Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

Ο βυζαντινός Παπαδιαμάντης

      
 
 
 
 
            O κυρ- Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Κορυφαία κείμενα και ιδέες για τα Χριστούγεννα, το Νέο Έτος, τα Φώτα.
 
        Ο Φώτης Χρονόπουλος σκιαγραφεί τον αιώνιο Αλεξ. Παπαδιαμάντη ως τον  αξεπέραστο «χρονικογράφο» του Δωδεκαημέρου των Γιορτών.


          «Εάν κάποιος ρωτήσει τον λεγόμενο «μέσο Έλληνα» ποιόν συνειρμό του προκαλεί το άκουσμα της λέξης «Χριστούγεννα», τότε ο τελευταίος ίσως θα απαντήσει: το Χριστουγεννιάτικο δένδρο ή οι κουραμπιέδες και τα μελομακάρονα ή, και το πιο πιθανό έως πριν από ελάχιστα έτη, τα ψώνια, ο καταναλωτισμός. Αυτές τις απαντήσεις υπαγορεύει ο τρόπος ζωής μας κατά τις τρεις προηγηθείσες δεκαετίες, ένας τρόπος ζωής που υπέβαλλαν δυτικότροπα πρότυπα και τα οποία μορφοποιούνται συμβολικά στον παχουλό παππούλη, το περιώνυμο δημιούργημα της πασίγνωστης πολυεθνικής εταιρείας.

          Κι όμως! Η παράδοσή μας, ο πολιτισμός μας προσφέρουν σε όλους απλόχερα και χωρίς την παραμικρή απαίτηση ανταπόδοσης αυτό το σύμβολο που και το ουσιαστικό πνεύμα αυτών των γιορτινών ημερών αναβιώνει και την ψυχή μας γλυκαίνει, αλλά και νέους ορίζοντες ανοίγει στη σκέψη μας. Για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη ο λόγος, τον κυρ-Αλέξανδρο, τον αναχωρητή της λογοτεχνίας μας.

          Ταυτισμένος με τον Χριστιανισμό και την Ορθοδοξία, ο Παπαδιαμάντης κατόρθωσε από νωρίς να βιώσει τα βαθύτερα νοήματα της πίστης του, δυσνόητα για κάποιους, απρόσιτα σε άλλους. Και είναι αυτή η αδιαμεσολάβητη σχέση του με την Ορθοδοξία που διευκόλυνε τον Σκιαθίτη από τη μία πλευρά να παραδώσει στις επόμενες γενιές πεζογραφικά αριστουργήματα και από την άλλη να μεταλαμπαδεύσει σε όσους έχουν ανοικτά τα μάτια της ψυχής τους τα συγκλονιστικά του βιώματα. Ταπεινός όντας και «αναχωρητής μέσα στον κόσμο», ο Παπαδιαμάντης θυμίζει ερμητήριο, ατέλειωτη προσευχή.

         Είναι γνωστό ότι ο Παπαδιαμάντης συνέγραψε διηγήματα με θεματικό άξονα τα Χριστούγεννα. Να αναφέρω, για παράδειγμα, το «Χριστόψωμο», που δημοσιεύθηκε ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1887 στην εφημερίδα με τον τίτλο «Εφημερίς» ή το και σατιρικού ύφους «Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη».

        Αυτό που δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι είναι πως -με το ψευδώνυμο «Βυζαντινός»- ο Παπαδιαμάντης δημοσίευσε την ίδια περίοδο στην ίδια εφημερίδα τρία άρθρα, άρθρα θρησκευτικά και επίκαιρα, τα οποία αναφέρονται στις τρεις μεγάλες γιορτές του Δωδεκαημέρου: Τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Φώτα. Σκοπός του Παπαδιαμάντη ήταν με τα άρθρα αυτά να τονώσει στους αναγνώστες του το θρησκευτικό συναίσθημα και με τον τρόπο αυτό ο ίδιος επαληθεύει και δικαιώνει την απάντηση που είχε δώσει κατά την παιδική του ηλικία στη μητέρα του, ότι θα γινόταν «Κοσμοκαλόγηρος». Εξάλλου, με τα άρθρα αυτά ο Σκιαθίτης ήθελε να υποδείξει τη σημασία των εορτών και των μεγάλων ακολουθιών, καθώς επίσης να κάνει γνωστή την εκκλησιαστική τάξη και τον ασματικό πλούτο που τη συνοδεύει.

          Το πρώτο από τα άρθρα αυτά το επιγράφει: «Χριστούγεννα». Και αρχίζει έτσι: «Εάν το Πάσχα είναι η λαμπρότατη του Χριστιανισμού εορτή, τα Χριστούγεννα βεβαίως είναι η γλυκύτατη και συγκινητικότατη, και δια τούτο ανέκαθεν εθεωρήθη ως οικογενειακή κατ' εξοχήν εορτή». Πολύ γρήγορα ο Παπαδιαμάντης σπεύδει να μας πληροφορήσει ότι τα Χριστούγεννα καθιερώθηκαν στη Δύση γράφοντας: «[...]...εν τη Δύσει ιδίως ανεπτύχθη η εορτή αύτη, διότι εκ της Δύσεως έχει αν όχι την αρχήν, τουλάχιστον την τάξιν και την σύστασιν». Στη συνέχεια ο «Κοσμοκαλόγηρος» αναφέρεται στα τροπάρια που ψάλλονται στους ορθόδοξους ναούς την ημέρα των Χριστουγέννων, αναλύοντας και επεξηγώντας τον λόγο και το μέλος, θεωρώντας τα «εκ των ωραιοτέρων λεκτικών καλλιτεχνημάτων πάσης εποχής».

        Στο δεύτερο άρθρο, υπό τον τίτλο «Αγιοαβασιλειάτικα», ο Παπαδιαμάντης επιστρέφει νοερά στο νησί του για να αφουγκρασθεί τα σκιαθίτικα Κάλαντα και να τα αντιπαραβάλει με εκείνα που ψάλλονταν στους δρόμους της Αθήνας. Εννοείται ότι στην αξιολόγηση του «Κοσμοκαλόγηρου» πρωτεύουν, καλλιτεχνικά και πνευματικά, τα νησιώτικα Κάλαντα. Ακούει ο Σκιαθίτης: «Άης Βασίλης έρχεται από την Καισαρίτσα, βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι». Και τί διαβάζει ανάμεσα σ' αυτούς τους στίχους; Την προτροπή του αγίου «προς τους νέους προς την σπουδήν και μάθησιν».

         Στο τρίτο, το τελευταίο από τα θρησκευτικά αυτά άρθρα, ο Παπαδιαμάντης, χωρίς κάποιες στιγμές να απαρνείται την έμφυτη σατιρική διάθεσή του, προβαίνει σε επισημάνσεις για τον τρόπο που τελείται το Μυστήριο της Βάπτισης. Θα επιχειρήσω να αποδώσω το σχετικό απόσπασμα στη γλώσσα που σήμερα ομιλούμε, γνωρίζοντας ότι έτσι προδίδω το ύφος -αν μη τι άλλο- του αξεπέραστου διηγηματογράφου:
       «Οι παλαιότεροι πρακτικότατοι και μορφωμένοι ιερείς ήξεραν να εκτελούν κανονικότατα τις τρεις αναδύσεις και καταδύσεις. Κρατούσαν το βρέφος που βάφτιζαν όρθιο, με το βλέμμα του προς την Ανατολή, έβαζαν το δεξί τους χέρι κάτω από τη μασχάλη του και έφραζαν με το αριστερό το στόμα του.
         Εφρόντιζαν για τη θερμοκρασία του νερού. Κάθε κατάδυση γινόταν ακαριαία, ενώ το διάστημα μεταξύ των καταδύσεων ήταν αρκετό ώστε να αναπνεύσει το βρέφος. Με τον τρόπο αυτό κανένα βρέφος δεν έπαθε κάτι στην κολυμβήθρα. Το σημερινό όμως σμήνος των ιερέων, πολλοί από τους οποίους είναι άξεστοι και ακαλλιέργητοι, και κάποια διεφθαρμένη πολιτική επιβάλλει στους Ιεράρχες να τους χειροτονούν, οφείλει να σεβαστεί αυτό το θεμέλιο της πίστης μας, που είναι το Άγιο Βάπτισμα. Και τα γράφουμε όλα αυτά, γιατί έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι πολλοί ιερείς χαρίζονται στην τυφλή και πολλές φορές ανόητη φιλοστοργία αμαθών και προληπτικών γονέων, που νομίζουν ότι κάτι θα πάθει το χαϊδεμένο τους στην κολυμβήθρα. Και για το λόγο αυτό εκτελούν μάλλον ράντισμα, παρά βάπτισμα».

          Τα τρία αυτά άρθρα, συνεπή προς το ύφος και το πνεύμα των λογοτεχνημάτων του, δείχνουν ολοφάνερα αυτό που αποκαλείται «ιδεολογία του Παπαδιαμάντη». Ο Σκιαθίτης ήταν αντίθετος, όπως ο ίδιος γράφει, «στον ξενισμό, στον πιθηκισμό και στον φραγκισμό» και έβλεπε τα πράγματα γύρω του από τη σκοπιά της μικροαστικής ανέχειας των φτωχών και των πενόμενων της Ορθοδοξίας. Γι' αυτό και ο Γάλλος μελετητής Λε Γκιγιού τον επονομάζει «Έλληνα Ντοστογιέφσκι».

       Ο Παπαδιαμάντης γινόταν ευτυχής απλώς και μόνο γιατί ζούσε μέσα στη φτώχεια και την ολιγάρκεια που επέβαλε ο χριστιανισμός. Χαρακτηριστικό είναι πως όταν του προσφερόταν αμοιβή μεγαλύτερη απ' όση ο ίδιος αποτιμούσε την εργασία του, δεν την δεχόταν, την επέστρεφε.

        Μια τέτοια στάση στους καιρούς μας μάλλον στάση γραφικού ήανόητου -με τα μέτρα της εποχής μας- ανθρώπου φαντάζει. Κι όμως ο παπαδιαμαντικός λόγος, η παπαδιαμαντική στάση ζωής ηχεί σαν εγερτήριο σάλπισμα. Ένα σάλπισμα που, χωρίς να απαιτεί να γυρίσουμε στις αρχές του 20ου αιώνα, αλλά μένοντας και ζώντας στην πραγματικότητα τη σημερινή, μας καλεί να σκύψουμε με καθαρότητα πνεύματος, αλλά πρωτίστως με καθαρότητα ψυχής στην ουσία και στο πραγματικό νόημα της ζωής. Είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κάποιος με τον Παπαδιαμάντη, η αλήθεια είναι πως ο Σκιαθίτης, αν και είχε συνείδηση της φθοράς, κατόρθωσε να μένει «ζωντανός».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου