Πέμπτη 19 Φεβρουαρίου 2015

H BYZANTINH ΔΡΑΜΑ

 
 
 
 
 
της Δήμητρας Βασλή, από την εργασία της <<Η ΔΡΆΜΑ ΚΑΙ Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ>>
 
 

             Η βυζαντινή περίοδος της Δράμας αρχίζει με τον διαχωρισμό της ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας σε Ανατολική και Δυτική, με τη Δράμα να ανήκει στην Ανατολική Αυτοκρατορία, με πρωτεύουσα τη Νέα Ρώμη ή Κωνσταντινούπολη.
            Η Δράμα ήκμασε κατά τη βυζαντινή εποχή πολύ περισσότερο απ’ ότι κατά την αρχαία, την μακεδονική και την ρωμαϊκή. Επειδή δεν βρισκόταν σε στρατηγική θέση, η Δράμα ευτύχησε να σταδιοδρομήσει ειρηνικά και στα βυζαντινά χρόνια να βρίσκεται μακριά από πολέμους και οξείς αγώνες. Γι’ αυτό και αναφέρεται σπάνια από τους βυζαντινούς συγγραφείς, ενώ από τον 9ο αιώνα μ. Χ. σημειώνεται περισσότερο σαν γεωγραφικός τόπος και ειρηνικός οικισμός φιλήσυχων πολιτών. Η πλούσια πεδιάδα της, η πυκνοκατοικημένη ύπαιθρος από την οποία περιβάλλεται, η θέση της η οποία την κράτησε μακριά από κατακτητικές επιδρομές, εκτός από αυτές που σημειώθηκαν κατά τα χρόνια των βουλγαρικών εισβολών, συνέβαλαν πάρα πολύ σ’ αυτή την ακμή.
         Στη μεσοβυζαντινή εποχή (9ος – αρχές 13ου μ. Χ. αιώνας) η Δράμα αναπτύσσεται σε ισχυρό κάστρο με στρατηγική σημασία και ζωηρό εμπορικό ενδιαφέρον, ενώ εξακολουθεί να υπάγεται στους Φιλίππους από διοικητική και εκκλησιαστική άποψη.
 
Μέρος των βυζαντινών τειχών της Δράμας
 
 
 
 
 

         Ο άραβας γεωγράφος Αλ-Ιδρισί κατά την περιοδεία του τον 12ο μ. Χ. αιώνα, περιέ-γραψε τη Δράμα σαν πόλη πλούσια, περιτριγυρισμένη από κατοικίες και αμπέλια. Στα χρόνια αυτά η Δράμα ήταν ήδη τειχισμένη και ο εντός των τειχών πληθυσμός της δεν πρέπει να ξεπερνούσε τους 2000 κατοίκους. Στο μικρό αυτό αριθμό περιλαμβάνεται και μια ακμαία παροικία Εβραίων, για χάρη της οποίας την πόλη επισκέφθηκε ο ισπανοεβραίος ραβίνος Βενιαμίν από την Τουδέλη (περίπου το 1165).
         Το πολίχνιο (μικρή οχυρωμένη πόλη) της Δράμας, μολονότι επισκιάστηκε από τη λαμπρή ιστορία των γειτονικών Σερρών και Φιλίππων, αναπτύχθηκε με σταθερό ρυθμό.

         Απέκτησε τείχη, το αργότερο στα τέλη του 10ου αιώνα και στην ίδια περίοδο, κτίστηκε ο ιδιαίτερα σημαντικός από αρχιτεκτονική άποψη Ναός της Αγίας Σοφίας.
          Από τα βυζαντινά τείχη σήμερα διατηρούνται τμήματα διάσπαρτα στο ιστορικό κέντρο της πόλης (οδός Μιαούλη, ναός Ταξιαρχών, οδός 19ης Μαΐου), τα οποία προσφέρουν σαφή εικόνα των διαστάσεων και της τοιχοδομίας τους.
 
 
Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ της ΔΡΑΜΑΣ
 
 
 
 

         Στο βόρειο τομέα της επιφάνειας που ορίζουν τα τείχη βρίσκεται ο τρουλλαίος μεταβατικού τύπου ναός της Αγίας Σοφίας, που όμως σύμφωνα με τις γραπτές πηγές, αρχικά πρέπει να ήταν αφιερωμένος στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Ο ναός στη σημερινή του μορφή περιλαμβάνει εκτός από το βυζαντινό πυρήνα, τις προσθήκες των χρόνων της τουρκοκρατίας (υπόστηλος προθάλαμος στο δυτικό τμήμα του ναού και καμπαναριό – παλαιότερα μιναρές).
          Σε όλη την Υστεροβυζαντινή περίοδο (αρχές 13ου μ. Χ. αιώνα – 1453) η Δράμα αλλάζει συνεχώς κυριάρχους, όπως όλες οι βυζαντινές επαρχίες.
         Η φραγκική κατάκτηση της Δράμας είχε αρχίσει από το 1206 και ο πρώτος Φράγκος κατακτητής της πόλης ήταν ο βασιλιάς Βονιφάτιος ο Μομφερατικός, ο οποίος κατέλαβε το κάστρο της και μπήκε ο ίδιος επικεφαλής των ιπποτών του στην πόλη το φθινόπωρο του 1206. Κατά την παραμονή του στη Δράμα ενίσχυσε με επισκευές (οχύρωσε) το κάστρο προφανώς για να μπορεί να αντιτάξει ισχυρή άμυνα στις ληστρικές επιδρομές του ηγεμόνα των Βουλγάρων και Βλάχων Ιωαννίτση, ο οποίος την εποχή εκείνη πραγματοποιούσε καταστροφικές επιδρομές στην κεντρική και ανατολική Μακεδονία.
         Η παρουσία των Φράγκων στη Δράμα δεν άφησε κανένα ίχνος. Η εξήγηση που μπορεί να δοθεί είναι πως οι Φράγκοι έμειναν λίγα χρόνια στη Δράμα και πως τα ίχνη που οπωσδήποτε θα άφησαν εξαφανίστηκαν αμέσως από τους Έλληνες κατοίκους που είχαν πολλά υποφέρει από την καταπίεση των Φράγκων.
          Η κυριαρχία των Φράγκων στη περιοχή κράτησε μόνο 17 χρόνια, από το 1206 μέχρι το 1223, όταν την κατέλυσε ο ηγεμόνας του Δεσποτάτου της Ηπείρου, Θεόδωρος Άγγελος.
         Το 1230 καταλαμβάνεται από τον Τσάρο της Βουλγαρίας Ιωάννη Ασέν Β’ και το 1245 επανήλθε στους Βυζαντινούς.
          Στην κατοχή των Βυζαντινών βρέθηκε μεταξύ των ετών 1242/43 και 1246, όταν ο Ιωάννης Βατάτζης κατέλαβε όλη την περιοχή της ανατολικής Μακεδονίας.Παρέμεινε βυζαντινή ως το χρόνο κατάληψής της από τους Σέρβους (1344 – 45), γνωρίζοντας στο μεταξύ διάστημα την καταστροφική μανία των εμφυλίων πολέμων. Έτσι κατά το 1321-1328, όταν ξέσπασε ο εμφύλιος των δύο Ανδρόνικων, ανήκε στο τμήμα που υποστήριζε τον Ανδρόνικο Β’ Παλαιολόγο. Κατά το 1341 – 1347, στη διαμάχη μεταξύ Ιωάννη Κατακουζηνού και του Αλεξίου Απόκαυκου, η οποία διέλυσε και τις τελευταίες ισορροπίες της αυτοκρατορίας και διευκόλυνε την είσοδο των Σέρβων στη Μακεδονία, βρέθηκε στο τμήμα που υποστήριζε τον Ιωάννη Απόκαυκο.
          Για την εποχή αυτή έχουμε την πληροφορία από το Νικηφόρο Γρηγορά ότι η αυτοκράτειρα Ειρήνη η Μομφερατική, σύζυγος του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β’ Παλαιολό-γου (1284 – 1313), φθάνει από τη Θεσσαλονίκη στη Δράμα όπου πεθαίνει και ενταφιάζεται γύρω στα 1320. Αργότερα γίνεται η ανακομιδή του λειψάνου στην Κωνσταντινούπολη και η εναπόθεσή του στη Μονή Παντοκράτορα. Την ανακομιδή του λειψάνου φρόντισε η κόρη της Ειρήνης και του Ανδρόνικου Β’, Σιμωνίς, που ήταν σύζυγος του Μιλούτιν, κράλη των Τριβαλλών δηλαδή των Σέρβων. Η παρουσία και η παραμονή μιας αυτοκράτειρας τις πρώτες δεκαετίες του 14ου αιώνα στη Δράμα δείχνει πως την εποχή αυτή η Δράμα μπορούσε να φιλοξενήσει, έστω για λίγο μια αυτοκράτειρα.
         Οι διοικητές της μέχρι το χρόνο που καταλήφθηκε από τους Σέρβους είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστοι.
         Το 1346 ο κράλης (βασιλιάς) των Σέρβων Στέφανος Δουσάν καταλαμβάνει τη Δράμα. Μετά το θάνατο του, «καίσαρας» της Δράμας τοποθετήθηκε ο Βοΐχνας το 1355.
         Το 1371 ανακαταλαμβάνεται από τον Μανουήλ Β’ Παλαιολόγο και παραμένει στη Βυζαντινή αυτοκρατορία μέχρι την οθωμανική κατάκτηση το 1383. 
 

         

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου