Αυτοκρατορικό ζευγάρι. Εδώ ο αυτοκράτορας παρουσιάζεται με ξανθοκόκκινο μαλί και η αυτοκράτειρα μαύρα μαλλιά και καλογραμμένα φρύδια και ροδαλά μάγουλα. |
Κοντά σου τη φωτιά του πάθους πώς θ' αντέξω;
Μόνο ένα φάρμακο για αυτή τη δίψα ξέρω.
Τον έρωτα, έρωτας πιο φλογερός τον σβήνει.
Μόνο ένα φάρμακο για αυτή τη δίψα ξέρω.
Τον έρωτα, έρωτας πιο φλογερός τον σβήνει.
Ιωάννης Γεωμέτρης, βυζαντινός ποιητής
Στο Βυζάντιο, που οι κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές του δομές ήταν απόρροια του
Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού,υπήρξε έντονη σύγκρουση ανάμεσα στον ερωτισμό και τη χριστιανική ηθική. Ιδιαίτερα στην πρώιμη περίοδο (4ος-7ος αι.), οι αυστηροί κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας συγκρούστηκαν με τον ειδωλολατρικό αισθησιασμό και την απόλαυση της ζωής που εξακολουθούσε να επιζεί ως κληρονομιά της αρχαιότητας.
Ο έρωτας όμως, ως θεμελιώδης έκφραση της ανθρώπινης ύπαρξης είναι παντού παρόντας, η βυζαντινή κοινωνία αποτελεί μια κοινωνία ανθρώπων που, παρά τη μεγάλη σημασία που αποδίδει στο θείο, δεν παύει να ερωτοτροπεί και να ερωτεύεται σε όλες τις μορφές και εκφράσεις, από τη χυδαία μορφή του αγοραίου έρωτα, τα ερωτικά κελεύσματα και μηνύματα κάτω από δυσκολίες και περιορισμούς, τις ερωτικές περιπέτειες στα λουτρά, μέχρι τον υψηλό και ιδανικό έρωτα, όπως περιγράφεται στα ερωτικά μυθιστορήματα και ποιήματα.
Ποια όμως ήταν η σχέση της βυζαντινής γυναίκας με τον έρωτα; Aπό το βιβλίο του πρύτανη της βυζαντινολογίας Φαίδωνα Κουκουλέ, διαβάζουμε:
Η οικογένεια, οι γονείς, πειθαρχώντας στις επιταγές της Εκκλησίας, φρόντιζαν να κρατούν τις κόρες τους μακριά από τα βλέμματα των ανδρών, κρατώντας τες περιορισμένες στα σπίτια τους. Παρόλα αυτά όμως, δεν ήταν πάντα δυνατόν να νικήσουν την ανθρώπινη φύση ούτε να αποτρέψουν την εμφάνιση των ερωτικών αισθημάτων. Ο φτερωτός θεός, ακόμα και μέσα από τις κλειδαμπαρωμένες πόρτες και τα σφαλιστά παραθυρόφυλλα, πετύχαινε να ρίξει τα βέλη του. Και έτσι οι κόρες των βυζαντινών ερωτεύονταν και σαγηνεύονταν από την ομορφιά των νέων, τους οποίους έβλεπαν στις λίγες κοινωνικές εξόδους τους ή άκουγαν τα ερωτικά τους τραγούδια κάτω από τα παραθύρια τους.
Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού,υπήρξε έντονη σύγκρουση ανάμεσα στον ερωτισμό και τη χριστιανική ηθική. Ιδιαίτερα στην πρώιμη περίοδο (4ος-7ος αι.), οι αυστηροί κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας συγκρούστηκαν με τον ειδωλολατρικό αισθησιασμό και την απόλαυση της ζωής που εξακολουθούσε να επιζεί ως κληρονομιά της αρχαιότητας.
Ο έρωτας όμως, ως θεμελιώδης έκφραση της ανθρώπινης ύπαρξης είναι παντού παρόντας, η βυζαντινή κοινωνία αποτελεί μια κοινωνία ανθρώπων που, παρά τη μεγάλη σημασία που αποδίδει στο θείο, δεν παύει να ερωτοτροπεί και να ερωτεύεται σε όλες τις μορφές και εκφράσεις, από τη χυδαία μορφή του αγοραίου έρωτα, τα ερωτικά κελεύσματα και μηνύματα κάτω από δυσκολίες και περιορισμούς, τις ερωτικές περιπέτειες στα λουτρά, μέχρι τον υψηλό και ιδανικό έρωτα, όπως περιγράφεται στα ερωτικά μυθιστορήματα και ποιήματα.
Ποια όμως ήταν η σχέση της βυζαντινής γυναίκας με τον έρωτα; Aπό το βιβλίο του πρύτανη της βυζαντινολογίας Φαίδωνα Κουκουλέ, διαβάζουμε:
Η οικογένεια, οι γονείς, πειθαρχώντας στις επιταγές της Εκκλησίας, φρόντιζαν να κρατούν τις κόρες τους μακριά από τα βλέμματα των ανδρών, κρατώντας τες περιορισμένες στα σπίτια τους. Παρόλα αυτά όμως, δεν ήταν πάντα δυνατόν να νικήσουν την ανθρώπινη φύση ούτε να αποτρέψουν την εμφάνιση των ερωτικών αισθημάτων. Ο φτερωτός θεός, ακόμα και μέσα από τις κλειδαμπαρωμένες πόρτες και τα σφαλιστά παραθυρόφυλλα, πετύχαινε να ρίξει τα βέλη του. Και έτσι οι κόρες των βυζαντινών ερωτεύονταν και σαγηνεύονταν από την ομορφιά των νέων, τους οποίους έβλεπαν στις λίγες κοινωνικές εξόδους τους ή άκουγαν τα ερωτικά τους τραγούδια κάτω από τα παραθύρια τους.
...η ομορφιά και η μελωδία λαβώνει την καρδίαν << Διήγησις του Διγενή>>
Οι νέοι της εποχής χρησιμοποιούσαν διάφορα μέσα για να προσελκύσουν τον έρωτα ενός κοριτσιού: παραφυλούσαν μέχρι να τη δουν να βγαίνει από το σπίτι, κολακεύοντας την ομορφιά της και ζηλεύοντας το μέλλοντα σύζυγό της. Πολλές φορές, ήταν μαζί με φίλους και με συνοδεία μουσικών οργάνων τραγουδούσαν ερωτικά τραγούδια, σαν αυτά που παίζονταν στη σκηνή από τους ηθοποιούς και που η Εκκλησία τα χαρακτήριζε πορνικά. Ελάχιστα από αυτά τα τραγούδια δυστυχώς έχουν σωθεί.
Τοιούτων ασμάτων
ελάχιστα δείγματα, και δη εκ των μεταγενεστέρων αιώνων, έστωσαν τα εξής, μη
αποδίδοντα, δυστυχώς, πάντα τον δημώδη τύπον:
Ἐσύ ’σαι φῶς τῶν ὀφθαλμῶν, ψυχή μου καὶ ζωή
μου καὶ τῆς καρδιᾶς μου ἀνασασμὸς ἐσύ ’σαι,
δέσποινά μου.
Λάμπει σελήνη, πλὴν ἐν ἀμφόδοις μέσοις, τὸ σὸν δὲ φέγγος κἂν μέσῳ τῆς οἰκίας.
Καὶ κισσὸς ἡδὺ συμπλακεὶς δένδρου κλάδοις, ἡδύτερον δὲ συμπλοκὴ σῆς ἀγκάλης.
Μετὰ τὸ φέγγος ἔρχομαι, κόρη, εἰς τὸ περιβόλιν εὐγενική μου καὶ ξανθὴ ἐξύπνησε, ἂν κοιμᾶσαι·
ἐξύπνησε, κυράτσα μου, ψυχή μου μὴν κοιμᾶσαι τὸν ἐνθυμᾶσαι ἔρχεται πρόθυμα εἰς ἐσένα.
Παραθυρίτσια μ’ ἀργυρᾶ, ἀργυροκοσμημένα εἰπέτε τῆς κυράτσας σας νὰ βγῇ νὰ τῆς
συντύχω·
ἀλλοίμονον ἐβράδυασε, παίρνει καὶ σκοτεινιάζει τὰ παραθύρια
σφάλισαν, τὴν ἀγαπῶ δέν εἶδα
κι’ εἶμαι θλιμμένος τὸ λεεινὸ καὶ παραπονεμένος.
Εἰς τῶν χαρίτων τὴν αὐλὴν ἐκάθισεν ἡ φύσις ἐσύναξεν, ἐμάζωξε κατὰ λεπτὸν τὰ πάντα
τοῦ κόσμου ὅλας τὰς χάριτας καὶ τὰς εὐμορφοσύνας ἐσένα τὰς ἐχάρισε, χαρὰ σ’ ἐσένα, κόρη·
τὸ σῶμά σου τὸ εὐγενικὸν ἴσον βεργὶν τὸ ποῖκε κυπαρισσοβεργόλικον ἐδημιούργησέ το.
Τα τραγούδια αυτά αναστάτωναν τα κορίτσια που παρατούσαν τις δουλειές τους και στέκονταν ν΄ ακούσουν κρυφά από τις μητέρες τους που, αν τις αντιλαμβάνονταν, τις επέπλητταν ή και τις χτυπούσαν.
Για να εμφανιστεί η νέα στο παραθύρι ή να βγει στην αυλή, πολλές φορές ο εραστής αναγκαζόταν να καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες, δωροδοκώντας μέχρι και την υπηρέτρια ή το θυρωρό ή και την τροφό της νέας.
Η πρώτη αρχή των ερωτικών σχέσεων γινόταν <<διά της των βλεμμάτων αφής>>, όπως λέει και ο Μ. Βασίλειος, αφού όπως αναφέρουν οι συγγραφείς, ο έρωτας από τα μάτια πιάνεται και μετά ριζώνει στην καρδιά.
Ευτυχισμένος λοιπόν ήταν ο εραστής, αν κατόρθωνε να δει την ερωμένη του και να της στείλει ένα ερωτικό μήνυμα, ακόμα ευτυχέστερος, αν μπορούσε να ανταλλάξει λίγες λέξεις μαζί της.
Μετά από τα μάτια ακολουθούσε, ως συνέπεια του ερωτικού πάθους το άγγιγμα των χεριών, μετά ο εναγκαλισμός και το φίλημα. Οι έμπειροι μάλιστα στα ερωτικά έδιναν στους πρωτόπειρους οδηγίες, πώς να πιάσουν πρώτα το χέρι της κοπέλας και μετά να προχωρήσουν στα περαιτέρω, μέχρι δηλαδή το λεγόμενο μανταλωτό φιλί, που σημαίνει το φίλημα με το χείλος του ενός εραστή στο πάνω χείλος του άλλου, που με τη σειρά του φιλούσε το κάτω χείλος του άλλου. Υπερέβαινε βέβαια τα όρια η κόρη να φιλά, μπροστά μάλιστα σε άλλους, τον νέο, ωστόσο υπάρχουν και τέτοιες μαρτυρίες.
Το φίλημα λοιπόν ήταν στην ημερήσια διάταξη παρά τις εκκλησιαστικές απαγορεύσεις που επέβαλαν μάλιστα και ποινή: σαρανταήμερη ξηροφαγία και εκατό μετάνοιες για τον φιλούντα.
Τα ερωτικά ραντεβού και τις ερωτικές περιπτύξεις εννοείται ότι τις συνόδευαν λόγια ερωτικά. Ο ερωτευμένος την αγαπημένη του την φώναζε δέσποινα, χρυσή, φως των οφθαλμών του και παρηγοριά της λύπης του,φως και πνοή του, άνθος και ψυχή της ψυχής του, ψυχή της ζωής του, περιστέρα του όμορφη και άλλα σχετικά. Πρόθυμα έκαναν όρκους αιώνιας αγάπης που βέβαια, τις περισσότερες φορές, παρέβαιναν.
Σύμφωνα με τις αντιλήψεις των βυζαντινών, ωραία γυναίκα θεωρούνταν αυτή που είχε ευθυτενές ανάστημα σαν κυπαρίσσι, στρογγυλό μικρό πρόσωπο σαν του φεγγαριού τον κύκλο, λαμπερά και υγρά μάτια, σπινθηροβόλα και μεγάλα, μαύρα στο χρώμα, φρύδια μαύρα και τοξοειδή, λευκά μάγουλα και στη μέση κοκκινωπά, ευθεία μύτη, μακριά μαλλιά με πλούσια χαίτη, κόκκινα χείλη, στόμα μικρό, δόντια που να γυαλίζουν σαν μαργαριτάρια, μακριά δάχτυλα, λευκό και καλοσχηματισμένο λαιμό και μαρμαρώδες στήθος…
Ας σημειωθεί τέλος ότι μιλώντας για τις ωραίες γυναίκες, οι βυζαντινοί έλεγαν ότι αυτές λάμπουν όπως ό ήλιος ή ότι ήταν ηλιογέννητες…
Για να εμφανιστεί η νέα στο παραθύρι ή να βγει στην αυλή, πολλές φορές ο εραστής αναγκαζόταν να καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες, δωροδοκώντας μέχρι και την υπηρέτρια ή το θυρωρό ή και την τροφό της νέας.
Η πρώτη αρχή των ερωτικών σχέσεων γινόταν <<διά της των βλεμμάτων αφής>>, όπως λέει και ο Μ. Βασίλειος, αφού όπως αναφέρουν οι συγγραφείς, ο έρωτας από τα μάτια πιάνεται και μετά ριζώνει στην καρδιά.
Ευτυχισμένος λοιπόν ήταν ο εραστής, αν κατόρθωνε να δει την ερωμένη του και να της στείλει ένα ερωτικό μήνυμα, ακόμα ευτυχέστερος, αν μπορούσε να ανταλλάξει λίγες λέξεις μαζί της.
Μετά από τα μάτια ακολουθούσε, ως συνέπεια του ερωτικού πάθους το άγγιγμα των χεριών, μετά ο εναγκαλισμός και το φίλημα. Οι έμπειροι μάλιστα στα ερωτικά έδιναν στους πρωτόπειρους οδηγίες, πώς να πιάσουν πρώτα το χέρι της κοπέλας και μετά να προχωρήσουν στα περαιτέρω, μέχρι δηλαδή το λεγόμενο μανταλωτό φιλί, που σημαίνει το φίλημα με το χείλος του ενός εραστή στο πάνω χείλος του άλλου, που με τη σειρά του φιλούσε το κάτω χείλος του άλλου. Υπερέβαινε βέβαια τα όρια η κόρη να φιλά, μπροστά μάλιστα σε άλλους, τον νέο, ωστόσο υπάρχουν και τέτοιες μαρτυρίες.
Το φίλημα λοιπόν ήταν στην ημερήσια διάταξη παρά τις εκκλησιαστικές απαγορεύσεις που επέβαλαν μάλιστα και ποινή: σαρανταήμερη ξηροφαγία και εκατό μετάνοιες για τον φιλούντα.
Τα ερωτικά ραντεβού και τις ερωτικές περιπτύξεις εννοείται ότι τις συνόδευαν λόγια ερωτικά. Ο ερωτευμένος την αγαπημένη του την φώναζε δέσποινα, χρυσή, φως των οφθαλμών του και παρηγοριά της λύπης του,φως και πνοή του, άνθος και ψυχή της ψυχής του, ψυχή της ζωής του, περιστέρα του όμορφη και άλλα σχετικά. Πρόθυμα έκαναν όρκους αιώνιας αγάπης που βέβαια, τις περισσότερες φορές, παρέβαιναν.
Σύμφωνα με τις αντιλήψεις των βυζαντινών, ωραία γυναίκα θεωρούνταν αυτή που είχε ευθυτενές ανάστημα σαν κυπαρίσσι, στρογγυλό μικρό πρόσωπο σαν του φεγγαριού τον κύκλο, λαμπερά και υγρά μάτια, σπινθηροβόλα και μεγάλα, μαύρα στο χρώμα, φρύδια μαύρα και τοξοειδή, λευκά μάγουλα και στη μέση κοκκινωπά, ευθεία μύτη, μακριά μαλλιά με πλούσια χαίτη, κόκκινα χείλη, στόμα μικρό, δόντια που να γυαλίζουν σαν μαργαριτάρια, μακριά δάχτυλα, λευκό και καλοσχηματισμένο λαιμό και μαρμαρώδες στήθος…
Ας σημειωθεί τέλος ότι μιλώντας για τις ωραίες γυναίκες, οι βυζαντινοί έλεγαν ότι αυτές λάμπουν όπως ό ήλιος ή ότι ήταν ηλιογέννητες…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου