Άγιος Γεώργιος, πλακίδιο από στεατίτη, 11ος αιώνας, Μονή Βαταπεδίου |
Oι στρατιωτικοί άγιοι κατά τους πρώτους αιώνες του Βυζαντίου εμφανίζονται με το μανδύα πολιτικού αξιωματούχου. Φορούν μακρύ χιτώνα και χλαμύδα και συχνά ένα μανιάκιον κρέμεται από το λαιμό τους για να δηλώσουν την στρατιωτική τους ιδιότητα. Η εμφάνιση αγίων με στρατιωτική περιβολή στη βυζαντινή εικονογραφία συνδέεται χρονικά με τη σταδιακή ενίσχυση της θέσης των στρατιωτικών στη βυζαντινή κοινωνία, δηλ. από τον 7ο αιώνα και αργότερα και με τη προβολή του θρησκευτικού στοιχείου κατά τη διεξαγωγή του πολέμου. Την αριστοκρατία αποτελούν πλέον οι ισχυρές στρατιωτικές οικογένειες, τα μέλη των οποίων κοσμούν τις σφραγίδες τους με τις μορφές των στρατιωτικών αγίων. Οι ίδιοι οι αυτοκράτορες της δυναστείας των Κομνηνών (αλλά και μεταγενέστεροι) που προέρχονται από τέτοιες ισχυρές οικογένειες χαράσσουν στα νομίσματά τους τον εαυτό τους μαζί με το στρατιωτικό άγιο της προτίμησής τους ως προστάτη. Έτσι ο Ιωάννης Β΄ Κομνηνός εικονίζεται με τον Άγιο Γεώργιο, ο Μανουήλ Α΄ με τον Άγιο Θεόδωρο, ο Ισαάκιος Β΄ με τον Αρχάγγελο Μιχαήλ.
Ο τύπος του στρατιωτικού Άγιου, όπως αυτός απεικονίζεται στη βυζαντινή τέχνη, θυμίζει αξιωματικό της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και μοιάζει πολύ με την εικόνα του αυτοκράτορα, όπως αυτός εμφανίζεται κατά την πρώιμη εποχή, αλλά και αργότερα, κατά την εποχή των Κομνηνών, σε νομίσματα και αλλού. Οι άγιοι τις περισσότερες περιπτώσεις είναι έφιπποι, αρκετά συχνά πεζοί και σπάνια καθιστοί.
Η πλέον διαδεδομένη εικόνα ένοπλου άγιου είναι εκείνη με θώρακα που φτάνει μέχρι τη μέση (κλιβάνιον) και φαίνεται να αποτελείται από μεταλλικές ή δερμάτινες φολίδες, πλακίδια ή μικρούς μεταλλικούς κρίκους (αλυσιδωτός). Απαντά επίσης και ο γνωστός από την ελληνική αρχαιότητα και από τα αυτοκρατορικά πορτρέτα τύπος που έχει την όψη του ρωμαλέου ανδρικού σώματος.
Ο απεικονιζόμενος από την κοιλιά και κάτω και μέχρι σχεδόν τα γόνατα προστατεύεται από πτέρυγες μεταλλικές ή δερμάτινες, που θυμίζει ανάλογη θωράκιση της αρχαιότητας. Οι βραχίονες, από τους ώμους μέχρι τους αγκώνες, καλύπτονται από επιμήκη στοιχεία παρόμοιας υφής με τις πτέρυγες. Κάτω από το θώρακα διακρίνεται χιτώνας που φτάνει μέχρι το γόνατο, ενώ τα μανίκια του φαίνεται να φτάνουν μέχρι τους καρπούς. Οι κνήμες προστατεύονται από περικνημίδες ( χαλκότουβα, ποδόψελλα) μεταλλικές ή δερμάτινες, μπότες ή άλλα καλύμματα αποτελούμενα από πίλημα δεμένο με ιμάντες. Οι πήχεις και οι καρποί συνήθως δεν είναι προστατευμένα, αλλά καλύπτονται από τα μανίκια του χιτώνα. Η κεφαλή είναι ακάλυπτη. Πάνω από τον αριστερό ώμο απλώνεται χλαμύδα, η οποία δένει με πόρπη στο στήθος, κοντά στο δεξιό ώμο. Υψηλά στη μέση και προς το στήθος, διακρίνεται ταινία από ύφασμα ή δέρμα δεμένη στη ζώνη, που δηλώνει την ιδιότητα του στρατιωτικού αξιωματούχου που κατέχει ο εικονιζόμενος.
Ο οπλισμός του αγίου, στη μορφή αυτή που περιγράψαμε, αντιστοιχεί λίγο πολύ σε εκείνη των στρατιωτικών αξιωματούχων της ύστερης ρωμαϊκής-πρώιμης βυζαντινής περιόδου ή και μεταγενέστερης, που προοριζόταν όμως για επισημες περιπτώσεις, όπως παρελάσεις κ.ά.
Από το β΄ μισό του 8ου αιώνα και μετά οι στρατιωτικοί άγιοι απαντούν συχνά στην εικονογραφία με θώρακα αποτελούμενο από φολίδες, πλακίδια ή μεταλλικούς κρίκους ο οποίος συνεχίζεται μέχρι το γόνατο (λωρίκιον). Ο τύπος αυτός του θώρακα φαίνεται να ευρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα της εποχής, δηλ. στην πανοπλία του 8-9ου αιώνα.
Ο τύπος του στρατιωτικού Άγιου, όπως αυτός απεικονίζεται στη βυζαντινή τέχνη, θυμίζει αξιωματικό της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και μοιάζει πολύ με την εικόνα του αυτοκράτορα, όπως αυτός εμφανίζεται κατά την πρώιμη εποχή, αλλά και αργότερα, κατά την εποχή των Κομνηνών, σε νομίσματα και αλλού. Οι άγιοι τις περισσότερες περιπτώσεις είναι έφιπποι, αρκετά συχνά πεζοί και σπάνια καθιστοί.
Η πλέον διαδεδομένη εικόνα ένοπλου άγιου είναι εκείνη με θώρακα που φτάνει μέχρι τη μέση (κλιβάνιον) και φαίνεται να αποτελείται από μεταλλικές ή δερμάτινες φολίδες, πλακίδια ή μικρούς μεταλλικούς κρίκους (αλυσιδωτός). Απαντά επίσης και ο γνωστός από την ελληνική αρχαιότητα και από τα αυτοκρατορικά πορτρέτα τύπος που έχει την όψη του ρωμαλέου ανδρικού σώματος.
Ο απεικονιζόμενος από την κοιλιά και κάτω και μέχρι σχεδόν τα γόνατα προστατεύεται από πτέρυγες μεταλλικές ή δερμάτινες, που θυμίζει ανάλογη θωράκιση της αρχαιότητας. Οι βραχίονες, από τους ώμους μέχρι τους αγκώνες, καλύπτονται από επιμήκη στοιχεία παρόμοιας υφής με τις πτέρυγες. Κάτω από το θώρακα διακρίνεται χιτώνας που φτάνει μέχρι το γόνατο, ενώ τα μανίκια του φαίνεται να φτάνουν μέχρι τους καρπούς. Οι κνήμες προστατεύονται από περικνημίδες ( χαλκότουβα, ποδόψελλα) μεταλλικές ή δερμάτινες, μπότες ή άλλα καλύμματα αποτελούμενα από πίλημα δεμένο με ιμάντες. Οι πήχεις και οι καρποί συνήθως δεν είναι προστατευμένα, αλλά καλύπτονται από τα μανίκια του χιτώνα. Η κεφαλή είναι ακάλυπτη. Πάνω από τον αριστερό ώμο απλώνεται χλαμύδα, η οποία δένει με πόρπη στο στήθος, κοντά στο δεξιό ώμο. Υψηλά στη μέση και προς το στήθος, διακρίνεται ταινία από ύφασμα ή δέρμα δεμένη στη ζώνη, που δηλώνει την ιδιότητα του στρατιωτικού αξιωματούχου που κατέχει ο εικονιζόμενος.
Ο οπλισμός του αγίου, στη μορφή αυτή που περιγράψαμε, αντιστοιχεί λίγο πολύ σε εκείνη των στρατιωτικών αξιωματούχων της ύστερης ρωμαϊκής-πρώιμης βυζαντινής περιόδου ή και μεταγενέστερης, που προοριζόταν όμως για επισημες περιπτώσεις, όπως παρελάσεις κ.ά.
Από το β΄ μισό του 8ου αιώνα και μετά οι στρατιωτικοί άγιοι απαντούν συχνά στην εικονογραφία με θώρακα αποτελούμενο από φολίδες, πλακίδια ή μεταλλικούς κρίκους ο οποίος συνεχίζεται μέχρι το γόνατο (λωρίκιον). Ο τύπος αυτός του θώρακα φαίνεται να ευρίσκεται πιο κοντά στην πραγματικότητα της εποχής, δηλ. στην πανοπλία του 8-9ου αιώνα.
Παλαιολόγεια εποχή
Στη βυζαντινή τέχνη της παλαιολόγειας εποχής εμφανίζεται ο άγιος με παρόμοια πανοπλία, άλλοτε αλυσιδωτή ή φολιδωτή, άλλοτε πάλι με εκείνη που αναπαριστά το ανδρικό σώμα, τώρα όμως τα χρώματα και η διακόσμηση είναι πολύ πλούσια, σχεδόν μπαρόκ. Μερικές φορές την ύστερη αυτή εποχή ο πολεμιστής φέρει κράνος (άγιος Μερκούριος, σε τοιχογραφία του Αγίου Κλήμεντος στην Αχρίδα)
Ως επιπλέον αμυντικό όπλο των στρατιωτικών αγίων απεικονίζεται η ασπίδα(σκουτάριον) η οποία εμφανίζεται: α) στρογγυλή σε διάφορα μεγέθη. Αυτή συχνά δικρίνεται σαν ένας κύκλος πίσω από τον άγιο. β) Άλλοτε πάλι αποδίδεται σε τομή και έχει περίπου το σχήμα τριγώνου, προκειμένου να αποτυπωθεί το κυρτό της επιφάνειάς της.γ) Καρδιόσχημη από τα τέλη του ΙΑ΄ αιώνα που θα πάρει τη μορφή οξέος τριγώνου, μεγάλη σε μέγεθος ξεκινώντας από το έδαφος και φτάνοντας μέχρι το λαιμό του πολεμιστή. Η διακόσμησή της προοδευτικά γίνεται πλούσια.
Ως επιθετικά όπλα των αγίων εμφανίζονται αποκλειστικά η σπάθη και το δόρυ.
Όταν οι Άγιοι απεικονίζονται έφιπποι, κάτι που συμβαίνει πιο σπάνια, ο εξοπλισμός τους είναι παρόμοιος. Οι άγιοι Γεώργιος, Δημήτριος και Θεόδωρος ο Στρατηλάτης είναι κυρίως εκείνοι που απαντούν και έφιπποι. Τα άλογά τους δεν είναι θωρακισμένα, ενώ κυρίως απεικονίζονται η σέλλα, τα χαλινάρια και συχνά και ο αναβολέας.
Επειδή δε σώζονται σχεδόν καθόλου βυζαντινά όπλα, οι σχετικοί μελετητές αναζητούν πληροφορίες στις παραστάσεις βυζαντινών πολεμιστών στην τέχνη και δευτερευόντως στις λίγες περιγραφές και τις μεμονωμένες αναφορές όπλων σε κείμενα σε κείμενα της εποχής. Ορισμένοι μελετητές αξιοποιούν, ως ένα βαθμό άκριτα, το υλικό που προσφέρουν οι απεικονίσεις αγίων, αρχαγγέλων και άλλων με στρατιωτική περιβολή, με αποτέλεσμα να οδηγούνται στη διαπίστωση ότι οι βυζαντινοί στρατιώτες ήταν οπλισμένοι σχεδόν σαν τον Αι- Γιώργη. Είναι ευνόητο ότι πρόκειται για τυποποιημένες μορφές και δεν επιτρέπεται να θεωρούμε ότι ένας στρατιώτης του ΙΓ΄ ή του ΙΔ΄αιώνος ήταν εξοπλισμένος όπως ένας Ρωμαίος αξιωματικός του Δ΄αιώνα.
Το γεγονός ότι το δόρυ του Αγίου Δημητρίου εμφανίζεται κοντό δε σημαίνει ότι μόνο τέτοιος τύπος ήταν σε χρήση στο βυζαντινό στρατό. Η προτίμησή του από τους καλλιτέχνες φαίνεται ότι γίνεται για να χωράει μέσα στο πλαίσιο της παράστασης. Οι στρατιωτικοί άγιοι άλλωστε ποτέ δεν εμφανίζονται να φορούν περικεφαλαία ή να ιππεύουν θωρακισμένο άλογο. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ο βυζαντινός πολεμιστής, αν υπηρετούσε σε μονάδες κρούσης ή σε σώματα βαριά οπλισμένων, δε διέθετε κασσίδιον και ίσως μάλιστα με προσωπείο ή ότι τα άλογα των πανσίδηρων ιπποτών δεν ήταν κατάφρακτα.
Από την άλλη πλευρά μπορεί κανείς να αντλήσει σημαντικές πληροφορίες από τις παραστήσεις στρατιωτικών αγίων, αν αναζητήσει και επισημάνει τα τυχόν νέα στοιχεία του εξοπλισμού τους. για παράδειγμα η καρδιόσχημη ασπίδα που προαναφέρθηκε, εμφανίζεται στο β΄μισό του ΙΒ΄ και το γεγονός αυτό είναι ενδιαφέρον, γιατί πρακτικώς συμπίπτει με τη διάδοση αυτού του τύπου ασπίδας, όχι μόνο στο Βυζάντιο αλλά και στη Δύση. Παρόμοια είναι και η περίπτωση του κυρτού σπαθιού που διαδίδεται κατά τους τελευταίους αιώνες της αυτοκρατορίας ή του αναβολέα, η χρήση του οποίου αποτέλεσε σταθμό στη τεχνολογία -κυρίως του πολέμου- και ο οποίος συναντάται ευρέως σε παραστάσεις ιππέων από τον Ι΄ αιώνα και μετά. Πρόκειται για σημαντικές πληροφορίες που τις αντλούμε σε μεγάλο ποσοστό από τις παραστάσεις στρατιωτικών αγίων και οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν, υπό την προϋπόθεση ότι τις προσεγγίζουμε με την απαραίτητη προσοχή.
Στη βυζαντινή τέχνη της παλαιολόγειας εποχής εμφανίζεται ο άγιος με παρόμοια πανοπλία, άλλοτε αλυσιδωτή ή φολιδωτή, άλλοτε πάλι με εκείνη που αναπαριστά το ανδρικό σώμα, τώρα όμως τα χρώματα και η διακόσμηση είναι πολύ πλούσια, σχεδόν μπαρόκ. Μερικές φορές την ύστερη αυτή εποχή ο πολεμιστής φέρει κράνος (άγιος Μερκούριος, σε τοιχογραφία του Αγίου Κλήμεντος στην Αχρίδα)
Ως επιπλέον αμυντικό όπλο των στρατιωτικών αγίων απεικονίζεται η ασπίδα(σκουτάριον) η οποία εμφανίζεται: α) στρογγυλή σε διάφορα μεγέθη. Αυτή συχνά δικρίνεται σαν ένας κύκλος πίσω από τον άγιο. β) Άλλοτε πάλι αποδίδεται σε τομή και έχει περίπου το σχήμα τριγώνου, προκειμένου να αποτυπωθεί το κυρτό της επιφάνειάς της.γ) Καρδιόσχημη από τα τέλη του ΙΑ΄ αιώνα που θα πάρει τη μορφή οξέος τριγώνου, μεγάλη σε μέγεθος ξεκινώντας από το έδαφος και φτάνοντας μέχρι το λαιμό του πολεμιστή. Η διακόσμησή της προοδευτικά γίνεται πλούσια.
Ως επιθετικά όπλα των αγίων εμφανίζονται αποκλειστικά η σπάθη και το δόρυ.
Όταν οι Άγιοι απεικονίζονται έφιπποι, κάτι που συμβαίνει πιο σπάνια, ο εξοπλισμός τους είναι παρόμοιος. Οι άγιοι Γεώργιος, Δημήτριος και Θεόδωρος ο Στρατηλάτης είναι κυρίως εκείνοι που απαντούν και έφιπποι. Τα άλογά τους δεν είναι θωρακισμένα, ενώ κυρίως απεικονίζονται η σέλλα, τα χαλινάρια και συχνά και ο αναβολέας.
Επειδή δε σώζονται σχεδόν καθόλου βυζαντινά όπλα, οι σχετικοί μελετητές αναζητούν πληροφορίες στις παραστάσεις βυζαντινών πολεμιστών στην τέχνη και δευτερευόντως στις λίγες περιγραφές και τις μεμονωμένες αναφορές όπλων σε κείμενα σε κείμενα της εποχής. Ορισμένοι μελετητές αξιοποιούν, ως ένα βαθμό άκριτα, το υλικό που προσφέρουν οι απεικονίσεις αγίων, αρχαγγέλων και άλλων με στρατιωτική περιβολή, με αποτέλεσμα να οδηγούνται στη διαπίστωση ότι οι βυζαντινοί στρατιώτες ήταν οπλισμένοι σχεδόν σαν τον Αι- Γιώργη. Είναι ευνόητο ότι πρόκειται για τυποποιημένες μορφές και δεν επιτρέπεται να θεωρούμε ότι ένας στρατιώτης του ΙΓ΄ ή του ΙΔ΄αιώνος ήταν εξοπλισμένος όπως ένας Ρωμαίος αξιωματικός του Δ΄αιώνα.
Το γεγονός ότι το δόρυ του Αγίου Δημητρίου εμφανίζεται κοντό δε σημαίνει ότι μόνο τέτοιος τύπος ήταν σε χρήση στο βυζαντινό στρατό. Η προτίμησή του από τους καλλιτέχνες φαίνεται ότι γίνεται για να χωράει μέσα στο πλαίσιο της παράστασης. Οι στρατιωτικοί άγιοι άλλωστε ποτέ δεν εμφανίζονται να φορούν περικεφαλαία ή να ιππεύουν θωρακισμένο άλογο. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι ο βυζαντινός πολεμιστής, αν υπηρετούσε σε μονάδες κρούσης ή σε σώματα βαριά οπλισμένων, δε διέθετε κασσίδιον και ίσως μάλιστα με προσωπείο ή ότι τα άλογα των πανσίδηρων ιπποτών δεν ήταν κατάφρακτα.
Από την άλλη πλευρά μπορεί κανείς να αντλήσει σημαντικές πληροφορίες από τις παραστήσεις στρατιωτικών αγίων, αν αναζητήσει και επισημάνει τα τυχόν νέα στοιχεία του εξοπλισμού τους. για παράδειγμα η καρδιόσχημη ασπίδα που προαναφέρθηκε, εμφανίζεται στο β΄μισό του ΙΒ΄ και το γεγονός αυτό είναι ενδιαφέρον, γιατί πρακτικώς συμπίπτει με τη διάδοση αυτού του τύπου ασπίδας, όχι μόνο στο Βυζάντιο αλλά και στη Δύση. Παρόμοια είναι και η περίπτωση του κυρτού σπαθιού που διαδίδεται κατά τους τελευταίους αιώνες της αυτοκρατορίας ή του αναβολέα, η χρήση του οποίου αποτέλεσε σταθμό στη τεχνολογία -κυρίως του πολέμου- και ο οποίος συναντάται ευρέως σε παραστάσεις ιππέων από τον Ι΄ αιώνα και μετά. Πρόκειται για σημαντικές πληροφορίες που τις αντλούμε σε μεγάλο ποσοστό από τις παραστάσεις στρατιωτικών αγίων και οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν, υπό την προϋπόθεση ότι τις προσεγγίζουμε με την απαραίτητη προσοχή.
Ταξιάρχης Κόλλιας
Καθηγητής του Βίου και του Πολιτισμού του Βυζαντίου, Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου