Μαρτυρίες
γιὰ τὴν ταυτότητα τῶν Βυζαντινῶν καὶ τῶν Ρωμιῶν σὲ ἑλληνικὲς πηγές -- ΜΕΡΟΣ 1
(Δημήτριος Ἰω. Κωνσταντέλος, «Μαρτυρίες
για την Ταυτότητα των Βυζαντινών και των Ρωμιών σε Ελληνικές Πηγές»,
περιοδικὸν «Πεμπτουσία», τ. 7, 8, 9, Δεκ. 2001 - Νοέμ. 2002)
Εισαγωγή
Η αυτογνωσία και η αντίληψις που έχει ένα έθνος για τον εαυτό
του και τις αξίες του είναι προϊόντα της μνήμης που διατηρεί από την ιστορία του
και την πολιτιστική εμπειρία πού κατέχει και ζει.
Η μνήμη του αρχαίου Ελληνισμού από τη Μυκηναϊκή εποχή καί
τους μυθικούς χρόνους ως την εποχή των Ελληνιστικών χρόνων και της Ρωμαϊκής
κυριαρχίας ήταν ζωντανή καθ' όλη τη βυζαντινή χιλιετία. Οι Βυζαντινοί δεν
γνώρισαν ποτέ διακοπή στην ιστορία του Ελληνισμού. Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούνταν
ειδωλολάτρες μεν, πλην όμως πρόγονοι. Η αυτοσυνειδησία των Βυζαντινών είχε
διαμορφωθεί από τη μελέτη των ιστορικών -του Ηροδότου, του Θουκυδίδη, του
Ξενοφώντα, του Πολυβίου, του Πλουτάρχου, - των ποιητών και φιλοσόφων - του
Ομήρου, του Σοφοκλή, του Σωκράτη, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, των ιατρών και
επιστημόνων -Ιπποκράτη, Γαληνού, Αρίσταρχου, Ήρωνα, Στράβωνα, Πτολεμαίου και
άλλων των κλασσικών και μεταγενεστέρων χρόνων.
Η εικόνα που είχαν εκείνοι που κατοικούσαν στο ελληνόφωνο
ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας για τον εαυτό τους ήταν μία σύνθεση
αποτελούμενη από τη γλώσσα που μιλούσαν, τη γραμματεία που μελετούσαν, την
παιδεία που διδάσκονταν και την ελληνική χριστιανική θρησκεία που λάτρευαν,
στοιχεία που τους συνέδεαν αδιάκοπα με τους αρχαίους προγόνους τους.
Γνώμες έγκριτων Ιστορικών
Υπό αυτές τις προϋποθέσεις o διάσημος Ούγγρος Ελληνιστής
Ιούλιος Μοράβσικ γράφει ότι είναι προτιμότερο να μιλάμε για Ελληνολογία παρά για
Βυζαντινολογία. Το ουσιαστικό «Ελληνολογία» πιο περιεκτικά και ιστορικώς με
περισσότερη ακριβολογία εκφράζει τον χαρακτήρα και το ήθος του βυζαντινού
κράτους καί πολιτισμού.(1)
Αλλά ο Μοράβσικ δεν ήταν ο μόνος που συνιστούσε την
αντικατάσταση του ονόματος «Βυζαντινολογία» με το «Ελληνολογία» και «Ελληνισμός
των μέσων αιώνων». Ο Γεώργιος Οστρογκόρσκι, ένας από τους σημαντικότερους
μελετητές της υπό συζήτηση περιόδου, στο τέλος του πρώτου μέρους της Ιστορίας
του γράφει ότι τώρα μπορούμε να ομιλούμε για την ιστορία της Μεσαιωνικής
Ελληνικής Αυτοκρατορίας. Και ο προ ολίγων μηνών αποθανών Ρώσσος Αλέξανδρος
Καζντάν σε μια πολύ σημαντική μελέτη του με θέμα «Συνέχεια και Ασυνέχεια στη
Βυζαντινή Αυτοκρατορία» τονίζει ότι η Αυτοκρατορία ήταν ελληνική, αν και
περιείχε μερικές μειονότητες, Αρμενίους, Ιταλούς, Σλάβους. Περιορίζομαι σε τρεις
μαρτυρίες μη Ελλήνων ιστορικών και φιλολόγων,(2) οι οποίοι δεν νομίζω ότι
έπασχαν από ελληνικό πατριωτικό εθνικισμό, όπως θα χαρακτηρίζονταν μερικοί από
μας αν θα λέγαμε το ίδιο πράγμα.
Οι όροι Ρωμαίος-Γραικός
Είναι γνωστό, βέβαια, ότι αυτοί που σε σχολικά εγχειρίδια
άκριτα ονομάζονται «Βυζαντινοί» αυτοπροσδιορίζονταν ως Ρωμαίοι, δηλαδή πολίτες
της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και τούτο γιατί γι' αυτούς η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία
δεν καταστράφηκε με την πτώση της Ρώμης. Το διάταγμα του Καρακάλλου το 212, δια
του οποίου όλοι οι ελεύθεροι κάτοικοι της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
πολιτογραφήθηκαν ως Ρωμαίοι πολίτες, είχε αποφασιστική σημασία για τη
«ρωμανοποίηση» του Ελληνισμού.
Αλλά, ενώ οι πολίτες της νέας αυτοκρατορίας θεωρούσαν τους
εαυτούς τους Ρωμαίους, γι' αυτό και Ρωμιοί και Ρωμιοσύνη, επειδή το κράτος τους
ήταν μια συνέχεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι γειτονικοί και άλλοι λαοί
[Λατίνοι, Φράγκοι, Ρώσοι, Αρμένιοι, Γεωργιανοί, Χάζαροι, Εβραίοι] τους ονόμαζαν
Γραικούς [Έλληνες] και Γιουνάνι, Γιαβάνι [Ίωνες]. Ενώ οι «Βυζαντινοί» καλούσαν
το κράτος τους «Βασίλειον των Ρωμαίων» οι ξένοι λαοί το ονόμαζαν Γραικία ή
Γιουναστάν ή Γιοβάν [Ιωνία].
Το όνομα «Γραικός», το οποίο κατά τον Αριστοτέλη, Απολλόδωρο,
το χρονικό της Πάρου και άλλες αρχαίες πηγές είναι αρχαιότερο του «Έλληνας»,(3)
χρησιμοποιούνταν περιστασιακά και από τους Βυζαντινούς για λόγους αυτογνωσίας.
Τις περισσότερες όμως φορές χρησιμοποιούνταν για να δηλωθεί η παιδεία, η γλώσσα,
η πολιτισμένη παράδοση. Με μερικές μόνο εξαιρέσεις, όλοι οι ξένοι λαοί
χρησιμοποιούσαν τις λέξεις «Γραικοί» και «Γραικία» για να δηλώσουν τον Έλληνα
και την Ελλάδα, η οποία κατ' αυτούς ταυτιζόταν με την Βαλκανική χερσόνησο και
την Μικρασία. Κατά κανόνα οι μη ελληνικές πηγές αναφερόμενες στον εθνικό
ελληνικό χαρακτήρα δεν κάνουν διάκριση μεταξύ αρχαίων, μη χριστιανών, και
χριστιανών Ελλήνων.
Η μέγιστη πλειονότητα αυτών των ίδιων των Βυζαντινών είχαν
συνείδηση της αδιάσπαστης ενότητάς τους με τους αρχαίους Έλληνες, ειδωλολάτρες
μεν, όπως προείπαμε, πλην όμως προγόνους. Αν και μετά τον τέταρτο αιώνα το
εθνικό όνομα «Έλλην» είχε χάσει το αρχικό νόημά του και ταυτίστηκε με το
«ειδωλολάτρες», το «Γραικός» και το «Ίωνας» επεβίωσαν ως εθνικά και συνώνυμα
ονόματα και χρησιμοποιούνταν από τους γειτονικούς λαούς, της Δύσεως και της
Ανατολής του Βορρά και του Νότου. Ο Πρίσκος, ιστορικός του 5ου μ.Χ. αιώνα,
γράφει ότι καθ' ον χρόνον ήτο απεσταλμένος πρέσβυς στην Αυλή του Αττίλα
συνήντησε κάποιον ενδεδυμένον Σκυθικά που μιλούσε Ελληνικά. Όταν ο Πρίσκος τον
ρώτησε που είχε μάθει την ελληνική, εκείνος χαμογέλασε και είπεν: «Είμαι
Γραικός εκ γενετής».(4)
Ο Θεόδωρος Στουδίτης
Δεν ήταν ασύνηθες στους μεταγενέστερους Βυζαντινούς
συγγραφείς να χρησιμοποιούν το «Γραικός» ή «Γραικοί» ή και το «Έλληνας» ακόμη
για να αναφερθούν στους γηγενείς της Αυτοκρατορίας. Ολίγα μόνο παραδείγματα. Σε
γράμμα του στο πνευματικό του παιδί Ναυκράτιο, ο Θεόδωρος Στουδίτης [759-826]
εκφράζει τη λύπη του για κάποιο μοναχό ονόματι Ορέστη που λιποτάκτησε στους
εικονομάχους και τον ενθαρρύνει να μείνει πιστός στις αρχές του «χάριν της
δόξης του Χριστού υπέρ ου δονείται η ταπεινή Γραικία μάλα».Η Γραικία εδώ, η
οποία συνταράσσεται πολύ από την εικονομαχία, είναι ολόκληρη η βυζαντινή
αυτοκρατορία, όπως την περιγράφουν και μη ελληνικές πηγές της ιδίας εποχής.
Σε παρηγορητική του επιστολή στην ηγουμένη Ευφροσύνη της
Μονής Κλουβίου, ο Θεόδωρος ομιλεί για στρατηγίες και δημαγωγίες «και εν
Αρμενία και εν Γραικία». Η δυτικά της «αφ' ηλίου ανατολών» Αρμενίας
Γραικία δεν είναι άλλη ει μή η βυζαντινή αυτοκρατορία. Οι γηγενείς ή όλοι οι
κάτοικοι της αυτοκρατορίας ονομάζονται Γραικοί από τον διάσημο ηγούμενο της
Μονής Στουδίου. Σε επιστολή του στον ασηκρήτη Στέφανο, ο Θεόδωρος θρηνεί την
εικονομαχική πολιτική του αυτοκράτορα Λέοντα του Δ' [775-780] και ιδιαίτερα τις
διώξεις εναντίον των εικονοφίλων πού εξαπέλυσε το 780.
Αποκαλεί τον αυτοκράτορα αντίχριστο προ του Αντιχρίστου και
εκφωνεί: «Ακούσατε πάντα τα έθνη, ενωτίσασθε πάντες οι κατοικούντες την
οικουμένην τι γέγονεν εν Γραικοίς».(5)
Κατά τον δέκατο αιώνα στην περιγραφή της ανωμαλίας και
αναταραχής που προκάλεσε η Σλαβική ομάδα εγκατεστημένη στην περιοχή των Πατρών,
ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος γράφει ότι οι Σλάβοι κατ' αρχήν λεηλάτησαν τις
κατοικίες των γειτόνων τους Γραικών και κατόπιν πήγαν εναντίον της πόλεως των
Πατρών.(6)
Η Άννα Κομνηνή
Το «Έλλην» ως εθνικό όνομα και όχι συνώνυμο του
«ειδωλολάτρης» χρησιμοποιείται από την Άννα την Κομνηνή [1083-1154] και άλλους
μεταγενέστερους συγγραφείς. Όταν γράφει για το τόξο τσάγγρα η Άννα τονίζει ότι
το τόξο αυτό είναι άγνωστο στους Έλληνες και αναφέρεται στους συγχρόνους της
Έλληνες κι όχι τους αρχαίους. Όταν η Άννα Κομνηνή καυχάται για την αρχαία
κλασσική της παιδεία ομιλεί ως γνήσια απόγονος των Ελλήνων και όχι ως αλλοδαπή
που διδάχθηκε την ελληνική ως ξένη γλώσσα. Γράφει για την πατρίδα της. Επαινεί
την ελληνικώτατη προφορά που είχε ο Ιωάννης Ιταλός σαν να είχε έλθει στην
«πατρίδα μας» και να είχε εκμάθει την ελληνική από παιδικής ηλικίας.(7)
Ο Μιχαήλ Ψελλός
Ο Μιχαήλ Ψελλός, ο «ύπατος των φιλοσόφων», κατά τον ενδέκατο
αιώνα [1018-1081] είχε ελληνικότατη συνείδηση. Όταν κατακρίνει τον ιστορικό
Ηρόδοτο, διότι έγραφε κολακευτικά λόγια για τους Πέρσες και προσβλητικά για τους
Έλληνες, ο Ψελλός γράφει σαν να προσεβλήθη ο ίδιος, αφού ο Ηρόδοτος προσέβαλε
τους προγόνους του.(8)
Ολίγες ακόμη μαρτυρίες από ελληνικές πηγές επαρκούν για να
επιβεβαιώσουν το έγκυρο των απόψεων μας ότι το «Γραικός» και το «Έλλην» ως
εθνικά ονόματα χρησιμοποιούνταν από τους Βυζαντινούς συγγραφείς όσες φορές το
καλούσαν οι περιστάσεις.
Ο Θεοφάνης ο ομολογητής
Ο Θεοφάνης ο ομολογητής και ο Πλήθων ο Γεμιστός, ο πρώτος του
8ου καί 9ου αιώνα και ο δεύτερος του 14ου είναι περισσότερο συγκεκριμένοι στον
προσδιορισμό του όρου «Γραικός» και «Έλληνας». Ο Θεοφάνης, που έγραψε στις αρχές
του 9ου αιώνα, διηγείται ότι όταν πρεσβεία από την Κωνσταντινούπολη μετέβη στην
Αυλή του Καρλομάγνου για να ζητήσει την κόρη του Ερυθρώ ως σύζυγο του
Κωνσταντίνου του 6ου άφησε πίσω τον διδάσκαλο και μοναχό Ελισσαίο για να διδάξει
στην Ερυθρώ τη γλώσσα και την παιδεία των Γραικών και τους νόμους της Ρωμαϊκής
Πολιτείας. Για τον Θεοφάνη ο λαός, η γλώσσα, η παιδεία είναι Γραικοί και
Γραικικοί.(9)
Κατά τον δωδέκατο αιώνα οι αδελφοί Μιχαήλ και Νικήτας
Χωνιάται ή Ακομινάτοι κάμνουν ευρεία χρήση των ονομάτων «Έλληνες» και «Ελλάς»,
ενίοτε δε και «Γραικοί», ως εθνικά ονόματα, όχι μόνο με αναφορά στην κλασσική
αρχαιότητα, αλλά ως ονόματα της σύγχρονης εποχής τους. Ο Νικήτας γράφει για
«Έλληνες άνδρες» και ονομάζει τις πόλεις που κατακτήθηκαν από τους
εχθρούς «ως πόλεις όλας ελληνίδας». Ο δε πρεσβύτερος αδελφός του Μιχαήλ,
που έγινε και αρχιεπίσκοπος Αθηνών, θρηνεί την παρακμή των Ελλήνων λόγω των
Λατινικών κατακτήσεων με τις Σταυροφορίες.(10)
Κατά τον 13ο αιώνα μέχρι το τέλος της Αυτοκρατορίας οι όροι
«Έλληνες» και «Ελλάς» γίνονται περισσότερο κοινόχρηστοι. Επί παραδείγματι ο
αυτοκράτορας Ιωάννης Γ' Βατάτζης σε επιστολή του στον Πάπα Γρηγόριο τον ενδέκατο
βλέπει τον εαυτό του να βασιλεύει σε γένος των Ελλήνων και ότι «εν τω γένει
των Ελλήνων ημών η σοφία βασιλεύει και ως εκ πηγής εκ ταύτης πανταχού ρανίδες
ανέβλυσαν».(11)
Είναι γνωστόν ότι, με βάση τη γλώσσα και την παιδεία, ο
τελευταίος σημαντικός φιλόσοφος του Βυζαντίου Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός
χαρακτηρίζει τους κατοίκους της φθινούσης αυτοκρατορίας «Έλληνες».(12) Με βάση
λοιπόν την γλώσσα που μιλούσαν, τα γράμματα που διδάσκονταν, την ιστορική μνήμη
που καλλιεργούσαν και την αυτοσυνειδησία που κατείχαν οι γνήσιοι Βυζαντινοί ήσαν
Γραικοί, Έλληνες και Ρωμηοί, όροι συνώνυμοι. Η αντίληψις που είχαν για τον εαυτό
τους ενισχύεται από την γνώμη που είχαν και οι γείτονες της αυτοκρατορίας. Αλλά
επ' αυτού στο επόμενο κεφάλαιο.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. - Byzantion, τομ.25 (1965), σσ. 291-301.
2. - George Ostrogorsky, History of the Byzantine State
μετάφρ. στα Αγγλικά Joan Hussey (New Brunswick, N. J. 1969), σ. 86. Alexander
Kazhdan and Antony Cutler, "Continuity and Discontinuity in Byzantine History",
Byzantion τόμ. 32 (1982), σ. 465.
3. - Αριστοτέλης, Μετεωρολογία 1:14. Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη
1:49. Χρονικόν Πάρου Α 6, 10-12, επ. Felix Jacoby, Das Marbor Parium (Berlin,
1904), 4, βλ. ιδιατέρως σσ. 36-38,138.
4. - Πρίσκος Πανίτης, Fragments, επ. C. Müller, Fragmenta
Historicum Graecorum, 4 (Paris 1868), σσ. 69-110, κυρίως σ. 86.
5. - Θεοδώρου Στουδίτου, Επιστολές 145, 458, 419, έκδοσις
Georgios Fatouros, Theodori Studitae Epistulae 2, τόμοι (Walter de Gruyter:
Berolini 1991) σσ. 261, 652,587.
6. - Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος, Προς τον ίδιον υιόν
Ρωμανόν, κεφ. 49. Επ. Gy. Moravcsik και μετάφρ. Β. J. Η. Jenkins, Constantine
Porphyrogenitus, De Administrando Imperio (Budapest, 1949), σσ. 228-232.
7. - Άννα Κομνηνή, Αλεξιάδα, Βιβλ. 10, κεφ. 8, Πρόλογος 4-5,
Βιβλ. 5, κεφ. 5, Βιβλ. 10, κεφ. 9.
8. - Μιχαήλ Ψελλός, Χρονογραφία, Κωνσταντίνος IX. 24.
9. - Θεοφάνης, Χρονογραφία AM 6274, επ. C. de Boor,
Theophanis Chronographia (Lipsiae, 1883) τόμ. Ι, σ. 455.
10. - Νικήτας Χωνιάτης, Βασιλεία Ανδρονίκου του Κομνηνού,
έκδ. loanness Α.. Van Dreien (Berlin 1975), σσ. 301, 496, 502, 401, 477 et all.
Μιχαήλ Ακομινάτος Χωνιάτης, Τα Σωζόμενα, έκδ. Σπυρίδωνος Π. Λάμπρου, 2 τομ.
(Αθήναις 1880), 1:100, 183,2:292.
13. - Ιησούς ο Στηλίτης, Chronicle, κεφ. 43, μετάφρ. στα
Αγγλικά William Wright, (Cambridge, 1888), σ. 32.
14. - V.M:Istrin, επ., Otkroveniebmetodija Patarskago I
Apokrificheskiia Videnia Daniela v Vizantiiski I Slaviano-Russkoi Literatura Kh
(Moscow, 1987), κείμ. 26-33
15. - Norman Gold Omeljan Pritsak, Khazarian Hebrew Documents
of the Tenth Century (Ithaca and London, 1982), σσ. 109-111,115.
16. - A.Neubaur, The Early Settlement of the Jews in Italy.
Jewish Quarterly Review τομ. 4 (1892), s. 614.
17. - Yahya Ibn Sa id, P:O.τομ. 23, σ. 519.
18. - Βενιαμίν της Τουδέλα, Travels in the Middle Ages,
μετάφρ. στα Αγγλικά Joseph Simon (Malibu, California, Pangloss Press,1983),σσ.
67-71
19. - Ένθ. αν., σσ. 70-71.
20. - Ibn Battuta, Travels in Asia and Africa, εκδ. και
μετάφρ. στα Αγγλικά H.A.R. Gibb (New York 1929 και 1969), σσ. 135,136,141,151.
21. - S. Η. Cross και ΟΙ. P.Sherbowitz-Wetzer, μετάφρ. στα
Αγγλικά, The Russian Primary Chronicle (Cambridge, Mass.1953), σσ.59-97.
22. - George P. Majeska, Russian Travelers .to Constantinople
in the Fourteenth and Fifteenth Centuries (Washington DC, 1984), σ. 40, σημ. 59.
23. - Γ. Α. Ράλλη καιί Μ. Ποτλή, Σύνταγμα των θείων καιί
ιερών κανόνων, τόμ. 3 (Αθήνησιν 1853), σσ. 612-613.
24. - J. Mansi, Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima
Collectio 31τόμοι (1758-1798), 12:982.
25. - Βλ. Libri Pontificales αρ. 54, 55, 61, 63,94,
96,97,112,104 στη σειρά The Book of Pontiffs, μετάφρ. στα Αγγλικά Raymond Daris
Texts for Historians, Latin Series (Liverpool University Press, 1989).
26. - Σε6αστός Bede, MPL. 92.3, Col. 1038. Ισίδωρος Σεβίλλης,
"Etymologiarum" MPL τόμ. 4,543. Γρηγόριος ο Μέγας, MPG, τόμ. 77.3,1119-91.
Γρηγόριος του Τουρίνου, MPL, τόμ. 71,895. F. Α. Wright, The Works of Liudprand
of Cremona (London 1930). Παύλος ο Διάκονος, Ιστορία των Λογγοβάρδων, Βιβλ. 3,
κεφ. 15.
27. - Einhard and Notker the Stammerer, Two Lives of
Charlemagne μετ. στα Αγγλικά Lewis Thorpe (Penguin Books, London 1969), σσ.
69,71,103, 124,125,138,140,143,146.
28. - Για σύντομες περικοπές από τα χρονικά των Σταυροφοριών
βλ. Rigun Rermoud; The Crusades, μετάφρ. στα Αγγλικά Enid McLeod (New
York,1964). Για πιο λεπτομερείς πληροφορίες αυτόπτων μαρτύρων βλ. Ροβέρτο του
Κλαρί, The Conquest of Constantinople, μετάφρ. στα Αγγλικά Edgar H. McNeal (New
York, 1936,1964,1969),σσ. 45-48, 66,77-128. O Ροβέρτος σημειώνει ότι οι
επίσκοποι και οι ηγούμενοι που συνόδευαν την τέταρτη Σταυροφορία «διέταξαν
τους Σταυροφόρους να εξομολογηθούν καιί να κοινωνήσουν καιί να μη φοβούνται να
επιτίθενται στους Έλληνες γιατί είναι εχθροί του Θεού». Ένθ. αν,, σ.94.
Geoffrey de Villehardouin, Chronicle of the Fourth Crusade και μετάφρ. στα
Αγγλικά Sir Frank T. Marzials, Memories of the Crusades (New York,1958). Ο
Villehardouin σημειώνει τις απόψεις ενός ηγουμένου του Τάγματος των Σιστερσιανών
που είπε στους Σταυροφόρους ότι θα επανακτούσαν την Ιερουσαλήμ «είτε μέσω της
Βαβυλώνας [Καΐρου] είτε μέσω της Ελλάδος», (σ. 24). Στο χρονικό του ο
Villehardouin πάντα αναφέρει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ως Γραικία και τους
κατοίκους της ως Γραικούς (ιδιαίτερα στις σσ. 34-66).RBC Huydens και John Η.
Pryor εκδότες, Peregrinationes Tres, Corpus Christianorum (Brepols 1994), σσ.
59-60, 77,137, 152. Για τον Ακινάτο βλέπε περιληπτικώς το A Complete Index of
the of the Summa Theologica of Thomas Aquinas εκδ. R.J. Deferrari και M.
Inviolata Barry (Baltimore, Md. 1956).
29. - X. Μ. Βαρτικιάν, «Ονοματοδοσίες λαών στις Αρμενικές
μεσαιωνικές πηγές», Η Επικοινωνία στο Βυζάντιο, επ. Ν. Γ. Μοσχονάς [Αθήνα,
1993] σσ. 729-746.
30. - Jean-Pierre Mahe, «Armenian Attitudes towards
Byzantium in Grigor Nareka» in «History of the Holly Cross of
Aparank». Αδημοσίευτη μελέτη που εκφωνήθηκε στο Dumbarton Oaks. Elishe,
History of Vardan and the Armenian War μετάφρ. στα Αγγλικά με σχόλια Robert W.
Thomson (Cambridge, Mass. 1982), σσ. 60-65, 123,133, 145-146,184-185,237,299.-•
31.«Μαρτύριον των... εξήκοντα και τριών», εκδ. Α. Παπαδοπούλου-Κεραμέως,
Pravoslavnyi palestinskij sbornik, τόμ. 19.3 (1907) σσ. 141-145. 32. Ali aï-Mas
udi, Murus al-dhahab, επ. και μετάφρ. στα Αγγλικά C. Barbier de Meynard Pavet
και de Courteille, Les Prairies d Or, τόμ. 2 (Paris 1861), 2:8-9. D.M.Dunlop,
History of the Jewish Khazars (Princeton, 1954), σ. 89. 33. bu Mu in Nasir,
Sefer nameh μετάφρ. στα Αγγλικά G. Le Shrange, Nasir-Khosrav :Diary of Journey
through Syria and Palestine in 1047, Palestine Pilgrims Text Society αρ. 4
(London,1888), σ. 23.
34. - AI-Samhudi, Wafa al Wafa, I (Cairo,1336 Η), σ. 367
Al-Tabari, II, 1194. 35. Franz Rosenthal, The Classical Heritage in Islam
μετάφρ. στα Αγγλικά Emile και Jenny Marmorstein (London and New York, 1975),
36. - Ένθ. αν. σσ. 43-44.
37. - Ένθ. αν. σσ. 14,24-51.
38. - Ιέρακος, «Χρονικόν περί της των Τούρκων
Βασιλείας», εκδ. Κ. Ν. Σάθας, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, τόμ. l (Hidesheim New
York 1972), σσ. 243-268.
39. - Ε. Legrand; Bibliothèque grecque vulgaire, (Paris 1881)
vol. 2, 231-333, στ. 2359,2361,2454.
40. - Ανδρόνικος Κάλλιστος, Μονωδία, Ελληνική Πατρολογία,
εκδ. J.P.Migne, τόμ. 161, στ. 1131Β, 1133Δ.
41. - Βλέπε Speros Vryonis, Jr. The Byzantine Legacy in the
Formal Culture of the Balkan Peoples στο συλλογικό έργο The Byzantine Tradition
after the Fall of Constantinople, John J. Yiannias, έκδ. (Charlottesville and
London 1992), σσ. 17-44.
44. - Φαίδων Κουκούλες, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός , 6
τόμοι (Αθήνα 1948-1955).
45. - Οι σελίδες που ακολουθούν είναι δάνειο από τη μελέτη
μου «Οι Κανόνες της Πενθέχτης Οικουμενικής Συνόδου ως Απόηχος Εκκλησιαστικών
και Κοινωνικών Προβλημάτων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας του Εβδόμου Αιώνα».
46. - ένθ. ανωτ, σσ, 301-302. Δημοσθένους, Επιστολαί, αρ. 1.
Περί Ομονοίας, Εκδ. Norman W. De Witt και Norman T. De Witt. The Loeb Classical
Library, Cambridge, Mass. Harvard University Press 1962, σ. 198.
47. - Ατταλειάτης, Μιχαήλ. Ιστορία, Εκδ. Immanuel Bekkerus,
Bonn 1833, σ.48.
48. - Cumont, Franz. Les Actes de S. Dasius, Analecta
Bollandianna, τομ. 16 (1897), σσ. 5-16, κυρίως σ 12.
49. - Διά τα Κρόνια βλ. Walter Burkert John Raffan,
Cambridge, Mass. Harvard University Press 1985, σσ. 231-233, 259.
50. - Cumont, εργ. μνημ. σ. 12.
51. - Νικήτα του Χωνιάτου, Xρονική Διήγησις, εκδ. loannes
Aloysius Van Dieten, Berolini: Walter de Bruyter, 1975, σσ. 275-276.
52. - Βλ. σημ. αρ. 9 και 4. Επίσης Αθανασίου Πατριάρχου
Κωνσταντινουπόλεως, Επιστολαί, αρ. 47, εκδ. Alice-Mary Maffry Talbot, The
Correspondence of Athanasius I Patriarch of Constantinople, Washington D.C.
1975. σσ. 100-102, 357.
53. - Κωνσταντίνου εν Χριστώ Βασιλεί...Ρωμαίων, Προς τον
Ίδιον Υιόν Ρωμανόν, κεφ. 50, εκδ. Gu. Moravcsik και R.J.H. Jenkins Constantine
Porphyrogenitus, De Administrado Imperio, Budapest 1949, σσ. 232-236. Πολύ
ενδιαφέρουσα είναι η μελέτη της Marilyn Dunn «Evangelization or Repentance?
The Re-Christianization of the Peloponnese in the Ninth and Tenth Centuries στο
Renaissance and Renewal in Christian History εκδ. D. .. Baker, Oxford 1977, σσ
71-86.
54. - Λαμψίδου, Οδ., Ο εκ Πόντου Όσιος Νίκων ο Μετανοείτε,
Αθήναι 1982, κεφ. 4, σ. 114.
55. - Sullivan, Denis F. The Life of Saint Nikon, Brookline,
Mass.: Hellenic College Press 1987, σ.299.
56. - Παρά Ράλλη και Ποτλή, Σύνταγμα, εργ. μνημ. τομ. 2, σ.
449. Βλέπε και τα σχόλια του Βαλσαμώνος, σσ. 449 - 452.
57. - Ihor Sevcenko, A Shadow Outline of Virtue: The
Classical Heritage of Greek Christian Literature (Second to Seventh Century)
στον συλλογικό τόμο εργασιών του, Ideology, Letters and Culture in the Byzantine
World, London 1982.
Δημήτριος Ἰω.
Κωνσταντέλος
«Πεμπτουσία», τ. 7, 8, 9, Δεκ. 2001 - Νοέμ. 2002
«Πεμπτουσία», τ. 7, 8, 9, Δεκ. 2001 - Νοέμ. 2002
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου