βυζαντινών αυτοκρατόρων και των άλλων ορθόδοξων ηγεμόνων. Παράλληλα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως διεκδίκησε και διατηρεί μέχρι σήμερα τη πνευματική δικαιοδοσία του στις μονές του.

Η ΚΟΙΝΟΒΙΑΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

    Το Αγιο Ορος από τον 10ο αιώνα προσέλκυσε μοναχούς από διάφορες ορθόδοξες  χώρες. Το γεωργιανό μοναστήρι των Ιβήρων ιδρύθηκε το 979-80 και στη συνέχεια  συστάθηκε η ιταλική μονή των Αμαλφινών που σήμερα δεν υπάρχει. Αρκετοί ορθόδοξοι Αρμένιοι συγκαταλέγονταν στην αδελφότητα της μονής Εσφιγμένου. Από τον 12ο αιώνα έφθασαν Σλάβοι μοναχοί. Η μονή Παντελεήμονος πέρασε στα χέρια μοναχών από το κράτος των Ρως -τις περιοχές, δηλαδή, γύρω από το Κίεβο. Το Χελανδάρι ανακαινίστηκε ως σερβικό μοναστήρι, ενώ τον 13ο αιώνα στη μονή Ζωγράφου εγκαταβίωσαν Βούλγαροι καλόγεροι. Το Ορος διατηρεί διαχρονικά έναν διορθόδοξο χαρακτήρα.

     Η κοινοβιακή οργάνωση των μοναστικών αδελφοτήτων γρήγορα κέρδισε έδαφος έναντι των μεμονωμένων ερημιτών ασκητών. Η διοίκηση και η πνευματική καθοδήγηση ασκούνταν από τον ηγούμενο, ενώ  τα διακονήματα αποτελούσαν υποχρέωση του κάθε μοναχού και η εστίαση ήταν κοινή. Οι μονές της Λαύρας, του Βατοπεδίου και των Ιβήρων κατέλαβαν τις πρώτες θέσεις στην ιεραρχική κατάταξη των μονών και είχαν τη προτεραιότητα στη κεντρική διοίκηση του Ορους, στο Πρωτάτο των Καρυών. Κατά τον 11ο -12ο αιώνα συστάθηκαν νέες μονές όπως η Κωνσταμονίτου, η Δοχειαρίου, η Κουτλουμουσίου, ενώ άλλες μονές επέκτειναν τις ιδιοκτησίες τους.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

    Στο πέρασμα των αιώνων αρχιτεκτονικά τα μοναστήρια διαμορφώνονταν σε μεγάλα πολυώροφα περίκλειστα οικοδομικά συγκροτήματα, με πτέρυγες που περιλαμβάνουν εκτός από τα κελιά των καλόγερων και εγκαταστάσεις που εξασφαλίζουν την αυτοδύναμη λειτουργία τους.  Η Τράπεζα όπου γίνεται η τελετουργική εστίαση των μοναχών και των προσκυνητών, το Δοχειό όπου αποθηκεύονται τα τρόφιμα και το λάδι, μαζί με το Βαγεναρειό για το κρασί, είναι μερικά από τα πολυάριθμα κτίσματα των μονών. Στη κεντρική αυλή υπάρχει ο ιερός ναός, το Καθολικό, που είναι το επίκεντρο της μοναχικής ζωής. Ακόμα στον περίβολο συναντάμε τη φιάλη, την κρήνη για την τέλεση του αγιασμού των υδάτων. Το μοναστήρι έχει τον αρσανά του, που είναι ένα κτιριακό συγκρότημα στην παραλία το οποίο διαθέτει καραβοστάσι και αποθηκευτικούς χώρους.

    Η διαρκής απειλή από τους ποικιλώνυμους εισβολείς στο διάβα της ιστορίας, ανάγκασε τα μοναστήρια να διαμορφώσουν μια εντυπωσιακή φρουριακή αρχιτεκτονική, με  τους πανύψηλους αμυντικούς μοναστηριακούς πύργους να δεσπόζουν στο χώρο. Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το 1204 από του Φράγκους της Δ’ Σταυροφορίας και η υποταγή του Ορους στο Λατινικό Βασίλειο της Θεσσαλονίκης,  δημιούργησε πολλά προβλήματα. Επίσης, οι ληστρικές επιθέσεις στις μονές στις αρχές του 14ου αιώνα της διαβόητης Καταλανικής Εταιρείας, επιβάρυναν διαχρονικά τη σχέση των αγιορειτών με τους Λατίνους. Στην ιστορία των μοναστηριών την ίδια εποχή καταγράφονται τα πειρατικά ρεσάλτα των Τούρκων εμίρηδων της Μικράς Ασίας. Ακολούθησε μια περίοδος ακμής με την ίδρυση των μονών Γρηγορίου, Διονυσίου, Παντοκράτορος και Σιμονόπετρας. Την περίοδο εκείνη ο Αθως έγινε το κέντρο της κίνησης του ησυχασμού, με εκπρόσωπο τον Γρηγόριο  Παλαμά που  εξέφραζε την μυστικιστική διάσταση της ορθόδοξης παράδοσης.

Η ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΜΟΝΩΝ

     Στην  περιουσία των Αθωνικών μονών  περιλαμβάνονταν κτήματα, αμπέλια, βοσκοτόπια, μύλοι, ιχθυοτροφεία, ολόκληρα χωριά, αστικές ενοικιαζόμενες ιδιοκτησίες και εργαστήρια. Βρίσκονταν στη Μακεδονία συμπεριλαμβανομένης της Θεσσαλονίκης και ιδιαίτερα στη χερσόνησο της Χαλκιδικής και στη κοιλάδα του Στρυμώνα. Επεκτείνονταν όμως στη Θράκη, τη Λήμνο, τη Σερβία και τη Βλαχία. Αρκετές μονές είχαν στην ιδιοκτησία τους πλοία για την μεταφορά των προϊόντων και την εισαγωγή των αναγκαίων προμηθειών.

     Αυτοκρατορικά χρυσόβουλα εγγυούνταν τα ιδιοκτησιακά τους δικαιώματα και τις φορολογικές ατέλειες, ενώ στους ευεργέτες τους  περιλαμβάνονται εκτός από τους ταπεινούς χωρικούς, οι βυζαντινοί αυτοκράτορες, οι Μεγάλοι Κομνηνοί της Τραπεζούντας, οι ηγεμόνες της Σερβίας και της Βουλγαρίας και οι βοεβόδες της Βλαχίας.

     Τον 14ο αιώνα αναπτύχτηκε ο ιδιόρρυθμος μοναχισμός με τη διοίκηση των μονών να ασκείται από τη Σύναξη των Προϊσταμένων. Η λατρεία ήταν κοινή, αλλά τα διακονήματα ήταν αμειβόμενα. Ο κάθε μοναχός αναλάβανε  την προσωπική ευθύνη της κάλυψης των βιοτικών του αναγκών. Σήμερα όλα τα μοναστήρια ακολουθούν τον  κοινοβιακό τρόπο ζωής.

ΣΚΗΤΕΣ, ΚΕΛΛΙΑ, ΚΑΘΙΣΜΑΤΑ

     Με την παγίωση της οθωμανικής κυριαρχίας στο Ορος το 1430, αναγνωρίστηκε η αυτονομία του και οι μονές έγιναν φόρου υποτελείς.  Στη διάρκεια της τουρκοκρατίας διαδόθηκαν μερικές ιδιότυπες μορφές  μοναστικής άσκησης που διατηρούνται μέχρι σήμερα, όπως είναι οι Σκήτες, τα Κελλιά, τα Καθίσματα και τα Ησυχαστήρια. Ανήκουν στην εξουσία  κάποιας Μονής ως  «εξαρτήματά» της.
 ■Οι Σκήτες είναι οικισμοί που αποτελούνται από «Καλύβες» κτισμένες γύρω από μια εκκλησία που ονομάζεται «Κυριακό». Κάθε «Καλύβα» κατοικείται απο τρεις καλόγερους που εκλέγουν τον προϊστάμενο της Σκήτης τον «δικαίο». Οι αρχαιότερες Σκήτες στο Ορος είναι αυτές της Αγίας Αννας και των Καυσοκαλυβίων.
■Τα «Κελλιά» αποτελούνται από έναν μικρό ναό κι ένα οίκημα  με το περιβολάκι του. Παραχωρούνται ισόβια σε κάποιον γέροντα μοναχό ο οποίος ασκείται εκεί με τη «συνοδεία» του που αποτελείται από τους δυο «υποτακτικούς» του.
■Τα «Καθίσματα», αλλά κυρίως τα «Ησυχαστήρια» είναι μεμονωμένες καλύβες στις απόκτρημνες ακτές του νοτιοδυτικού Αθωνα, όπου ο ερημίτης ασκείται  αυστηρά με συνεχή προσευχή, αγρυπνία και στέρηση.

     Η τουρκοκρατία ανέδειξε στο Ορος σημαντικές προσωπικότητες, όπως αυτή του κρητικού Αγάπιου Λάνδου και των Κολλυβάδων τον 18ο αιώνα. Παράλληλα, το 1848 η μονή Βατοπαιδίου σύστησε  έναν πυρήνα του νεοελληνικού Διαφωτισμού, την «Αθωνιάδα», με περίφημους μαθητές τον Ιώσηπο Μοισιόδακα και τον Κοσμά τον Αιτωλό. Ο Εμμανουήλ Παπάς, το Μάιο του 1821 αποβιβάστηκε στη Δάφνη και κήρυξε την Επανάσταση. Μια νέα περίοδος άρχισε με την απελευθέρωση της Μακεδονίας, όταν οι διεθνείς συνθήκες αναγνώρισαν το αυτοδιοίκητο της Μοναχικής Πολιτείας του Αγίου Ορους μέσα στα όρια του ελληνικού κράτους. Σήμερα οι Συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης διασφαλίζουν το απαραβίαστο του αρχαίου καθεστώτος που επικρατεί ανέκαθεν στην αθωνική χερσόνησο.

Η ΑΝΑΚΑΜΨΗ
  
    Στην εποχή μας ο αγιορείτικος μοναχισμός εμφανίζει μια αισιόδοξη ανάκαμψη, ξεπερνώντας μια περίοδο φθίνουσας πορείας, όταν η λειψανδρία ρήμαζε τα τεράστια μοναστηριακά συγκροτήματα. Την τελευταία τριακονταετία υπερδιπλασιάστηκε ο αριθμός των καινούριων μοναχών και ανακαινίστηκαν οι μονές. Ο μοναχισμός απέκτησε ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά με ενδυνάμωση του κοινοβιακού τρόπου ζωής.  Γέροντες αγιορείτες πατέρες, με επιβλητικό πνευματικό και ηθικό ανάστημα, οδήγησαν  στη μοναχική κουρά  πολλούς νέους με υψηλό επίπεδο μόρφωσης.

    Σήμερα οι 20 «Κυρίαρχες», «Βασιλικές», «Πατριαρχικές» και «Σταυροπηγιακές» ιερές μονές που συναποτελούν την Μοναστική Πολιτεία του Αγίου Ορους, μπροστά στις προκλήσεις του 21ου αιώνα συνεχίζουν με τον ασκητικό τρόπο ζωής τους να στηρίζουν και να ενισχύουν πνευματικά την Εκκλησία και την ελληνική κοινωνία. Παράλληλα, αγωνίζονται με σθένος να διαφυλάξουν αλώβητο το μοναδικό θεανθρώπινο αγιορείτικο τοπίο.

Κείμενο: Δρ. Αντώνιος Γ. Δικαίος/ Θεολόγος - Περιβαλλοντολόγος



Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

Τίμιο Ξύλο από την Ιερά Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους

 
 Τίμιο Ξύλο από την Ιερά Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους http://leipsanothiki.blogspot.be/
Τίμιο Ξύλο από την Ιερά Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους.





Το Τίμιο Ξύλο, Iερά Μονή Ξηροποτάμου, Άγιον Όρος

Ἀπολυτίκιον, ἦχος ἅ΄
 
Σῶσον, Κύριε, τόν λαόν σου, καί εὐλόγησον τήν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατά βαρβάρων δωρούμενος, καί τό σόν φυλάττων, διά τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα. 
 
 
                Στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου φυλάσσονται σήμερα 13 τεμάχια Τιμίου Ξύλου, 4 μεγάλα σε ειδικές σταυροθήκες και 9 μικρά μαζί με άγια Λείψανα σε λειψανοθήκες. Όλα έχουν σχήμα σταυρού ή βρίσκονται μέσα σε χρυσούς ή αργυρούς σταυρούς.
              Είναι πιθανόν, όλα αυτά τα τεμάχια του Τιμίου Ξύλου να συγκροτούσαν αρχικά ένα μεγάλο και μοναδικό τεμάχιο, αυτό δηλαδή το οποίο δώρισε στην Ιερά Μονή ο Αυτοκράτωρ Ρωμανός Α΄ ο Λεκαπηνός.
              Το πρώτο και το μεγαλύτερο από αυτά τα τεμάχια του Τιμίου Ξύλου θεωρείται και σήμερα ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο και φέρει στο κάτω άκρο του την περίφημη οπή του ήλου, μία δηλαδή από τις τρύπες που άνοιξαν τα καρφιά της Σταυρώσεως. Έχει σχήμα βυζαντινού σταυρού με δύο οριζόντιες κεραίες (η δεύτερη και μικρότερη στη θέση της «επιγραφής»). Συγκρατείται μέσα σε λεπτή «χρυσοδεσιά», δηλαδή ένα λεπτό σκελετό από καθαρό χρυσάφι και πολύτιμα πετράδια, ο οποίος αφήνει ορατή όλη σχεδόν την επιφάνεια του Τιμίου Ξύλου. Το μήκος του κατακόρυφου ιστού είναι 31 εκ., ενώ των δύο οριζοντίων κεραιών είναι 16 εκ. και 12εκ. αντιστοίχως. Το πλάτος ιστού και κεραιών είναι 2,5 εκ. και το πάχος του 1,5 εκ. Ολόκληρος ο Σταυρός ζυγίζει περίπου 320 γραμμάρια. Σήμερα ο Σταυρός αυτός δεν εξέρχεται ποτέ από την Ιερά Μονή Ξηροποτάμου, φυλάσσεται μόνιμα μέσα στο Καθολικό της και εκτίθεται προς προσκύνηση στις πανηγύρεις και τις εορτές του Τίμιου Σταυρού. Είναι αυτός που συνήθως απεικονίζεται στις φωτογραφίες.
           Το δεύτερο σε μέγεθος τεμάχιο Τίμιου Ξύλου της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου έχει και αυτό σχήμα βυζαντινού σταυρού και περικλείεται μέσα σε «χρυσοδεσιά» που αφήνει ακάλυπτο μόνο ένα μέρος της συνολικής επιφανείας του Τιμίου Ξύλου, στο σημείο ακριβώς που προσκυνούν οι πιστοί. Το τεμάχιο αυτό είναι εκείνο που συνήθως βγαίνει από το Άγιο Όρος, όταν ο Τίμιος Σταυρός προσκαλείται σε κάποια Ενορία, Ιερά Μονή ή Μητρόπολη προς αγιασμό του ποιμνίου της.
            Πέρα από τα πολλά και μεγάλα θαύματα τα οποία κατά καιρούς έχουν γίνει με τη δύναμη του Χριστού που σταυρώθηκε επάνω του και την πίστη των ευλαβών προσκυνητών του, ο Σταυρός αυτός έχει και την εξής θαυμαστή ιδιότητα: Παρά το γεγονός ότι το Τίμιο Ξύλο είναι σχεδόν ολόκληρο σκεπασμένο και προσκυνείται συνεχώς από χιλιάδες στόματα κατά τις διάφορες περιοδείες, ο ευλαβής και προσεκτικός προσκυνητής μπορεί να διακρίνει κατά την προσκύνηση μια λεπτή και άρρητη ευωδία, η οποία δε μοιάζει με κανένα φυσικό ή τεχνητό άρωμα και η οποία δεν μπορεί να αποδοθεί αλλού παρά μόνο σε αυτόν τον ίδιον τον πανσέβαστο και πολυτίμητο Σταυρό του Κυρίου μας. Είναι πολύ χαρακτηριστικό το γεγονός ότι αυτή η θεία ευωδία εκπέμπεται συνεχώς από αυτό το δεύτερο και μικρότερο Τεμάχιο, που προσκυνείται από περισσότερους Χριστιανούς, ενώ το πρώτο και μεγαλύτερο Τεμάχιο, που προσκυνείται σπανιότερα, σε μερικούς μόνο ανθρώπους ευωδιάζει. Η αργυρεπίχρυση σταυροθήκη που περιέχει αυτό το δεύτερο τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου περιέχει επίσης και μικρά τεμάχια Λειψάνων των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων και του Αγίου Ιερομάρτυρος Μοδέστου Αρχιεπισκόπου Ιεροσολύμων (18 Δεκεμβρίου), του θαυματουργού προστάτη των κτηνοτρόφων.

 

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων

Δείτε περισσότερες φωτογραφίες (σελίδα της ''Λειψανοθήκης'') παρακάτω:



 
 Τίμιο Ξύλο από την Ιερά Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους http://leipsanothiki.blogspot.be/

 
 


 Τίμιο Ξύλο από την Ιερά Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους http://leipsanothiki.blogspot.be/
 
 
 
 Τίμιο Ξύλο από την Ιερά Μονή Ξηροποτάμου Αγίου Όρους http://leipsanothiki.blogspot.be/
 
 

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2014

Ο αυτοκράτορας Τιβέριος και η πολιτική του διαθήκη

            
 


του Θάνου Δασκαλοθανάση
 
 
            Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Τιβέριος κυβέρνησε από το 574 μέχρι το 582. Ήταν άνθρωπος πράος και γενναιόδωρος, προικισμένος με υψηλές στρατιωτικές και πολιτικές αρετές. Ανήκει στην κατηγορία εκείνη των ιστορικών προσωπικοτήτων που μπορεί να μην σημείωσαν κάποια μεγάλη στρατιωτική επιτυχία, όμως διακρίθηκαν για το ήθος τους και την πολιτική τους αρετή και τη γενικότερη στάση της ζωής τους.
          Είχε την ατυχία να βρεθεί χρονικά ανάμεσα σε δύο τεράστιες προσωπικότητες: τον Ιουστινιανό και τον Ηράκλειο όπως και το να πεθάνει πρόωρα μη προλαβαίνοντας να ολοκληρώσει το έργο του. Είχε όμως το πολιτικό αισθητήριο να παραδώσει την εξουσία στα ικανά χέρια του κατοπινού αυτοκράτορα Μαυρίκιου.





Το στρατιωτικό πολιτικό πλαίσιο της εποχής του


            Η μετά τον Ιουστινιανό εποχή ανήκει σε μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της Βυζαντινής Ιστορίας.  Κατά τη διάρκεια της εποχής αυτής  υπήρχε μεγάλη φτώχεια, ασθένειες και πολλές εχθρικές επιθέσεις.
          « Όταν πέθανε ο Ιουστινιανός», λέει ο Μπιούρυ, «οι ασκοί του Αιόλου άνοιξαν, οι διαλυτικοί παράγοντες άρχισαν να δρουν, το αυθαίρετο σύστημα κατέρρευσε και η μεταμόρφωση της αυτοκρατορίας, η οποία ασφαλώς είχε για μεγάλο διάστημα προοδεύσει… τώρα άρχισε να προχωρεί γρήγορα και αισθητά».
           Ο διάδοχος του Ιουστινιανού Ιουστίνος Β΄  ακολουθώντας διαφορετική πολιτική  από τον προκάτοχό του, και για να αντισταθμίσει τις απώλειες στη Δύση, έσπασε την ειρήνη με τους Πέρσες  (συνθήκη του 562) που με τόση επιδεξιότητα είχε οικοδομήσει ο Ιουστινιανός. Ενθάρρυνε μια αρμενική εξέγερση κατά των Περσών, αρνήθηκε τη διαπραγμάτευση κα εισέβαλε στα περσικά εδάφη. Οι Πέρσες ανταπέδωσαν το 573 πολιορκώντας και κυριεύοντας τη πόλη-φρούριο Δάρα, προμαχώνα των ανατολικών συνόρων από την εποχή του αυτοκράτορα Αναστάσιου.
          Οι άσχημες εξελίξεις επηρέασαν τη ψυχική και σωματική υγεία του αυτοκράτορα. Έχασε τα λογικά του και αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει.
           Την κατάσταση πήρε στα χέρια της η αυτοκράτειρα Σοφία, ανιψιά της συζύγου του Ιουστινιανού Θεοδώρας, με την οποία είχε αρκετά κοινά χαρακτηριστικά. Έστειλε πρεσβεία στον Χοσρόη ζητώντας ανακωχή, την οποία και πέτυχε καταβάλλοντας 45.000 χρυσά νομίσματα. Κατόπιν έπεισε τον αυτοκράτορα να ανακηρύξει ενώπιον του πατριάρχη, της Συγκλήτου και της ανακτορικής φρουράς, καίσαρα και διάδοχό του τον  κόμητα των  εξκουβιτόρων Τιβέριο (7 Δεκεμβρίου 574).


Ο Τιβέριος αυτοκράτορας

         Ο Τιβέριος ήταν γύρω στα τριανταπέντε, όταν  ανέλαβε στη πράξη όλες τις υποθέσεις του κράτους. Στρατιωτικός ιλλυρικής καταγωγής, όπως η οικογένεια του Ιουστινιανού, ικανός και δραστήριος, θεωρούσε ζήτημα τιμής  την ανάκτηση της Δάρας, που σήμαινε τη διεξαγωγή ενός δαπανηρού και επικίνδυνου πολέμου.
            Το σπάσιμο της ανακωχής από τη μεριά των Περσών είχε σαν αποτέλεσμα την εισβολή τους στην Αρμενία και τη προέλασή τους ως την Καππαδοκία. Εναντίον τους στάλθηκε ο στρατηγός Ιουστινιανός, ανιψιός του φημισμένου αυτοκράτορα. Οι δύο στρατιές συγκρούστηκαν στη Μελιτηνή, σε μια σκληρή μάχη που κράτησε δύο μέρες και έληξε με την ήττα των Περσών και τη φυγή του Χοσρόη. Στην κατοχή των Βυζαντινών περιήλθαν 24 πολεμικοί ελέφαντες, τους οποίους ο Ιουστινιανός έστειλε στη Κωνσταντινούπολη για να τελέσει θρίαμβο ο Τιβέριος.
             Ακολούθησε τριετής ανακωχή (575-578) η οποία όμως δεν κατέληξε σε σύναψη ειρήνης. Στη διάρκεια της ανακωχής ο Τιβέριος όχι μόνο μετέφερε στρατεύματα του Ιλλυρικού και της Θράκης στα περσικά σύνορα, αλλά αύξησε μόνιμα τη στρατιά Ανατολής με δεκαπέντε χιλιάδες νεοσύλλεκτους. Τα μέτρα αυτά επιβάρυναν τον κρατικό προϋπολογισμό και έθεσαν σε κίνδυνο το σύνορο του Δούναβη, όμως ο Τιβέριος έλπιζε ότι θα εξασφάλιζε μια γρήγορη νίκη κατά των Περσών. Στην προσπάθειά του αυτή είχε άμεσο βοηθό τον Μαυρίκιο, τον οποίο και τίμησε το 577 με το υψηλότερο στρατιωτικό αξίωμα του αρχιστράτηγου της Ανατολής.
          Όταν εξέπνευσε η ανακωχή, οι Πέρσες εισέβαλλαν στη Μεσοποταμία. Ο Μαυρίκιος κινήθηκε εναντίον τους και σημείωσε σημαντικές επιτυχίες. Την ίδια χρονιά (578), πέθανε ο άρρωστος Ιουστίνος Β΄ και τον διαδέχτηκε και επίσημα ο Τιβέριος.
         Οι Πέρσες απέρριψαν την πρόταση του Τιβέριου να τους επιστραφούν οι περιοχές που τους είχε αφαιρέσει ο Μαυρίκιος στην Αρμενία με αντάλλαγμα τη σημαντικότατη Δάρα. Παρόλο που οι Βυζαντινοί, με τη μικρή βοήθεια που έστειλε ο Τιβέριος, είχαν βελτιώσει τη θέση τους στην Ισπανία και στην Ιταλία αλλά και στην Αφρική, ωστόσο στα Βαλκάνια, όπου η άμυνα ήταν ισχνή, οι Άβαροι άρχισαν να απειλούν τα σύνορα, ενώ τα σλαβικά φύλα περνούσαν το Δούναβη και κατευθύνονταν προς το νότο, φτάνοντας μέχρι την Ελλάδα.
       Στο μεταξύ ο ικανός Μαυρίκιος κέρδισε κι άλλες νίκες στην Ανατολή, και κάποια στιγμή απείλησε ακόμη και την πρωτεύουσα Κτησιφώντα. Ο στρατηγός διέκοψε την εκστρατεία του το 582, όταν ο βαριά άρρωστος από φυματίωση Τιβέριος τον ανακάλεσε στην πρωτεύουσα. Τον πάντρεψε με την κόρη του, ονομάζοντάς τον διάδοχό του.




         Στις 13 Αυγούστου του 582 εξαντλημένος από την αρρώστια, μπροστά στον πατριάρχη Ιωάννη τον Νηστευτή και την σύγκλητο παραδίδει την εξουσία στο γαμπρό του τον Μαυρίκιο. Παρά τη σοβαρή κατάσταση της υγείας του θα εκφωνήσει έναν αποχαιρετιστήριο λόγο. Στο τελευταίο τμήμα του λόγου θα στραφεί προς τον διάδοχό του Μαυρίκιο και θα του απευθύνει μια πολιτική νουθεσία που αναδεικνύει την ψυχική του καλλιέργεια, αλλά και την αντίληψη που είχε ο Τιβέριος για τους σκοπούς και τη λειτουργία της πολιτικής εξουσίας.
 
 
H πολιτική διαθήκη του αυτοκράτορα Τιβέριου.
 
 
            «Εσύ λοιπόν, Μαυρίκιε, κάνε τη βασιλεία σου τον καλύτερο επιτάφιό μου. Στόλισε το τάφο μου με τις αρετές σου και μη διαψεύσεις τις ελπίδες αυτών που σε έχουν εμπιστευτεί, ούτε να φανείς αχάριστος προς τις αρετές σου και να προδώσεις την ευγένεια της ψυχής σου.
          Χαλιναγώγησε την εξουσία με τη λογική, κυβέρνησε το κράτος με σοφία, γιατί η βασιλεία είναι κάτι μεγάλο και υψηλό, το οποίο ανεβάζει στα ύψη τον επιβάτη και παρασύρει το νου του. Να σκέπτεσαι ότι δεν είσαι πιο πάνω από τους άλλους σε φρόνηση, έστω κι αν όλους τους ξεπερνάς ως προς το ύψος της τύχης σου.
           Να ζητάς πάντα την εύνοια των υπηκόων σου κι όχι το φόβο τους. Αντί της κολακείας, να προτιμάς ως άριστο δάσκαλο την κριτική, γιατί δυστυχώς η εξουσία δεν δέχεται τη νουθεσία ούτε ανέχεται την ειλικρινή και έντιμη καθοδήγηση.
            Να έχεις μπροστά στα μάτια σου, ως εκτιμητή, τη δικαιοσύνη, που ρυθμίζει την ανταπόδοση για τις πράξεις. Να θεωρείς ως φιλόσοφος, ότι η βασιλική στολή δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα κουρέλι που απλώς το φοράς, κι ότι το στέμμα δεν διαφέρει καθόλου σε αξία από τα πετράδια της θάλασσας. Η λάμψη της βασιλικής στολής είναι οδυνηρή.
            Γι΄ αυτό λοιπόν, νομίζω ότι πρέπει κανείς να προτρέπει τους βασιλιάδες να είναι μετριοπαθείς, μέσα στην καλοτυχία τους και να μη χαίρονται κι ούτε να χάνουν τα μυαλά τους γι΄ αυτή τη θλιβερή στολή της μοναρχίας.
           Το βασιλικό σκήπτρο δε συμβολίζει την άναρχη κι ανέντιμη εξουσία, αλλά την ένδοξη δουλεία. Πιο πάνω από την οργή ας είναι η επιείκεια κι από τη σωφροσύνη, ο φόβος. Γιατί η φύση όρισε αρχηγούς ακόμα και στις μέλισσες, κι ενίσχυσε τη βασιλική μέλισσα με κεντρί, εφοδιάζοντάς την, κατά κάποιον τρόπο, με μια αυτόματη δύναμη, ώστε να μπορεί ακόμα και να χτυπά αυτόν που δεν υπακούει. Όμως εκείνο το κεντρί δεν είναι τυραννικό, αλλά είναι μάλλον ωφέλιμο για το κοινωνικό σύνολο, αλλά και το δίκαιο. Ας γίνουμε επομένως, μιμητές της μέλισσας, εκτός αν βέβαια η λογική έχει να μας προσφέρει καλύτερα παραδείγματα.
         Αυτές είναι λοιπόν οι πατρικές μου συμβουλές. Θα έχεις όμως ως κριτή των αποφάσεών σου την αδέκαστη εξουσία, που τιμά τις αρετές και περιφρονεί την κακία».


Πηγές

Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας,  Α.Α. Βασίλιεφ
Οι Βυζαντινοί, Warren Treadgold
Bυζάντιο, η πραγματική ιστορία της αυτοκρατορίας, Γεώργιος Καρδαράς,  Εκδόσεις Γνώμων
Βυζαντινά Υστερόγραφα, Δημήτρης Αποστολίδης
Οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες, Ηλίας Λάσκαρης