-
ANAΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ από το http://veriahistory.gr/
Ο Ναός του Χριστού στη Βέροια
Ο
Ναός της Αναστάσεως του Σωτήρος Χριστού αποτελεί το γνωστότερο
βυζαντινό μνημείο της πόλης και έχει επικρατήσει να ονομάζεται απλά η
εκκλησία του Χριστού. Από εδώ πραγματοποιείται ή εκκίνηση για την
επίσκεψη των υπόλοιπων ναών με τη συνοδεία του αρμόδιου φυλακτικού
προσωπικού.
Πρόκειται
για μονόχωρο, δρομικό ναό, των αρχών του 14ου αι. με τρίπλευρη αψίδα,
που φέρει εξωτερικά κεραμοπλαστικό διάκοσμο. Η στοά που περιβάλλει το
ναό προστέθηκε στις αρχές του 18ου αι. και ανακατασκευάστηκε τη δεκαετία
του 1950.
Σύμφωνα
με την κτητορική επιγραφή επάνω από τη δυτική είσοδο ο ναός ιδρύθηκε στα
χρόνια του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β' Παλαιολόγου (1282-1328), από τον
Ξένο Ψαλιδά, προς συγχώρηση των αμαρτιών του, και ολοκληρώθηκε από τη
σύζυγό του Ευφροσύνη. Το έτος 1315 εγκαινιάστηκε, πιθανότατα από τον
πατριάρχη Νήφωνα, ο οποίος καταγόταν από τη Βέροια.
Ήδη από
το 1314 ο ναός αποτελούσε καθολικό σταυροπηγιακής μονής, η οποία είχε
παραχωρηθεί με πατριαρχικό γράμμα και χρυσόβουλλο στον ιερομόναχο
Ιγνάτιο Καλόθετο από τη Χίο, ο οποίος διέμενε στο Άγιον Όρος.
(Απεικονίζεται γονυπετής, δεόμενος στο νότιο τοίχο του ναού). Τη ί της
μονής ανέλαβε ο πατέρας του Ανδρέας.
Ο ναός
στο εσωτερικό του είναι κατάγραφος με αγιογραφίες που φιλοτέχνησε,
σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, ο ζωγράφος Γεώργιος Καλλιέργης από
τη Θεσσαλονίκη.
Στο
τεταρτοσφαίριο της αψίδας απεικονίζεται η Παναγία ολόσωμη κρατώντας στο
στήθος της το Χριστό πλαισιωμένη από τους σεβίζοντες αρχαγγέλους. Κάτω,
στον ημικύλινδρο, τοποθετούνται οι συλλειτουργούντες ιεράρχες. Στο
αέτωμα εικονίζονται στο κέντρο δύο αρχάγγελοι που κρατούν ανάμεσά τους
μετάλλιο με το Χριστό Εμμανουήλ, ενώ αριστερά και δεξιά οι προφήτες
Σολομών και Δαβίδ αντίστοιχα με ανοικτά ειλητάρια στα χέρια τους.
Εκατέρωθεν του τεταρτοσφαιρίου, πάνω από το οποίο παριστάνεται το Άγιο
Μανδήλιο, εικονίζονται ο αρχάγγελος Γαβριήλ και η ένθρονη Θεοτόκος του Ευαγγελισμού. Πιο κάτω σε δύο ζώνες ιεράρχες ολόσωμοι και σε μετάλλια.
Στο
βόρειο και νότιο τοίχο το καθιερωμένο για τον αρχιτεκτονικό τύπο του
ναού εικονογραφικό πρόγραμμα διατάσσεται σε τρεις ζώνες. Στην ανώτερη
απεικονίζονται σκηνές από το Δωδεκάορτο και τα Πάθη του Χριστού. Η
Σταύρωση και η Κάθοδος στον Άδη παριστάνονται σε ειδική τιμητική θέση,
στα αβαθή αψιδώματα του βόρειου και νότιου τοίχου αντίστοιχα,
προκειμένου να τονιστεί ο σωτηριολογικός χαρακτήρας τους και να τιμηθεί η
ιδιότητα του Χριστού ως Σωτήρα. Η Κοίμηση της Θεοτόκου καταλαμβάνει την
άνω ζώνη του δυτικού τοίχου. Στη μεσαία ζώνη εικονίζονται σε στηθάρια
διάφοροι άγιοι, προφήτες και ευαγγελιστές, ενώ στην κατώτερη ολόσωμοι
ιεράρχες, μάρτυρες και όσιοι.
Το έργο
του ζωγράφου Γεωργίου Καλλιέργη εντάσσεται στα πλαίσια της παλαιολόγειας
αναγέννησης των αρχών του 14ου αι. προδίδοντας σχέσεις τόσο με τη
Θεσσαλονίκη όσο και με την Κωνσταντινούπολη. Φέρει ωστόσο την προσωπική
του σφραγίδα με το συνδυασμό συντηρητικών και ανανεωτικών στοιχείων.
Δημιουργεί δικά του πρότυπα. Οι μορφές του στις ήρεμες και λιτές
συνθέσεις χαρακτηρίζονται από γαλήνια έκφραση και συγκροτημένο πάθος,
παρ’ όλη τη διαφοροποίηση των χαρακτηριστικών και των στάσεων. Δίνει
βαρύτητα στην απόδοση του εσωτερικού κόσμου συνδυάζοντας το υλικό με το
πνευματικό. Πλάθει τις συνθέσεις του με χρωματική ποικιλία, με φωτεινά,
απαλά και διαυγή χρώματα. Δίκαια λοιπόν αυτοαποκαλείται ως «όλης
Θεπαλίας» (δηλαδή της Μακεδονίας) άριστος ζωγράφος.
Κοντά
στις αισθητικές αντιλήψεις του Καλλιέργη βρίσκεται και η υψηλής
ποιότητας αγιογραφία στο ψευδοαρκοσόλιο στη νότια όψη του νότιου τοίχου
του ιερού στον I. Ν. Αγίου Ιωάννη Θεολόγου με την αφιερωματική παράσταση
του Νικηφόρου Σγούρου (Δέηση). Άλλο ένα τοιχογραφημένο σύνολο στη
Βέροια έχει συνδεθεί στο παρελθόν από αρκετούς ερευνητές (Μουρίκη,
Χατζηδάκης, Παπαζώτος) με τη δραστηριότητα του Καλλιέργη. Πρόκειται για
τις τοιχογραφίες στον κυρίως ναό του Αγίου Βλασίου, οι οποίες, σύμφωνα
με πρόσφατες απόψεις (Τσιγαρίδας) «δεν αποτελούν αυθεντικό έργο του
Καλλιέργη, αλλά ανήκουν στη δραστηριότητα ενός τοπικού ζωγράφου και του
συνεργείου του, ο οποίος εμπνέεται από τη ζωγραφική του Καλλιέργη στο
ναό του Χριστού, χωρίς να αποδίδει την ποιότητα και την εκφραστική πνοή
του πρωτοτύπου» και χρονολογούνται στη δεκαετία 1320-1330.
Εξωτερικά,
στη νότια άκρη του δυτικού τοίχου του ναού απεικονίζονται σε
ψευδοαρκοσόλιο ολόσωμοι ο Χριστός αριστερά, η (Παναγία στο κέντρο και η
μορφή της νεκρής αρχόντισσας Μαρίας Συναδηνής. Η τοιχογραφία αυτή με
βάση τη χρονολογία που τη συνοδεύει τοποθετείται στα 1326. Στην
εξωτερική επιφάνεια του νότιου τοίχου απεικονίζονται η αγία Άννα με τη
Θεοτόκο (αρχές 14ου αι.) και ο Χριστός που ευλογεί τέσσερις μορφές
νεκρών, τοπικών πιθανότατα αρχόντων της Βέροιας σε ψευδοαρκοσόλιο.
Πρόκειται, σύμφωνα με τις επιγραφές που τις συνοδεύουν, για τους Μιχαήλ
Καβαλλάριο Συναδηνό, το Μανουήλ Διδυμάρη, το Μανουήλ Συναδηνό και την
Αννα του Μελά που πέθαναν το έτος 1355. Τα πρόσωπα αυτά θα πρέπει να
υπήρξαν δωρητές και προστάτες του ναού και έτυχαν γι’ αυτό της
προνομιακής μεταχείρισης να ταφούν εδώ.
Οι
τοιχογραφίες στην εξωτερική όψη του βόρειου τοίχου του ναού
χρονολογούνται στα 1727. Αποτελούν έργο ενός ζωγράφου, του οποίου
πονήματα ανευρίσκουμε και σε άλλους ναούς της Βέροιας και της περιοχής
της (ναοί Παντοκράτορα, Αγίου Βλασίου, Αγίου Νικολάου Τριποτάμου, Αγίου
Νικολάου Μαρούσιας). Την τεχνοτροπία του χαρακτηρίζουν το ξηρό απλοϊκό
σχέδιο, η ανόργανη πτυχολογία στα πλατιά ενδύματα, τα ζωηρά,
περιορισμένης κλίμακας χρώματα που απλώνονται σε μεγάλες επιφάνειες, τα
έντονα περιγράμματα, η διακοσμητικότητα.
Απόσπασμα από το φυλλάδιο "Ο ναός της Αναστάσεως του Χριστού στη Βέροια", 11η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (2009)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου