Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015

Ψηφιακή αναπαράσταση της Θεσσαλονίκης

 



Ψηφιακή αναπαράσταση
 
Ρωμαϊκή-Βυζαντινή Θεσσαλονίκη

Εικονική περιήγηση
                Εικονική περιήγηση στο Γαλεριανό Συγκρότημα: Πώς ήταν η Καμάρα, η Ροτόντα, το Ανάκτορο και ο Ιππόδρομος τον 4ο-7ο αι. μ.Χ.
               Το γνωρίζατε ότι η Καμάρα (Αψίδα του Γαλερίου) είχε οκτώ συνολικά πεσσούς, ότι η Ροτόνταήταν ναός αφιερωμένος στην αρχαία θρησκεία, και ότι τον 4ο-6ο αιώνα μ.Χ. λειτουργούσεΙππόδρομος που ξεκινούσε από το ύψος της Εγνατίας και έφθανε έως τη θάλασσα;
 
 
 
 
 
           Τα παραπάνω κτίσματα, και πλήθος άλλων όπως το Ανάκτορο, το Οκτάγωνο, η Βασιλική και η Αψιδωτή Αίθουσα αποτελούσαν μέρος του μεγαλειώδους Γαλεριανού Συγκροτήματος, του «παλατιού» του τετράρχη Γαλερίου (260-311 μΧ), ο οποίος είχε ως «έδρα» του τηΘεσσαλονίκη, μεταμορφώνοντάς την σε μια από τις σημαντικότερες αυτοκρατορικές πόλεις της ύστερης ρωμαϊκής εποχής.
 
 
Γαλεριανό συγκρότημα: Πομπική οδός και κύρια λεωφόρος
 
 
          Με τη βοήθεια της τεχνολογίας, και μετά από μακρόχρονη επιστημονική μελέτη, η ΙΣΤ” Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων πραγματοποίησε μια ψηφιακή απεικόνιση του μνημείου, η οποία παρουσιάζεται από σήμερα, 1η Νοεμβρίου, στην αίθουσα πολυμέσων της Εφορείας Αρχαιοτήτων, που βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Δημ. Γούναρη και Αλ. Σβώλου.
 
 
 
 
              Παράλληλα, κυκλοφορεί και ένας οδηγός τσέπης, ο οποίος παρουσιάζει τη συνοικία του ανακτόρου, και δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να κατανοήσει τη μορφή των κτηρίων στην εποχή της λειτουργίας τους (4ο-7ο αιώνα μΧ), καθώς και να αποκτήσει μια πληρέστερη εικόνα της Νοτιοανατολικής περιοχής της αρχαίας Θεσσαλονίκης
 
                                 Εικονική περιήγηση στο Γαλεριανό Συγκρότημα
 
                 Το Γαλεριανό Συγκρότημα είναι αποτέλεσμα του φιλόδοξου οικοδομικού προγράμματος του Γαλερίου, και συνδέεται με την τελευταία περίοδο ακμής της αρχαίας πόλης της Θεσσαλονίκης, όταν ο τετράρχης την όρισε ως έδρα του, αναγνωρίζοντας τη δυναμική της και ενισχύοντας τον ρόλο της ως σταυροδρόμι πολιτισμών και κέντρο ανάπτυξης όλης της περιοχής.
Η ανέγερση των ανακτόρων στη Θεσσαλονίκη ξεκίνησε στο τέλος του 3ου μΧ αιώνα, μετά τη νίκη του Γαλερίου επί του βασιλιά των Περσών Ναρσή στην Αρμενία το 298 μΧ.
Το Γαλεριανό Συγκρότημα κτίσθηκε στις παρυφές της πόλης, δίπλα στο ανατολικό τείχος. Προς το Νότο εκτεινόταν σχεδόν μέχρι τη θάλασσα (οδός Μητροπόλεως), ενώ το δυτικό του όριο θεωρείται πως ήταν στην οδό Απελλού.
Το ανάκτορο αποτελούνταν από δύο οικοδομικά σύνολα, συνδετικός κρίκος των οποίων είναι η Αψίδα του Γαλερίου. Στο βόρειο τμήμα του βρίσκεται η Ροτόντα, ενώ νότιά της βρίσκεται η Αψιδωτή Αίθουσα (οικοδομικά κατάλοιπα επί του πεζόδρομου Δ.Γούναρη, τμήμα μεταξύ των οδών Αλ.Σβώλου και Ι.Μιχαήλ) και τα οικοδομήματα του αρχαιολογικού χώρου της πλατείας Ναυαρίνου (Βασιλική, κεντρική κτηριακή ενότητα, διώροφο κτήριο, λουτρά, Οκτάγωνο).
 
 
 
Λουτρά του Ανακτόρου
 
 
 
 
 
 
Η Ροτόντα
 
             Η Ροτόντα ήταν κατά την τετραρχική περίοδο ναός αφιερωμένος στην αρχαία θρησκεία, ενώ κατά την παλαιοχριστιανική εποχή (4ος έως αρχές του 6ου αι. μΧ) μετατράπηκε σε χριστιανικό ναό, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στους Ασώματους ή Αρχάγγελους.
 
Η Ροτόντα σήμερα και την εποχή κατασκευής της
Η Ροτόντα σήμερα και την εποχή κατασκευής της
 
 
 
 
Η Αψίδα του Γαλερίου
 
 
Νότια της Ροτόντας υπήρχε θριαμβική Αψίδα (η γνωστή σήμερα Καμάρα), η οποία κτίσθηκε μεταξύ του 298 και του 305 μΧ, σε ανάμνηση της εκστρατείας και της νίκης του Γαλερίου κατά των Περσών.
Η Αψίδα του Γαλερίου σήμερα και η ψηφιακή απεικόνισή της
 
 
gT0Dc9OAR4zATKFJOZz4
 
 
8w5p0bKmn1WAXQVaV1vk
Η Αψίδα του Γαλερίου σήμερα και η ψηφιακή απεικόνισή της
 
 
 
             Το οικοδόμημα στην τελική του μορφή αποτελούνταν από οκτώ πεσσούς, διατεταγμένους ανά τέσσερις σε δύο παράλληλες σειρές. Σήμερα σώζονται μόνο τρεις πεσσοί, οι οποίοι φέρουν ανάγλυφες παραστάσεις που απεικονίζουν τις νικηφόρες εκστρατείες των Ρωμαίων κατά των Περσών το 297, καθώς και συμβολικές εικόνες που προπαγανδίζουν τη στρατιωτική δύναμη του Γαλερίου και την ισχύ της τετραρχίας
 
 
Η Αψιδωτή Αίθουσα
 
 
              Πρόκεται για πιθανόν το τελευταίο προς βορρά κτήριο του ανακτόρου. Ήταν κτισμένη σε έναν νοητό άξονα με κατεύθυνση βορρά-νότου, ενώ τα ερείπια του κτηρίου είναι ορατά στο ανατολικό τμήμα του αρχαιολογικού χώρου της πλατείας Ναυαρίνου.
 
            Σύμφωνα με νεώτερες απόψεις, η Αψιδωτή Αίθουσα ήταν τρικλίνιο, χρησιμοποιούνταν δηλαδή για τη διοργάνωση συμποσίων και άλλων τελετών που συνδέονταν με την παρουσία του αυτοκράτορα και της ακολουθίας του στον ιππόδρομο.
 
 
Η Βασιλική
 
          Η Βασιλική ήταν ένα μεγαλοπρεπές κτήριο, το οποίο λειτουργούσε ως αίθουσα υποδοχής και ακροάσεων. Από το συνολικό οικοδόμημα είναι σήμερα ορατή μόνο η δυτική τοιχοποιία και το μεγαλύτερο τμήμα της αψίδας, ενώ το υπόλοιπο κτίσμα είναι θαμμένο κάτω από τον πεζόδρομο της πλατείας Ναυαρίνου και της οδού Γούναρη.
 
 
 
 
Το Οκτάγωνο
 
          Το Οκτάγωνο αποτελεί, σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, ένα από τα κυριότερα οικοδομήματα του συγκροτήματος. Σύμφωνα με την επικρατέστερη ιστορική έρευνα, προοριζόταν για αίθουσα ακροάσεων ή αίθουσα θρόνου των ανακτόρων, ενώ αργότερα λειτούργησε και ως χριστιανικός ναός.
 
Το Οκτάγωνο σήμερα και όπως ήταν
Το Οκτάγωνο σήμερα και όπως ήταν
 
          Η καταστροφή του Οκταγώνου τοποθετείται τον 7ο αιώνα μΧ, εποχή που η Θεσσαλονίκη συγκλονίζεται από ισχυρούς σεισμούς, που κατέστρεψαν τα περισσότερα κτήριά της. Μετά την καταστροφή του κτίσματος, ο προθάλαμός του μετατράπηκε σε δεξαμενή, η οποία λειτούργησε μέχρι τον 14ο αιώνα.
 
Αψιδωτή αίθουσα των Ανακτόρων
 
 
Ο Ιππόδρομος
 
          Κατά τους χρόνους της Τετραρχίας, ο Ιππόδρομος ήταν ένα από τα πιο σημαντικά δημόσια οικοδομήματα, καθώς, εκτός από τους αγώνες που διεξάγονταν σε αυτόν, αποτελούσε έναν κατ” εξοχή πολιτικό χώρο, όπου ο λαός επικοινωνούσε με τον αυτοκράτορα και εξέφραζε τη βούλησή του.
7AJwhQvjyWUSJAVbY0eC
I5jbxYAGyJMVDET49sd5
CqwWZUA6899aCPKKsrl3
 
        Ο Ιππόδρομος κατασκευάστηκε στις αρχές του 4ου αι. μΧ, ενώ, σύμφωνα με τις γραπτές πηγές, συνέχισε να λειτουργεί τουλάχιστον μέχρι τον 6ο αιώνα. Τα ερείπια του Ιπποδρόμου σώζονται αποσπασματικά, ανατολικά της εκκλησίας της Νέας Παναγίας (πλατεία Φαναριωτών), καθώς και στον ακάλυπτο χώρο των οικοδομικών τετραγώνων της πλατείας Ιπποδρομίου και των οδών Γούναρη, Φιλικής Εταιρείας και Αγαπηνού.
 
h0Ky8vgcARbbDccgiiV7
 
          Η μελέτη για την τρισδιάσταση ψηφιακή απεικόνιση του Γαλεριανού Συγκροτήματος εκπονήθηκε από την ομάδα των αρχιτεκτόνων της ΙΣΤ Εφορείας Αρχαιοτήτων Φ.Αθανασίου, Β.Μάλαμα, Μ.Μίζα και Μ.Σαραντίδου, στο πλαίσιο των εργασιών αποκατάστασης του μνημείου.
         Οι εικόνες της ψηφιακής αναπαράστασης και το αντίστοιχο βίντεο υλοποιήθηκαν από τον αρχιτέκτονα Φώτη Τσακμάκη, ενώ όλο το έργο πραγματοποιήθηκε με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ.
 
Πηγή: voria.gr (via)


Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

Άγιος Στέφανος -- Καστοριά





 

























 









 

 
Άγιος Στέφανος -- Καστοριά
 
 αναδημοσίευση από τη σελίδα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών
 
 

             Στο ύψωμα ανάμεσα στις δύο παραδοσιακές συνοικίες της Καστοριάς με τα αρχοντικά σπίτια, το Απόζαρι και το Ντολτσό, δεσπόζει ένα από τα παλαιότερα εκκλησιαστικά μνημεία των Βαλκανίων, ο βυζαντινός ναός του Αγίου Στεφάνου.
              Πρόκειται για μικρή, τρίκλιτη, θολοσκέπαστη βασιλική, που φαίνεται ότι κτίστηκε γύρω στα μέσα του 9ου αιώνα. Τα κλίτη της χωρίζονται με πεσσούς (τετράγωνης διατομής κίονες) και καλύπτονται με ημικυλινδρικές καμάρες. Το μεσαίο είναι ιδιαίτερα υπερυψωμένο και έχει παράθυρα, σαν φωταγωγός, στοιχείο που χαρακτηρίζει τις μεσοβυζαντινές βασιλικές της Καστοριάς. Στα ανατολικά, στην κόγχη, σώζεται υποτυπώδες σύνθρονο με τον θρόνο του επισκόπου, το μοναδικό στην Καστοριά. Στα δυτικά υπάρχει διώροφος νάρθηκας, με κλίμακα που οδηγεί στον δεύτερο όροφο, στον γυναικωνίτη, μέσα στον οποίο διαμορφώνεται μικρό παρεκκλήσιο της Αγίας Άννας, το λεγόμενο ασκηταριό, στοιχείο που επίσης συναντάται μόνο στον ναό αυτό. Η στοά στη βόρεια και δυτική πλευρά του κτηρίου είναι προσθήκη του 20ού αιώνα.
            Η τοιχοποιία του ναού είναι η χαρακτηριστική των μνημείων της Καστοριάς. Αποτελείται από πέτρες στο φυσικό τους σχήμα ή αδρά πελεκημένες, που περιβάλλονται από κονίαμα, πλαισιώνονται με πλίνθους οριζόντια ή κάθετα, και εναλλάσσονται με συνθέσεις πλίνθων που σχηματίζουν διακοσμητικά γράμματα ή γεωμετρικά σχήματα.
           Ο ναός είναι διακοσμημένος με τοιχογραφίες που διακρίνονται σε τρεις διαφορετικές περιόδους. Στην πρώτη, που χρονολογείται στα τέλη του 9ου - αρχές του 10ου αιώνα, ανήκουν οι τοιχογραφίες στο ισόγειο του ναού και του νάρθηκα, καθώς και σε ορισμένα τμήματα του γυναικωνίτη. Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους καταλαμβάνουν οι σκηνές της Δευτέρας Παρουσίας στον νάρθηκα. Από τη δεύτερη περίοδο διατηρούνται κυρίως οι τοιχογραφίες στον ψηλό φωταγωγό, οι οποίες σύμφωνα με την τεχνοτροπία τους θα μπορούσαν να χρονολογηθούν στα τέλη του 12ου αιώνα και στις αρχές του 13ου αιώνα. Στην τρίτη περίοδο (τέλη του 13ου –αρχές 14ου αιώνα) εντάσσονται οι πολυάριθμες αναθηματικές τοιχογραφημένες εικόνες, που αποτελούν ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ναού. Από αυτές ξεχωρίζει η προσωπογραφία στον νάρθηκα του ιερέα Θεόδωρου Λημνιώτη που προσφέρει ομοίωμα του ναού στον άγιο Στέφανο.
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Πέμπτη 24 Δεκεμβρίου 2015

«Αγία Σοφία. 1500 Χρόνια Ιστορίας»

«Αγία Σοφία. 1500 Χρόνια Ιστορίας»

 
 
 
Κατερίνα Χουζούρη
 

     Είναι η νέα παραγωγή Εικονικής Πραγματικότητας, του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, στη Θόλο του «Ελληνικού Κόσμου». Στελέχη και Επιστημονικοί συνεργάτες του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού, μετά από έρευνες ετών συνέθεσαν την υπόθεση και το «σκηνικό» της νέας διαδραστικής παραγωγής «Αγία Σοφία. 1500 Χρόνια Ιστορίας», που αποτελεί μία πλήρη ψηφιακή αναπαράσταση του Ναού της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη και δημιουργήθηκε ειδικά για το θέατρο εικονικής πραγματικότητας «Θόλος», του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος».



«Αγία Σοφία. 1500 Χρόνια Ιστορίας»


 
 
foto6
 
 
     Η «θόλος», είναι το Θέατρο Εικονικής Πραγματικότητας του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού. Πρόκειται για ένα κτίριο -μοιάζει με Πλανητάριο – όχι μόνο υψηλής αρχιτεκτονικής αλλά και με τεχνολογική υποδομή, ικανή να υποστηρίξει τις ψηφιακές συλλογές του Ιδρύματος. Οι προβολές είναι διαδραστικές, ελεγχόμενες από το θεατή και όχι στατικές.
    Οι θεατές καλούνται σε ένα μοναδικό ταξίδι ανακάλυψης. Μία ξενάγηση για μικρούς και μεγάλους, στην οποία οι επισκέπτες δεν είναι απλοί παρατηρητές, αλλά συμμετέχουν σε διάφορα σενάρια και περιηγήσεις.
 
 
 
foto1
 
 
     Το εσωτερικό του Ναού της του Θεού Σοφίας, ο αρχιτεκτονικός του σχεδιασμός, ο γλυπτός και ψηφιδωτός διάκοσμος, οι διάφορες φάσεις κατασκευής του μνημείου αναπαρίστανται με κάθε λεπτομέρεια ενώ υπάρχουν αναφορές σε σημαντικά ιστορικά, κοινωνικά και οικονομικά στοιχεία της ζωής του Βυζαντίου. Παράλληλα, η νέα διαδραστική παραγωγή, δίνει την ευκαιρία στο κοινό να επισκεφθεί τον εμβληματικό αυτό χώρο, σύμβολο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και θαύμα της βυζαντινής αρχιτεκτονικής και να τον παρατηρήσει όπως ήταν στην περίοδο της ακμής του.
 
 
foto2
 
 
     «Η εικονική περιήγηση, ξεκινά με την κατασκευή του μεγάλου Ναού μετά την καταστροφή της παλαιότερης βασιλικής της Αγίας Σοφίας, κατά την Στάση του Νίκα, το 532 μ.Χ. Ο Ιουστινιανός αναθέτει την μελέτη και την κατασκευή, στους αρχιτέκτονες και μαθηματικούς Ανθέμιο και Ισίδωρο. Παρακολουθούμε τον σχεδιασμό και τα τεχνικά προβλήματα που προκύπτουν, καθώς και τις κατασκευαστικές λύσεις που δόθηκαν.
 
 
foto4
 
 
      Όταν, λίγα χρόνια αργότερα, ο τρούλος που κατασκεύασαν οι δύο αρχιτέκτονες καταστρέφεται εξαιτίας ενός μεγάλου σεισμού, ο Ιουστινιανός αναθέτει στον Ισίδωρο το Νεότερο, την κατασκευή ενός ψηλότερου και σταθερότερου τρούλου.
     Φθάνοντας στο τέλος της περιόδου της εικονομαχίας, με την βοήθεια του Πατριάρχη Φωτίου βλέπουμε τις πρώτες ψηφιδωτές εικόνες του Ναού και μαθαίνουμε για την «εν Αγία Σοφία Οικουμενική Σύνοδο» του 879 μ.Χ.
 
 
foto9
 
 
        Η περιήγηση συνεχίζεται με την παρουσίαση των περίφημων ψηφιδωτών της Αγίας Σοφίας, με αποκορύφωμα το ψηφιδωτό της Δέησης. Η Αγία Σοφία υπέστη πολλά δεινά από τους σταυροφόρους μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης το1204 μ.Χ.. Τα δεινά αυτά λήγουν το 1261 μ.Χ., όταν ο Μιχαήλ Παλαιολόγος ανακαταλαμβάνει την Πόλη. Παρακολουθούμε την στέψη του Μιχαήλ ως αυτοκράτορα στην Αγία Σοφία και την προσπάθειά του για την ανόρθωση της αυτοκρατορίας μετά την εκδίωξη των Λατίνων από την Πόλη».
 
 
Κατερίνα Χουζούρη

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015

Περιηγηθείτε εικονικά στην θρυλική Αγία Σοφία στην Πόλη

 


Κείμενο

Φελούκα Δέσποινα
 
 


 
 
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ
  • Μετά από την άλωση της πόλης από τους Τούρκους ο ναός της Αγίας Σοφίας μετετράπη σε τζαμί, και εξωτερικά προστέθηκαν στις τέσσερις γωνίες του μιναρέδες.
  • Στο εσωτερικό τοποθετήθηκαν πίνακες που περιείχαν ρητά από το Κοράνι.
  • Εργασίες συντήρησης έγιναν από τους διάσημους αρχιτέκτονες, αδελφούς Fossati, το 1847.
  • Από το 1934 έως και σήμερα, όμως, ο ναός της Αγίας Σοφίας αποτελεί ιστορικό και αρχαιολογικό μουσείο.

Ο Ναός της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, ή σύμφωνα με τις άλλες ονομασίες που του αποδίδονται « Βυζαντινός Ναός της Ύπατης Σοφίας του Ένσαρκου Λόγου του Θεού, Ναός της Αγίας του Θεού Σοφίας, Μεγάλη Εκκλησία », αποτελεί αναμφίβολα το γνωστότερο και δημοφιλέστερο μουσειακό χώρο της Κωνσταντινούπολης και πόλο έλξης για κάθε επισκέπτη, αφού όλοι έχουμε ακούσει και διαβάσει δοξασίες και θρύλους γι’ αυτήν, που φανερώνουν τη λαμπρότητα και τη μεγαλοπρέπεια που τη διέπουν

Πατήστε πάνω στις κουκίδες για να επιλέξετε το σημείο που θα δείτε -ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΜΕ ESC



Ιδιαιτέρως όμως για τους Έλληνες Χριστιανούς η Αγία Σοφία αποτελεί κάτι το μοναδικό, κάτι το ξεχωριστό. Είναι βέβαιο πως ξυπνά σε όλους αναμνήσεις από την ιστορία του λαού μας, όχι μόνο σε θρησκευτικό αλλά και σε εθνικό επίπεδο.

Η πρώτη, λοιπόν, επίσκεψη των ταξιδιωτών που φθάνουν στην Κωνσταντινούπολη είναι σίγουρα στην Αγία Σοφία, που με το απαράμιλλο «μέγεθός» της συγκινεί και εντυπωσιάζει κάθε επισκέπτη.






Ιστορία ανοικοδόμησης








Ο Ναός της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη αποτελεί το σημαντικότερο και μεγαλοπρεπέστερο μνημείο της ιουστινιάνειας περιόδου.

Ο ναός κτίστηκε στη θέση όπου ο Μ. Κωνσταντίνος, ή σύμφωνα με άλλους ο γιός του Κωνστάντιος, ίδρυσε τον πρώτο ναό της Αγίας Σοφίας που εγκαινιάστηκε το 360.

Ήταν μια ξυλόστεγη βασιλική η οποία κάηκε το 404 κατά τη διάρκεια των καταστροφών που ακολούθησαν την εξορία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Επί του Θεοδοσίου Β΄, το 415, κτίστηκε νέος ναός, ο οποίος όμως κάηκε στη στάση του Νίκα το 532.

Έπειτα από αυτά τα γεγονότα ο Ιουστινιανός αποφάσισε να ανοικοδομήσει μία νέα εκκλησία αφιερωμένη στο Σαρκωθέντα Λόγο του Θεού, δηλαδή το Χριστό, ο οποίος από τον Απόστολο Παύλο στην Α΄ Κορ. 1:24 ήδη αποκαλείται η του «Θεού Σοφία ».










Τις εργασίες της ανοικοδόμησης του ναού επέβλεπε ο ίδιος ο Ιουστινιανός. Αυτές ξεκίνησαν το 532 και ολοκληρώθηκαν σε πέντε χρόνια, το 537, χρόνος ο οποίος θεωρείται τεράστιο κατόρθωμα για την εποχή, αλλά και τη δυσκολία κατασκευής του μνημείου.

Ο ναός εγκαινιάστηκε στις 27 Δεκεμβρίου του 537 από τον Ιουστινιανό. Το 558 ο τρούλος του ναού πέφτει μετά από ισχυρό σεισμό και την ανακατασκευή του αναλαμβάνει ο Ισίδωρος, ανιψιός του ενός από τους αρχιτέκτονες του ναού. Το έργο ολοκληρώθηκε το 563 και ο ναός εγκαινιάστηκε και πάλι από τον Ιουστινιανό στις 23 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

Το 989 ένας ακόμα σεισμός οδήγησε στην κατάρρευση του τρούλου και της δυτικής κόγχης, ο ναός όμως επισκευάστηκε και πάλι. Η τελευταία κατάρρευση του ανατολικού τμήματος του τρούλου ήλθε το 1346, με τις τελευταίες επισκευές να μην αλλοιώνουν σημαντικά το προηγούμενο έργο του Ισίδωρου του νεότερου.

Μετά από την άλωση της πόλης από τους Τούρκους ο ναός της Αγίας Σοφίας μετετράπη σε τζαμί, και εξωτερικά προστέθηκαν στις τέσσερις γωνίες του μιναρέδες. Το εσωτερικό τοποθετήθηκαν πίνακες που περιείχαν ρητά από το Κοράνι. Εργασίες συντήρησης έγιναν από τους διάσημους αρχιτέκτονες, αδελφούς Fossati, το 1847.

Από το 1934 έως και σήμερα, όμως, ο ναός της Αγίας Σοφίας αποτελεί ιστορικό και αρχαιολογικό μουσείο.

 

Αρχιτεκτονική




Ο ναός της Αγίας Σοφίας αποτελεί το σημαντικότερο μνημείο του τύπου της τρουλαίας βασιλικής. Χωρίς υπερβολές έχει χαρακτηριστεί ως ένα αριστούργημα αρχιτεκτονικής. Περιβάλλεται από δύο αυλές, τη βόρεια και τη δυτική, η οποία καλείται και αίθριο.

Το αίθριο είναι μια υπαίθρια αυλή στρωμένη με μάρμαρο, στο μέσον της οποίας ήταν τοποθετημένη η μαρμάρινη κρίνη που είχε την επιγραφή « ΝΙΨΟΝ ΑΝΟΜΗΜΑΤΑ ΜΗ ΜΟΝΑΝ ΟΨΙΝ », η οποία, ως γνωστόν, διαβάζεται και ανάποδα.

sssssthdffssΠΑΤΗΣΤΕ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ



Από το αίθριο πέντε πύλες οδηγούν στον έξω νάρθηκα και έπειτα άλλες πέντε στον εσωτερικό. Η μεσαία από αυτές τις πύλες ονομάζεται Μεγάλη ή Ωραία Πύλη. Από εκεί εννέα πύλες, τρείς ανά κλίτος, οδηγούν στον κυρίως ναό.

Εκατέρωθεν του νάρθηκα διασώζονται διάφορα προσαρτήματα υψίστης ιστορικής σημασίας. Ο κυρίως ναός χωρίζεται σε τρία κλίτη, με το μεσαίο να έχει τη διπλάσια διάσταση από τα άλλα δύο.

Σε γενικές γραμμές το εσωτερικό σχέδιο του ναού είναι απλό και έχει ως εξής : υπάρχουν τέσσερεις πεσσοί οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους με υπερώα τόξα στα οποία φέρονται επιθόλια τόξα, που όλα μαζί αποτελούν τη βάση για τον τεράστιο θόλο του τρούλου.



Πρέπει να τονίσουμε πως ο χώρος λούζεται από το άπλετο φως του ήλιου, καθώς αυτό διεισδύει στο ναό από τα εκατό παράθυρα της εκκλησίας, που δίνουν την ψευδαίσθηση πως ο θόλος κρέμεται από τον ουρανό.



Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015

Η Ροτόντα αποκαλύπτεται λουσμένη στο φως

 

 
 
Η Ροτόντα αύριο στην πρώτη εκδήλωση θα πλημμυρίσει από ύμνους των Χριστουγέννων.
 
 
          «Απελευθερωμένη» από τις σκαλωσιές και λουσμένη στο φως από ίνες led, η Ροτόντα ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη μακραίωνη ιστορία της. Συνεπής στο χρονοδιάγραμμα που έθεσε πριν από έναν χρόνο με τη σύσταση της νέας Εφορείας Πόλης, ο έφορος Σταμάτης Χονδρογιάννης ολοκλήρωσε τα έργα συντήρησης, αναστήλωσης και ανάδειξης του μνημείου μέσα σε εννέα μήνες, και αύριο εγκαινιάζει τη νέα του εποχή στην πολιτιστική ζωή της Θεσσαλονίκης βάζοντας το επόμενο στοίχημα: Η Ροτόντα ως μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς να λάμψει στην Οικουμένη δίπλα στο «δίδυμό» του, το Πάνθεον της Ρώμης.

          Με μια συμβολική εορταστική εκδήλωση στο πνεύμα των ημερών και της οικουμενικότητας της Χριστιανοσύνης, προσκαλεί το κοινό να βιώσει το μεγαλείο του εμβληματικού μνημείου που σηματοδοτεί το μεταίχμιο ανάμεσα στον ειδωλολατρικό και στον χριστιανικό κόσμο και να θαυμάσει τα μοναδικής τέχνης και ομορφιάς ψηφιδωτά της βυζαντινής τέχνης που έκρυβαν επί σχεδόν 40 χρόνια οι σκαλωσιές.

         Στήθηκαν μετά τους σεισμούς του 1978 για τις στερεωτικές εργασίες του κτιρίου, παρέμειναν για τη συντήρηση του ψηφιδωτού της διακόσμου που απαιτούσε πολυετή δουλειά και μελέτη, αλλά τα τελευταία χρόνια η εικόνα που παρουσίαζε ήταν απογοητευτική. Δεν ήταν μόνο τα δυσδιάκριτα λόγω έλλειψης φωτισμού και σκαλωσιάς ψηφιδωτά αριστουργήματα.

          Σπασμένα τζάμια στους φεγγίτες, καρέκλες και εκκλησιαστικός εξοπλισμός στοιβαγμένα σε μια κόγχη, χορταριασμένες αυλές, μαρμάρινα μέλη ατάκτως ερριμένα στην αυλή του και δένδρα που φύτρωναν στη στέγη του αδικούσαν ένα από τα πιο επισκέψιμα (1.500 επισκέπτες ημερησίως) μνημεία, εγγεγραμμένο στον κατάλογο της UNESCO από το 1988.

         Η Ροτόντα που είδαμε είναι ένα άλλο μνημείο. Η αφαίρεση της σκαλωσιάς με την οποία τη γνώρισαν οι νεότερες γενιές αποκάλυψε την αρχιτεκτονική και καλλιτεχνική της διάσταση. Με ελάχιστα χρήματα από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού (100.000 ευρώ) αλλά με έξυπνες οικονομικές λύσεις, η Εφορεία Πόλης κατάφερε την πλήρη αποκατάσταση, ενώ με χορηγούς, μεταξύ αυτών τη μεγαλύτερη ιταλική εταιρεία τεχνικών και αρχιτεκτονικών φωτιστικών iGuzzini illuminazione και τις ελληνικές (ΔΕΘ, L4A, Δαλκαφούκη ΕΠΕ, Παρισιανού Εκδόσεις, Koyrasanit, Μάτα Τσολοζίδη-Ζησιάδη), εξασφάλισε τον εσωτερικό φωτισμό. Οι φωτιστικές εγκαταστάσεις, βασισμένες σε μελέτη με διεθνείς πρακτικές για μνημειακούς χώρους, αναδεικνύουν τα ψηφιδωτά, την τοιχογραφία του ιερού, τα αρχιτεκτονικά του στοιχεία (κόγχες, θόλο, κ.ά.).

           Η Ροτόντα ως παλίμψηστο της ιστορίας με 16 αιώνες ζωής ήταν ο πρωταρχικός στόχος της νέας Εφορείας Πόλης για τον μνημειακό πλούτο. «Τα μνημεία πρέπει να είναι ορατά, φωτεινά, ζωντανά στην καθημερινή ζωή των κατοίκων μέρα και νύχτα», έλεγε πρόσφατα στην «Κ» για το όραμα της Ροτόντας (18-10-2015) ο Σταμάτης Χονδρογιάννης. Σχεδιάζει γι’ αυτό σειρά δράσεων με σεβασμό στον διττό χαρακτήρα (μουσειακό-λατρευτικό). Παραδίδει το μνημείο στην πολιτιστική ζωή της πόλης, ενώ ταυτόχρονα προσθέτει μία επιπλέον λειτουργία και επανατοποθετεί τον σταυρό (με έγκριση του ΚΑΣ) στην κορυφή της στέγης που υπήρχε από την απελευθέρωση έως τη δεκαετία του ’50, για να τονίσει τη διαχρονική και διαπολιτισμική ιερότητα του μνημείου στη διάρκεια των 1.700 χρόνων της ζωής του από τον αρχαίο, τον χριστιανικό και μουσουλμανικό κόσμο.

        Η αυριανή εκδήλωση, στις 8 μ.μ., είναι η αρχή. Τέσσερις φορείς συμπράττουν αφιλοκερδώς: το Σωματείο Ιεροψαλτών «Ιωάννης ο Δαμασκηνός», η Χορωδία «Γιάννης Μάντακας» του ΑΠΘ, η Συμφωνική Ορχήστρα του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης και η Ρωσική Ανδρική Χορωδία «Μπλαγκοζβόνιτσα», που έρχεται ειδικά από τη Μόσχα με προσφορά του Γενικού Προξενείου της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Η Ροτόντα θα πλημμυρίσει από φως και ύμνους των Χριστουγέννων.

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

O θάνατος του Βασίλειου Βουλγαροκτόνου -- 15 Δεκεμβρίου 1025

O θάνατος του Βασίλειου Βουλγαροκτόνου-- 15 Δεκεμβρίου 1025

15 Δεκεμβρίου 1025
Ο Βασίλειος Β', ασκητικός και λιτός στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ήταν να ταφεί στην τελευταία διαθέσιμη σαρκοφάγο στη ροτόντα του Μέγα Κωνσταντίνου στο Ναό των Αγίων Αποστόλων. Ωστόσο ο ίδιος είχε ζητήσει από τον αδελφό του και διάδοχο Κωνσταντίνο Η' να ταφεί χωρίς πομπές και επισημότητες στο Ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην περιοχή Έβδομον, έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Το 1204, ο τάφος λεηλατήθηκε από τους σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας.
Ο θάνατός του, όπως παρουσιάζεται από την έξοχη πένα του Κώστα Κυριαζή, από το βιβλίο του <<Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος>>
………………………………………………………………………………………………
- Για την ταφή μου θέλω να μιλήσω, έκανε αδύναμα ο Βασίλειος. Λίγες ακόμα οι μέρες μου, ίσως και οι ώρες μου. Στο Έβδομο θέλω να ταφώ. Σε τάφο απλό χωρίς στολίδια. Το νεκρικό μου σεντόνι να μην είναι ακριβό. Στο ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου αποθέστε το λείψανό μου. Θα ΄μαι κοντά στα τείχη της Θεοφύλαχτης, θα ακούω και στο στερνό μου ύπνο το ποδοβολητό του καβαλαρικού, τις σάλπιγγες, το βαρύ περπάτημα των στρατιωτών… Τ΄ ακούς Κωνασταντίνε;( προκειται για το αδερφό του και κατοπινό αυτοκράτορα)
-Σε ακούω, Βασίλειε, όμως το μνήμα στο Μυριάνδριο;
-Κενό να μείνει. Στρατιώτης ήμουνα σε όλη τη ζωή μου. Σαν στρατιώτης θέλω να ταφώ. Και τώρα άφησέ με…
Δε μίλησε άλλο, έκλεισε τα μάτια και κοιμήθηκε έναν ύπνο ήρεμο, λες και δεν είχε αρρωστήσει. Βάρυνε με τα χαράματα. Ήλθαν πάλι οι γιατροί, φύγανε άπραχτοι. Το μεσημέρι ζήτησε τους στρατηγούς του. Ήλθαν, γονάτισαν ένας ένας δίπλα του. Ήταν πολύ εξαντλημένος για να τους μιλήσει. Ακούμπαγε το χέρι πάνω στα μαλλιά τους, καθώς τους αναγνώριζε. Τους πνίγαν οι λυγμοί. Τον λάτρευαν.
Έπεσε πάλι η νύχτα. Ηρθε ο πατριάρχης, τον κοινώνησε, μύρισε θυμίαμα και λιβανωτό ο ιερός κοιτώνας. Έχανε τη μάχη, ο θάνατος τον λυγούσε. Κοιμήθηκε ύπνο ταραγμένο με εφιάλτες, φώναζε, έδινε παραγγέλματα στρατιωτικά, θωρούσε οράματα, ζούσε πολέμους, σκοτωμούς, μίλαγε με στρατηγούς, που μόνο κείνος έβλεπε. Μιλούσε με τη μάνα του.
Ξημέρωνε η 15η του Δεκέμβρη. Δεν άνοιξε τα μάτια του μέχρι το μεσημέρι. Είχε πέσει σε λήθαργο βαθύ.
...................................................................................................................................................................

(…) Δεν ξανάνοιξε το στόμα του, έσβηνε σιγά σιγά, οράματα περνούσαν από τον θολωμένο του το νου. Έκανε να σηκώσει το χέρι του, το δεξί, όπου κράταγε ολόκληρη τη ζήση του το σπαθί του, το αριστερό που βάσταγε σε όλες τις μάχες το σκουτάρι και το εικόνισμα της Παναγιάς. Δεν μπόραγε, βογκούσε μέσα στην προσπάθειά του.
Κάποια στιγμή, είχε πια περάσει η ώρα που ανάβουν οι λυχνίες, όταν στον ιερό κοιτώνα βρίσκονταν ο Κων/νος, η αυτοκρατόρισσα Ελένη, οι κόρες της, κι ο πρωτόπαπας του ιερού παλατιού, που γονατιστός σιγόψελνε μια προσευχή, ανασηκώθηκε, άνοιξε διάπλατα τα μάτια του, σήκωσε ψηλά το δεξί του χέρι και φώναξε τόσο δυνατά που αντήχησε το δώμα:
-Όσοι στρατιώτες, ακολουθήστε με…
Δεν είχε σβήσει ακόμα η κραυγή στα χείλη του, δεν είχαν προλάβει να γυρίσουν να τον δουν ο Κωνσταντίνος κι ο πρωτόπαπας, όταν σωριάστηκε άψυχος…

Στο τρίκλινο των ιθ΄ ακουβιτών, στο κράβατο της λύπης, τρεις μέρες έμεινε για το προσκύνημα ο μεγάλος βασιλέας, ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος. Στο τρίκλινο πέρασε σειρά ατέλειωτη, αρχόντοι, αρχόντισσες, γυναίκες του λαού, αρτιζάνοι, στρατηγοί, τουρμάρχες, και δρουγγάριοι, κατεπάνω και λογοθέτες. Δακρυσμένα ήταν ολωνών τα μάτια. Τον αγαπούσαν τον Βασίλειο, άρχοντοι και ταπεινοί, γιατί ήταν δίκαιος, γιατί τη ζωή του την αφιέρωσε στην αυτοκρατορία, γιατί ποτές δε χάρηκε σαν άνθρωπος.
Τρεις μέρες έμεινε στο τρίκλινοι ντυμένος με την απλή στολή του στρατιώτη που φόραγε στις μάχες και, όταν την τέταρτη τον σήκωσαν σπαθάριοι, για να τον κηδέψουν, βόγκηξε όλη η Βασιλεύουσα.
Σ΄ ένα απλό μνήμα στην εκκλησιά του Αι – Γιάννη του Θεολόγου, στο Έβδομο, αποθέσαμε εμείς οι στρατηγοί του το λείψανό του και, όταν κυλήσαμε απάνω του την ταφόπλακα, γυρίσαμε και κοιταχτήκαμε, γιατί νιώσαμε ορφανοί εμείς οι γέροντες, εμείς οι μαχητές, γιατί έλειψε κείνος ο μεγάλος, που μας ψύχωνε με το παράδειγμά του. Εκείνος ο στρατιώτης που μια ζωή την πέρασε ανάμεσά σε μας τους ανθρώπους του πολέμου, χωρίς ποτέ να υπολογίσει πως ήταν πορφυρογέννητος και Αυτοκράτορας και πως δικαιούταν να γυρεύει και την ανάπαψη στο Ιερό Παλάτιο, την εποχή που δε μαχόταν το αήττητο φουσάτο του.
Κώστας Κυριαζής <<Βασίλειος ο Βουλαροκτόνος>>


Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2015

Η διαδρομή της ταβέρνας στη περίοδο του Βυζαντίου




 
 
               H BYZANTINH TABEΡΝΑ



                  Χώρος εστίασης, κρασοκατάνυξης, κεφιού, μουσικής και χορού, ζωηρών συζητήσεων και πονεμένων εκμυστηρεύσεων. Με μια ιστορία που κρατάει πάνω από 2.500 χρόνια, η παραδοσιακή ελληνική ταβέρνα ξεκινά από την αρχαία Ελλάδα και περνά στα καπηλειά και στα «μαγέρικα» του Βυζαντίου, για να φτάσει ως τι μέρες μας.
                 O Βυζαντινός; άνθρωπος, γήινος και γλεντζές, φίλος του κρασιού και του φαγητού, σύχναζε και διασκέδαζε σε λαϊκές ταβέρνες και καπηλειά, με κρασί και χορευτικά θεάματα. Πέρα από το φαγητό και το πιοτό, η ταβέρνα αποτελούσε χώρο συνάντησης, γνωριμιών, συζητήσεων και σχολίων αλλά και διαμάχης για πολιτικά, θρησκευτικά και τοπικά θέματα.
 
Η έννοια του καπηλείου - ταβέρνας
              Η λέξη ταβέρνα προέρχεται από τη λατινική «taberna», που ήταν ένα είδος πανδοχείου εγκατεστημένο επάνω σε στρατιωτικούς δρόμους όπως η εγνατία οδός, εκεί όπου οι στρατιώτες και οι διάφορες αποστολές έβρισκαν κατάλυμα, τροφή, ποτό και ορισμένες φορές γυναικεία συντροφιά. Αυτού του είδους οι ταβέρνες οι οποίες σιγά - σιγά αναπτύχθηκαν και μέσα στις πόλεις κατά τη περίοδο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας ονομάστηκαν και "καπηλεία" όρος ο οποίος προέρχεται από την από την αρχαία Ελλάδα.
 
             Γενικά, ο θαμώνας του καπηλείου στο Βυζάντιο ονομαζόταν καπηλοδύτης και η εργαζόμενη σε αυτό γυναίκα, καπηλίς. Το επάγγελμα αυτό όμως εθεωρείτο κακό, γιατί ο σκανδαλώδης βίος των γυναικών και οι ύποπτες υπηρεσίες που πρόσφεραν σε κάποιες κακόφημες ταβέρνες στους θαμώνες, έδωσαν το περιθώριο να ταυτίζονται τα καπηλεία και με τα πορνεία. Έτσι, λοιπόν, μια άλλη ονομασία ήταν και πορνοκαπηλεία. Ένα διάταγμα του Αυτοκράτορα Ανδρονίκου του γέροντος αναφέρει ότι: «γύναια φαύλα, μετά την δύσιν του ηλίου, επ’ ολίσθω ψυχών διασκεδάζουσιν εν καπηλείοις» δηλ. η γυναίκα η οποία διασκεδάζει τις βραδυνές ώρες με άλλους θεωρείται ελαφρών ηθών.
              Στη βυζαντινή εποχή, κάπηλος ή ταβερνιάρης ήταν ο διευθυντής του καπηλείου ή ταβερνείου και καπήλισσα ή ταβερνιάρισσα, η γυναίκα. Η βαρύτητα της ονομασίας αυτής στα λαϊκά μεσαιωνικά στρώματα φαίνεται στη φράση του σχετικού ποιήματος του «Πουλολόγου», στο οποίο αναφέρεται: «κάποιας κακορίζικης καπήλισσας κοπέλιν». Στο λεξικό του πατριάρχη Φωτίου οι λέξεις ταβερνεία, καπηλεία και πανδοχεία είχαν την ίδια σημασία. Στα καταστήματα αυτά, καθώς και στα συγγενή καπηλομαγειρεία επιβαλλόταν ειδικός φόρος, ο καπηλειατικός, όπως μας πληροφορεί και σχετικό χρυσόβουλο του Αυτοκράτορα Ανδρονίκου Παλαιολόγου προς τους καπήλους της Μονεμβασίας.

Τα καπηλεία των φαύλων ποτών
          Η εξάπλωση των βυζαντινών καπηλείων ήταν αλματώδης, γεγονός που οφείλεται στην πληθυσμιακή έκρηξη των αστικών κέντρων. Παρά τις αγορανομικές διατάξεις του Επαρχικού Βιβλίου, δημιουργήθηκαν διάφορα άλλα συγγενή καταστήματα, τα λεγόμενα φουσκαρεία ή πουσκαρεία (νοθευτήρια) και σικεροποτεία (φτηνά ποτά) και ανάλογα επαγγέλματα, μεταξύ των οποίων οι θερμοπώλες και οι προπουματάδες. Ειδικά οι επιχειρηματίες των σικεροποτείων, των φτηνών δηλαδή ποτών, αποσκοπούσαν στην προσέλκυση πελατών από τις ασθενέστερες οικονομικά τάξεις οι οποίες δεν ήταν σε θέση να αγοράσουν καλής ποιότητας ποτά λόγω κόστους..

          Το πρόπομα, ήταν η προ του φαγητού πόση ορεκτικών ποτών και, προφανώς, οι προποματείς ήταν οι έμποροι και οι πωλητές αυτών των προϊόντων.

          Οι ειδήμονες της αρχαιοελληνικής αλλά και της βυζαντινής οινοποσίας, γνώριζαν τις επιπτώσεις της μέθης που οδηγούσε η μεγάλη κατανάλωση ποτών στο καπηλείο. Για να αντιμετωπίσουν την μέθη, συνήθιζαν παράλληλα να τρώνε θερμοκύαμους ένα είδος οσπρίου μεταξύ θέρμου και κυάμου, δηλαδή κουκιού, καθώς και άλλα είδη οσπρίων (ψημένα ρεβίθια και λούπινα) όπως μας διαβεβαιώνουν οι συγγραφείς Θεόφραστος, Διοσκουρίδης και Πολυδεύκης). Όπως γίνεται αντιληπτό τα χρησίμευαν ως αντίδοτα κατά της μέθης.
             Ωστόσο, πέρα από τα θερμοτραγήματα, που αναφέρονται στην κατανάλωση θέρμων και άλλων λιχουδιών ή μεζέδων οι θερμοπώλες πήραν το όνομα αυτό από την ευρύτερη δραστηριότητά τους, στην οποία συγκαταλέγεται και η πώληση θερμών ποτών. Μάλιστα υπήρχαν και ειδικά ποτήρια για την κατανάλωσή τους, όπως η θερμοποτίς. Θερμό ποτό εθεωρείτο το ζεστό κρασί με πιπέρι ή άλλα αρωματικά και το έπιναν ιδιαίτερα στη Κωνσταντινούπολη και σε άλλες βόρειες περιοχές ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες.

            Θα πρέπει βέβαια να σημειώσουμε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις, συναντάμε τα καπηλεία και σαν θερμοπωλεία και τους θερμοπώλες αντίστοιχα σαν μαγείρους ή καπήλους. Πραγματικά η σχέση των θερμοπωλών με τα καπηλεία, όπως περιγράφεται στα βυζαντινά και τα αγιογραφικά κείμενα, ήταν πολύ στενή. Οι μικροπωλητές τέτοιων ειδών ονομάζονταν επίσης στραγαλάδες, γυρεύοντες (γυρολόγοι), πραματευτές και πουσκάριοι ή φουσκάριοι.

         Συνήθως, οι τελευταίοι ήταν ιδιοκτήτες των πουσκαρείων ή φουσκαρείων, δηλαδή των καταστημάτων που πωλούσαν στραγάλια, θέρμια βραστά, ρεβίθια βραστά, φακές, κόκκους κάνναβης και ένα φαύλο είδος ποτού, το λεγόμενο «πούσκα», από το οποίο πήραν το όνομά τους. Το ποτό αυτό, που το έπιναν οι στρατιώτες κατά τη ρωμαϊκή περίοδο σε μεγάλες ποσότητες, ήταν ένα μίγμα ξιδιού (όξος) και νερού, το γνωστό στους αρχαίους Έλληνες "οξύρατο μίγμα¨".Είναι ακριβώς το ποτό που έπιναν οι Ρωμαίοι στρατιώτες και που έδωσαν με το σφουγγάρι στον Ιησού χριστό όταν εκείνος δίψασε πριν τον μαρτυρικό του θάνατο πάνω στο Σταυρό του μαρτυρίου.
          Άλλα είδη ποτών, που ήταν υποκατάστατα του οίνου και είχαν ευρεία κατανάλωση, όπως μας πληροφορούν τα βυζαντινά κείμενα, ήταν τα σίκερα. Οι καταναλωτές τους, λοιπόν, οι σικεροπότες, έπιναν αυτούς τους «υποτυπώδεις οίνους» (μυρτίτη, μηλίτη, φοινικίτη, κυδωνίτη, σταφιδίτη, απίτη, δηλαδή απιδόκρασο, και άλλους), για λόγους οικονομίας, αφού στοίχιζαν φτηνότερα.
Για το είδος αυτών των ποτών αναφέρονται σχετικά οι ερμηνείες: «σέκερα, πας ο σκευαστός οίνος, καλείται και νόθος καν εκ των φοινίκων, καν εκ των άλλων ακροδρύων σκευαζόμενος» και «σίκερα δε έστι παν το άνευ οίνου μέθην εμποιούν, οία εισίν α επιτηδεύουσιν άνθρωποι».
Αλλά και ο «οίνος συμμιγής υδύσμασιν», που αναφέρεται από το λεξικό της Σούδας ταυτίζεται και με τα λεγόμενα του Γρηγορίου του Θεολόγου, ο οποίος αναφέρει ότι οι σικεροπότες ανακάτωναν κρασί με ρόδο, σκόρδο και κρόκο. Φαίνεται πως τα καπηλεία, τα φουσκαρεία και τα θερμοπωλεία ήταν συγγενή καταστήματα και πως σε ορισμένες περιπτώσεις ταυτίζονταν.

Φουσκάριοι και θερμοπώλες
              Ο Λεόντιος Νεαπόλεως μας πληροφορεί για τις συνήθειες των πολιτών, που συνδύαζαν τη διασκέδαση και την ευθυμία μαζί με την οινοποσία. Γι’ αυτό σύχναζαν στα καπηλεία, που κατ’ εξοχήν τους πρόσφεραν φαιδρή ατμόσφαιρα και κωμικά επεισόδια, σαν εκείνα που προκαλούσε ο Σαλός (γνωστός ταβερνιάρης πόλεως της Συρίας). Αξίζει να σημειώσουμε πως την εποχή εκείνη, τον 5ο αιώνα μ.Χ., οι θεραπευτές και οι εξορκιστές, περιόδευαν στις πόλεις και τα χωριά και φυσικά σύχναζαν και στα καπηλεία. Στην περίπτωσή μας, ο ίδιος ο ταβερνιάρης Σαλός ήταν όπως φαίνεται και κυνηγός ακαθάρτων πνευμάτων. Σε σχετική διαμαρτυρία πελάτη του, για την κακή ποιότητα του κρασιού που του προσέφερε, αναφέρονται τα εξής: «ανάλυσον ο εποίησας Σαλέ... καλόν οίνον αγόρασα και ηυρέθη οξύδιν εις δύο ώρας», του δίνει την καλύτερη απάντηση, «ύπα, ύπα, ου μέλει σοι, άνοιξον εφέτος φουσκάρειον και συμφέρει σοι», συμβουλή που ακολούθησε ο πελάτης ευχολογώντας «ευλογητός ο Θεός, φουσκάρειον ανοίγω». Παρ’ όλα αυτά, όπως αναφέρουν οι πηγές, ο ταβερνιάρης Συμεών περισσότερο έτρωγε παρά εργαζόταν.

           Τα καπηλεία και τα φουσκαρεία αποτελούσαν συνήθως το καταφύγιο των περιθωριακών. Οι συμπλοκές και οι κλοπές, ιδιαίτερα κατά τις βραδινές ώρες, υπήρξαν οι βασικοί λόγοι που ανάγκασαν την αυτοκρατορική διοίκηση να φροντίσει για τον φωτισμό των δρόμων και των καταστημάτων στις μεγάλες πόλεις. Στην εποχή του Θεοδοσίου, στα τέλη του 4ου και στις αρχές του 5ου αιώνα, ο έπαρχος Κύρος διέταξε να φωτίζονται τα σπίτια, τα καταστήματα και οι δρόμοι της πρωτεύουσας. Ήταν δε τόσο μεγάλη η ικανοποίηση του λαού, ώστε στον Ιππόδρομο επευφημούσαν τον Μέγα Κωνσταντίνο σαν κατασκευαστή και τον Κύρο σαν ανανεωτή. Μάλιστα, η διάταξη που αφορούσε στα εργαστήρια, επέβαλλε τον τριπλάσιο φωτισμό (σε σχέση με το εσπερινό φως) των χώρων αυτών.

          Η σχέση ανάγκης των Βυζαντινών με το κρασί εκφράζεται χαρακτηριστικά σε μια προσφορά του γαιοκτήμονα και αξιωματούχου της αυτοκρατορικής αυλής Θεόδωρου Ιωάννη. Σύμφωνα με μια απόφαση του Ιωάννη, το 538 μ.Χ., στο θέμα (επαρχία) της Αιγύπτου, οι 139 κρατούμενοι της ιδιωτικής του φυλακής θα έπαιρναν τις μέρες του Πάσχα, των Επιφανείων και του Αρχαγγέλου Μιχαήλ την ίδια ποσότητα κρασιού, όπως και οι κρατούμενοι των κρατικών φυλακών.




Μιχαήλ ο Μέθυσος

          Ωστόσο, το επάγγελμα του καπήλου εθεωρείτο βάναυσο και υποτιμητικό. Μάλιστα, η παρουσία καπήλισσας, δηλαδή γυναίκας που διηύθυνε καπηλείο ή εργαζόταν σ’ αυτό, όπως αναφέρεται από πολλούς συγγραφείς (Ευνάπιος, Αγάθιος, Λιβάνιος, Ζωναράς, Πρόδρομος και άλλοι), δημιουργούσε απρεπείς και σκανδαλώδεις σκηνές, γεγονός που συνέβαινε και με τους κληρικούς που τύχαινε να διατηρούν καπηλείο, ήταν σύνηθες φαινόμενο οι κληρικοί α διατηρούν καπηλειά.

           Πολλές είναι και οι αναφορές για την οινοποσία των κληρικών. Στο έργο του Κ. Σάθα «Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη», σε σχετική μαρτυρία του Ανωνύμου αναφέρεται το «συνέδριο παρανόμων και ανιέρων επισκόπων και κοιλιοδούλων εν τω ναώ των Βλαχερνών», που έγινε από τον Κωνσταντίνο Κοπρώνυμο. Στην ίδια περίπτωση αναφέρεται και ο «Κανόνας κατά του αυτού Ιακώβου» του Μιχαήλ Ψελλού, στον οποίο αναφέρονται με ποιητικό τρόπο: «μέθη και πότοι», «αποθλίψεις οίνου», «εκκενώσεις δέκα κυλίκων», «πόσεις εν ασκήσει πολλών ασκών», «απορρόφηση ακράτου οίνου» και άλλα παρόμοια.Οι αναφορές αυτές βέβαια καθώς και άλλες παρόμοιες του Πτωχοπρόδρομου και του Ευσταθίου Θεσσαλονίκης, αφορούν σε εξαιρέσεις, στις οποίες μάλιστα μπορεί να διατυπώνεται και το στοιχείο της υπερβολής. Στην ουσία, το μέτρο της πόσης του «οίνου του ευφραίνοντος την καρδίαν», υπήρξε κανόνας στον χώρο του κλήρου.
Στο παλάτι, όμως, αναφέρονται και υπερβάσεις, όπως στην περίπτωση του αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ’ του επονομαζόμενου Μέθυσου. Πράγματι ο Μιχαήλ ενέδιδε υπερβολικά στο κρασί, σε σημείο ώστε να συναγωνίζεται με τον γελωτοποιό του Θεόφιλο για το ποιός θα πιεί περισσότερο.



Οι συντεχνίες των καπήλων

           Οι κάπηλοι, όπως και όλοι οι επαγγελματίες και βιοτέχνες, ήταν οργανωμένοι στην επαγγελματική τους συντεχνία. Στο Επαρχικό Βιβλίο αναφέρεται η αρμοδιότητα του επάρχου της πόλης, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τον διορισμό των ειδικών προϊσταμένων στη συντεχνία των καπήλων. Όπως προκύπτει από τη νομική διαδικασία του διορισμού, οι προϊστάμενοι (προεστώτες) δεν ήταν αντιπρόσωποι του κλάδου τους με τη σημερινή έννοια. Στην ουσία ήταν κρατικά όργανα, κάτι σαν επόπτες εργασίας που μεσολαβούσαν μεταξύ επάρχου και εμπόρων κρασιού.
           Μερικά από τα σπουδαιότερα καθήκοντα που επιτελούσαν ήταν η ενημέρωση του επάρχου για τις ποσότητες των εισαγομένων κρασιών στην Κωνσταντινούπολη, η παρεμπόδιση και η αποτροπή του μεταπρατικού εμπορίου, ο έλεγχος των μελών της συντεχνίας, η σωστή διανομή των εισαγομένων ποσοτήτων στα μέλη, ο έλεγχος του μηχανισμού της προσφοράς και της ζήτησης, ο καθορισμός της τιμής και άλλα συναφή θέματα.
Μια άλλη διάταξη του Επαρχικού Βιβλίου, απαγόρευε στους καπήλους να διατηρούν ανοιχτά τα καταστήματά τους κατά τις Κυριακές και τις επίσημες γιορτές πριν από την 7η πρωινή και μετά την 7η εσπερινή ώρα.
           Στις αρχές του 13ου αιώνα, η διάταξη αυτή τροποποιήθηκε από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Β’ Παλαιολόγο, ο οποίος κατά πρόταση του πατριάρχη Αθανασίου, υποχρέωνε τους καπήλους να κλείνουν τα καταστήματά τους από την 3η μ.μ. του Σαββάτου ως την αντίστοιχη ώρα της Κυριακής. Για δε τις υπόλοιπες μέρες, μετά τη δύση του ηλίου επέτρεπαι μόνο την εξωτερική πώληση των ποτών, απαγορεύοντας την παραμονή θαμώνων στο καπηλείο.
             Οι κάπηλοι μπορούσαν να ανοίξουν τα καταστήματά τους σε οποιοδήποτε σημείο της πόλης, αφού το κρασί εθεωρείτο είδος πρώτης ανάγκης. Για τις διάφορες παραβάσεις που γίνονταν στον χώρο τους, αξίζει να σημειώσουμε την ύπαρξη σχετικού νόμου, ο οποίος, σε μια περίπτωση, της δηλητηρίασης από το κρασί, επέβαλε ακόμη και τη θανατική ποινή. Αναφέρει λοιπόν ο νόμος αυτός: «Ει τις... δώση ποτόν... και διά της τοιαύτης προφάσεως ασθένεια περιπέση ο το ποτόν εκπιών και συμβή αυτόν εκ του καταρρεύσαι και αποθανείν ξίφει τιμωρείσθω» και «Τω περί ανδροφόνων νόμω κατέχεται και ο διά το φονεύσαι άνθρωπον φάρμακον ποιών ή πιπράσκων (πωλών) ή έχων...».


Τα καπηλεία των Βενετών και Γενοβέζων


          Κατά τον τελευταίο χρόνο της βασιλείας του Λέοντος του Σοφού (911-912), η έκδοση του Επαρχικού Βιβλίου και η εφαρμογή των διατάξεών του, σταθεροποίησε τον μηχανισμό παραγωγής, διακίνησης και κατανάλωσης των τροφίμων και των ποτών. Όμως, η ρωσοβυζαντινή συνθήκη που υπέγραψε ο αυτοκράτορας Ρωμανός Λεκαπηνός, σχεδόν άνοιξε τις πόρτες στους εμπορικούς οίκους του εξωτερικού. Έναν αιώνα αργότερα οι Ιταλοί έμποροι, ιδίως Βενετοί και Γενοβέζοι, οι οποίοι αποτελούσαν τη συντριπτική πλειοψηφία των πολλών αλλοδαπών της Κωνσταντινούπολης, άλωσαν «εκ των έσω» την αγορά τροφίμων και ποτών.
           Χαρακτηριστικό για την ιστορία της διακίνησης του κρασιού και τη λειτουργία ιταλικών καπηλείων στην Κωνσταντινούπολη, αποτελεί ένα άρθρο της συνθήκης του Ιωάννη Η’ Παλαιολόγου του προτελευταίου αυτοκράτορα με τον δούκα της Βενετίας Φραγκίσκο Φόσκαρη, το 1448. Το άρθρο αυτό, όμως, που το συναντάμε και σε προηγούμενες συνθήκες, καταμαρτυρεί το ενδιαφέρον των Βενετών για την αγορά τροφίμων και ποτών της Κωνσταντινούπολης.Σύμφωνα με αυτό, παρά το δικαίωμα που είχαν οι Βενετοί, να διατηρούν δηλαδή απεριόριστο αριθμό καπηλείων και να εμπορεύονται το κρασί, τα νέα δεδομένα επέτρεπαν τη λειτουργία μόνο δεκαπέντε καπηλείων. Δινόταν επίσης σχετική άδεια, για να πωλείται κάθε είδους κρασί και σε οποιαδήποτε ποσότητα με λιανική πώληση. Σε άλλο άρθρο της συνθήκης ανανεωνόταν με τον ίδιο τρόπο η διάταξη που αφορούσε στο εξωτερικό εμπόριο των κρασιών. Με το πέρασμα του χρόνου, οι Βενετοί και οι Γενοβέζοι διατήρησαν τον έλεγχο της εμπορίας των φημισμένων κρασιών της Κύπρου, της Τύρου, της Μονεμβασίας και της Κρήτης.
         Μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης επεκτάθηκαν και κυριάρχησαν στις αγορές ολόκληρης της Ευρώπης.


Αναδημοσίευση από την ιστοσελιδα ιστορία. gr http://www.istoria.gr/
Βιβλιογραφία

1. Κουκουλές Φαίδων «Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», Αθήνα 1948.
3. Μέντζου Κωνσταντίνα «Συμβολαί εις την Μελέτην του Οικονομικού και Κοινωνικού Βίου της
Πρωίμου Βυζαντινής Περιόδου», Αθήνα 1975.
4. Σπυρίδων Λάμπρος «Νέος Ελληνομνήμων», τόμος Ζ’, Αθήνα 1910.
5. Λεόντιος Νεαπόλεως «Συμεών ο διά Χριστόν Σαλός», Uppsala 1963.