Όταν πέθανε ο Ζήνων το 491 και εν όψει της εκλογής του νέου αυτοκράτορα ο λαός ζήτησε διά βοής από τη χήρα του Αριάδνη: «Ορθόδοξον βασιλέα τη οικουμένη, Ρωμαίον βασιλέα τη οικουμένη».
Τα δύο πιο φλέγοντα προβλήματα της εποχής, το φυλετικό και το θρησκευτικό, που ήταν ακόμη άλυτα, κυριαρχούσαν στη σκέψη όλων. Στην Κωνσταντινούπολη ο λαός δεν ανεχόταν πια η κυβέρνησή του να αποτελείται από αλλογενείς σφετεριστές και αιρετικούς. Έτσι ο κλήρος έπεσε στον γέρο αυλικό Αναστάσιο (491-518), που αναδείχθηκε ικανός κυβερνήτης και κυρίως πέτυχε να αναδιοργανώσει τα οικονομικά του κράτους. Τελειοποίησε το νομισματικό σύστημα του Μεγάλου Κωνσταντίνου με τη σταθεροποίηση του χάλκινου follis, που η τιμή του παρουσίαζε μεγάλες διακυμάνσεις, καθορίζοντάς την σε σταθερή σχέση με την αξία του χρυσού νομίσματος.
Κύριο επίτευγμά του ήταν όμως η μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος. Μεταβίβασε την ευθύνη της συλλογής των φόρων στις πόλεις από τους χρεωκοπημένους και ανίσχυρους βουλευτές (curiales) στους βίνδικες (vindices), που υπάγονταν απ’ ευθείας στον έπαρχο των πραιτωρίων. Ακόμη, κατάργησε το γνωστό χρυσάργυρον, την παλαιά auri lustralis collatio, που επιβάρυνε τους εμπόρους και τους βιοτέχνες των πόλεων. Το μέτρο αυτό προκάλεσε βαθειά ικανοποίηση στον αστικό πληθυσμό, γιατί ευνόησε σημαντικά το εμπόριο και τη βιοτεχνία, έθιξε όμως τον αγροτικό πληθυσμό, γιατί το αντιστάθισμα από την κατάργηση του «χρυσάργυρου» ήταν η απαίτηση του κράτους να καταβάλλεται τώρα η annona σε νόμισμα και όχι πια σε είδος. Η ριζική μετατροπή του φόρου της γης η (χρυσοτέλεια) δείχνει καθαρά, ότι ακόμη και η αγροτική οικονομία σιγά-σιγά προσαρμόσθηκε στη νομισματική οικονομία. Οι ανάγκες του κράτους σε γεωργικά προϊόντα καλύφθηκαν με την εφαρμογή της coemptio (της συνωνής), δηλ. της αναγκαστικής πωλήσεως των τροφίμων σε χαμηλές τιμές, που καθόριζε η κυβέρνηση. Ενώ λοιπόν η εμπορική και βιοτεχνική τάξη ανακουφίσθηκε, αντίθετα τα βάρη έπεσαν αισθητά πάνω στον αγροτικό πληθυσμό, όπως φαίνεται και από τις συχνές αναταραχές και εξεγέρσεις του λαού στην εποχή του Αναστασίου Α’. Πάντως η αυστηρή οικονομική πολιτική του αυτοκράτορα είχε ως αποτέλεσμα να ενισχυθεί το κρατικό ταμείο. Έτσι, όταν πέθανε ο Αναστάσιος, διέθετε το τεράστιο απόθεμα των 320.000 λίτρων χρυσού.
Η άνοδος του Αναστασίου Α’ στον θρόνο έφερε το τέλος της επιρροής των Ισαύρων, αν και ο αυτοκράτορας αναγκάσθηκε και στα επόμενα χρόνια να τους πολεμήσει συστηματικά, ώσπου να κάμψει οριστικά την αντίστασή τους (498). Έτσι οι Ίσαυροι μεταφέρθηκαν μαζικά στη Θράκη, η δύναμή τους εξουδετερώθηκε και έτσι λύθηκε οριστικά το πρόβλημα των ξένων φύλων στο Βυζάντιο.
Αντίθετα οξύνθηκε όμως περισσότερο η θρησκευτική κρίση. Αν και ο Αναστάσιος, όταν ανέλαβε την εξουσία, έκανε – ύστερα από απαίτηση του πατριάρχη – δήλωση ότι ασπάζεται την ορθόδοξη πίστη, ωστόσο ήταν θερμός οπαδός του Μονοφυσιτισμού. Στην αρχή δέχθηκε το Ενωτικό διάταγμα, σιγά-σιγά όμως ακολούθησε περισσότερο μονοφυσιτική γραμμή και στο τέλος υποστήριξε φανερά το Μονοφυσιτισμό, για μεγάλη ικανοποίηση των μονοφυσιτών Κοπτών και Σύριων και δυσαρέσκεια των ορθόδοξων Βυζαντινών. Η βασιλεία του Αναστασίου ήταν μια αλυσίδα από επαναστάσεις και εμφύλιους πολέμους, ενώ η καταπιεστική διοίκηση τροφοδοτούσε συνεχώς τη γενική δυσαρέσκεια. Ο πληθυσμός βρισκόταν σε διαρκή αναταραχή και οι διαμάχες των δήμων εκδηλώνονταν με ασυνήθιστη οξύτητα.
Δίπτυχο του 6ου αιώνα από ελεφαντόδοντο που παριστάνει είτε τον Αναστάσιο Α΄ είτε τον Ιουστινιανό Α΄ |
Τα βυζαντινά κόμματα των Βενέτων και των Πρασίνων δεν ήταν, όπως είναι γνωστό, μόνο αθλητικές αλλά και πολιτικές οργανώσεις. Βέβαια συνέπρατταν με τα παλαιά κόμματα του Ιπποδρόμου και χρησιμοποιούσαν τα χρώματα και τις ονομασίες τους. Ο Ιππόδρομος ήταν για την Κωνσταντινούπολη (όπως το forum για την Ρώμη και η Αγορά για την Αθήνα), ο χώρος όπου ο λαός εξέφραζε τις πολιτικές του πεποιθήσεις. Τα κόμματα των Βενέτων και των Πρασίνων, με διορισμένους από την κυβέρνηση ηγέτες, ασκούσαν πολύτιμες δημόσιες λειτουργίες, ιδιαίτερα στη φρούρηση των πόλεων και στην ανοικοδόμηση των τειχών τους. Τον πυρήνα των δήμων πάντως αποτελούσε κυρίως το τμήμα εκείνο του πληθυσμού, που ήταν επιφορτισμένο με τη φρούρηση των πόλεων. Οι μεγάλες αστικές μάζες συγκεντρώνονταν γύρω από αυτόν τον πυρήνα στα δύο κόμματα, υποστήριζαν το ένα και πολεμούσαν το άλλο. Έτσι οι Βένετοι και οι Πράσινοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο σε όλες τις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας ως φορείς και εκπρόσωποι των πολιτικών τάσεων του λαού. Είναι λάθος να θεωρούμε τους Βένετους ως το κόμμα της αριστοκρατίας και τους Πράσινους ως το κόμμα των κατώτερων κοινωνικών τάξεων. Κατά κανόνα τα ευρύτερα στρώματα του λαού αποτελούσαν το κύριο σώμα και των δύο κομμάτω· ωστόσο φαίνεται ότι τα ηγετικά στελέχη των Βενέτων προέρχονταν από τις παλαιές αριστοκρατικές οικογένειες των ελληνο-ρωμαίων μεγαλοκτημόνων συγκλητικών, ενώ η ηγεσία των Πρασίνων ανήκε στην τάξη των εμπόρων και των βιοτεχνών, καθώς επίσης και στην τάξη των αυλικών και των λειτουργών της οικονομικής διοικήσεως, που προέρχονταν κυρίως από τις ανατολικές επαρχίες. Έτσι οι Βένετοι αντιπροσώπευαν την ελληνική ορθοδοξία, ενώ οι Πράσινοι υποστήριζαν τον Μονοφυσιτισμό ή τις άλλες ανατολικές αιρέσεις.
ανταγωνισμός ανάμεσα στα δύο κόμματα έπαιρνε συχνά τη μορφή σκληρών αγώνων. Από τα μέσα του πέμπτου αιώνα την πολιτική ζωή της αυτοκρατορίας χαρακτηρίζουν οι ατέλειωτοι αγώνες ανάμεσα στους Βενέτους και τους Πράσινους. Η κεντρική διοίκηση αναγκαστικά υπολόγιζε τους δήμους ως παράγοντες της πολιτικής ζωής και ευνοούσε άλλοτε τη μια και άλλοτε την άλλη παράταξη, έτσι που κατά κανόνα η μία από τις δύο υποστήριζε την κυβέρνηση, ενώ η άλλη περνούσε στην αντιπολίτευση. Μερικές φορές οι δύο δήμοι ενώνονταν σε κοινό αγώνα κατά της αυτοκρατορικής κυβερνήσεως για να υπερασπίσουν τις ελευθερίες τους εναντίον της αυθαιρεσίας και της απολυταρχίας της διοικήσεως. Άλλωστε στις οργανώσεις των δήμων επιβίωναν ως έναν βαθμό οι δημοκρατικές παραδόσεις των αρχαίων πόλεων.
O αυτοκράτορας Αναστάσιος Α’, που στον τομέα της οικονομίας προώθησε το εμπόριο και τη βιοτεχνία και στα θρησκευτικά θέματα υποστήριζε ανοικτά το Μονοφυσιτισμό, ήταν φίλος των Πρασίνων και έγινε έτσι ο στόχος επιθέσεως των Βενέτων. Συχνά εμπρησμοί κατέστρεφαν τα δημόσια κτίρια, οι προτομές του αυτοκράτορα καταρρίπτονταν και σέρνονταν στους δρόμους. Στον Ιππόδρομο γίνονταν εχθρικές διαδηλώσεις εναντίον του «ιερού» προσώπου του αυτοκράτορα. Ο όχλος περιύβριζε τον γέρο ηγεμόνα, μερικές μάλιστα φορές του επιτέθηκε με πέτρες. Όταν το 512 έγινε μια μονοφυσιτική προσθήκη στον Τρισάγιο ύμνο, ξέσπασε επανάσταση στην Κωνσταντινούπολη, που λίγο έλλειψε να στοιχίσει στον Αναστάσιο τον θρόνο.
Η κρίση κορυφώθηκε με την επανάσταση του στρατηγού της Θράκης Βιταλιανού, που από το 513 έφθασε τρεις φορές με στρατό και στόλο ως τα τείχη της Κωνσταντινουπόλεως. Στις στιγμές της μεγάλης κρίσης ο αυτοκράτορας ήταν διατεθειμένος να κάνει παραχωρήσεις, μόλις όμως ηρεμούσαν τα πράγματα υπαναχωρούσε στην παλαιά του πολιτική, έτσι που το κράτος δεν έβγαινε ποτέ από τον πυρετό της κρίσης. Βέβαια η θρησκευτική αντίθεση δεν ήταν το μόνο ούτε το πρωταρχικό κίνητρο στην εξέγερση του Βιταλιανού. Κέρδισε όμως την ισχυρή υποστήριξη στον αγώνα του, επειδή ακριβώς εμφανίσθηκε ως υπέρμαχος της ορθοδοξίας εναντίον του μονοφυσίτη αυτοκράτορα. Η πολιτική του Αναστασίου έδειξε καθαρά, ότι η υποστήριξη του Μονοφυσιτισμού οδηγούσε σε αδιέξοδο. Ήταν αμφίβολο αν η ειρήνη που έφερνε στη μακρινή Αίγυπτο και τη Συρία η πολιτική αυτή θα είχε διάρκεια, ενώ στοίχιζε πολύ ακριβά γενικά, γιατί ήταν η αιτία της μόνιμης αναταραχής στις κεντρικές επαρχίες της αυτοκρατορίας.
Πηγή: Ιστορία του Βυζαντινού κράτους, Georg Ostrogorsky
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου