Σελίδες

Παρασκευή 12 Φεβρουαρίου 2016

Ο Βυζαντινός Πόντος

 

(του Οδυσσέα Λαμψίδη - Η Καθημερινή, 19/5/1996) 
 
 
 
           Tο 335 ο ανιψιός του Μεγάλου Κωνσταντίνου Αννιβαλιανός διορίστηκε ηγεμόνας στην περιοχή του Πόντου ως nobilissimus με τον τίτλο «βασιλεύς των βασιλέων». Μετά το θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου σχεδόν όλοι οι συγγενείς του, μαζί και ο Αννιβαλιανός, θανατώθηκαν με τη στρατιωτική επανάσταση των τριών διαδόχων-υιών του αυτοκράτορα. Τότε οι κυριότερες πόλεις του Πολεμωνιακού Πόντου ήσαν: Νεοκαισάρεια (Niksar), Τραπεζούντα (Trabzon), Κερασούντα (Giresun), Κόμανα (Kılıçlı)· και του Ελενόποντου: Αμάσεια (Amasya), Αμισός (Samsun), Σινώπη (Sinop). Μέχρι τον 6ο αι. η Νεοκαισάρεια (Niksar) ήταν το κέντρο του ποντιακού χώρου, ενώ σημαντική ήταν τότε και η πόλη Ευδοκίας (Tokat). Ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιουστινιανός Α' (527-565) συμπεριέλαβε τον Πολεμωνιακό Πόντο στη διοικητική περιφέρεια Αρμενία Α' με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα και όρισε τη Νεοκαισάρεια (Niksar) πρωτεύουσα στον Ελενόποντο. Ο στρατηγός του Βελισάριος, ιδιαίτερα με αφετηρία τον Πόντο, πολέμησε τους Πέρσες. Στην πόλη και στην περιοχή της Τραπεζούντας χτίστηκαν τείχη και ιδρύθηκαν υδραγωγείο (αφιερωμένο στον τοπικό άγιο Ευγένιο) και εκκλησίες. Η διοικητική αυτή αναβάθμιση της πόλεως και της περιοχής της Τραπεζούντας είναι και θρησκευτική: Ο χριστιανισμός, που είχε αρκετά δυναμώσει, είναι παρών στις οικουμενικές συνόδους, ενώ στον ίδιο χώρο μέχρι τον 6ο αι. εμφανίζονται και επικρατούν αρκετές θρησκευτικές παραδόσεις, όπως για την ίδρυση της εκκλησίας της Παναγίας Χρυσοκεφάλου στην Τραπεζούντα, για την ίδρυση της μονής της Παναγίας Σουμελά, για το βίο και το μαρτύριο του πολιούχου της Τραπεζούντας αγίου Ευγένιου (βίο, θαύματα και ακολουθία του αγίου συνέθεσε τον 11ο αι. ο τραπεζουντιακής καταγωγής πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Ξιφιλίνος (1064-1075). Η αναβάθμιση είναι και πολιτιστική: Στον 7ο αι. η Τραπεζούντα αναφέρεται στην αυτοβιογραφία του Αρμένιου Ανανία Σιρακηνού ως σπουδαίο πνευματικό κέντρο με σχολή μαθηματικών και αστρονομίας. Τον 8ο αι. στο βυζαντινό κράτος συναντούμε τα θέματα (διοικητικές περιφέρειες και στρατιωτικοί σχηματισμοί που σταθμεύουν σ' αυτές). Στον Πόντο στις αρχές του 9ου αι. συγκροτείται το θέμα Χαλδίας με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα και μετέπειτα το θέμα Κολωνείας με έδρα τη Νικόπολη και το θέμα Θεοδοσιουπόλεως με πρωτεύουσα τη Θεοδοσιούπολη (Erzerum).
 
 
 


Άγιος Ευγένιος Τραπεζούντας, 1989. Ο πρώτος μικρός ναός ιδρύθηκε από χριστιανούς της περιοχής στον τόπο του μαρτυρίου του αγίου, τον 4ο αι., αμέσως μετά την επισημοποίηση της χριστιανικής θρησκείας. Αργότερα, με εντολή του Ιουστινιανού, ο στρατηγός Βελισσάριος τον μετέτρεψε σε λαμπρή εκκλησία περιβαλλόμενη από μονή. Το προσφιλές αυτό προσκύνημα των Ποντίων επισκευάστηκε και καλλωπίστηκε πολλές φορές. Σήμερα ο ναός που λειτουργεί σαν τζαμί, διατηρεί την αρχιτεκτονική μορφή από την ανοικοδόμηση του 1340, όταν στην τρίκλιτη βασιλική προστέθηκε ο κεντρικός τρούλος. (Φωτ.: Α. Θεοφύλακτου)

 
        Η αποφασιστική νίκη Βυζαντινών το 863 στον ποταμό Λαλακάοντα υποχρεώνει τους Άραβες να αποχωρήσουν από τη στρατηγική περιοχή του Πόντου και ελευθερώνει το διαμετακομιστικό εμπόριο. Ο Πόντος, όπως και η Καππαδοκία, είναι μία από τις περιοχές που υπήρξε γενέτειρα των ακριτικών ασμάτων. Ένας σπουδαίος κώδικας του βυζαντινού έπους του Διγενή Ακρίτα βρισκόταν στην Τραπεζούντα. Μετά τον 6ο αι. ο Πόντος αποτελεί σπουδαίο πνευματικό και θρησκευτικό κέντρο, ιδιαίτερα από τον 9ο έως τον 11ο αι. Την εποχή αυτή έζησαν τρεις μεγάλοι άγιοι ποντιακής καταγωγής, που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στο χώρο αυτόν, ιδρυτές θρησκευτικών κέντρων: Ο άγιος Δωρόθεος, που Ίδρυσε στα όρια του Πόντου και της Παφλαγονίας, στην περιοχή της Αμισού, την ονομαστή μονή της Αγίας Τριάδος· ο άγιος Νίκων ο Μετανοείτε, που επανέφερε το Χριστιανισμό στην Κρήτη μετά την ανακατάληψη της από τους Βυζαντινούς (961) και έγινε άγιος προστάτης της Σπάρτης· ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, που ίδρυσε το πρώτο κοινοβιακό μοναστήρι της Λαύρας στο Άγιο Όρος το 963. Το βυζαντινό κράτος μετέπειτα με ορμητήριο και πάλι την περιοχή του Πόντου επέβαλε την ειρήνη στους λαούς της Γεωργίας και Καυκάσιας.

Θεολόγος και φιλόσοφος, ο Βησσαρίων (Τραπεζούντα 1403 - Ρώμη 1472), υπήρξε από τις σημαντικότερες και πιο αμφιλεγόμενες μορφές του 15ου αιώνα. Το 1438-39 εκπροσώπησε μαζί με άλλους την Ανατολική Εκκλησία στη Σύνοδο Φλωρεντίας, για την Ένωση των Εκκλησιών, προσχώρησε στην Ένωση και παρέμεινε στη Δύση όπου έγινε καρδινάλιος. Το 1455 και το 1471 ήταν υποψήφιος για την παπική έδρα. Κατέβαλε επίμονες προσπάθειες για να βοηθήσει το απειλούμενο βυζαντινό κράτος ή να συγκροτήσει στρατιωτική δύναμη εναντίον των Οθωμανών, ανεπιτυχώς. Μερικά από τα φιλοσοφικά και άλλα έργα του, αφορούν τη γενέτειρα του Τραπεζούντα και τους Μεγάλους Κομνηνούς. (Βενετία, Μαρκιανή Βιβλιοθήκη)

      Τότε ο Βασίλειος Β' (1022) υποχρέωσε το βασιλέα της Γεωργίας αλλά και τους ηγεμόνες γειτονικών της περιοχών να υποταγούν στη βυζαντινή επικράτεια. Τον 11ο αι. οι Σελτζούκοι Τούρκοι μπήκαν στη Μ. Ασία. Η προσπάθεια του αυτοκράτορα Διογένη Δ' να τους σταματήσει και να τους υποτάξει απέτυχε. Οι Σελτζούκοι νίκησαν το βυζαντινό στρατό στη μάχη του Μαντζικέρτ το 1071, αιχμαλώτισαν πολλούς, ανάμεσα τους και το βασιλέα Διογένη, κατέλαβαν προσωρινά και την Τραπεζούντα και κέρδισαν από τότε ελεύθερη είσοδο στη Μ. Ασία. Στις διαρκείς επιθέσεις των Σελτζούκων εναντίον του βυζαντινού κράτους, η περιοχή του Πόντου δοκιμάστηκε σκληρά.
 
 
Γαβράδες
            Στη βασιλεία του Αλεξίου Α' αναφέρονται για πρώτη φορά οι Γαβράδες, που ως δούκες της περιοχής κοντά εξήντα χρόνια θα αντισταθούν στις επιθέσεις των Σελτζούκων και άλλων εχθρών, αλλά και στις προσπάθειες της κεντρικής εξουσίας να τους υποτάξει τελείως.

Ο Αλέξιος Γ’ Μεγάλος Κομνηνός (1349-1390) με τη σύζυγο του Θεοδώρα σε μικρογραφία του κτιτορικού χρυσόβουλλου της Μονής Διονυσίου του Αγίου Όρους. (Φωτ.: Αρχείο Μονής Διονυσίου)

          Η γεωγραφική διαμόρφωση του ποντιακού χώρου, ιδίως από την περιοχή δυτικά της Σινώπης - Αμισού μέχρι την πόλη Αθήναι (Ατηνα) ανατολικά της Τραπεζούντας, δημιουργούσε έναν κλειστό χώρο, που σταματούσε κάθε εχθρική εισβολή είτε από τη θάλασσα (υπήρχαν πολύ λίγα λιμάνια και αυτά χωρίς μεγάλη ασφάλεια από τις θύελλες και καταιγίδες του Ευξείνου) είτε από την ξηρά (σειρά ορέων ματαίωνε κάθε προσπάθεια εισελεύσεως, αφού ένας μόνο βασικός δρόμος υπήρχε από το νότο προς την Τραπεζούντα). Έτσι οι Γαβράδες, οικογένεια από τη Χαλδία που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, όταν ανέλαβαν ως δούκες τη διοίκηση του Πόντου, είδαν την απομόνωση του χώρου και γρήγορα θέλησαν να διοικήσουν ως ηγεμόνες αυτόνομοι από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα της Κωνσταντινουπόλεως. Ο πρώτος, ο Θεόδωρος Γαβράς, στα χρόνια του Αλεξίου Α' Κομνηνού (1081 -1118) με το αξίωμα του δούκα πολεμά νικηφόρα εναντίον των Τούρκων, τους απωθεί και κρατάει ελεύθερες τις περιοχές Τραπεζούντας, Παϊπούρτ, Κολωνείας. Ακόμα αποκρούει και επίθεση της Γεωργίας κατά της Τραπεζούντας. Σε μια εκστρατεία του στην περιοχή της Θεοδοσιουπόλεως (Ερζερούμ) αιχμαλωτίζεται και υφίσταται μαρτυρικό θάνατο (1099). Η τοπική εκκλησία γρήγορα τον κατέταξε στους αγίους μάρτυρες της. Ο Γρηγόριος Γάβρας, ίσως γιος του Θεοδώρου, διοικεί τον Πόντο σχεδόν ως ανεξάρτητος, έρχεται για μικρό διάστημα (1103 - 1106) σε σύγκρουση με τα στρατεύματα του Αλεξίου Α', ο οποίος μην μπορώντας να κάνει αλλιώς παραδέχεται την εξουσία του. Ο τρίτος από τους Γαβράδες ο Κωνσταντίνος στα χρόνια του Ιωάννη Β' Κομνηνού στασιάζει κατά της κεντρικής εξουσίας (1123 - 1126 και 1138 - 1140). Το Βυζάντιο μόλις λίγο πριν πεθάνει ο Ιωάννης Β' κατορθώνει να υποτάξει την περιοχή. Όμως η λαϊκή μούσα έχει ψάλει τον Κωνσταντίνο Γαβρά για την πολεμική του ανδρεία και τα ηρωικά του κατορθώματα. Τα ιστορικά αυτά άσματα αποτελούν, ύστερα από τα ακριτικά, την πιο παλιά λαϊκή δημιουργία στο είδος τους.

Ο Άγιος Ευγένιος, πολιούχος και προστάτης της Τραπεζούντας πλαισιωμένος από τους επίσης Μικρασιάτες αγίους Κανίδιο, Ουαλεριανό και Ακύλα, σε εικόνα που δώρισε το 1375 στην αγιορείτικη Μονή Αγίου Διονυσίου ο αυτοκράτορας και κτίτορας της μονής Αλέξιος Γ’ Μεγαλοκομνηνός. (Φωτ.: Αρχείο Μονής Αγίου Διονυσίου)

          Ύστερα από τους στασιαστές Γαβράδες αναφέρεται ως δούκας του Πόντου ο Νικηφόρος Παλαιολόγος, που διοίκησε τον Πόντο στα χρόνια του Μανουήλ Κομνηνού (1141-1182) και μεταγενέστερα.
 
Μεγάλοι Κομνηνοί
        Το 1185 ο Ισαάκιος Άγγελος εκθρονίζει το Βυζαντινό βασιλέα Ανδρόνικο Α' Κομνηνό (1182-85) και καταλαμβάνει το θρόνο. Στα επαναστατικά αυτά γεγονότα ο Ανδρόνικος συλλαμβάνεται, κακοποιείται και βασανιζόμενος, ακόμα και από το πλήθος, πεθαίνει. Ο γιος του Μανουήλ τυφλώνεται και γενικά η οικογένεια των Κομνηνών διώκεται. Όταν το 1203-1204 οι Φράγκοι της 4ης Σταυροφορίας εμφανίζονται μπροστά στην Κωνσταντινούπολη και την πολιορκούν, οι δύο γιοι του Μανουήλ, ο Αλέξιος, 21/22 ετών, και ο Δαβίδ, 20 ετών, φεύγουν (όπως εκτιμούμε) από την Κωνσταντινούπολη -είτε το 1203 είτε δύο ή τρεις μήνες πριν από την οριστική άλωση της Πόλης- με πλοίο και φτάνουν στη Γεωργία και στην τότε βασίλισσα Θάμαρ, θεία από τον πατέρα τους. Από εκεί με γεωργιανό στρατό και με την οικονομική βοήθεια της Θάμαρ πορεύονται προς την Τραπεζούντα, την καταλαμβάνουν και την ανακηρύσσουν ανεξάρτητο κράτος με πρώτο βασιλέα τον Αλέξιο.

Το τετραευάγγγελο του Οσίου Χριστόφορου από τη Μονή της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο. Σώζεται μόνο η στάχωση με διακοσμητικά στοιχεία που χρονολογούνται από τον 14ο έως τον 17ο αιώνα. Σεπτό κειμήλιο του Ποντιακού Ελληνισμού, κοσμεί σήμερα το νέο προσκύνημα της Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο. Μεταφέρθηκε εκεί το 1994 από το Βυζαντινό Μουσείο Αθηνών, στο οποίο βρισκόταν από το 1931. (Φωτ.: Αρχείο Βυζαντινού Μουσείου)

        Η επιλογή του χώρου: Το απομονωμένο και γεωγραφικά σχεδόν κλειστό του ποντιακού χώρου συνιστούσε πρωταρχικό και κυρίαρχο επιχείρημα για την άμυνα από εξωτερικούς εχθρούς και εισβολείς. Ο δρόμος από Τραπεζούντα μέσω Θεοδοσιουπόλεως προς την Ταυρίδα και το εσωτερικό της Ασίας είχε μεγάλη εμπορική και οικονομική σημασία και εξασφάλιζε έσοδα για όποιον τον εξουσίαζε. Τον ποντιακό χώρο μετά τον 9ο αι. κατοικούσε σχεδόν εξολοκλήρου ελληνικός ή εξελληνισμένος πληθυσμός, που εκτός από την πολιτιστική είχε και θρησκευτική ενότητα. Σχεδόν όλοι ήσαν ορθόδοξοι και υπάγονταν στα πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως και σε μικρό ποσοστό Αντιοχείας. Η εκλογή υπήρξε επιτυχής, γιατί το κράτος διατηρήθηκε περισσότερο από 250 χρόνια στη ζωή και σε σχετική ακμή. Οι βασιλείς που εξουσίασαν στην Τραπεζούντα και στον Πόντο (1204-1461) ανήκαν όλοι στην ίδια οικογένεια που προήλθε άμεσα από το Βυζαντινό αυτοκράτορα Ανδρόνικο Α' Κομνηνό. Από την αρχή πήραν την ονομασία Μεγάλοι Κομνηνοί που σήμαινε ότι αυτοί, και μόνον αυτοί, ήσαν άμεσοι απόγονοι του βασιλικού κλάδου των Κομνηνών, γνωστού σε όλους επειδή κατείχε το βυζαντινό θρόνο εκατό χρόνια (1081-1185). Έτσι, ξεχώριζαν από τους βασιλείς των δύο άλλων ελληνικών κρατών, της Νικαίας και της Ηπείρου, που και αυτοί, σχεδόν όλοι προσέγραφαν δίπλα στο όνομα τους το οικογενειακό «Κομνηνός».

Γκραβούρα της Σινώπης. Διακρίνονται οι πύργοι και τα τείχη (ρωμαϊκά και βυζαντινά), μεγάλο μέρος των οποίων σώζεται έως σήμερα. Η ιστορική πόλη ήταν η αρχαιότερη ελληνική αποικία και μητρόπολη των υπόλοιπων ελληνικών πόλεων στον Εύξεινο Πόντο. (Φωτ.: Αρχείο Κ. Φωτιάδη)

 
     Μερικά βασικά γεγονότα της ιστορίας των Μεγάλων Κομνηνών (Μ.Κ.). Ίδρυση του κράτους (1204)· κατάληψη της Σινώπης από τους Σελτζούκους (1214) (το κράτος των Μ.Κ. περιορίζεται στο χώρο ανατολικά της Σινώπης και δυτικά της παλαιάς αποικίας Αθήναι)- προσωρινή ανακατάληψη της Σινώπης από το Μανουήλ Α' Μ.Κ. (1254-65)· γάμος Ιωάννη Β' Μ.Κ. με την Ευδοκία θυγατέρα Μιχαήλ Η' Παλαιολόγου (οι Μ.Κ. παραιτούνται από τον τίτλο «βασιλεύς και αυτοκράτωρ των Ρωμαίων» αρκούμενοι να τιτλοφορούνται «βασιλεύς πάσης Ανατολής Ιβηρίας και Περατείας» και να φέρουν διακριτικά σύμβολα μονοκέφαλους αετούς και όχι τους δικέφαλους των Βυζαντινών βασιλέων) (1281-82)· ο Αλέξιος Β’ Μ.Κ. νυμφεύεται θυγατέρα του ηγεμόνα της Ιβηρίας και τηρεί πολιτική ανεξάρτητη από το βυζαντινό κράτος (1297)· ο Αλέξιος Γ Μ.Κ. προερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη αναλαμβάνει την εξουσία (1349) και αντιμετωπίζει με επιτυχία και τις στάσεις των διαφόρων μεγάλων οικογενειών της περιοχής και τις επιθέσεις και επιδρομές των Τουρκομάνων (για το σκοπό αυτό παντρεύει δύο θυγατέρες του με Τουρκομάνους αρχηγούς)· ανεπιτυχής εκστρατεία Μιχαήλ Παλαιολόγου, γιου του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ιωάννη Ε' Παλαιολόγου, κατά της Τραπεζούντας για την εκθρόνιση Αλεξίου Γ (1373)·
ο Μανουήλ Γ Μ.Κ. γίνεται φόρου υποτελής στο Μογγόλο ηγεμόνα Ταμερλάνο (1390)· πολιορκία Τραπεζούντας από οθωμανικό στόλο και αποτυχία λόγω σφοδρής θαλασσοταραχής (1442)· ο Δαβίδ Α' Μ.Κ. αναλαμβάνει το θρόνο αντί του ανήλικου ανεψιού του Αλεξίου Ε' (1458)· ανεπιτυχής πολιορκία της Τραπεζούντας από τον οθωμανικό στόλο επί 40 μέρες και απροσδόκητη εμφάνιση οθωμανικού στρατού με επικεφαλής τον Μεχμέτ Β'· η απομόνωση των Μ.Κ. από το σύμμαχο και γαμπρό του Δαβίδ Α' Ουζούν Χάσαν αρχηγό των Ασπροπροβατάδων και αντίπαλο του Μεχμέτ, υποχρεώνει το Δαβίδ να συμμετάσχει σε διαπραγματεύσεις με σκοπό την παράδοση της Τραπεζούντας· τις διαπραγματεύσεις ανέλαβε και έφερε εις πέρας ο πρωτοβεστιάριος Γεώργιος Αμιρούτζης· οι όροι της παραδόσεως προέβλεπαν ανάμεσα σε άλλα τη μετοικεσία της βασιλικής οικογένειας στην περιοχή της Αδριανουπόλεως, όπου θα της εξασφάλιζαν γη και έσοδα· η παράδοση έγινε 15 Αυγούστου 1461· ο Δαβίδ και η οικογένεια του στις 26 Μαρτίου 1463 κατηγορήθηκαν για συνωμοσία και φυλακίστηκαν στην Αδριανούπολη· ο Δαβίδ και τα τρία του παιδιά και ο ανεψιός Αλέξιος Ε' την 1η Νοεμβρίου του ίδιου έτους καρατομήθηκαν. Έτσι τελείωσε το κράτος των Μ.Κ.
 
Σχέσεις με βυζαντινό κράτος
 
        Βασική και αποφασιστική στα πρώτα χρόνια υπήρξε η σχέση των δύο κρατών, που από την πολεμική αντιπαράθεση πέρασε στα μεταγενέστερα χρόνια στην αποξένωση και στην αδιαφορία. 1204 - 1214/15: Πολεμική αντιπαράθεση. Ο Θεόδωρος Λάσκαρης, απαιτητής του θρόνου στο κράτος της Νικαίας, υποχρεώθηκε να αντιμετωπίσει με πολεμικές συγκρούσεις τις δυνάμεις του Δαβίδ Μ.Κ., γιατί δυο φορές ο Δαβίδ εισέβαλε σε πολύ πλησιόχωρα εδάφη του κράτους της Νικαίας. Στο τέλος ο Δαβίδ αποσύρθηκε, έγινε μοναχός και πέθανε το 1212. Δυο χρόνια αργότερα οι μωαμεθανοί κατέλαβαν τη Σινώπη και ο Λάσκαρης πολιόρκησε και κυρίευσε την Ηράκλεια του Πόντου (1214/15). 1215 -1285. Προς ειρηνικό συμβιβασμό. Με το τέλος των συγκρούσεων το κράτος των Μ.Κ. είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένο να ματαιώσει ή τουλάχιστον να ελαχιστοποιήσει τη φιλοδοξία του να διαδεχθεί το άλλοτε βυζαντινό κράτος της Κωνσταντινουπόλεως. Έτσι αποδέχεται έναν ειρηνικό συμβιβασμό με το βυζαντινό κράτος. Μετά την πρόσκαιρη ανακατάληψη της Σινώπης από τον Μανουήλ Α' Μ.Κ. (1254) ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγος με απόφαση της Συνόδου του Πατριαρχείου Κων/λεως που είχε την έδρα του στο κράτος της Νίκαιας, αποδέχεται την αυτοτέλεια και την ανεξαρτησία της Εκκλησίας του Πόντου (1258). Μετά το 1261 και την ανακατάληψη της Κων/λεως ο Μιχαήλ Η' επιζητεί την ολοκλήρωση του ειρηνικού συμβιβασμού και προσπαθεί να προσελκύσει σ' αυτόν τον Ιωάννη Β' Μ.Κ. Πράγματι ο Ιωάννης νυμφεύεται (1282) τη θυγατέρα του Μιχαήλ Η' Ευδοκία και παραιτείται από τον επίσημο τίτλο και τα σύμβολα του βυζαντινού αυτοκράτορα.1285-1390. Προσπάθεια του βυζαντινού κράτους να μεταβάλει σε δορυφόρο του το κράτος των Μ.Κ. Εκατό και πλέον χρόνια το βυζαντικό κράτος, ελευθερωμένο πια από το αντίπαλον δέος που δημιουργούσε το κράτος των Μ.Κ., προσπαθεί να το καταστήσει δορυφόρο του και όμοιο με αυτοδιοικούμενη περιφέρεια χαλαρά υπαγόμενη στην κεντρική εξουσία της (όπως το Δεσποτάτο του Μορέως). Εν τούτοις, παρά τις επίμονες, ακόμη και τις πολεμικές προσπάθειες δεν το επιτυγχάνει. 1390-1453. Προς την αδιαφορία. Η δεινή θέση, στην οποία περιήλθε το βυζαντινό κράτος στα χρόνια αυτά και οι λιγοστές πληροφορίες που διαθέτουμε μας δίνουν την εντύπωση ότι η απομάκρυνση του βυζαντινού κράτους από το κέντρο λήψεως αποφάσεων στην περιοχή όπου άλλοτε ήταν κυρίαρχο το οδηγεί στην αδιαφορία και σχεδόν στην αποξένωση από το χριστιανικό ελληνικό κράτος των Μ.Κ. Μια έγκυρη και επίσημη απόδειξη: ο Βησσαρίων, που σπούδασε στην Κων/λη, στον «Λόγον εις Τραπεζούντα», το 1437/38 τη γενέτειρα του πόλη, πουθενά δεν αναφέρει πιθανή βοήθεια ή οποιαδήποτε αρωγή του βυζαντινού κράτους προς τους Μ.Κ. Συγκρούσεις με αλλοεθνείς. Από την ίδρυση μέχρι την κατάλυση του το κράτος των Μ.Κ. όφειλε να υπερασπίζεται την αυτοτέλεια του και πολλές φορές την Ίδια του την ύπαρξη. Ο πιο μεγάλος κίνδυνος προερχόταν από τα μουσουλμανικά φύλα (Σελτζούκοι Τούρκοι, Τουρκομάνοι, Οθωμανοί). Παρά τους συνεχείς πολέμους με τους μουσουλμάνους οι Μεγάλοι Κομνηνοί δεν δίστασαν να έχουν δεσμούς κηδεστίας μαζί τους. Χριστιανικοί λαοί της Γεωργίας. Μια εναλλακτική λύση για το κράτος των Μ.Κ. ήταν η συμμαχία με τους χριστιανικούς λαούς της περιοχής Γεωργίας και Καυκάσιας. Τη φιλία των λαών αυτών επιδίωξαν σχεδόν πάντοτε οι Μ.Κ., είτε με κηδεστίες, είτε με συμφωνίες συνεργασίες και συμμαχίες. Οι ηγεμόνες της Γεωργίας μερικές φορές θέλησαν να επιβάλουν την πολιτική τους και με πόλεμο, όπως ο Δημήτριος Β' της Ιβηρίας που το 1282 επιτέθηκε και πολιόρκησε την Τραπεζούντα.
 
Οικονομική κατάσταση
       Οι Μ.Κ. επωφελήθηκαν από την εσωτερική κατάσταση του κράτους για να μπορέσουν να υπερνικήσουν τις επιθέσεις από τους αλλοεθνείς εχθρούς και επιδρομείς: η οικονομική κατάσταση δεν έπρεπε να ήταν τόσο κακή, αντίθετα υπήρχε σχετική ευρωστία. Το διαμετακομιστικό εμπόριο, που διεξαγόταν ιδιαιτέρως από το δρόμο Τραπεζούντα - Θεοδοσιούπολη - Ταυρίδα - Ασία (γνωστό ως δρόμο της μετάξης, που είχε πάρει και ο Μάρκο Πόλο), μετέφερε προϊόντα και εμπορεύματα στην περιοχή του κράτους των Μ.Κ., αλλά ιδιαιτέρως προσέφερε άμεσα κέρδη με τους τελωνειακούς και άλλους δασμούς που επέβαλε το κράτος στους εμπόρους. Το δρόμο αυτό χρησιμοποιούσαν ιδίως οι εμπορικές πόλεις της Ιταλίας και της νότιας Γαλλίας για την εισαγωγή απαραίτητων προϊόντων. Έτσι, για να έχουν προνόμια στη διεξαγωγή του εμπορίου, επιζητούσαν να υπογράφουν επίσημες συμφωνίες με τους Μ.Κ., που μας είναι γνωστές με τα χρυσόβουλλα (επίσημα έγγραφα με χρυσή βούλα και με υπογραφή του βασιλέα Μ.Κ.) και που λεπτομερειακά καταγράφουν τους φόρους και τους δασμούς που έπρεπε να καταβάλλονται για κάθε φορτίο. Ακόμα και στα τελευταία χρόνια πριν από την κατάληψη του κράτους από τους Οθωμανούς δυτικοί έμποροι προσπαθούσαν να κλείσουν συμφωνίες.

Το μοναστήριο του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, στην περιοχή της Γαλλίαινας, τέλη του περασμένου αιώνα. Ιδρύθηκε το 752 και ήταν ένα από τα τρία μεγάλα μοναστήρια (Σουμελά, Βαζελώνος), που υπήρξαν οι φάροι του χριστιανισμού στον Πόντο. (Φωτ.: Συλλογή Α. Σ. Μαΐλλη)

      Η σχετικά καλή οικονομική κατάσταση φαίνεται και από τις μεγάλες δωρεές και χορηγίες που έκαναν οι βασιλείς Μ.Κ. σε μοναστήρια στον Πόντο ή και στο Άγιον Όρος. Η μονή Διονυσίου στο Άγιον Όρος χτίστηκε με οικονομική χορηγία Αλεξίου Γ’ Μ.Κ. και πήρε το όνομα «μονή των Μ.Κ.». Υπολογίζεται ότι μόνο για την τριετία 1374-77 χορηγήθηκαν 100 «σώμια» που αντιστοιχούν σε 680.000 χρυσά φράγκα. Αν αναλογιστούμε τη στενότητα της κυκλοφορίας του νομίσματος την εποχή εκείνη και την αντιμετώπιση των τακτικών και έκτακτων εξόδων στο εσωτερικό της χώρας, τότε κατανοούμε πόσο πλούσιο ήταν το θησαυροφυλάκιο των Μ.Κ. Άλλωστε, παρά τις επιδρομές και τις πολεμικές επιχειρήσεις, οι κάτοικοι του κράτους ήταν δυνατόν και τη γη να καλλιεργούν και να προσπορίζονται τα προς το ζην. Βέβαια πολλές φορές οι κάτοικοι των επαρχιών γίνονταν θύματα εχθρικών επιδρομών (λεηλασία και αιχμαλωσία).
 

Ο περίβολος της Μονής Παναγίας Σουμελά, το 1902. Διακρίνεται το ιερό του ναού πριν από την Καταστροφή. Ενσωματωμένη σε έναν απότομο βράχο του όρους Μελά, η μονή αποτελεί σήμερα το σεπτότερο λείψανο του Ποντιακού Ελληνισμού. Η επιστημονική έρευνα τοποθετεί την ίδρυση της στον 9ο ή 10ο αιώνα. Σύμφωνα όμως με την παράδοση, στην απάτητη αυτή κορυφή του Πόντου οδηγήθηκαν πρώτοι, το 386, οι Αθηναίοι μοναχοί Βαρνάβας και Σωφρόνιος, όταν η Παναγία τους φανέρωσε το σημείο όπου μεταφέρθηκε θαυματουργά η εικόνα της Παναγίας Αθηνιώτισσας, που αποδίδεται στον Ευαγγελιστή Λουκά. (Φωτ.: Αρχείο Α. Θεοφύλακτου)

         Άρχοντες - στασιαστικές κινήσεις: Μεγάλες οικογένειες του Πόντου (Σχολάριοι, Μειζομάτες, Τζανιχίτες, Καμαχίτες, Δορανίτες κ.ά.) στα χρόνια 1332-56 πολύ συχνά στασιάζουν για να υποστηρίξουν ή να αντιπολιτευτούν το Μ.Κ. που ήταν στο θρόνο ή επιζητούσε να ανέβει στο θρόνο είτε για να τον υποχρεώσουν να κάνει δεκτές τις απαιτήσεις τους. Μεγάλη και σκληρή στάθηκε η στάση της οικογένειας των Σχολαρίων στα χρόνια 1355-56. Εν τούτοις κατά τη βασιλεία ισχυρών βασιλέων οι άρχοντες ήταν ανήμποροι να επιβάλουν τις απόψεις τους (όπως στα χρόνια του Αλεξίου Γ Μ.Κ.) και ουδέποτε απέκτησαν τόση δύναμη ώστε με τις σταστιαστικές τους κινήσεις να υπερισχύσουν ολοσχερώς. Εκκλησία: Σύμφωνα με την απόφαση της Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως του 1258 ο μητροπολίτης Τραπεζούντος, εκλεγμένος στην Τραπεζούντα, όφειλε να χειροτονείται είτε στην Κωνσταντινούπολη είτε στην Τραπεζούντα από εκπρόσωπο όμως του πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Οι μητροπολίτες Τραπεζούντος αρκετές φορές αναμίχθηκαν σε σταστιαστικά κινήματα κατά του βασιλεύοντος Μ.Κ. (όπως ο μητροπολίτης Νίφων ο Πτερυγιωνίτης 1351-61).
 
Πνευματικές φυσιογνωμίες
       Είναι φυσικό σε εποχές πολεμικές να μην είναι δυνατόν να ανθούν τα Γράμματα και οι Καλές Τέχνες. Εντούτοις το κράτος των Μ.Κ. έχει να παρουσιάσει σειρά λογίων, συγγραφέων, όπως και οικοδομήματα θρησκευτικά και (πολύ λίγα) κοσμικά. Στα γράμματα αναφέρονται: Μιχαήλ Πανάρετος που έγραψε το μοναδικό Χρονικό, που μας διασώζει την ιστορία των Μ.Κ. στο μεγαλύτερο χρονικό τους διάστημα, Γρηγόριος Χιονιάδης, καθηγητής στη σχολή μαθηματικών και αστρονομίας στην Τραπεζούντα, Ανδρέας Λιβαδηνός, λόγιος από την Κωνσταντινούπολη που ήρθε στην Τραπεζούντα για να σπουδάσει μαθηματικά και αστρονομία. Στα έργα του περιλαμβάνεται η «Περιήγηση», που σε πολλές σελίδες περιγράφει τις εσωτερικές ταραχές στην Τραπεζούντα από τον Βασίλειο Β' ΜΚ έως τον Αλέξιο Γ δηλ. έως το 1356. Επίσης το κείμενο ενός ωροσκοπίου για το έτος 1336, ένα από τα λίγα δείγματα του είδους αυτού. Ιωσήφ (Ιωάννης) Λαζαρόπουλος, μητροπολίτης Τραπεζούντος (1364-68)· η θητεία του διακόπηκε γιατί αναγκάστηκε να παραιτηθεί και να μονάσει σε μοναστήρι της Κερασούντος- έγραψε ανάμεσα σε άλλα αφήγηση θαυμάτων του αγίου Ευγενίου. Κωνσταντίνος Λουκίτης (από τις τελευταίες δεκαετίες του 13ου αι. έως περίπου 1340)· δίδαξε μετά τον Χιονιά-δη στη σχολή μαθηματικών και αστρονομίας της Τραπεζούντας· Βησσαρίων. Γεννήθηκε το 1403 στην Τραπεζούντα και πέθανε το 1472 στη Ρώμη. Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη και στον Μυστρά κοντά στον βυζαντινό φιλόσοφο και λόγιο Γεώργιο Γεμιστό -Πλήθωνα. Ως μητροπολίτης Νικαίας και ένας από τους εκπροσώπους του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως συμμετείχε στη Σύνοδο της Φλωρεντίας για την ένωση των Εκκλησιών. Εκεί, προσχώρησε στις θεολογικές απόψεις της Δυτ. Εκκλησίας και παρέμεινε στη Δύση. Καρδινάλιος, δύο φορές υποψήφιος πάπας, προσπάθησε ανεπιτυχώς να υποκινήσει τη Δύση εναντίον των Οθωμανών. Άφησε έργα φιλοσοφικά, θεολογικά και μερικά που ενδιαφέρουν τη γενέτειρα του Τραπεζούντα και τους Μ.Κ. (όπως το εγκώμιο «εις Τραπεζούντα» και τα υπομνήματα του προς τους βασιλείς της Τραπεζούντας). Γεώργιος Αμιρούτζης. Ήταν ο άνθρωπος που με το αξίωμα του πρωτοβεστιαρίου διαπραγματεύθηκε την παράδοση της Τραπεζούντας στον πολιορκητή Μεχμέτ Β'. Το 1438, όπως ο Βησσαρίων έτσι και ο Αμιρούτζης ταξίδεψε στην Ιταλία για τη Σύνοδο της Φλωρεντίας. Ο σουλτάνος Μεχμέτ, τουλάχιστον τον πρώτο καιρό μετά την Άλωση, δεν έδειξε καμιά εύνοια προς αυτόν, αν και μεταγενέστερες της Αλώσεως πηγές τον κατηγόρησαν ότι πρόδωσε το Δαβίδ Μ.Κ. και παρέδωσε την πόλη. Στα επόμενα χρόνια ο Αμιρούτζης έζησε στην Κωνσταντινούπολη και συνήψε σχέσεις με τον σουλτάνο, που γνώριζε τις πολλές και ποικίλες γνώσεις του. Από το συγγραφικό του έργο μένουν μόνο αποσπάσματα, ενώ η φήμη του προέρχεται από τη γνώμη των συγχρόνων του.

Η Μονή Αγίας Σοφίας στην Τραπεζούντα, τέλη του περασμένου αιώνα. Ο μεγάλος αυτός ταφικός ναός κτίστηκε από τον Μανουήλ Α' Μεγάλο Κομνηνό (1238-63). Είναι το μόνο από τα κτίσματα της εποχής των Μεγάλων Κομνηνών που έχει συντηρηθεί και μελετηθεί επιστημονικά από ομάδα Άγγλων επιστημόνων. (Φωτ.: Συλλογή Α. Σ. Μαΐλλη)

         Εκτός από την εκκλησία της Αγίας Σοφίας που έχει μελετηθεί επιστημονικά και παρουσιασθεί από την ομάδα αρχαιολόγων που την φρόντισαν, για όλα τα άλλα κτίσματα δεν έχουν γίνει ειδικές ανασκαφές και μελέτες. Έτσι δεν υπάρχει ομοφωνία των ερευνητών για τα κτίσματα της εποχής των Μ.Κ., για τις επεκτάσεις και προσθήκες και για την ακριβή χρονολόγηση. Οι εκκλησίες, που τμήματα τους ανάγονται στην περίοδο των Μ.Κ. και που μετά την κατάληψη του 1461 μεταβλήθηκαν σε μουσουλμανικά τεμένη, είναι: Παναγία Χρυσοκεφάλου, Άγιος Ευγένιος, Άγιος Φίλιππος (η εκκλησία αυτή μετά το 1461 έως το 1665 υπήρξε μητροπολιτικός ναός της Τραπεζούντας), Αγία Άννα, Άγιος Βασίλειος, Παναγία Θεοσκεπάστου, Άγιος Σάββας, κ.α. Ακόμη στα θρησκευτικά κτίσματα πρέπει να αναφέρουμε τις μονές της Παναγίας Σουμελά, του Ιωάννου Προδρόμου της Βαζελώνος και του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα. Υπάρχουν και πολλά άλλα κτίσματα, ιδίως στις άλλες πόλεις και επαρχίες του Πόντου, που θα μπορούσαν να ανήκουν στην ίδια χρονική περίοδο. Εντούτοις η παντελής έλλειψη αρχαιολογικής έρευνας και η εκ (ή και άνευ) προθέσεως καταστροφή των χριστιανικών μνημείων, ιδίως μετά το 1922, μας στερεί τη δυνατότητα πλέον να τα μελετήσουμε. Η ίδια έλλειψη αρχαιλογικής έρευνας και φροντίδας ισχύει σχεδόν για όλα τα κοσμικά κτίσματα. Τα μόνα τα οποία είναι ακόμα δυνατόν να μελετηθούν -και πάλι όχι πλήρως- είναι ορισμένα φρούρια της επαρχίας του Πόντου και ιδιαιτέρως τα τείχη και τα κτίσματα στην ακρόπολη της Τραπεζούντας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου