Κυριακή 1 Ιουνίου 2014

Πώς είδαν οι Οθωμανοί την άλωση της Πόλης

 
 
 
 
Άποψη της Κωνσταντινούπολης από οθωμανικό χειρόγραφο του 1537
 
 
              H Άλωση της Κωνσταντινούπολης από το Μωάμεθ τον Πορθητή βιώθηκε  από τους βυζαντινούς και τους δυτικούς ως μια μακρά περίοδο παρακμής, συχνά δε και ως θείο θέλημα, προκειμένου να τιμωρηθούν και να εξιλεωθούν οι αμαρτίες των Oρθοδόξων. Πώς όμως είδαν την άλωση οι Οθωμανοί, δηλαδή οι ίδιοι οι κατακτητές; Πώς είδε τη νίκη του ένα κράτος που μέσα σε μισό αιώνα από την ήττα του από τον Ταμερλάνο το 1402 βρέθηκε να κατέχει την κατ΄ εξοχήν αυτοκρατορική πόλη, την πόλη που, σύμφωνα με τις μουσουλμανικές παραδόσεις, ο Θεός είχε υποσχεθεί στους μουσουλμάνους και η οποία ωστόσο είχε σθεναρά αντισταθεί επί οκτώ και πλέον αιώνες σε κάθε κατακτητή.
              Είναι σαφές ότι η Άλωση σηματοδοτεί για τους Οθωμανούς την έναρξη μιας νέας περιόδου όπου η πολιτική τους ιδεολογία μπορεί άνετα να εγκολπωθεί το αυτοκρατορικό και οικουμενικό ιδεώδες (δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το προσωνύμιο  του Μωάμεθ του Β΄ είναι Πορθητής και στα ελληνικά και Φατίχ στα τουρκικά). Η ίδια η οθωμανική ιστοριογραφία που θα αποτελέσει τη βασική πηγή μας, θα εγκαταλείψει βαθμιαία το χαρακτήρα της απλής χρονικογραφίας , που ενίοτε περιοριζόταν να αναφέρει τις κατακτήσεις των Οθωμανών ως μια σειρά νικών στο ιδεολογικό πλαίσιο του ιερού πολέμου (τζιχάντ). Οι χρονικογράφοι αυτοί (Ασικ Πασά Ζαντέ 1400-1484 ) θα δώσουν σταδιακά τη θέση τους σε μια σειρά λόγιων ιστοριογράφων, όπως ο Νεσρή (θάνατος του πριν το 1520) ή αργότερα ο Σααντεντίν (τέλη 16ου αιώνα) που γράφουν σε μια εκλεπτυσμένη, γλαφυρή και ποιητική  γλώσσα, στο φως του αυτοκρατορικού ιδεώδους.
 
 
Ασικ Πασά Ζαντέ
 
           Το έργο του Ασικ Πασά Ζαντέ που καταγράφει τα γεγονότα μέχρι το 1484, ενσωματώνοντας και παλιότερα χρονικά, περιγράφει το χτίσιμο του φρουρίου Ρούμελι-Χισάρ  και την πολιορκία και άλωση της Πόλης μέσα σε λίγες γραμμές, σαν να μην πρόκειται για μια νίκη των γαζήδων ενάντια στους <<άπιστους>>: η πόλη πολιορκήθηκε από στεριά και θάλασσα επί πενήντα μέρες και καταλήφθηκε όταν ο σουλτάνος έδωσε εντολή ή μάλλον άδεια για λεηλασία, πολλοί θησαυροί εκλάπησαν, κάτοικοι αιχμαλωτίστηκαν, ο αυτοκράτορας σκοτώθηκε. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην προδοσία του μεγάλου Βεζίρη Χαλίλ-Πασά, που φέρεται να δωροδοκήθηκε από τον Έλληνα αυτοκράτορα.
            Η αφήγηση του Ασίκ Πασά Ζαντέ μοιάζει να είναι ο καμβάς πάνω στον οποίο προσθέτουν περιγραφές και λεπτομέρειες όλοι οι επόμενοι ιστορικοί και χρονογράφοι, όπως ο Τουρσούν Μπέης, ο Νεσρή και ο Ορούτς. Όλοι τους περιγράφουν αναλυτικά την οικοδόμηση του Ρούμελι- Χισάρ, το οποίο απέκλεισε την Πόλη από κάθε βοήθεια από τη μεριά της Μαύρης Θάλασσας. Σύμφωνα με το οθωμανικό ιστοριογραφικό παράδειγμα ο χειμώνας του 1452-53 πέρασε με  <<τη αναμονή και τον πόθο της κατάκτησης>>. Ο Μωάμεθ έστειλε παντού μηνύματα για τη συγκέντρωση στρατευμάτων  με τη ρήση ότι <<ο ιερός πόλεμος είναι το ύψιστο καθήκον>>. Ο σουλτάνος βάδισε προς την Πόλη με τους δερβίσηδες  τους σεΐχηδες και κάθε είδους νομομαθείς δασκάλους. Εκτενώς περιγράφονται τα κατασκευασμένα στη Αδριανούπολη τηλεβόλα στα οποία οφείλεται εν πολλοίς η επιτυχία της πολιορκίας.
           Οι <<άπιστοι>> από την άλλη μεριά, είχαν συγκεντρώσει κι εκείνοι τους καλύτερους μαχητές, όπως γράφει ο Τουρσούν μπέης. Στον Ουρούτς μάλιστα διαβάζουμε ότι ο αυτοκράτορας, έμπλεος  ζήλου, δε ζήτησε έλεος, επειδή <<πίστεψε κάποιους μοναχούς που είπαν ότι στο Ευαγγέλιο γράφεται ότι δεν κατακτιέται η Πόλη>>. Έβαλε λοιπόν κι αυτός ανθρώπους και κανόνια στις επάλξεις και έλεγαν κάθε είδους ανοησία, απλώνοντας γλώσσα ακόμη και στον Προφήτη, και για αυτή την αλαζονεία τους τιμωρήθηκαν. Πράγματι οι μάχες περιγράφονται σκληρές, ενίοτε μάλιστα με ποιητικές εκφράσεις, σύμφωνα με το Νεσρή μάλιστα <<κάθε πολεμιστής μέθυσε με το κρασί του ιερού πολέμου >> και τα τείχη μετατράπηκαν από το αίμα σε <<ανθώνες τουλιπών>>. Αναφέρεται η διχόνοια μεταξύ βυζαντινών και Φράγκων, ο Νεσρή μάλιστα γράφει ότι ενώ ο Λουκάς Νοταράς και ο αυτοκράτορας ήθελαν να παραδώσουν το κάστρο, οι Φράγκοι αρνήθηκαν.
           Τέλος ο σουλτάνος αποφασίζει να επιτρέψει τη λεηλασία. Η τελευταία επίθεση αρχίζει και , κάτω από τα βέλη που πέφτουν <<σαν ανοιξιάτικη βροχή>>, ο Ιουστινιάνης πληγώνεται και οι υπερασπιστές υποχωρούν. Οι Οθωμανοί εισέρχονται στην Πόλη από κάθε μερία, άλλους αιχμαλωτίζοντας, άλλους σκοτώνοντας και άλλος τρέποντας σε φυγή. Όσο για τον αυτοκράτορα, ο Νεσρή γράφει ότι του έκοψαν το κεφάλι, ενώ ο Τουρσούν ότι πολεμώντας επιτέθηκε σε έναν τραυματισμένο στρατιώτη,  ο οποίος κατάφερε να τον ρίξει από το άλογο και να τον σκοτώσει. Η παράδοση αυτή καταγράφεται και από μεταγενέστερους ιστορικούς.
            Η τριήμερη λεηλασία περιγράφεται εκτενώς από τους Τούρκους ιστορικούς. Σύμφωνα με τον Τουρσούν <<πολλοί φτωχοί έγιναν πλούσιοι>>, κατά τον Ορούτς, όλα τα αγαθά που υπήρχαν στην Πόλη λεηλατήθηκαν <<από τη ίδρυσή της πριν από 2400 χρόνια>>, ενώ ο Νεσρή αναφέρει την έκφραση <<από τη λεηλασία της Πόλης τρέφεσαι;>>, η οποία αναφερόταν για πολλά χρόνια μετά, όταν κάποιος πλούτιζε απότομα. Τέλος , άνοιξαν οι πύλες και μπήκε ο σουλτάνος καβάλα στο άλογο, <<σαν να τριγύριζε στον παράδεισο>>, σύμφωνα με τα λόγια του Τουρσούν, ο οποίος με θαυμασμό περιγράφει αναλυτικά την Αγία Σοφία.
 
 

Εβλιγιά Τζελεμπή


          Αυτές είναι σε γενικές γραμμές οι περιγραφές των Τούρκων για την άλωση. Οι μεταγενέστεροι ιστορικοί της Τουρκίας απλώς εμπλουτίζουν τις προηγούμενες περιγραφές. Διακόσια περίπου χρόνια μετά, μπορούμε να δούμε στο οδοιπορικό του Εβλιγιά Τζελεμπή πώς η παράδοση αυτή επέζησε στη λαϊκή μνήμη των Τούρκων της Πόλης: ο Εβλιγιά, του οποίου ο προπάππος ήταν συνοδός του Μωάμεθ στην πολιορκία, επιμένει στην παρουσία <<αγίων, σοφών και πολυμαθών ανθρώπων και δερβίσηδων>> ανάμεσα στα οθωμανικά στρατεύματα. Ένας μάλιστα από αυτούς, ο περίφημος Ακ-Σεμσεντίν, είπε στο σουλτάνο ότι στην Πόλη ζούσε ένας μουσουλμάνος άγιος, ο Βαντούντ. Όσο ζούσε αυτός η Πόλη θα ήταν άπαρτη, σε πενήντα όμως μέρες θα πέθαινε και το κάστρο θα έπεφτε. Πράγματι, μόλις ο σουλτάνος μπήκε στην Αγιά Σοφιά, την οποία, σύμφωνα με τον περιηγητή, υπερασπίζονταν επί τρεις ημέρες 12000 μοναχοί, ο άγιος αυτός πέθανε. Η περιγραφή του Εβλιγιά για την άλωση εμπλουτίζεται και με άλλες παραδόσεις, όπως, για την κόρη του Γάλλου βασιλιά, που αιχμαλωτίστηκε για να γίνει γυναίκα του Μωάμεθ και μητέρα του Βαγιαζήτ Β΄, και για έναν κεραυνό που χτύπησε την πολιορκημένη πόλη, μετά από τις προσευχές των ουλεμάδων. Οι θρύλοι αυτοί δείχνουν πως το γεγονός της άλωσης επέζησε στη λαϊκή παράδοση για αιώνες μετά, ακριβώς όπως συνέβη και στη μεταβυζαντινή λαϊκή λογοτεχνία.
                                            Μαρίνος Σαρηγιάννης, ιστορικός
                              Η άλωση της Πόλης, Επτά ημέρες -Καθημερινή



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου