Stankovic Nebojsa, «Νέα
Εκκλησία»
Η Νέα Εκκλησία ήταν χορηγία του αυτοκράτορα Βασιλείου Α΄ (867-886).1 Ήταν χτισμένη στο εσωτερικό ή πολύ κοντά στο Μεγάλο Παλάτιο, ανατολικά του Χρυσοτρικλίνου και σε μικρή απόσταση από αυτόν,2 στο χώρο που βρισκόταν το παλαιότερο τζυκανιστήριο. Η κατασκευή είχε ήδη αρχίσει το 877υπό τη διεύθυνση και την προσωπική εποπτεία του Βασιλείου.4 Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, αρκετές εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης είχαν απογυμνωθεί, για να εξασφαλιστούν ψηφίδες και μαρμάρινες πλάκες για τη διακόσμηση του εσωτερικού της Νέας Εκκλησίας.5 Τα εγκαίνια της εκκλησίας έλαβαν χώρα την 1η Μαΐου του έτους 880 και πραγματοποιήθηκαν από τον Πατριάρχη Φώτιο.6 Ο νεοϊδρυθείς ναός είχε δικό του κλήρο και διοίκηση και έπαιζε σημαντικό ρόλο στις τελετές του Παλατιού.7 Το 12ο αιώνα η εκκλησία μετατράπηκε σε μοναστήρι και ήταν γνωστό ως Νέα Μονή. Ο Ισαάκ Β΄ Άγγελος (1185-1195) απογύμνωσε τη Νέα Μονή από μεγάλο μέρος του διακόσμου και των ιερών σκευών της.8 Κατά τη διάρκεια της Λατινοκρατίας χρησίμευσε ως παλατινό παρεκκλήσιο. Επιβίωσε της οθωμανικής κατάκτησης της πόλης και κατεδαφίστηκε πιθανώς το 1490.9
Περιγραφή στο Βίο Βασιλείου
Οι γνώσεις μας σχετικά με τη Νέα Εκκλησία και την όψη της εξαρτώνται από διάφορες γραπτές αναφορές και ορισμένες εικονιστικές παραστάσεις πρωιμότερες της καταστροφής της. Η βασική γραπτή μαρτυρία είναι η περιγραφή της εκκλησίας στο Βίο Βασιλείου (Vita Basilii), στο χωρίο που αναφέρει το οικοδομικό έργο του Βασιλείου στην πρωτεύουσα.10 Η εκκλησία ήταν αφιερωμένη στο Χριστό, στον Αρχάγγελο Γαβριήλ, στον Προφήτη Ηλία, στη Θεοτόκο και στον Άγιο Νικόλαο ως έκφραση της ευγνωμοσύνης του Βασιλείου «ὥσπερ τῆς περὶ αὐτὸν εὐμενείας».11 Το εσωτερικό της ήταν διακοσμημένο με πολύχρωμη ορθομαρμάρωση και δάπεδα με μαρμαροθετήματα, ψηφιδωτές παραστάσεις στους θόλους, επάργυρο με πολύτιμους λίθους φράγμα πρεσβυτερίου, Αγία Τράπεζα και σύνθρονο και παραπετάσματα από μεταξωτό ύφασμα. Το κτήριο στεγαζόταν με πέντε τρούλους, διακοσμημένους με ψηφιδωτά στο εσωτερικό και «μετάλλοις ἐμφεροῦς χρυσίῳ χαλκοῦ» στο εξωτερικό. Στη δυτική πλευρά υπήρχε ένα αίθριο με δύο περίτεχνες κρήνες φτιαγμένες από πορφυρίτη και μάρμαρο. Δύο αψιδωτές στοές εκτείνονταν κατά μήκος της βόρειας και της νότιας πλευράς μέχρι το νέο τζυκανιστήριο. Το θησαυροφυλάκιο και το σκευοφυλάκιο της εκκλησίας ήταν χτισμένα στο μέρος της αυλής που έβλεπε στη θάλασσα. Ανάμεσα στις δύο στοές και στην εκκλησία υπήρχε ένας εσωτερικός κήπος που ονομαζόταν Μεσοκήπιο.12 Η καμαρωτή οροφή της βόρειας στοάς ήταν διακοσμημένη με σκηνές από το μαρτυρικό θάνατο διάφορων αγίων.13
Ελάχιστες παραπάνω πληροφορίες, πέρα αυτών που αντλούμε από το Βίο Βασιλείου, μπορούμε να βρούμε σε άλλες πηγές. Πρέπει να προστεθεί ότι ο ναός είχε ανεγερθεί πάνω σε εξέδρα, κάτω από την οποία υπήρχε μια υποκείμενη κατασκευή.14 Κατά την είσοδο του αυτοκράτορα στο ναό, στον υπόγειο αυτό χώρο καιγόταν λιβάνι και ο αρωματικός καπνός εισερχόταν στο ναό από ανοίγματα στο δάπεδο.15
Πιθανές αποκαταστάσεις
Από το Βίο Βασιλείου και τις άλλες πηγές μπορούμε να σχηματίσουμε συγκεχυμένη εικόνα της κάτοψης του ναού. Οι περισσότεροι ερευνητές συμφωνούν ότι η αναφορά σε «πεντάτρουλο» ναό περιγράφει ένα τετράγωνο κτήριο με έναν κεντρικό τρούλο και άλλους τέσσερις πάνω από τις γωνίες, θεωρώντας ότι πρόκειται για κάποια εκδοχή του σταυροειδούς εγγεγραμμένου τύπου, που επίσης εφαρμόστηκε στις σύγχρονες εκκλησίες των Μονών Λιβός και Μυρελαίου.16 Άλλοι ερευνητές υποστηρίζουν την πιθανότητα να επρόκειτο για ναό με σταυρική κάτοψη και με τρούλους τοποθετημένους πάνω στις κεραίες του σταυρού, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του ναού των Αγίων Αποστόλων.17 Πάντως, η πρώτη λύση φαίνεται πιο πιθανή, δεδομένου ότι ο εγγεγραμμένος σταυροειδής ήταν ο κατεξοχήν αρχιτεκτονικός τύπος αυτή την περίοδο και ότι η αφιέρωση του ναού ήταν πενταπλή, υπήρχαν δηλαδή πέντε ιερά. Αυτό σημαίνει ότι, εκτός από τον κύριο λειτουργικό χώρο που ήταν αφιερωμένος στο Χριστό, υπήρχαν τέσσερα ακόμα παρεκκλήσια, καθένα με δικό του τρούλο. Τα παρεκκλήσια πιθανώς καταλάμβαναν τα γωνιακά διαμερίσματα. Αυτού του είδους η διάταξη μοιάζει με εκείνη του ναού της Θεοτόκου στη Μονή Λιβός, με τέσσερα παρεκκλήσια στις γωνίες, στο επίπεδο των υπερώων.18 Από την άλλη, τα τέσσερα παρεκκλήσια και οι υπερκείμενοι τρούλοι ενδεχομένως να διατάσσονταν σε ένα περίστωο.19
Ανεξάρτητα από το πόσο αποσπασματικές και ασαφείς είναι οι πηγές, οι πληροφορίες που παρέχουν μάς δίνουν την εντύπωση ότι η Νέα Εκκλησία ήταν φιλόδοξο έργο. Ήταν το κατεξοχήν μνημείο αναφοράς της βασιλείας του Βασιλείου Α΄, της Νέας Εποχής που θα επανέφερε τις δοξασμένες μέρες του Κωνσταντίνου και του Ιουστινιανού και ίσως και να τις ξεπερνούσε. Σε αυτή την ιδέα δινόταν έμφαση με το επίθετο «Νέα», καθώς και με την, λίγο πολύ ηθελημένη, επιλογή ενός σχεδίου με πέντε τρούλους. Εντούτοις, ένα σχέδιο τέτοιου τύπου αποτελούσε απλώς την αρχιτεκτονική έκφραση μετασχηματισμένων και νέων πεποιθήσεων, ιδεών και αναγκών, οι οποίες επρόκειτο να διαμορφώσουν την τέχνη και την αρχιτεκτονική στους επόμενους αιώνες. Η επιτυχία του σε αυτή την κατεύθυνση και η δημοτικότητα που απέκτησε επιβεβαιώνεται από την εκπληκτική εξάπλωση του πεντάτρουλου τύπου στο Βυζάντιο, στα Βαλκάνια και στη Ρωσία.
________________________________________
1. Στο Βίο Βασιλείου απαριθμούνται εικοσιπέντε ναοί στην Κωνσταντινούπολη και άλλοι έξι στα περίχωρα που είχαν ανακαινιστεί ή χτιστεί από το Βασίλειο. Οχτώ από αυτούς είχαν μόλις οικοδομηθεί και όλοι τους βρίσκονταν μέσα στο Μεγάλο Παλάτιο: Mango, C., Byzantine Architecture (New York 1976), σελ. 196.
2. Mango, C., “Nea Ekklesia”, Oxford Dictionary of Byzantium 2 (Oxford – New York 1991), σελ. 1.446• Ο Paul Magdalino παραπέμπει στον Λιουτπράνδο της Κρεμόνας, που περιέγραψε το ναό ευρισκόμενο «δίπλα στο παλάτι, στα ανατολικά»: Βλ. Magdalino, P., “Observations on the Nea Ekklesia of Basil I”, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 37 (1987), σελ. 61.
3. Jenkins, R.J.H. – Mango, C., “The Date and Significance of the Tenth Homily of Photius”, Dumbarton Oaks Papers 9-10 (1956), σελ. 130, υποσ. 35.
4. Mango, C., The Art of the Byzantine Empire, 312-1453: Sources and Documents2 (London 1986), σελ. 194· Magdalino, P., “Observations on the Nea Ekklesia of Basil I”, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 37 (1987), σελ. 51.
5. Στα Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, Preger, T. (επιμ.), Scriptores originum Constantinopolitanarum 2 (Leipzig 1907, ανατ. New York 1975), σελ. 288 αναφέρεται ότι ο Βασίλειος αποκόλλησε ψηφίδες και μαρμάρινες πλάκες από το Μαυσωλείο του Ιουστινιανού στους Αγίους Αποστόλους. Ο Συμεών Λογοθέτης είναι πιο γενικόλογος: «Πολλὰ δὲ μάρμαρα καὶ ψηφίδας ἐκ πολλῶν ἐκκλησιῶν ἀνέλαβεν ὁ βασιλεὺς λόγου τῆς νέας ἐκκλησίας». Βλ. Συμεών Λογοθέτης, Χρονογραφία, Bekker, I. (επιμ.), Leonis Grammatici Chronographia (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1842), σελ. 257.
6. Jenkins, R.J.H. – Mango, C., “The Date and Significance of the Tenth Homily of Photius”, Dumbarton Oaks Papers 9-10 (1956), σελ. 125, 130.
7. Mango, C., “Nea Ekklesia”, Oxford Dictionary of Byzantium 2 (Oxford – New York 1991), σελ. 1.446• Magdalino, P., “Observations on the Nea Ekklesia of Basil I”, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 37 (1987), σελ. 61.
8. Mango, C., “Nea Ekklesia”, Oxford Dictionary of Byzantium 2 (Oxford – New York 1991), σελ. 1.446. Σύμφωνα με το Νικήτα Χωνιάτη «καὶ τὸν ἐν τῷδε τῷ ἀνακτόρῳ περιώνυμον ναόν, ὃς Νέα κικλήσκεται, θείου παντὸς ἐπίπλου καὶ ἱεροῦ σκεύους ἐψίλωσε». Βλ. Mango, C., The Art of the Byzantine Empire, 312-1453: Sources and Documents2 (London 1986), σελ. 237. Υλικό και κατασκευές που αποκτήθηκαν με αυτό τον τρόπο χρησιμοποιήθηκαν για την ανακαίνιση του ναού του Αγίου Μιχαήλ του Ανάπλου.
9. Mango, C., “Nea Ekklesia”, Oxford Dictionary of Byzantium 2 (Oxford – New York 1991), σελ. 1.446.
10. Συνεχισταί Θεοφάνους, Χρονογραφία 5.83-86 [Βίος Βασιλείου], Bekker, I. (επιμ.), Theophanes Continuatus (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1838), σελ. 325-329 [μτφρ. στα αγγλ. Mango, C., The Art of the Byzantine Empire, 312-1453: Sources and Documents2 (London 1986), σελ. 194-195. Ο Βίος Βασιλείου αποτελεί το πέμπτο βιβλίο των Συνεχιστών του Θεοφάνη και γράφτηκε περί το 950 από τον Κωνσταντίνο Ζ΄ Πορφυρογέννητο ή από κάποιον του περιβάλλοντός του. Ένα άλλο κείμενο, η Δέκατη Ομιλία του Πατριάρχη Φώτιου, θεωρούνταν επί μακρόν ότι περιλάμβανε μια έκφραση της Νέας Εκκλησίας. Οι R.J.H. Jenkins και C. Mango υποστηρίζουν ότι στην πραγματικότητα παραδόθηκε με την ευκαιρία των εγκαινίων του ναού της Θεοτόκου στο Φάρο. Βλ. Jenkins, R.J.H. – Mango, C., “The Date and Significance of the Tenth Homily of Photius”, Dumbarton Oaks Papers 9-10 (1956), σελ. 123-140.
11. Συνεχισταί Θεοφάνους, Χρονογραφία 5.83-86 [Βίος Βασιλείου], Bekker, I. (επιμ.), Theophanes Continuatus (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1838), σελ. 325-329 [μτφρ. στα αγγλ. Mango, C., The Art of the Byzantine Empire, 312-1453: Sources and Documents2 (London 1986), σελ. 194. Μόνο εδώ γίνεται αναφορά στον Αρχάγγελο Γαβριήλ. Άλλες σχετικές πηγές αναφέρουν τον Αρχάγγελο Μιχαήλ αντί του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, αλλά όλες αυτές ανάγονται στο 10ο αιώνα ή και αργότερα. Φαίνεται ότι καμία από αυτές δεν είναι στην πραγματικότητα λανθασμένη, ότι η αρχική αφιέρωση ήταν στον Αρχάγγελο Γαβριήλ και ο Μιχαήλ έλαβε τη θέση του πιθανότατα κατά τη βασιλεία του Λέοντα ΣΤ΄. Βλ. Magdalino, P., “Observations on the Nea Ekklesia of Basil I,” Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 37 (1987), σελ. 56, υποσ. 26.
12. Συνεχισταί Θεοφάνους, Χρονογραφία 5.83-86 [Βίος Βασιλείου], Bekker, I. (επιμ.), Theophanes Continuatus (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1838), σελ. 325-329 [μτφρ. στα αγγλ. Mango, C., The Art of the Byzantine Empire, 312-1453: Sources and Documents2 (London 1986), σελ. 194-196.
13. Συνεχισταί Θεοφάνους, Χρονογραφία 5.83-86 [Βίος Βασιλείου], Bekker, I. (επιμ.), Theophanes Continuatus (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1838), σελ. 325-329 [μτφρ. στα αγγλ. Mango, C., The Art of the Byzantine Empire, 312-1453: Sources and Documents2 (London 1986), σελ. 196. Αυτές είναι οι μοναδικές εικονιστικές παραστάσεις που αναφέρονται σε οποιοδήποτε σημείο του κτηρίου. Το κείμενο δεν αναφέρει τίποτα για το εικονογραφικό πρόγραμμα της εκκλησίας. Σύμφωνα με το Reiske, J.J. (επιμ.), Constantini Porphyrogeniti imperatoris. De ceremoniis aulae byzantinae (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Bonn 1829-1830), σελ. 118, 121, ένα πορτρέτο του δωρητή Βασιλείου Α΄ βρισκόταν στο βόρειο κλίτος.
14. Krautheimer, R., Early Christian and Byzantine Architecture4 (New Haven – London 1986), σελ. 355.
15. Majeska, G., Russian Travelers to Constantinople in the Fourteenth and Fifteenth Centuries (Washington DC 1984), σελ. 37-38• Krautheimer, R., Early Christian and Byzantine Architecture4 (New Haven – London 1986), σελ. 356.
16. Mango, C., Byzantine Architecture (New York 1976), σελ. 196· Krautheimer, R., Early Christian and Byzantine Architecture4 (New Haven – London 1986), σελ. 341, 355· Ćurčić, S., “Architectural Reconsideration of the Nea Ekklesia”, Sixth Annual Byzantine Studies Conference, Abstracts of Papers (Ohio 1980), σελ. 11-12. Ο Ćurčić υποστηρίζει ότι το εσωτερικό του ναού ήταν διαμορφωμένο με τρόπο παρόμοιο με εκείνον του μοναστικού ναού του Αγίου Παντελεήμονα στο Νέρεζι, κοντά στα Σκόπια.
17. Buchwald, H., “Western Asia Minor as a Generator of Architectural Forms in the Byzantine Period: Provincial Back-Wash or Dynamic Center of Production?”, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 34 (1984), σελ. 278-279.
18. Τα παρεκκλήσια της Μονής Λιβός ενδεχομένως στεγάζονταν με ξεχωριστούς τρούλους πάνω σε τύμπανα: βλ. Megaw, A.H.S., “The Original Form of the Theotokos Church of Constantine Lips”, Dumbarton Oaks Papers 18 (1964), σελ. 279-298.
19. Jenkins, R.J.H. – Mango, C., “The Date and Significance of the Tenth Homily of Photius”, Dumbarton Oaks Papers 9-10 (1956), σελ. 137 και Magdalino, P., “Observations on the Nea Ekklesia of Basil I”, Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik 37 (1987), σελ. 51.