της Ελένης Κουνουπιώτου Μανωλέσου, αρχαιολόγου
|
Άγιοι Θεόδωροι, Κλαυθμώνος |
Μετά την ανακατάληψη της Κρήτης από τους Βυζαντινούς το 961 και τους νικηφόρους πολέμους του Βασιλείου του Β΄ εναντίον των Βουλγάρων αρχίζει μια γενική ανασυγκρότηση της βυζαντινής αριστοκρατίας που συνεχίζεται αυξανόμενη προοδευτικά τους επόμενους αιώνες και ευνοεί την οικονομική ανάπτυξη και αναβίωση των ελλαδικών παρηκμασμένων κέντρων όπως η Αθήνα. Προς το τέλος του 10ου αιώνα η Αθήνα προάγεται εκκλησιαστικά σε Μητρόπολη ενώ είναι και έδρα του θέματος της Ελλάδος αφού αναφέρεται Λέων, βασιλικός πρωτοσπαθάριος και στρατηγός Ελλάδας.
Με την ανάκαμψη της πόλης ξαναρχίζουν να κτίζονται εκκλησίες. Παλιότερη είναι ο Άγιος Ιωάννης του Μαγκούτη (871) της οποίας σώζεται η κτητορική επιγραφή στο Βυζαντινό Μουσείο. Οι εκκλησιές και τα μοναστήρια που ιδρύονται από τον 10ο ως τον 12ο αιώνα δείχνουν τη λαμπρότητα της εποχής. Η πόλη ακμάζει γίνεται πολυάνθρωπη, εκτείνεται έξω από το υστερορωμαϊκό τείχος όπως μαρτυρούν ανασκαφικά δεδομένα και η οικοδόμηση εκκλησιών που αυτήν την περίοδο υπολογίζονται σε 40.
Η Αθήνα στα μέσα του 12ου αιώνα σωζόταν σε λαμπρή κατάσταση, κατά τον Άραβα γεωγράφο Εδρισή που την επισκέφτηκε το 1154. Ο μητροπολίτης Αθηνών Μιχαήλ Χωνιάτης όμως στις επιστολές και τους λόγους του την περιγράφει σε οικτρή κατάσταση εξαιτίας μεγάλης σιτοδείας και πρόσφατης καταστροφής. Ίσως αυτή να οφείλεται σε επιδρομή Σαρακηνών όπως περιγράφεται στον αθηναϊκό θρήνο «Περί της αναλώσεως και της αιχμαλωσίας η γέγονεν υπό Περσών εις Αττικήν Αθήνα».
Πάντως στην Αθήνα θα υπήρχαν πολλοί ναοί, αφού ξένοι περιηγητές του 17ου αιώνα αναφέρουν 300 εκκλησίες. Ακόμη και κατά την επανάσταση υπήρχαν 150 εκκλησίες. Πολλές γκρεμίστηκαν για την επέκταση και διαμόρφωση της πόλης ή τη διενέργεια ανασκαφών, ενώ άλλες παραμορφώθηκαν από προσθήκες ή επισκευές.
Από τις πολυάριθμες εκκλησίες που χτίστηκαν μεταξύ του 10ου και 12ου αιώνα, σώζονται στην αρχική του μορφή εννέα, ενώ τέσσερις σώζονται ενσωματωμένες σε μεταγενέστερες προσθήκες. Ο αρχιτεκτονικός τύπος που κυριαρχεί είναι ο σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός στις διάφορες παραλλαγές του (απλός και σύνθετος τετρακιόνιος, δικιόνιος). Άλλος τύπος είναι ο σταυροειδής οκταγωνικός στηριζόμενος σε οκτώ τόξα. Οι διαστάσεις τους δεν είναι μεγάλες, έχουν όμως αρμονικές αναλογίες και πλούσια διακοσμημένες όψεις, κτισμένες με το λεγόμενο πλινθοπερίκλειστο σύστημα, δηλαδή πωρόλιθοι τοποθετημένοι ισοδομικά περιβάλλονται με λεπτά κόκκινα τούβλα.
Η διακοσμητική εντύπωση συμπληρώνεται με οδοντωτές ταινίες και κεραμοπλαστικά κοσμήματα με αραβικές επιδράσεις, τα κουφικά τετράγωνα γράμματα της παλαιάς αραβικής γραφής στην οποία πρωτογράφηκε το κοράνιο στην πόλη Κούφα του Ιράκ.
Ενδιαφέρον στοιχείο της εποχής είναι ο κομψός τρούλος, αθηναϊκού τύπου, οκτάπλευρος, με λίθινους κιονίσκους στις ακμές του, οι οποίοι στηρίζουν μαρμάρινα τόξα.
Η φροντίδα για την διακόσμηση των εξωτερικών όψεων των αθηναϊκών ναών θα συνεχιζόταν ασφαλώς και με διακόσμηση του εσωτερικού τους με τοιχογραφίες, οι οποίες όμως έχουν εξαφανιστεί. Εκτός από τις αχνές τοιχογραφίες στο Δ. τοίχο του Παρθενώνα, τις ελάχιστες επιχρωματισμένες στον Ν. τοίχο της Σωτείρας Λυκοδήμου και τις πληροφορίες για ύπαρξη σπαραγμάτων βυζαντινών τοιχογραφιών στην Καπνικαρέα και τη Γοργοεπήκοο, τίποτα δεν σώθηκε. Τα τελευταία χρόνια με την ευκαιρία εργασιών συντηρήσεως αποκαλύφθηκαν τοιχογραφίες στον Άγιο Ιωάννη Θεολόγο και το σπηλαιώδη ναΐσκο της Αγίας Μαρίνας.
Μονή Πετράκη
Από τις παλιότερες εκκλησίες και με ιδιαίτερη θέση ανάμεσα στα βυζαντινά μνημεία των Αθηνών είναι το Καθολικό της μονής Πετράκη (Ταξιάρχες). Μνεία του ναού έχουμε μόλις από τον 17ο αιώνα οπότε η Μονή ανακαινίστηκε από τον ιερομόναχο Παρθένιο Πετράκη. Από τότε και μέχρι το 1840 οι ηγούμενοι προέρχονταν από την οικογένεια αυτή και συνέχισαν τις επισκευές και προσθήκες στο ναό όπως πληροφορούμαστε από σχετικές πληροφορίες.
Ο ναός κτισμένος με απλή αργολιθοδομή, είναι σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος, χρονολογούμενος στα τέλη του 10ου αιώνα, ο τρούλος θεωρείται μεταγενέστερος όπως και ο εξωνάρθηκας. Μορφολογικά στοιχεία τον σχετίζουν με την αρχιτεκτονική παράδοση της Κωνσταντινούπολης.
Άγιοι Απόστολοι του Σολάκη:Βρίσκεται στη ΝΑ γωνιά της Αρχαίας Αγοράς. Κατά την Τουρκοκρατία ήταν ενοριακή εκκλησία ονομαζόμενη «του Σολάκη» πιθανόν από την οικογένεια στην οποία ανήκε. Ο ναός κτισμένος πάνω στα θεμέλια Νυμφαίου του 2ου αιώνα μ.Χ. είχε επιμηκυνθεί τον 19ο αιώνα προς Δ. Με αναστηλωτικές εργασίες όμως της Αμ. Σχολής Κλασικών Σπουδών το 1956 ξαναβρήκε την αρχική του μορφή. Έχει απλό τετρακιόνιο σταυροειδή πυρήνα και καλύπτεται με τρούλο. Οι κεραίες του σταυρού απολήγουν σε ημικυκλικές κόγχες. Εφαρμόστηκε εδώ ένας πρωτότυπος συνδυασμός κτιρίου με κυκλική χάραξη με σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό. Έτσι αποκτήθηκε ενότητα στο εσωτερικό. Είναι κτισμένος με πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία, άφθονα ψευδοκουφικά κοσμήματα και πυκνές οδοντωτές ταινίες. Στα κάτω μέρη των τοίχων υπάρχουν όρθιοι δόμοι κα τα δίλοβα παράθυρα του ανήκουν σε πρώιμο τύπο. Με τα χαρακτηριστικά αυτά ο ναός χρονολογείται στο τελευταίο τέταρτο του 10ου αιώνα.
Σωτείρα Λυκοδήμου (ρωσική εκκλησία):Βρίσκεται στην οδό Φιλελλήνων και χρονολογήθηκε με ακρίβεια σχετική από χαράγματα στον Β τοίχο. Το αρχαιότερο αναφέρει το έτος 1031, ενώ άλλο πληροφορεί ότι ο «πρωτοκτήτωρ» του ναού Στέφανος πέθανε το 1044. Ο ναός λοιπόν πρέπει να κτίστηκε λίγο πριν το 1031. Ήταν το καθολικό μοναστηριού που καταστράφηκε από σεισμό το 1701. Το 1780 κατεδαφίστηκαν τα προκτίσματά του από τον Αλή- Χασεκή για να κτιστεί ο περίβολος της πόλεως. Μισοερειπωμένη το 1847 την αγόρασαν οι Ρώσοι, που την επισκεύασαν το 1855, προκαλώντας αρκετές μεταβολές, έβαλαν και νέο καμπαναριό. Σήμερα χρησιμοποιείται ακόμα ως ενοριακή της εδώ ρωσικής παροικίας.
Ο ναός έχει κτιστεί σε μεγαλύτερη κλίμακα από τους άλλους αθηναϊκούς ναούς και ανήκει στον οκταγωνικό τύπο. Ο μεγάλος τρούλος δίνει στο εσωτερικό μια αίσθηση ενότητας χώρου και μεγαλείο. Εξωτερικά έχει πολύ φροντισμένο πλινθοπερίκλειστο σύστημα με πολλά κουφικά κοσμήματα στους κατακόρυφους αρμούς και μια μόνο ζωφόρο χαμηλά στην ανατολική και βόρεια πλευρά πλαισιωμένη με οδοντωτές ταινίες.
Καπνικαρέα
Ο ναός είναι σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος με νάρθηκα και μικρό μονόχωρο τρουλαίο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας στη Β. πλευρά. Βρίσκεται στην οδό Ερμού, και είναι γνωστός ο κίνδυνος που διέτρεξε το να κατεδαφιστεί το 1834 κατά τη διάνοιξη της οδού για να σωθεί τελικά με την επέμβαση του Λουδουβίκου της Βαυαρίας, πατέρα του Όθωνα. Δυτικά προστέθηκε εξωνάρθηκας που αρχικά είχε μορφή ανοικτής στοάς, στη Νότια είσοδο προστέθηκε μικρό κινοστήρικτο προστώο τον 12ο αιώνα.
Το μνημείο είναι κτισμένο κάτω με μεγάλους δόμους που σχηματίζουν σταυρούς σε παράταξη. Από κει και πάνω χρησιμοποιείται κανονικό πλινθοπερίκλειστο σύστημα όπου κυριαρχεί η μονή πλίνθος. Ο αρχικός ναός, ο νάρθηκας και το παρεκκλήσι πιθανότατα κτίστηκαν το τρίτο τέταρτο του 11ου αιώνα. Ο ναός με τα προκτίσματά του παρέχει στο εσωτερικό την εντύπωση της ήρεμης ευρυχωρίας και εξωτερικά την αίσθηση χάρης, αρμονίας κα ανάτασης, με την κλιμάκωση των στεγών και την εναλλαγή ευθειών και καμπυλών γραμμών.
Για την ιστορία του ναού δεν είναι τίποτε γνωστό. Κατά παράδοση ονομαζόταν εκκλησία της βασιλοπούλας και του Πρέντζα. Το όνομα Καπνικαρέα, με τη ιδιόρυθμη κατάληξή του, που υπενθυμίζει τοπική αθηναϊκή γλωσσική παράδοση, σχετίζεται πιθανόν με οικογενειακό όνομα Καπνικάρης, που είναι ο εισπράκτορας του καπνικού φόρου ( φόρος οικοδομών επεβάλλετο τη βυζαντινή εποχή για κάθε καπνοδόχο).
Βυζαντινές τοιχογραφίες δε σώζονται στο ναό. Η σημερινή τοιχογράφησή του οφείλεται στον Φώτη Κόντογλου με πολύ επιτυχημένο αισθητικό αποτέλεσμα. Δεν είναι τόσο επιτυχημένα τα τμήματα που ζωγραφίστηκαν από μαθητές του αργότερα.
Άγιοι Θεόδωροι
Παρόλο που είναι σχεδόν σύγχρονοι με την Καπνικαρέα αρχαΐζει. Έχει βαρύτερες αναλογίες και ογκωδέστερες τρίπλευρες αψίδες. Αποτελεί σπάνια παραλλαγή του δίστυλου τύπου ναού, όπου οι δυτικοί πεσσοί έχουν ενωθεί με τον Δυτικό τοίχο. Ο τρούλος είναι οκτάπλευρος με δίλοβα παράθυρα. Το καμπαναριό που υπάρχει στη Νότια πλευρά είναι μεταγενέστερο.
Στο κάτω μέρος των τοίχων μεγάλοι μαρμάρινοι δρόμοι σχηματίζουν σταυρούς, ενώ η τοιχοδομία του είναι κανονική πλινθοπερίκλειστη. Τα κουφικά περιορίζονται μόνο στα τύμπανα των παραθύρων, αλλά στις δυτική, βόρεια και νότια πλευρά υπάρχει ζωφόρος από πήλινα πλακίδια με κουφίζοντα θέματα και άλλα διακοσμητικά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι εντοιχισμένες πάνω από τη δυτική είσοδο επιγραφές. Η μεγάλη γράφει ότι τον παλιά σαθρό ναό ξανάκτισε ο Νικόλαος Καλόμαλος, σπαθαροκανδιδάτος (βυζ. Αξιωματούχος) ενώ σε άλλη μικρότερη αναφέρεται χρονολογία. Υπάρχει διαφωνία των μελετητών για τη σχέση των δύο επιγραφών μεταξύ τους, αλλά και για την ανάγνωση της χρονολογίας στη δεύτερη επιγραφή. Τα μορφολογικά πάντως στοιχεία του ναού συνηγορούν στη χρονολόγησή του περί το 1065.
Άγιοι Ασώματοι, Θησείο
Ο ναός είχε παραμορφωθεί από επεκτάσεις προς ανατολή κα δύση και προσθήκες βόρεια κα νότια στα τέλη του 19ου και 20ου αιώνα. Μόνο ο αθηναικού τύπου τρούλος και τμήματα του βόρειου και νότιου τοίχου κτισμένα με τη χαρακτηριστική πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία μαρτυρούν την παλαιότητά του. Με αναστηλωτικές εργασίες της τότε διευθύνσεως Αναστηλώσεως των αρχαίων και ιστορικών μνημείων του υπουργείου Παιδείας ο ναός αποκαταστάθηκε το 1960 στον αρχικό τύπο του απλού τετρακιόνιου σταυροειδούς με νάρθηκα. Στον κατεδαφισμένο δυτικό τοίχο υπήρχε πιθανώς ζωφόρος από πήλινα πλακίδια μα ανάγλυφη, κουφική διακόσμηση. Δύο τέτοιες πλάκες που βρέθηκαν στις εργασίες εντοιχίστηκαν στον αποκατεστημένο δυτικό τοίχο. Με βάση τα πλακίδια αυτά που μοιάζουν με των Αγίων Θεοδώρων ο ναός χρονολογείται στο β΄μισό του 11ου αιώνα. Με τη χρονολόγηση αυτή συμφωνούν και άλλα στοιχεία, όπως οι μεγάλοι λίθινοι σταυροί στη βάση των τοίχων κα διάφορα κουφικά κοσμήματα στους τοίχους του ναού. Στο εσωτερικό του ναού αποκαλύφθηκαν πολύ φθαρμένες τοιχογραφίες που δε φαίνεται να ανήκουν στη αρχική φάση του μνημείου.
Μεταμόρφωση Σωτήρος, Πλάκα
Το μνημείο είναι σήμερα παραμορφωμένο με επεκτάσεις ανατολικά και δυτικά. Πρόκειται για απλό τετρακιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο ναό, που διατηρεί το κεντρικό τμήμα της Βόρειας και Νότιας όψης καθώς και τον τρούλο αναλλοίωτε. Τα σωζόμενα αυτά τμήματα κτίστηκαν με κανονικό πλινθοπερίκλειστο σύστημα, κουφικά στους κάθετους αρμούς και διακοσμητικά κομμένα τούβλα με ρόμβους και ζιγκ-ζαγκ. Ο τρούλος είναι ανάλογος του Αγ. Νικολάου του Ραγκαβά, χαρακτηριστικά π ου οδηγούν στη παραδοχή χρονολόγησης του στο β΄μισό του 11ου αιώνα.
Παναγία Γοργοεπήκοος, Άγιος Ελευθέριος
Ο ναός βρίσκεται στην νότιο πλευρά του σύγχρονου μητροπολιτικού ναού. Στην Τουρκοκρατία περιλαμβανόταν στην κατοικία του μητροπολίτη και χρησίμευε ως ευκτήριό του. Το 1833 αντικαταστάθηκαν οι αρχικοί κίονες με πεσσούς. Το 1841 έγινε δημόσια βιβλιοθήκη, το 1863 επισκευάστηκε και τιμήθηκε στο όνομα του Σωτήρος και αργότερα ονομάστηκε Άγιος Ελευθέριος.
Ο ναός είναι ημισύνθετος σταυροειδής εγγεγραμμένος με τριμερή νάρθηκα και τρούλο που αποτελεί το αρτιότερο σωζόμενο παράδειγμα του αθηναϊκού τύπου. Η Γοργοεπήκοος είναι η πιο αθηναϊκή από όλες τις εκκλησίες της πόλης. Ο αρχιτέκτονας εκτός από τον τρούλο όπου χρησιμοποίησε το πλινθοπερίκλειστο σύστημα δομής, στο κτίριο χρησιμοποίησε λευκό μάρμαρο: μαρμάρινοι ακόσμητοι δόμοι στο κάτω μέρος, 90 αρχαία και βυζαντινά ανάγλυφα εντοιχίστηκαν πιο από τα οποία άλλα χρησιμοποιήθηκαν αυτούσια στην ανάλογη χρήση (αετώματα, επίκρανα, γείσα) ενώ θωράκια με ανάγλυφες παραστάσεις σχημάτισαν μια ζωφόρο σε όλες τις πλευρές του ναού με σκοπό καθαρά αισθητικό.
Ο Μ. Χατζηδάκης χρονολογεί το μνημείο στο τέλος του 12ου αιώνα συνδέοντας την αγάπη προς την αρχαιότητα, που παρουσιάζεται με την χρησιμοποίηση αρχαίου υλικού με τον Μιχαήλ Χωνιάτη (1180-1204) τελευταίο μητροπολίτη Αθηνών πριν από τη Φραγκοκρατία.
Ναοί με τοιχογραφίες
|
Άγιος Ιωάννης Θεολόγος (11ος -12ος αιώνας), λεπτομέρεια από τοιχογραφία. Εικονίζονται τέσσερις Απόστολοι από την παράσταση της Ανάληψης. |
Άγιος Ιωάννης Θεολόγος
Ο ναός βρίσκεται στην οδό Ερεχθέως. Για την ιστορία του τίποτα δεν είναι γνωστό, εκτός από την πληροφορία του Κ. Ζησίου ότι κοντά του είχαν στηθεί δύο ολμοβόλα που κατέστρεψαν τον Παρθενώνα το 1687 κατά την πολιορκία της Ακρόπολης από τον Μοροζίνι. Είναι απλός, δικιόνιος, σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με νάρθηκα και οκτάπλευρο τρούλο αθηναϊκού τύπου. Κτίστηκε με πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία εκτός από τη νότιο πλευρά και την αψίδα του διακονικού όπου χρησιμοποιήθηκε απλή αργολιθοδομή, προφανώς σε δεύτερη φάση. Χρονολογείται στο τέλος του 11ου ή στο 12ο αιώνα, χρονολογία που επιβεβαιώθηκε επειδή στις εργασίες στερεώσεως του ναού βρέθηκε χάλκινο νόμισμα εκ των ανωνύμων Αλεξίου Κομνηνού (1081-1118) κοντά στους στρωτήρες της αρχικής κεράμωσης της στέγης.
Στο εσωτερικό κάτω από μεταγενέστερα επιχρίσματα αποκαλύφθηκαν τοιχογραφίες, γεγονός σημαντικό, δεδομένου ότι ελάχιστα γνωρίζουμε για τη ζωγραφική των αθηναϊκών ναών. Στον τρούλο εικονίζεται ο Χριστός Παντοκράτωρ, στην καμάρα του ιερού η Ανάληψη κα στο Β και Ν τοίχο της τα δύο ημιχώρια των παρισταμένων μαθητών. Στον βόρειο τοίχο του νάρθηκα άγιος διάκονος. Στην πρόθεση εικονίζεται σε καλή κατάσταση έφιππος στρατιωτικός άγιος και οι κεφαλές των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Τα τεχνοτροπικά στοιχεία των τοιχογραφιών αυτών τις εντάσσουν σε σειρά μνημείων που ανήκουν σε τοπική αθηναϊκή σχολή 13ου αιώνα (Ωρωπός, Έυβοια, Σπηλιά Πεντέλης κ.ά.) και συνηγορούν στη χρονολόγησή τους στο ά μισό του 13ου αιώνα.
Αγία Μαρίνα Θησείου
Στο λόφο του Αστεροσκοπείου βρίσκεται ο σύγχρονος ναός της Αγίας Μαρίνας, στη ΝΔ γωνία του οποίου, λαξευμένος στο βράχο, υπάρχει ο αρχικός ναΐσκος της αγίας με εξέχοντα μεταγενέστερο τρούλο. Ο Ι. Τραυλός υποθέτει ότι στη θέση του υπήρχε αρχαία δεξαμενή νερού. Στο εσωτερικό παχιά επιχρίσματα κάλυπταν το βράχο, όμως από φθαρμένα σημεία διαπιστώθηκε ύπαρξη τοιχογραφιών. Χάρη στη συντήρησή τους διασώθηκαν στο Νότιο τοίχο κα μέχρι το μέσο της αψίδας του ιερού. Στο κέντρο εικονίζεται η Πλατυτέρα ένθρονη με το Χριστό πολύ κατεστραμμένη. Αντίθετα, σε πολύ καλή κατάσταση, διατηρείται ο σεβίζων αρχάγγελος δεξιά και στο Νότιο τοίχο σώζεται η ωραία μορφή του αγίου Βασιλείου. Από τα τεχνοτροπικά στοιχεία των παραστάσεων συμπεραίνεται ότι πρέπει να ανήκουν στον 13ο αιώνα. Επίσης στο νότιο τοίχο του κυρίως σπηλαιώδους ναού αποκαλύφθηκαν έξι επάλληλα στρώματα τοιχογραφιών που χρονολογούνται από το 13ο έως και το 18ο αιώνα.
Ναοί με προσθήκες
Αγία Αικατερίνη
Βρίσκεται στην Πλάκα κοντά στον μνημείο του Λυσικράτους. Αρχικά ο ναός ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Θεόδωρο, κατά την Τουρκοκρατία όμως παραχωρήθηκε στη Μονή Σινά και μετονομάστηκε Αγία Αικατερίνη.
Ανήκει στο σύνθετο τετρακιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο τύπο και χρονολογείται στο β΄ τέταρτο του 11ου αιώνα. Σε μεταγενέστερες επισκευές ο ναός ενσωματώθηκε από Δυτικά, Βόρεια και Νότια με προσθήκη, διατηρώντας όμως όλα τα στοιχεία με τις αναγκαίες μόνο επεμβάσεις και διανοίξεις τοίχων ώστε να γίνει λειτουργικός.
Εξωτερικά σώζονται οι τρεις ημικυκλικές αψίδες του ιερού, κτισμένες με το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, όπως και η σταυρόσχημη στέγαση του κεντρικού τμήματος του ναού.
Σωτήρας του Κωττάκη: Βρίσκεται στην οδό Κυδαθηναίων. Ανήκει στον σύνθετο τετρακιόνιο εγγεγραμμένο τύπο και χρονολογείται στο α΄μισό του 11ου αιώνα. Το 1847 χρησίμευσε προσωρινά ως εκκλησία των Ρώσων. Από το 1908 άρχισαν εργασίες με τις οποίες περικλείστηκε κατά τη Δυτική, Νότια και Βόρεια πλευρά του με νεώτερα κτίσματα. Εξωτερικά έχει διατηρηθεί στην αρχική της μορφή η Ανατολική πλευρά με τις τρεις ημικυκλικές αψίδες του ιερού, κτισμένες όμοια με της Αγίας Αικατερίνης και ο αθηναϊκού τύπου τρούλος.
Άγιος Νικόλαος Ραγκαβάς
Βρίσκεται στη οδό Στράβωνος, στου βόρειους πρόποδες της Ακρόπολης. Είναι απλός τετρακιόνιος, σταυροειδής, εγγεγραμμένος ναός, χρονολογούμενος στο α΄μισό του 11ου αιώνα. Στη Β. πλευρά του έχει προστεθεί μεταγενέστερα το παρεκκλήσιο της Αγίας Παρασκευής. Σε μεταγενέστερες επίσης επεμβάσεις οφείλεται η προέκταση του προς Δυτικά και η παραμόρφωση των αψίδων του ιερού, που περικλείστηκαν σε χονδροειδή αντηρίδα. Ο τρούλος έχει καλυφθεί εξωτερικά με παχύ κονίαμα και φύλλα μολύβδου. Με εργασίες που έγιναν το 1979-1980, αν και δεν βρήκε ο ναός την αρχική του μορφή, τουλάχιστον αποκαλύφθηκαν και αποκαταστάθηκαν όσα από τα τμήματά του ήταν δυνατό, όπως π.χ. ο τρούλος και οι στέγες και διενεργήθηκαν σημαντικές εργασίες συντήρησης στη βόρεια πλευρά του μνημείου.