Σάββατο 31 Μαΐου 2014

Μετά την λεηλασία … η τύχη των ηττημένων…

 
O Μωάμεθ ο Πορθητής σε ψηφιδωτό, πολεμικό μουσείο Κωνσταντινούπολης
 του Θάνου Δασκαλοθανάση


Τετάρτη 30 Μαΐου

           
              Αργά το απόγευμα ο Μωάμεθ εισέρχεται έφιππος στην Πόλη. Ακολουθούμενος από την φρουρά των γενίτσαρων, κατευθύνεται προς την Αγία Σοφία. Φτάνοντας στον περίβολο, ξεπεζεύει, γονατίζει και βάζει λίγο χώμα στη φούχτα του, το οποίο χύνει πάνω στο σαρίκι του. Καθώς προχωρεί προς την Αγία Τράπεζα, βλέπει έναν Τούρκο να προσπαθεί να αποκολλήσει ένα μάρμαρο. Τον διατάζει να σταματήσει, λέγοντάς του ότι η λεηλασία τελείωσε. Ο Μωάμεθ δεν είναι πια ένας απλός σουλτάνος, σε ηλικία 21 ετών έχει γίνει ο Πορθητής και το επίθετο αυτό θα τον ακολουθεί από εδώ και πέρα.
               Η περιοδεία του στο κέντρο της Πόλης σίγουρα θα τον προβλημάτισε παρά θα τον ευχαρίστησε. Όλα όσα είδε, τον έκαναν να αναθεωρήσει και να διατάξει τη λήξη της λεηλασίας. Τα πάντα είχαν ισοπεδωθεί, είχαν πέσει πάνω στην Πόλη σύμφωνα με τον Κριτόβουλο <<σαν φωτιά ή ανεμοστρόβιλος(…)όλη η πόλη ήταν άδεια και έρημη, λεηλατημένη και μαυρισμένη(…)υπήρχαν μόνο ερειπωμένα σπίτια, τόσο ερειπωμένα που όσοι τα έβλεπαν φοβόνταν>>.
                Ο χριστιανικός πληθυσμός της Πόλης, αυτές οι 50 χιλιάδες στο σύνολο του είχε σκλαβωθεί, περίπου 4 χιλιάδες ήταν οι νεκροί. Οι τούρκοι στρατιώτες πανηγύριζαν και γλένταγαν στις σκηνές τους, πωλώντας και ανταλλάζοντας τη λεία τους, είτε πρόκειται για αντικείμενα είτε για ανθρώπινες ζωές. Σε λίγο τέλειωνε η πρώτη μέρα της κατάκτησης, το Βυζάντιο είχε χαθεί στο σκοτάδι, η Πόλη ανήκε πια στους Οθωμανούς.
 

Πέμπτη 31 Μαΐου
 
           Όλα τα λάφυρα συγκεντρώνονται μπροστά στο σουλτάνο και γίνεται δίκαιη μοιρασιά σύμφωνα με το οθωμανικό δίκαιο. Η μοίρα βέβαια των απλών ανθρώπων ήταν η σκλαβιά. Άνθρωποι διασκορπίστηκαν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, κάποιοι ενέδωσαν στις προτάσεις που τους έγιναν και αλλαξοπίστησαν, οι περισσότεροι έμειναν πιστοί και όσοι μπορούσαν, έκαναν προσπάθειες να εξαγοράσουν την ελευθερία τους.
             Για τα μέλη των επιφανών οικογενειών γνωρίζουμε ότι ο Μωάμεθ συνέλαβε όλους όσους μπόρεσε, ανάμεσά τους και τον Λουκά Νοταρά. Τους απελευθερώνει όλους. Κρατάει όμως ως ομήρους τους γιους τους, για να εξασφαλίσει την υπακοή τους αλλά και για να χρησιμοποιήσει τα νεαρά άτομα στο διοικητικό του μηχανισμό. Ανάμεσά σε αυτούς που δεν αναγνωρίστηκαν από τον σουλτάνο και παρέμεινε αιχμάλωτος ήταν ο Φραντζής, ο οποίος αργότερα θα κατορθώσει να διαφύγει και να πάει στην Πελοπόννησο.
               Απέναντι στους Βενετούς και στους άλλους Λατίνους, ο Μωάμεθ θα επιδείξει τιμωρητική διάθεση, εκτελώντας όσους έπεσαν στα χέρια του. Στη συνοικία του Γαλατά οι Γενοβέζοι προσπαθούν να διαπραγματευτούν, οι Τούρκοι όμως προχωρούν γρήγορα στον αφοπλισμό τους και στην κατεδάφιση των τειχών. Λίγες μέρες αργότερα θα αποκεφαλιστεί και ο μετριοπαθής Βεζίρης Χαλίλ, ο οποίος είχε κατηγορηθεί για προδοσία.
 
 
 

Παρασκευή 1 Ιουνίου 1453


            Ανακοινώνεται σουλτανικό φιρμάνι, σύμφωνα με το οποίο οι Έλληνες που είχαν αποφύγει ή εξαγοράσει την ελευθερία τους, μπορούσαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Είναι μια διαταγή με μηδενικό αντίκρισμα γιατί αυτοί είναι ελάχιστοι…
 
 
 

Kυριακή 3 Ιουνίου
 
                Το καλό και ευγενικό πρόσωπο του κυκλοθυμικού Μωάμεθ θα κρατήσει για λίγο. Αρχικά φαινόταν ότι προόριζε τον Ανθενωτικό Λουκά Νοταρά για κυβερνήτη της κατακτημένης Πόλης.
              Το περιβάλλον του σουλτάνου, για να προλάβει μια τέτοια εξέλιξη φρόντισε να τον διαβάλλει, ο ίδιος ο σουλτάνος κατά τη διάρκεια ενός συμποσίου έμαθε για το μικρό γιο του έλληνα άρχοντα και διέταξε να τον φέρουν στο χαρέμι του. Ο Νοταράς προσπάθησε να γλυτώσει το γιο του από την ατίμωση, με αποτέλεσμα να αποκεφαλιστούν με διαταγή του σουλτάνου ο ίδιος ο Νοταράς , ο γιος του αλλά και ο γαμπρός του. Την επόμενη μέρα συνελήφθησαν άλλοι εννέα Έλληνες ευγενείς και στάλθηκαν στο ικρίωμα.
 
 
 

 Σάββατο 9 Ιουνίου
 
                 Δύο πλοία με Κρήτες στρατιώτες που είχαν προβάλλει ηρωική άμυνα στα τείχη της Πόλης και κατόρθωσαν να διαφύγουν, θα είναι οι πρώτοι μαντατοφόροι της άλωσης. <<Ποτέ δεν υπήρξε και δεν θα υπάρξει τέτοιο τρομερό γεγονός>>, έγραψε ένας μοναχός. Την διασπορά της τρομερής είδησης στα νησιά του Αιγαίου, στα ελληνικά παράλιο και από εκεί στην Ιταλία και τη Δύση μέχρι τις πύλες του Γιβραλτάρ και τον ευρωπαϊκό Βορά μετέφεραν οι βενετικές και γενοβέζικες γαλέρες. Το γεγονός και η περιγραφή της Άλωσης, με τη σκλαβιά και τη λεηλασία συγκλόνισε ιδιαίτερα τις ιταλικές πόλεις, αλλά και προβλημάτισε σχετικά με το τι πρόκειται να συμβεί στο μέλλον.
 
 
 
 

Πέμπτη21 Ιουνίου

            Ο Μωάμεθ με τη συνοδεία του θα αναχωρήσει για την Αδριανούπολη. Η πάλαι ποτέ κορωνίδα των πόλεων ήταν άδεια, μισοερειπωμένη, έρημη και σκοτεινή, μαυρισμένη σαν από πυρκαγιά και παράξενα σιωπηλή. Καθώς περνούσε μέσα από τους δρόμους της λέγεται ότι είπε:              <<Tι πόλη παραδώσαμε στη λεηλασία και στην καταστροφή…>>
             Σύντομα θα ξεκινήσει ένα μεγάλο πρόγραμμα ανοικοδόμησης της Πόλης, που θα ζούσε πια την οθωμανική της ιστορία.

Ιερά Μονή Φιλοθέου, η μονή που ασκήτεψε ο Αγ. Κοσμάς ο Αιτωλός

 












                Η Ιερά Μονή Φιλοθέου είναι χτισµένη σε καστανόφυτο οροπέδιο της ΝΑ πλευράς της χερσονήσου, κοντά στο αρχαίο Ασκληπιείο.

                Ιδρύθηκε από τον όσιο Φιλόθεο, σύγχρονο του αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου περί το τέλος του 10ου αιώνα.

                Από τους βυζαντινούς αυτοκράτορες που πρόσφεραν δωρεές στη µονή ξεχωρίζουν οι Νικηφόρος Βοτανειάτης τον 11ο αιώνα, Ανδρόνικος Β΄ και Γ΄ και ο Ιωάννης Ε΄ στα τέλη του 13ου και στη διάρκεια του 14ου αιώνα. Από τους Σέρβους ηγεµόνες διακρίνεται ο Στέφανος ∆ουσάν (1346) που πρόσφερε έµψυχο υλικό για την επάνδρωση της µονής.


              Στα µέσα του 14ου αιώνα στη Φιλοθέου µόνασε και ο άγιος Θεοδόσιος, µετέπειτα µητροπολίτης Τραπεζούντας, αυτάδελφος του οσίου ∆ιονυσίου, κτίτορα της οµώνυµης µονής. Κατά τα πρώιµα χρόνια της τουρκοκρατίας, αρχές του 16ου αιώνα, η παρουσία του ηγουµένου ∆ιονυσίου, γνωστού ως οσίου ∆ιονυσίου του εν Ολύµπω, είχε ως συνέπεια την αλλαγή της λειτουργίας της µονής από το ιδιόρρυθµο στο κοινοβιακό σύστηµα.
 

 
 
         Όµως η αντίδραση βουλγαρόφωνων µοναχών τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη µονή. Στα µέσα περίπου του 17ου αιώνα οι τσάροι της Ρωσίας έδωσαν άδεια στους µοναχούς κάθε επτά χρόνια να περιέρχονται για εράνους. Την πολιτική υποστήριξης των µονών ακολούθησαν και Έλληνες ηγεµόνες των παραδουνάβιων χωρών. Ο Γρηγόριος Γκίκας υπήρξε ένας από τους πολύ γνωστούς ευεργέτες της µονής.

           Το 18ο αιώνα στη µονή ασκήθηκε ο ισαπόστολος της νεότερης ελληνικής ιστορίας άγιος Κοσµάς ο Αιτωλός. Η πυρκαγιά του 1871 αν και άφησε ανέπαφο το νέο Καθολικό που είχε χτιστεί το 1746 στα θεµέλια του παλαιού, ζηµίωσε οικονοµικά το µοναστήρι, µε αποτέλεσµα το 1900 η Ιερά Κοινότητα να αναλάβει την κηδεµονία του.
 
 

 
 
             Από τα άλλα κτίσµατα της µονής η φιάλη του αγιασµού είναι κατασκευασµένη από ωραίο άσπρο µάρµαρο και η τράπεζά της επεκτάθηκε το 16ο αιώνα. Η µονή διαθέτει 6 παρεκκλήσια και 3 εξωκκλήσια, ενώ από τα 12 Κελλιά της τα µισά είναι ακατοίκητα. Η µονή σεµνύνεται για τη θαυµατουργή εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας και της Παναγίας της Γερόντισσας.

           Στο σκευοφυλάκιό της φυλάσσονται διάφορα κειµήλια µεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν η δεξιά του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόµου, τεµάχιο Τιµίου Ξύλου, άλλα λείψανα αγίων, άµφια και εκκλησιαστικά σκεύη. Στη βιβλιοθήκη της µονής περιέχονται 250 χειρόγραφα, 2 λειτουργικά ειλητάρια και περί τις 2,500 έντυπα (απ' τα οποία περί τα 500 είναι στα ρωσικά και τα ρουµανικά).

            Η µονή τιµάται στον Ευαγγελισµό της Θεοτόκου και από το 1574 κατέχει τη δωδέκατη θέση ανάµεσα στα µοναστικά καθιδρύµατα. Από το 1973 και έκτοτε λειτουργεί µε το κοινοβιακό σύστηµα. Σήµερα αριθµεί περί τους εξήντα µοναχούς.
 
 
Aναδημοσίευση από το "Αγιορείτικο Βήμα"

Είκοσι τραγούδια της άλωσης της Πόλης





 
 
 
"...Πήραν την Πόλη μωρέ πήραν την, πήραν τη Σαλονίκη Πήραν και την Αγιά Σοφιά το μέγα μοναστήρι..."

          Οι θρήνοι για την άλωση, γνήσια δημιουργήματα της λαϊκής έμπνευσης, εκφράζουν τη θλίψη των «Ρωμιών» για το «πάρσιμο της Πόλης απ’ την Τουρκιά» αλλά και την ελπίδα της επανάκτησης των «αλησμόνητων πατρίδων». Θλίψη και ελπίδα δένονται αρμονικά σε ήχους αργούς και μελικούς. Αλλοτε όμως οι ήχοι τους έρχονται σε αντίθεση με τα λόγια τους και είναι χαρμόσυνοι. Αυτό, όπου έγινε, έγινε σκόπιμα, για να μπορούν τα τραγούδια αυτά να τραγουδιούνται από τους έλληνες στα πανηγύρια τους, χωρίς να δίνουν στόχο για το περιεχόμενό τους, αλλά αντίθετα να δίνουν την αίσθηση πως επρόκειτο για τραγούδια γιορτινά, κατά πως πρόσταζε η περίσταση, ώστε να μη δίνουν στόχο στους Τούρκους, οι οποίοι πλέον επέβλεπαν κάθε κίνηση τους και να μπορούν ταυτόχρονα τα τραγούδια αυτά να περνούν, απαρατήρητα από τον κατακτητή, από στόμα σε στόμα από γενιά σε γενιά.
     
 
            Είκοσι από αυτά τα τραγούδια – θρήνους για την άλωση, από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, θα θυμηθούμε στη συνέχεια, με την πολύτιμη βοήθεια του «Αρχείου Ελληνικής Μουσικής», που οι άνθρωποί του με μεράκι και φροντίδα συγκεντρώνουν και καταγράφουν κάθε λογής παραδοσιακό τραγούδι του τόπου μας. (Για το «Αρχείο Ελληνικής Μουσικής» βλ. περισσότερες λεπτομέρειες στην Βιογραφία του Χρόνη Αηδονίδη στην κατηγορία «βιογραφίες» του MusicHeaven.


1.«Πήραν την Πόλη μωρέ πήραν την, πήραν τη Σαλονίκη
Πήραν και την Αγιά  Σοφιά το μέγα μαναστήρι
Πώ ΄χει σαρανταδυό ΄κλησιές κι εξήντα δυο καμπάνες
Κάθε καμπάνα και παπάς κάθε παπάς και ψάλτης» (Ηπείρου)
 





2.«Ν’ ανέβαινα πολύ ψηλά, ψηλά παν’ τα ουράνια
Να διω την Πόλ’ πως καιητι, τα κάστρα πως ρημάζουν
΄Πο μια μερια ν ‘ ιδείν φωτιά, ‘πο την αλλ’ χάρος την δέρνει
Τα μοναστήρια καίγουντι κι οι εκκλησιές χαλιούντι
Πήραν μανάδες με παιδιά και πεθερές με τσ’ νύφες
Πήραν μια χήρα παπαδιά με δυο με τρεις νιφάδες» (Μάλγαρα Ανατ.Θράκης)


3.«Να ΄μαν δεντρί στη Βενετιά, χρυσή μηλιά στην Πόλη
και κόκκινη τριανταφυλλιά, μεσ’ τους επτά ουράνους
Ν’ ανέβαινα να βίγλιζα την Πόλη πως τουρκεύει
Πόλη μου για δεν χαίρεσαι, για δε βαρείς παιγνίδια
Το πώς μπορώ να χαίρομαι και να βαρώ παιχνίδια
Μέσα με δέρνει ο θάνατος, ν’ όξω με δέρνει ο Τούρκος
Κι απ’ τη δεξιά μου τη μεριά, Φράγκος με πολεμάει…» (Καππά Καρδίτσας)

 ΤΟ ΜΑΝΤΑΤΟ

 Η είδηση της Αλωσης, στους θρήνους, φτάνει άλλοτε από το πουλί που γυρνά με καμένα φτερούδια από την Πόλη, άλλοτε από το παιδί της χήρας που διαβάζει τα χαρτιά, άλλοτε από το καράβι κι άλλοτε από άγγελο σταλμένο απ’ το Θεό…: «ας πάψει το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ’ άγια γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει…»
 

 4.«Ένα πουλάκι ξέβγαινε πω μέσα από την Πόλη,
Χρυσά ήταν τα φτερούδια του, χρυσά και κεντημένα
Κι ήταν καημένα από φωτιά και μαυροκαπνισμένα
πες μας πες μας πουλάκι μου, κανα καλό χαμπάρι
Τι να σας πω μαύρα παιδιά, τι να σας μολογήσω
Πήραν την Πόλιν η Τουρκιά, πήραν και το Φανάρι
Πήραν και την Αγια Σοφιά.»(Ελασσόνας)

 5.«Έναν πουλίν, καλόν πουλίν εβγαίν' από την Πόλιν
ουδέ στ' αμπέλια κόνεψεν ουδέ στα περιβόλια,
επήγεν και-ν εκόνεψεν α σου Ηλί' τον κάστρον.
Εσείξεν τ' έναν το φτερόν σο αίμα βουτεμένον,
εσείξεν τ' άλλο το φτερόν, χαρτίν έχει γραμμένον,
Ατό κανείς κι ανέγνωσεν, ουδ' ο μητροπολίτης°
έναν παιδίν, καλόν παιδίν, έρχεται κι αναγνώθει.
Σίτ' αναγνώθ' σίτε κλαίγει, σίτε κρούει την καρδίαν.
"Αλί εμάς και βάι εμάς, πάρθεν η Ρωμανία!"
Μοιρολογούν τα εκκλησιάς, κλαίγνε τα μοναστήρια
κι ο Γιάννες ο Χρυσόστομον κλαίει, δερνοκοπιέται,
-Μη κλαίς, μη κλαίς Αϊ-Γιάννε μου, και δερνοκοπισκάσαι
-Η Ρωμανία πέρασε, η Ρωμανία 'πάρθεν.
-Η Ρωμανία κι αν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο.» (Πόντου)
 

 6.«Που πας μωρέ που πάς χελιδονάκι μου
Που πας χελιδονάκι μου, που πας με τον αγέρα
Πάνω μωρέ πάνω μαντάτα στη Φραγκιά
Πάνω μαντάτα στη Φραγκιά, μαντάτα για την Πόλη
Πήραν μωρέ πήραν, την Πόλη πήρανε
Πήραν την Πόλη πήρανε, πήραν τη Σαλλονίκη
Πήραν μωρέ πήραν και την Αγια Σοφιά
Πήραν και την Αγια Σοφιά, το Μέγα Μαναστήρι
Βγάλτε μωρέ βγάλτε παπάδες τα ιερά
Βγάλτε παπάδες τα ιερά κι εσείς κεριά σβηστείτε
Γιατί μωρέ γιατ’ είναι θέλημα Θεού
Γιατ’ είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει» (Ηπείρου)
 

 7«Γιατί πουλί μ΄ δεν κελαηδείς πως κελαηδούσες πρώτα
Για πως μπορώ να κελαηδώ ;
Με κόψαν τα φτερούδια μου, με πήραν τη λαλιά μου
Μας πήρανε μπρ’ αμάν την Πόλη μας και την Αγια Σοφιά μας
Κλαίγει πικράν η Παναγιά» (θρήνος Θράκης)
 

8.«Εσείς πουλιά πετούμενα, πετάτε στον αέρα
Στείλτε χαμπέρια στη Φραγκιά στη Μοσχοβιά μαντάτα
Πήραν την πόλη πήρανε, πήραν τη Σαλλονίκη
Πήραν και την Αγια Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι
Και η κυράτσα Παναγιά στην πόρτα ακουμπισμένη
Χρυσό μαντήλιν εκρατεί, τα δάκρυα της σφουγγούσε
Και τους μαστόρους έλεγε και τους μαστόρους λέγει
Πάψτε μαστόροι τη δουλειά, μη χάνετε καιρό σας
Εδώ τζαμί δε γίνεται, για να λαλούν χοτζάδες,
εδώ θα μένει η Αγια Σοφιά…» (Δυτ. Μακεδονίας)

 9.«Ισείς πουλιά μ’ πιτούμενα, πιτάτι στουν αέρα
Χαμπέρ να πάτι στο Μοριά, χαμπέρι στην Ελλάδα:
«Τούρκοι την Πόλη πήρανε» , πήραν τη Σαλλονίκη
Πήραν και την’ Αγια Σοφιά, το μέγα μοναστήρι
Πώ χει τριακόσια σήμαντρα κι αξήντα δυο καμπάνες
Κάθε καμπάνα και παπάς κάθε παπάς και διάκος
Τούρκοι την Πόλη πήρανε..» (Νιγρίτα Σερρών)

 10.«Από την Πόλη ως τη Σαλλονίκη, Χρυσός αητός βγήκε να γκιζιρήσει
Χρυσός αητός βγήκε να γκιζιρήσει, νούδι γκιζιρούσι, νούδι κι πετούσι
Μον΄ περπατούσι κι ηλεγεν Ελένη μ’ πήραν την πόλ’ πήραν τη Σαλλονίκη
Πήραν την Πολ’ πήραν την Σαλλονίκη, πήραν το Μέγα Μοναστήρι
Πω χει τριακόσια σήμαντρα Ελένη μ’ κι ηξήντα δυο καμπάνες
Κι ηξήντα δυο καμπάνες και χίλιους καλογέρους» (Καρδίτσας)


 11.«Θέλω ν’ ανέβω σε βουνό, πέρδικα, μαρή πέρδικα
γιε μ’ τους κάμπους ν΄ αγναντέψω,
πέρδικα, μαρή πέδικά μου.
Βρίσκω μια πετροπέρδικα, πέρδικα, μαρή πέρδικα
Γιε μ’ μια πετροπεριστέρα
Πέρδικα, πετροπέρδικά μου.
Να λέει τραγούδι θλιβερό, πέρδικα, μαρή πέρδικα
Γιε μ’ να λέει μοιρολόγι
Πέρδικα, μαρή πέρδικά μου.
Μοιρολογούσε κι έλεγε, πέρδικα, μαρή πέρδικα
Γιε μ’ μοιρολογάει και λέει,
Πέρδικα, μαρή πέρδικά μου.
Οι Τούρκοι επήραν τη Σοφιά, πέρδικα, μαρή πέρδικα
Γιε μ’ το Μέγα Μαναστήρι
Πέρδικα, πετροπέρδικά μου
Πήραν άσπρα, πήραν φλωριά
Πήραν μανάδες και παιδιά μου…» (Ανατ. Στερεάς Ελλάδας)
 

 12. «Θρήνος κλαυθμός και οδυρμός και στεναγμός και λύπη,
Θλίψις απαραμύθητος έπεσεν τοις Ρωμαίοις.
Εχάσασιν το σπίτιν τους, την Πόλιν την αγία,
το θάρρος και το καύχημα και την απαντοχήν τους.
Τις το 'πεν; Τις το μήνυσε; Πότε 'λθεν το μαντάτο;
Καράβιν εκατέβαινε στα μέρη της Τενέδου
και κάτεργον το υπάντησε, στέκει και αναρωτά το:
-"Καράβιν, πόθεν έρκεσαι και πόθεν κατεβαίνεις;"
-"Ερκομαι ακ τα' ανάθεμα κι εκ το βαρύν το σκότος,
ακ την αστραποχάλαζην, ακ την ανεμοζάλην°
απέ την Πόλην έρχομαι την αστραποκαμένην.
Εγώ γομάριν Δε βαστώ, αμέ μαντάτα φέρνω
κακά δια τους χριστιανούς, πικρά και δολωμένα.»
 

 13.«Στην Πόλη γράφουν τα χαρτιά, στη Σαλλονικ’ τα στέλνουν
Κανάς δεν πάει να τα δει, κανάς δεν τα διαβάζει
Μόνο της χήρας το παιδί πααιν΄ και τα διαβάζει
Η μάνα του τον ρώτησι κι η μάνα του του λέει
Παιδί μ’ τι γράφουν τα χαρτιά, τι μολογάει το γράμμα
Αυτό που γράφουν τα χαρτιά ο Θιός να μην το δώσει
Θέλει να γίνει πόλεμος, η Πόλη να τουρκέψει» (Σαγιάδες Τρικάλων)
 

 14.«Σημαίνει ο Θιός, σημαίνει η γης, σημαίνουν τα επουράνια,
σημαίνει κι η Αγια Σοφιά, το μέγα μοναστήρι,
με τετρακόσια σήμαντρα κι εξηνταδυό καμπάνες,
κάθε καμπάνα και παπάς, κάθε παπάς και διάκος.
Ψάλλει ζερβά ο βασιλιάς, δεξιά ο πατριάρχης,
κι απ΄ την πολλήν την ψαλμουδιά εσειόντανε οι κολόνες.
Να μπούνε στο χερουβικό και να 'βγει ο βασιλέας,
φωνή τους ήρθε εξ ουρανού κι απ' αρχαγγέλου στόμα:
"Πάψετε το χερουβικό κι ας χαμηλώσουν τ' άγια,
παπάδες πάρτε τα ιερά και σεις κεριά σβηστείτε,
γιατί είναι θέλημα Θεού η Πόλη να τουρκέψει.
Μόν' στείλτε λόγο στη Φραγκιά, να 'ρτουνε τρία καράβια°
το 'να να πάρει το σταυρό και τ' άλλο το βαγγέλιο,
το τρίτο το καλύτερο, την άγια τράπεζά μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά και μας τη μαγαρίσουν".
Η Δέσποινα ταράχτηκε και δάκρυσαν οι εικόνες.
"Σώπασε κυρά Δέσποινα, και μη πολυδακρύζεις,
πάλι με χρόνους, με καιρούς, πάλι δικά μας είναι». (Θράκης)
 

 15.«Τρεις καλογέροι κρητικοί και τρεις απ’ τ’ Αγον Όρος
Καράβιν αρματώνουνε και καλοσυγυρίζουν
Στην πρύμνη βάζουν το σταυρό, στη μεσ’ τον Πατριάρχη
Και ψάλλαν το χερουβικό και τ’ άξιον εστίν ως
Φωνή ηκούσθη εξ ουρανού, εκ στόματος αγγέλου
Ας πάψει το χερουβικό και τ’ άξιον εστίν ως
Πήραν οι Τούρκοι τη Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι
Πώ ΄χει τριακόσια σήμαντρα κι εξήντα δυο καμπάνες» (Μακεδονίας)
 

 16.«Τρεις καλογέροι κρητικοί, ωρέ και τρεις Αγιονορείτες
καράβι ν’ α – κι αμάν αμάν, καράβι ν’ αρματώνανε
Καράβι αναματώσανε σ’ ένα βαθύ λιμάνι
Φωνή ακόυστη εξ ουρανού κι απ’ αρχαγγέλου στόμα:
«Πήραν την Πόλη, πήραν την , πήραν τη Σαλλονίκη
πήραν και την Αγια Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι…»(Πελοποννήσου)
 

 17.«Σήμερα ψέλνουν εκκλησιές κι όλα τα μοναστήρια
Ψέλνει και η Αγια Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι,
Με τετρακόσια σήμαντρα κι εξήντα δυο καμπάνες
Κάθε καμπάνα και παπάς
Ψιλή φωνή εξέβγηκε μέσα απού τα ουράνια:
«Αγία Σοφία πάρθηκε σ’ Αγαρηνών τα χέρια
να κόψουνε οι ψαλμωδιές» (Μ. Ασίας, Βιθυνίας)


«…ΤΟ ΄ΝΑ ΦΩΡΤΩΝΕΙ ΤΟ ΣΤΑΥΡΟ ΚΑΙ Τ’ ΑΛΛΟ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ…»
Μετά την άλωση οι πιστοί έτρεξαν να περισώσουν τα ιερά τους, την άγια τράπεζα, το σταυρό, το ευαγγέλιο, τα εικονίσματα. Τα καράβια ετοιμάζονται για το έργο της μεταφοράς. Το μοτίβο γνωστό και κοινό σε πολλά τραγούδια του τόπου μας.
 

 18.«Τρία καράβια – βόηθα Παναγιά – τρία καράβια φεύγουνε
που μέσα που την Πόλη, κλαίει καρδιά μ’ κλαίει
καρδιά μ’ κι αναστενάζει
Το ΄να φουρτώ – βόηθα Παναγιά – το ’να φουρτώνει το σταυρό
Κι τα’ άλλου του Βαγγέλιου κλαίει καρδιά μου κλαίει
καρδιά μ’ κι αναστενάζει
Το τρίτο το – βοήθα Παναγιά – το τρίτο το καλύτερο
Την Αγια Τράπεζά μας, κλαίει καρδιά μου κλαίει
καρδιά μ’ κι αναστενάζει
Μη μας τα πά – βόηθα Παναγιά – μη μας τα πάρουν οι άπιστοι
Και μας τα μαγαρίσουν, κλαίει καρδιά μου κλαίει
καρδιά μ’ κι αναστενάζει
Η Παναγιά αναστέναξι κι δάκρυσαν οι κόνις….» (Ανατ. Θράκης)
 

 19«Μον’ δώστε λόγο στη Φραγκιά, να’ ρθουν τρία καράβια
Το ΄να να πάρει το σταυρό και τ’ άλλο το ευαγγέλιο
Το τρίτο το τρανίτερο την άγια τράπεζά μας
Μη μας τα πάρουν οι άπιστοι και μας τα μαγαρίσουν
Κι η Δέσποινα ως τα’ άκουσε, τα μάθια τσε δακρύσαν
Κι ο Μιχαήλ κι ο Γαβριήλ την επαρηγορούσαν
Σώπασ’ αφέντρα μ’ και κυρά και μην πολύ δακρύζεις
Πάλαι με χρόνια με καιρούς, πάλαι δικά μας θα ’ναι» (Βορείου Αιγαίου)


«…ΘΕΛΟΥΝ ΝΑ ΣΤΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ, ΤΟ ΜΕΓΑ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ…»

 Η ελπίδα της απελευθέρωσης της Πόλης, συνόδευε τα τραγούδια και τους θρήνους των «ρωμιών» από τα πρώτες κι όλες εκείνες μέρες της άλωσης. Ονειρεύονταν το χτίσιμο ξανά της Πόλης και το «ξαναλειτούργημα» στην Αγια Σοφιά, όνειρο που αποτύπωνεται στους στίχους των θρήνων τους…
 

 20. «Ανάμεσα τρεις θάλασσες, τριανταφυλλάκι μ’ κόκκινο
Ανάμεσα τρεις θάλασσες, καράβι κινδυνεύει
Με τ’ άργανα κιντύνευε, τριαναταφυλλάκι μ’ κόκκινο,
Με τ’ άργανα κιντύνευε, με τον αέρα σειώταν
Και με τα χαλκοτύμπανα, μαζώνοντ’ αντρειωμένες.
Μαζώνουνταν, συνάζουνταν, πύργον θέλουν να στήσουν,
Να στήσουν την Αγια Σοφιά, το Μέγα Μοναστήρι.
Τα περιστέρια κουβαλούν, τα χελιδόνια χτίζουν
Κι οι Αγγελοι απ’ τον ουρανό βάζουν τα κεραμίδια» (Θεσσαλίας (Πηλιορείτικο))



ANAΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=News&file=article&id=148

Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου


Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος νεκρός,μικρογραφία (16ος αιώνας), από τους <<Χρησμούς του Λέοντος του Σοφού>>, βιβλιοθήκη Στοκχόλμης


O Θάνατος του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου

του Θάνου Δασκαλοθανάση

          
           Ο τρόπος με τον οποίο πέθανε ο αυτοκράτορας δεν έγινε ποτέ γνωστός με σαφήνεια. Οι συγγραφείς της Άλωσης που ήταν παρόντες στις τραγικές εκείνες στιγμές, διηγούνται διαφορετικές ιστορίες. Ο Φρατζής, επιστήθιος φίλος του Κωνσταντίνου, που προσπάθησε να εξακριβώσει το θάνατό του, έγραψε ότι ο σουλτάνος έστειλε να ψάξουν για το σώμα, πλύθηκε ένας αριθμός από σώματα και κεφάλια, για να μπορέσουν να τον αναγνωρίσουν. Τελικά βρέθηκε ένα σώμα με κεντημένο στις κάλτσες του τον αετό, και θεωρήθηκε ότι αυτός ήταν ο αυτοκράτορας. Ο σουλτάνος έδωσε το μεγάλο νεκρό στους Έλληνες, για να τον θάψουν. Ο Φρατζής δεν ήταν βέβαιος και προσπάθηε πολύ να βρει αυτόν τον τάφο. Αργότερα κάποιοι περιηγητής ανέφεραν την ύπαρξη ενός τάφου στη συνοικία Βεφά, χωρίς όμως ποτέ να αποδειχτεί επίσημα κάτι.
            Ο Δούκας αναφέρει ότι, όταν οι Γενίτσαροι ή οι Σερβοι πήγαν ένα κεφάλι στον Μωάμεθ, ο Λουκάς Νοταράς, που ήταν στη σκηνή του, επιβεβαίωσε ότι ανήκε πράγματι στον αυτοκράτορα. Το κεφάλι αυτό, ή ένα κεφάλι τοποθετήθηκε στη στήλη του Ιουστινιανού, ως πειστήριο του θανάτου του αυτοκράτορα. Αργότερα, το περιέφεραν θριαμβικά στις μεγαλύτερες πόλεις του μουσουλμανικού κόσμου, ως απόδειξη της δύναμης του σουλτάνου αλλά και της μεγάλης σημασίας της κατάκτησης της Πόλης.
            Στην εκδοχή του Χαλκοκονδύλη << ο αυτοκράτορας στράφηκε στη φρουρά του και τους είπε: ¨Aς επιτεθούμε, άνδρες μου, εναντίον αυτών των βαρβάρων¨. Ο αυτοκράτορας αγωνίστηκε σκηρά, καταδιώχτηκε ανελέητα και τελικά σκοτώθηκε>>.
            Οι περισσότερες απόψεις συγκλίνουν στη μάχη μέχρις εσχάτων που έδωσε στη πύλη του Αγίου Ρωμανού, μέσα σε ένα σωρό από πτώματα. Ο ιταλός Μπάρμπορο που ήταν στην πολιορκία, γράφει ότι <<μερικοί ισχυρίζονταν ότι είδαν το νεκρό σώμα αλλά και ότι άλλοι έλεγαν ότι δε βρέθηκε ποτέ>>. Ο Τετάλντι έγραψε ότι << ο αυτοκράτορας της Κωνσταντινούπολης σκοτώθηκε. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι αποκεφαλίστηκε, άλλοι ότι πέθανε, όταν το πλήθος τον συνέθλιψε στην πύλη από την οποία προσπαθούσαν να φύγουν οι περισσότεροι>>. << Σκοτώθηκε και το κεφάλι του παρουσιάστηκε στον αρχηγό των Τούρκων καρφωμένο σε ένα κοντάρι>>, γράφει ο Μπενβενούτο, πρόξενος της Ανκόνα στην Πόλη.
           Κάποιοι Τούρκοι ιστορικοί, πολύ αργότερα από την Άλωση, γράφουν ότι ο Παλαιολόγος, όταν φάνηκε ότι η μάχη είχε χαθεί, προσπαθώντας να βρει με τους συντρόφους του τρόπους διαφυγής, έπεσε σε μια ομάδα γενίτσαρων, οι οποίοι τους περικύκλωσαν και τους σκότωσαν. Γράφουν μάλιστα ότι πήραν και τα χρήματα και τα πολύτιμα πετράδια που είχε στην κατοχή της η συνοδεία του αυτοκράτορα.
          Ο Εβλιγιάν Τζελεμπή,τούρκος περιηγητής του 17ου αιώνα, γράφει ότι <<το νεκρό σώμα του αυτοκράτορα δε βρέθηκε ποτέ και ότι το πήραν οι άπιστοι και το έθαψαν στο Σολού Μοναστήρ (Μονή Περιβλέπτου). Και ως τώρα οι Ρωμιοί διηγούνται πολλά και θαυμαστά γι΄αυτόν>>. Περισσότερο δίκαιος και αμερόληπτος ο Τούρκος ιστορικός Ορούχ, γράφει ότι ο << κυβερνήτης της Ιστανμπούλ ήταν γενναίος και δε ζήτησε έλεος>>.
           Στην πιθανότερη εκδοχή και λαμβάνοντας υπόψη ότι το σώμα του Κωνσταντίνου δεν αναγνωρίστηκε, μπορούμε να υποθέσουμε ότι στην τελευταία επίθεση ο αυτοκράτορας έβγαλε τα διακριτικά του και αγωνίστηκε ως απλός στρατιώτης. Σε όλη του τη ζωή πορεύτηκε το δρόμο της ευθύνης και του χρέους. Από το δρόμο αυτό, δεν θέλησε να παρεκκλίνει, αν και μπορούσε και του έγιναν προτάσεις, να διαφύγει. Ο ηρωικός θάνατος του τραγικού αυτοκράτορα γέννησε μια σειρά από θρύλους που αποθεώνουν τον έλληνα βασιλιά που έγινε σύμβολο αιώνιο του ελληνισμού. Η πιο παραστατική περιγραφή του θανάτου του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου γράφτηκε από την πένα του Φώτη Κόντογλου.
             <<Κείνη τὴν ὥρα ἔβγαινε ὁ ἥλιος. Οἱ Τοῦρκοι μπαίνανε σὰν ποτάμι ἀφρισμένο ἀπὸ τὰ κάστρα κι᾿ ἀπὸ τὴν πόρτα. Οἱ Χριστιανοὶ ἀπελπισμένοι πέφτανε μὲ σφαλιχτὰ μάτια ἀπάνω τους, κ᾿ ἔγινε τέτοιος σκοτωμός, ποὺ τὸ αἷμα ἔτρεχε νὰ κολυμπήσῃ δαμάλι. Ὁ βασιλέας, παραμιλώντας ἀπ᾿ τὴν ἀπελπισιά του, χύμηξε στὴν πόρτα μὲ τὰ παλληκάρια του κ᾿ ἔπεσε μέσα στὸ πιὸ πηχτὸ τουρκομάνι, βαρώντας μὲ τὸ σπαθί του. Ὁ Δὸν Φραγκίσκος ὁ Τολεδάνος, πὤλαχε νἆνε στὸ δεξί του χέρι, ἔχασε τὸ σπαθί του καὶ χύθηκε καὶ ξέσκιζε τοὺς Τούρκους μὲ τὰ νύχια καὶ μὲ τὰ δόντια. Ὁ Θεόφιλος Παλαιολόγος, βλέποντας ματωμένο τὸ βασιλέα, ἔβαλε μιὰ φωνὴ κ᾿ ἔκραξε κλαίγοντας: «Θέλω ν᾿ ἀποθάνω κι᾿ ὄχι νὰ ζήσω!» Ὁ Γιάννης ὁ Δαλμάτης κι᾿ ἄλλοι πολλοὶ ἐκεῖ βουλιάξανε καὶ χαθήκανε. Ὁ βασιλιὰς βλέποντας πὼς ἀπόμεινε μονάχος ζωντανός, φώναξε: «Δὲν ὑπάρχει Χριστιανὸς νὰ κόψῃ τὸ κεφάλι μου!» Τὴν ἴδια τὴν στιγμὴ τὸν βαρέσανε δυὸ Τοῦρκοι, ὁ ἕνας στὸ πρόσωπο κι᾿ ὁ ἄλλος στὸν ὦμο. Τὸ κορμί του κύλησε κι᾿ ἀνακατεύτηκε μέσα στὸ σωρὸ πὤφραξε τὴν πόρτα>>.
 
 
 
Κωνσταντίνος εν Χριστώ τω Θεώ πιστός Βασιλεύς Αυτοκράτωρ Ρωμαίων Παλαιολόγος

Πολεμικό Μουσείο Αθηνών

ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΘΡΥΛΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ

 






 
Πάψετε το Χερουβικό, κι ας χαμηλώσουν τ’ Άγια γιατί είναι θέλημα Θεού, η Πόλη να τουρκέψη”. “Η Δέσποινα ταράχτηκε και δάκρυσαν οι εικόνες”. “Σώπασε, κυρά Δέσποινα, μην κλαις και μη δακρύζης, πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα’ ναι”.
 
              29 Μαΐου 1453: Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ! Η χιλιόχρονη αυτοκρατορία έπεσε. Ο θρύλος λέει ότι "ήτανε θέλημα Θεού". Από τότε το φρόνημα των Ελλήνων το κρατάνε ζωντανό ακριβώς αυτοί οι θρύλοι για την επανάκτησή της. "Κάποτε η Αγιά Σοφιά θα λειτουργηθεί ξανά από τους χριστιανούς" λέει η παράδοση και ο μαρμαρωμένος βασιλιάς θα ξυπνήσει..."Πάλι με χρόνια με καιρούς..."
 
 
Μύθοι και θρύλοι από την Άλωση της Πόλης
             Παραδοσιακοί και θαυμαστοί θρύλοι, αναπτύχθηκαν γύρω από την άλωση της Πόλης, για να θρέψουν τις ελπίδες και το θάρρος του εθνους επί αιώνες. “Πάλι με Χρόνους και καιρούς”
            Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη στους Τούρκους, ένα πουλί ανέλαβε να πάει ένα γραπτό μήνυμα στην Τραπεζούντα στην Χριστιανική Αυτοκρατορία του Ποντου για την Άλωση της Πόλης. Μόλις έφτασε εκεί πήγε κατευθείαν στη Μητρόπολη που λειτουργούσε ο Πατριάρχης και άφησε το χαρτί με το μήνυμα πάνω στην Άγια Τράπεζα. Κανείς δεν τολμούσε να πάει να διαβάσει το μήνυμα. Τότε πήγε ένα παλλικάρι, γιός μιας χήρας, και διάβασε το άσχημο μαντάτο “Πάρθεν η Πόλη, Πάρθεν η Ρωμανία”.
Το εκκλησίασμα και ο Πατριάρχης άρχισαν τον θρήνο, αλλά ο νέος τους απάντησε.
“Κι αν η Πόλη έπεσε, κι αν πάρθεν η Ρωμανία, πάλι με χρόνους και καιρούς, πάλι δικά μας θα’ ναι”.
 

 
 
Ο μαρμαρωμένος βασιλιάς.
              Ο λαοφιλέστερος θρύλος έχει να κάνει με το τελευταίο αυτοκράτορα που μαρμάρωσε μέσα στο ναό της Αγίας Σοφίας. Η παράδοση πέρασε από στόμα σε στόμα αμέσως μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης.
            Όταν η Πόλη πέρασε στα χέρια των Τούρκων, ο λαός δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ένα τέτοιο κτίσμα έχει περιέλθει σε μουσουλμανικά χέρια. Διέδωσαν λοιπόν ότι ο βασιλιάς κρύφτηκε πίσω από μία κολόνα του ναού της Αγίας Σοφίας, χάθηκε μέσα στους διαδρόμους και παρέμεινε κρυμμένος εκεί.
           Οι ώρες αναμονής τον “μαρμάρωσαν”. Είναι γεγονός ότι κανείς δεν βρήκε το πτώμα του τελευταίου υπερασπιστή, του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου. Χάθηκε και πίστεψαν ότι Άγγελος Κυρίου το έκρυψε και το μαρμάρωσε. Κάποτε θα έρθει η ώρα που πνοή Θεού θα του δώσει δύναμη και ζωή ξανά και όλα θα ξαναγίνουν από την αρχή. Η Πόλη θα είναι και πάλι ελεύθερη.
 

Στην πόρτα της Αγια-Σοφιάς, που σφράγισε / ενός αγγέλου χέρι, / διπλοσφαγμένος έπεσ' ο Δικέφαλος / απ' τ' άπιστο μαχαίρι.


 

 
 
Ο παπάς της Αγίας Σοφίας
             Ένας άλλος θρύλος ιδιαίτερα αγαπητός είναι ο θρύλος του παπά της Αγίας Σοφίας. Η παράδοση λέει ότι την ώρα που οι Τούρκοι έμπαιναν στην εκκλησία, ο παπάς διέκοψε τη λειτουργία και κρύφτηκε πίσω από το ιερό. Σε εκείνο το σημείο που κρύφτηκε ενώ υπήρχε μία πόρτα, “ως δια μαγείας” η πόρτα έγινε τοίχος τον οποίο κανείς και ποτέ δεν κατάφερε να σπάσει από τότε. Ούτε οι Τούρκοι, ούτε οι Έλληνες μάστορες τους οποίους έφερναν για αυτό το σκοπό δεν μπόρεσαν να γκρεμίσουν τον τοίχο. Ο θρύλος καταλήγει ότι όταν η Αγία Σοφία ξαναγίνει ελληνική εκκλησία, τότε ο παπάς θα βγει από το ιερό και θα ολοκληρώσει την ημιτελή λειτουργία του.
 


 
 
 
Η κρύπτη της Αγίας Σοφίας
             Eνα «μυστικό» δωμάτιο στην Aγία Σοφία της Kωνσταντινούπολης αποκαλύπτεται τώρα ως «θυρανοίξια» του κρυφού ιερού όπου είχε καταφύγει στις 29 Mαΐου 1453 ο βυζαντινός ιερέας για να συνεχίσει τη θεία λειτουργία που είχε διακοπεί στον κύριο Nαό της Aγίας Σοφίας. H ανακάλυψη οφείλεται στον καθηγητή του Πανεπιστημίου της Bιέννης Πολυχρόνης Eνεπεκίδης. Tο ξεχασμένο δωμάτιο εντοπίστηκε όταν η νέα διευθύντρια του Mουσείου της Aγίας Σοφίας Zαλέ Nτεντέογλου ρώτησε αν υπάρχει χώρος που να μην έχει ανοιχτεί και διέταξε να παραβιάσουν την κλειδαριά του συγκεκριμένου χώρου, αφού δεν υπήρχε κλειδί της πόρτας. Aποκαλύφθηκε τότε πως το δωμάτιο που δεν είχε ανοιχτεί από το 1968, υπήρξε εργαστήρι του Γκάσπαρο Φοσάτι (1809 – 1883), ο οποίος ακολουθώντας την εντολή του Σουλτάνου, αναστήλωσε πλήρως το μνημείο στη διάρκεια της περιόδου 1847 – 1849. H έρευνα του καθηγητή Πολυχρόνη Eνεπεκίδη καταδεικνύει ότι ο Φοσάτι είχε απλώς μετατρέψει επιδέξια σε γραφείο του την κρύπτη που του είχαν υποδείξει οι Eλληνες φίλοι του στην Πόλη. H κρύπτη, μία από τις πολλές του μεγάλου ναού, ήταν το κρυφό εκείνο ιερό όπου συνεχίστηκε από τον ιερέα η διακοπείσα ιεροτελεστία, και όταν τελείωσε έκλεισε η πόρτα της κρύπτης και θα άνοιγε, κατά την παράδοση, όταν και πάλι Eλληνες θα ήταν οι ιερείς και το εκκλησίασμα.
 




 

Η Αγία Τράπεζα.
              Η Αγία Τράπεζα ήταν κατασκευασμένη από χρυσό. Από πάνω της κρέμονταν 30 στέμματα των αυτοκρατόρων, ανάμεσα τους και αυτό του Μ. Κωνσταντίνου. Και λέγεται ότι αυτό γινόταν για να θυμίζουν στους χριστιανούς την προδοσία του Ιούδα. Τα τριάκοντα αργύρια.
             Σύμφωνα με την παράδοση πριν ο Μωάμεθ ο Β΄ καταλάβει την Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Κων/νος διέταξε να μεταφέρουν την αγία τράπεζα και όλα τα κειμήλια της Αγίας Σοφίας μακριά από την πόλη για να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων. Τρία καράβια Ενετικά λοιπόν ξεκίνησαν από την πόλη γεμάτα με όλα αυτά τα κειμήλια, όπως λέει και ο θρύλος, αλλά το τρίτο από αυτά που μετέφερε την αγία τράπεζα βυθίστηκε στα νερά του Βοσπόρου στην περιοχή του Μαρμαρά.
 


 
 
 
Η περιοχή του Μαρμαρά
 
              Από τότε μέχρι σήμερα στο σημείο εκείνο που είναι βυθισμένη η αγία τράπεζα τα νερά της θάλασσας είναι πάντοτε ήρεμα και γαλήνια, ασχέτως με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην γύρω περιοχή. Το φαινόμενο μαρτυρούν και σύγχρονοι Τούρκοι επιστήμονες, που έχουν κάνει κατά καιρούς απόπειρες να ανακαλύψουν που οφείλεται αυτό το περίεργο φαινόμενο, αλλά λόγω της λασπώδους σύστασης του βυθού, επέστησαν άκαρπες.
Στο βιβλίο του Δωροθέου Μονεμβασίας με τίτλο “Βίβλος Χρονική” (1781) διαβάζουμε:
” Οι Ενετοί την υπερθαύμαστον και εξάκουστον Αγίαν Τράπεζαν της Αγίας Σοφίας, την πολύτιμον και ωραιότατην, έβγαλαν από τον Ναό και έβαλαν εις το καράβι, και καθώς έκαναν άρμενα και επήγαιναν προς Βενετία, ω, του θαύματος! Πλησίον της νήσου του Μαρμαρά άνοιξε το καράβι και έπεσεν εις την θάλασσαν η Αγία Τράπεζα κξαι εβούλησε και είναι εκεί ως σήμερον, και τούτο είναι φανερόν και το μαρτυρούν οι πάντες, διότι όλον το μέρος εκείνο, όταν κάμνει φουρτούνα, η θάλασσα όλη κάμνει κύματα φοβερά, εις δε τον τόπο όπου είναι η Αγία Τράπεζα είναι γαλήνη και δεν ταράσσεται η θάλασσα. Και υπαγαίνουν τινές εκεί με περάματα, και λαμβάνουν από την θάλασσαν εκείνην, όπου είναι η Αγία Τράπεζα, και μυρίζει θαυμασιώματα μυρωδίαν, από το άγιον μύρον όπου έχει και των άλλων αρωμάτων “
 
Ο πατέρας της Ελληνικής λαογραφίας, Νικόλαος Πολίτης, γράφει για το περιστατικό:
 
            “ Την ημέρα που πάρθηκεν η Πόλη έβαλαν σ’ ένα καράβι την Αγία Τράπεζα, να την πάνε στην Φραγκιά, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων. Εκεί όμως στην θάλασσα του Μαρμαρά, άνοιξε το καράβι και η Αγία Τράπεζα εβούλιαξε στον πάτο. Στο μέρος εκείνο η θάλασσα είναι λάδι, όση θαλασσοταραχή και αν είναι γύρω. Και το γνωρίζουν το μέρος αυτό από τη γ΄λήνη που είναι πάντα εκεί και από την ευωδία που βγαίνει. Πολλοί μάλιστα αξιώθηκαν να την ιδούν στα βάθη της θάλασσας.”
Τρία καρά – κρουσταλλένια μου, τρία καρά – τρία καράβια φεύγουνι,
που μέσα που την Πόλι, κλαίει καρδιά μας, κλαίει κι αναστενάζει.
το’ να φορτώνει του Σταυρό, κι τ’ άλλο του Βαγγέλιου
του τρίτου του καλύτερου, την Άγια Τράπεζά μας,
μη μας την πάρουν τα σκυλιά, κι μας τη μαγαρίσουν
Η Παναγιά αναστέναξι, κι δάκρυσαν οι ‘κόνις………
             Η Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας αναπαύεται στο βυθό της θάλασσας, πάνω στην άμμο και στα κοχύλια. Το σημείο όπου βούλιαξε το καράβι το ξέρουν καλά οι ναυτικοί και εύκολα το βρίσκουν. Πραγματικά, ακόμα κι όταν η πιο άγρια τρικυμία, φουσκώνει ολόγυρα τα κύματα και κάνει τη θάλασσα να μουγκρίζει, εκεί είναι γαλήνη και ησυχία.
          Από τη λεία και λαμπρή επιφάνεια του νερού ανεβαίνουν γλυκές ευωδιές και αντίλαλος από αγγελικές ψαλμωδίες. Πολλοί άξιοι δύτες που μαζεύουν κοράλλια ή ψαρεύουν σφουγγάρια, προσπάθησαν να κατέβουν και να δουν το ναυαγισμένο καράβι.
          Κανείς δεν τα κατάφερε. Η θάλασσα, πολύ βαθιά σ αυτό το μέρος, φυλάει την Αγία Τράπεζα και τα λείψανα των Αγίων από κάθε βέβηλο μάτι.
           Όταν όμως θα ξαναπάρουμε την Πόλη, η Αγία Τράπεζα, που μένει στην άμμο του βυθού, θ ανέβει στην επιφάνεια όπως ανεβαίνει ο δύτης. Θ αρμενίσει μόνη της κατά το Βυζάντιο και θα την πάρουμε από κει που θ αράξει. Θα την ξαναφέρουμε στην Αγία Σοφία και με χαρούμενους ύμνους, θα την αφιερώσουμε πάλι στη Σοφία του Θεού.
           Τότε, μέσα στη Βασιλική που έχτισε ο μεγάλος Ιουστινιανός, θα λάμψουν πάλι τα μωσαϊκά, οι εικόνες των Αγίων, τα λόγια του Ευαγγελίου, και ο σταυρός θα ξαναφανεί πάνω από το μαρμάρινο τραπέζι που ξέπλυναν τα κύματα.
 
“ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΠΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕ ΝΑ ΚΥΛΑΕΙ“
 
            Οι περισσότεροι τοπικοί θρύλοι για την άλωση της Κωνσταντινούπολης μοιάζουν σε ένα σημείο: όλοι δείχνουν ότι ο χρόνος σταμάτησε με την κατάληψη της ιερής πόλης της Ορθοδοξίας από τους άπιστους Τούρκους και ότι η τάξη στον κόσμο θα επανέλθει με την ανακατάληψη της Βασιλεύουσας από τους Έλληνες. Έτσι, και στην Ήπειρο υπάρχει μιααντίστοιχη λαϊκή δοξασία. Συγκεκριμένα, ένα πουλί φέρνει την αναγγελία της πτώσης της Πόλης σε μια ομάδα βοσκών που εκείνη τη στιγμή ποτίζουν τα κοπάδια τους σε ένα ποτάμι, Ο θρύλος λέει ότι στο άκουσμα της φοβερής είδησης τα νερά του ποταμίου σταμάτησαν να κυλάνε, αφού και το φυσικό στοιχείο θεώρησε ότι η πτώση της Κωνσταντινούπολης ήταν κάτι το ανήκουστο. Το ποτάμι θα συνεχίσει και πάλι να κυλάει, μόλις απελευθερωθεί η Πόλη, συνεχίζει ο λαϊκός θρύλος…
 
 
“ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ“
 
        Κάποιος καλόγερος είχε ψαρέψει σε ένα ποτάμι ψάρια και τα τηγάνιζε κοντά στην όχθη του ποταμού. Τη στιγμή εκείνη ακούστηκε από ένα πουλί το μήνυμα της πτώσης της Κωνσταντινούπολης στους Τούρκους. Ο καλόγερος σάστισε και αμέσως τα μισοτηγανισμένα ψάρια πήδησαν από το τηγάνι και ξαναβρέθηκαν στο ποτάμι. Εκεί ζουν αιώνια μέχρι τη στιγμή της απελευθέρωσης της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, οπότε και θα ξαναβγούν για να συνεχιστεί το τηγάνισμα τους.
 
“Ο Πύργος της Βασιλοπούλας”
 
          Στα κάστρα του Διδυμότειχου ένας κυκλικός πύργος, ο ψηλότερος ονομάζεται “πύργος της βασιλοπούλας”. Η παράδοση λέει πως κάποτε ο βασιλιάς διασκέδαζε κυνηγώντας και στη θέση του άφησε την κόρη του. Όταν τον ειδοποίησαν ότι έρχονται οι Τούρκοι είχε τόση εμπιστοσύνη στην οχυρότητα του κάστρου ώστε είπε: “αν σηκωθεί από τη χύτρα ο κόκορας και λαλήσει, θα πιστέψω ότι κυριεύτηκε η πόλη.”. Οι Τούρκοι όμως χρησιμοποίησαν δόλο και έδειξαν το χρυσοκέντητο μαντήλι του βασιλιά στην κόρη του. Αυτή μόλις το είδε, τους παρέδωσε το κλειδί του κάστρου κι έγινε αιτία της άλωσης. Όταν κατάλαβε πως την ξεγέλασαν, δεν άντεξε την ντροπή και αυτοκτόνησε πέφτοντας από τον πύργο. Από τότε ο πύργος λέγεται της βασιλοπούλας.
 
 
“0I ΚΡΗΤΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΙΣΤΕΣ”
 
           Έναν από τους πύργους των τειχών της Πόλης τον υπεράσπιζαν τρία αδέρφια, άρχοντες Κρητικοί που πολεμούσαν με το μέρος των Βενετών (η Κρήτη τότε ήταν κάτω από την κυριαρχία των Βενετών). Μετά την πτώση της πόλης τα τρία αδέρφια και οι άντρες τους εξακολουθούσαν να πολεμούν και παρά τις λυσσώδεις προσπάθειες τους οι Τούρκοι δεν είχαν κατορθώσει να καταλάβουν τον πύργο. Για το περιστατικό αυτό ενημερώθηκε ο Σουλτάνος και εντυπωσιάστηκε από την παλικαριά τους. Αποφάσισε, λοιπόν, να τους επιτρέψει να φύγουν με ασφάλεια από τον πύργο και να πάρουν ένα καράβι με τους άντρες τους και να γυρίσουν στην Κρήτη. Πραγματικά η πρόταση του έγινε δεκτή με τη σκέψη ότι έπρεπε να μείνουν ζωντανοί για να πολεμήσουν να ξαναπάρουν τη Βασιλεύουσα πίσω από τους απίστους. Έτσι οι Κρητικοί επιβιβάστηκαν στο πλοίο τους και ξεκίνησαν για το νησί τους. Το πλοίο δεν έφτασε ποτέ στην Κρήτη και ο θρύλος λέει ότι περιπλανιούνται αιώνια στο πέλαγος μέχρι τη στιγμή που θα ξεκινήσει η μάχη για την ανακατάληψη της Πόλης από τους Έλληνες. Τότε το πλοίο των Κρητικών θα τους ξαναφέρει στην Κωνσταντινούπολη για να πάρουν και αυτοί μέρος στη μάχη και να ολοκληρώσουν την αποστολή τους και το ελληνικό έθνος να ξανακερδίσει την Πόλη.
 

Παρασκευή 30 Μαΐου 2014

Η βεβήλωση της Αγιά-Σοφιάς

 

 


 
 

Η βεβήλωση της Αγια Σοφιάς


του Θάνου Δασκαλοθανάση

 
             Η εκκλησία εξακολουθούσε να είναι ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο. Οι περισσότεροι είχαν στο μυαλό τους την παλιά προφητεία, σύμφωνα με την οποία, όταν ο εχθρός θα πατούσε το πόδι του στη Στήλη του Κωνσταντίνου, άγγελος εκδίκησης θα κατέβαινε με τη ρομφαία του στο χέρι και θα έδιωχνε τους κατακτητές από την Πόλη. Οι τεράστιες μπρούτζινες πόρτες ήταν αμπαρωμένες. Η λειτουργία βρισκόταν σε εξέλιξη, o κόσμος προσευχόταν για ένα θαύμα...
             Με τσεκούρια άρχισαν να χτυπούν την αυτοκρατορική είσοδο που χρησιμοποιούνταν μόνο από τον αυτοκράτορα. Η πόρτα, μετά από λίγο παραβιάστηκε, οι Τούρκοι όρμησαν μέσα στη μεγάλη εκκλησιά. Η Αγία Σοφία ήταν η εκκλησία με τους μεγάλους και ιερούς συμβολισμούς, το επιβλητικό κτίσμα που αντανακλούσε και είχε ζήσει τον πνευματικό και λαϊκό βίο της πόλης. Στον αυλόγυρό της και μέσα σε αυτήν, είχαν λάβει χώρα πολλά και σπουδαία γεγονότα. Στέψεις αυτοκρατόρων, αφορισμοί, δοξαστικές λειτουργίες, ολονυχτίες και παρακλήσεις, θρησκευτικές αναταραχές, εισβολή των σταυροφόρων, συλλείτουργο με τους Καθολικούς και τόσα άλλα. Η ιστορία της Αγιά-Σοφιάς είναι η ίδια η ιστορία του Βυζαντίου και να που τώρα πλησίαζε το τέλος της.
           Οι πιστοί είχαν παγιδευτεί. Οι γέροι και οι ανήμποροι σφάχτηκαν επί τόπου. Οι περισσότεροι παραδόθηκαν <<σαν τα πρόβατα>>. Κι άρχισαν πάλι να σχηματίζονται ουρές και αλυσίδες από σκλάβους, με τους στρατιώτες να μαλώνουν για τους πιο ικανούς και όμορφους σκλάβους. Οι γυναίκες δέθηκαν με τα πέπλα τους και για τους άνδρες χρησιμοποιήθηκαν σκοινιά.
           << Οι ατέλειωτες ουρές αιχμαλώτων ήταν σαν κοπάδια προβάτων ή βοδιών που έβγαιναν από το ιερό και από το ναό και αποτελούσαν ένα πρωτόγνωρο θέαμα>>.(Δούκας)
            Μετά, άρχισε και η λεηλασία και το πλιάτσικο. Ο ναός μετατράπηκε σε κτίσμα <<ερειπωμένο και γυμνό>>. Ιερά αντικείμενα, εικόνες, διακοσμητικά και λειτουργικά αντικείμενα κλάπηκαν και λεηλατήθηκαν <<σε μια στιγμή τα πολύτιμα και ιερά αντικείμενα που διατηρούνταν ασφαλή στο ιερό, τα χρυσά και ασημένια σκεύη και άλλα τιμαλφή>>. (Δούκας)


         
 
Οι θρύλοι της Άλωσης
 
             Η τραγική στιγμή της ιστορίας, η βεβήλωση της Αγιά- Σοφιάς γέννησε ένα πλήθος από θρύλους. Ο πιο γνωστος θρύλος , που στηρίζεται στην Πίστη για τη δύναμη του Θεού και στην άρνηση της παραδοχής της μεγάλης βεβήλωσης, λέει ότι μια ομάδα ιερέων, τη στιγμή που οι Τούρκοι έμπαιναν στο ναό, πήραν τα πιο ιερά σκεύη ,μπήκαν στο ιερό και ένα πέρασμα άνοιξε για να τους δεχτεί και έκλεισε πάλι πίσω τους. Εκεί παραμένουν χωρίς κανείς να τους έχει δει ποτέ, μέχρι τη στιγμή που στη μεγάλη εκκλησιά θα ακουστούν και πάλι ψαλμωδίες και θα τελεστεί λειτουργία Ορθόδοξη…

                                                     







Aπό δημοσίευμα της εφημ. Δημοκρατία  διαβάζουμε:


Τι απέγινε η Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας όταν η Βασιλεύουσα έπεσε στα χέρια των Οθωμανών
             Τρία καράβια ενετικά λοιπόν ξεκίνησαν από την πόλη γεμάτα με όλα αυτά τα κειμήλια, όπως λέει και ο θρύλος, αλλά το τρίτο από αυτά που μετέφερε την αγία τράπεζα βυθίστηκε στα νερά του Βοσπόρου στην περιοχή του Μαρμαρά. Από τότε μέχρι σήμερα στο σημείο εκείνο που είναι βυθισμένη η Αγία Τράπεζα τα νερά της θάλ...ασσας είναι πάντοτε ήρεμα και γαλήνια, ασχέτως με τις καιρικές συνθήκες που επικρατούν στην γύρω περιοχή. Το φαινόμενο μαρτυρούν και σύγχρονοι Τούρκοι επιστήμονες, που έχουν κάνει κατά καιρούς απόπειρες να ανακαλύψουν που οφείλεται αυτό το περίεργο φαινόμενο, αλλά λόγω της λασπώδους σύστασης του βυθού, απέβησαν άκαρπες.

                Στο βιβλίο του Δωροθέου Μονεμβασίας με τίτλο “Βίβλος Χρονική” (1781) διαβάζουμε: ” Οι Ενετοί την υπερθαύμαστον και εξάκουστον Αγίαν Τράπεζαν της Αγίας Σοφίας, την πολύτιμον και ωραιότατην, έβγαλαν από τον Ναό και έβαλαν εις το καράβι, και καθώς έκαναν άρμενα και επήγαιναν προς Βενετία, ω, του θαύματος! Πλησίον της νήσου του Μαρμαρά άνοιξε το καράβι και έπεσεν εις την θάλασσαν η Αγία Τράπεζα και εβούλησε και είναι εκεί ως σήμερον, και τούτο είναι φανερόν και το μαρτυρούν οι πάντες, διότι όλον το μέρος εκείνο, όταν κάμνει φουρτούνα, η θάλασσα όλη κάμνει κύματα φοβερά, εις δε τον τόπο όπου είναι η Αγία Τράπεζα είναι γαλήνη και δεν ταράσσεται η θάλασσα. Και υπαγαίνουν τινές εκεί με περάματα, και λαμβάνουν από την θάλασσαν εκείνην, όπου είναι η Αγία Τράπεζα, και μυρίζει θαυμασιώματα μυρωδίαν, από το άγιον μύρον όπου έχει και των άλλων αρωμάτων “

                Ο πατέρας της Ελληνικής λαογραφίας, Νικόλαος Πολίτης, γράφει για το περιστατικό: “ Την ημέρα που πάρθηκεν η Πόλη έβαλαν σ’ ένα καράβι την Αγία Τράπεζα, να την πάνε στην Φραγκιά, για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων. Εκεί όμως στην θάλασσα του Μαρμαρά, άνοιξε το καράβι και η Αγία Τράπεζα εβούλιαξε στον πάτο. Στο μέρος εκείνο η θάλασσα είναι λάδι, όση θαλασσοταραχή και αν είναι γύρω. Και το γνωρίζουν το μέρος αυτό από τη γαλήνη που είναι πάντα εκεί και από την ευωδία που βγαίνει. Πολλοί μάλιστα αξιώθηκαν να την ιδούν στα βάθη της θάλασσας.”

              Θα μπορούσε να είναι άλλος ένας μύθος που κατάφερε να επιβιώσει τόσους αιώνες μέσα στις καρδιές των Ελλήνων. Όμως σύμφωνα με ντόπιους Τούρκους της Κωνσταντινούπολης, το σημείο αυτό είναι υπαρκτό
                                                   

                                                                                  εφημ.  "Δημοκρατία "


Ο Χριστιανικός πολιτισμός της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (γνωστὴ ως Ρωμανία/Βυζάντιο)

 
 του Θωμά  Δρίτσα
        

             Ο Χριστιανικός πολιτισμός είναι ένα παραγνωρισμένο και πολλάκις υποτιμημένο κομμάτι της ιστορίας μας. Οι περισσότεροι γνωρίζουμε αρκετά για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, αγνοούμε όμως, το πως ο ελληνιστικός Χριστιανικός πολιτισμός του λεγομένου «Βυζαντίου» (=Ανατ. Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας - Ρωμανίας) αναπτύχθηκε και ποια ήταν τα επιτεύγματα του. Το άρθρο αυτό φιλοδοξεί απλά να «ακουμπήσει» αυτά τα θέματα και να μας ξυπνήσει από τον ιστορικό λήθαργο, εξετάζοντας ορισμένες μόνο όψεις του Ρωμαίικου Χριστιανικού πολιτισμού.



Ας δούμε συνοπτικά τα Ιατρικά συγγράμματα, τους ιατρούς και τα νοσοκομεία στη Χριστιανική Ρωμανία:

- η δωδεκάτομη «Παθολογία» του εκ Τράλλεων Αλεξάνδρου όπου δίνονται λεπτομέρειες για 120 εγχειρήσεις, από τη μαστεκτομή ώς την αφαίρεση ουρόλιθων

- η «Σύνοψη της Ιατρικής» των Νικήτα και Λέοντα (9ος αι.) που αναφέρεται σε χειρουργικά θέματα και εργαλεία.

- το «Ιατρικά εκκαίδεκα» του Αέτιου 16 τόμων, εκ των οποίων ο 7ος αφορά την οφθαλμολογία (φάρμακα και επεμβάσεις)

- Ο γιατρός Ιωάννης Ακτουάριος τον 14ο αι. πρώτος ανακάλυψε το παράσιτο της ταινίας, τον «τριχοκέφαλον άνισον»

- Στην Ρωμανία γίνονταν επιτυχείς εγχειρήσεις δύσκολες, όπως η εγχείρηση διαχωρισμού σιαμαίων τον 10ο αι., ενδοκυστικής λιθοτριψίας εντός της ουροδόχου κύστης (9ος αιώνας) επί του άγιου Θεοφάνη (Βίος και Εγκώμιο συμπλεκόμενον του οσίου πατρός ημών Θεοφάνους τού και Ισαακίου, γραμμένη από τον Νικηφόρο Σκευοφύλακα, που προτάσσεται στην έκδοση της Χρονογραφίας του Θεοφάνη [Theophanis Chronographia, de Boor, II, Teubner, Lipsae 1885, 23]), όπου αναφέρεται ότι ειδικά εργαλεία εισήλθαν στην κύστη δια της φυσικής οδού και έτριψαν τους λίθους απαλλάσσοντας τον Θεοφάνη από τη δυσουρία.

- Έχουμε επιτυχή διαχωρισμό Σιαμαίων (10ος αιώνας)

[G. Pentogalos-J. Lascaratos, Bulletin of the History of Medicine, 58 (1984), 99-102. L.J. Bliquez, Two lists of Greek Surgical Instruments and the State of Surgery in Byzantine Times, Symposium on Byzantine Medicine, DOP 38 (1984), 187-204]

-Ενδοκαυτηρίαση ουρήθρας Ισαάκιου Α’ Κομνηνού (1057-1059) όπως αναφέρει ο Μ. Γλυκάς [Coprus Scriptorum Historiae Byzantinae, 603-4)] και ο Ιωάννης Κουροπαλάτης [CSHB, 648-9]

-Στην Ρωμανία υπήρχαν από τους πρώτους αιώνες ως το 1453 σε όλες τις πόλεις (π.χ. στην Αντιόχεια του 12ου αι. υπήρχαν δύο) «ξενώνες» δηλαδή νοσοκομεία με ιατρικό προσωπικό, νοσοκόμους και χειρούργους ακόμη. Τρανό παράδειγμα, τον 12ο αι. το νοσοκομείο του Παντοκράτορα το οποίο είχε στην Κωνσταντινούπολη του 12ου αι. 5 θαλάμους, συνολικά 50 κρεβάτια και 5 επικουρικά ανά θάλαμο, 12 εκ των οποίων για τις άρρωστες γυναίκες, 8 για οφθαλμικές παθήσεις, 13 άντρες γιατροί, μία γυναίκα γιατρός, τέσσερις γυναίκες βοηθοί γιατροί, δύο γυναίκες αναπληρωματικοί βοηθοί (σ.σ. Την ίδια εποχή φραγκολατίνοι θεολόγοι, προσπαθούσαν να αποφασίσουν αν η γυναίκα είναι άνθρωπος, ενώ στην Αρχαία Ελλάδα δεν υπάρχει ούτε μία γυναίκα Ιατρός.) και 2 χειρούργοι, 11 υπηρέτες, 5 πλύντριες, 2 μάγειρους, 2 αρτοποιούς, 1 κλητήρα, 1 θερμαστή, 1 ιπποκόμο για τα άλογα των γιατρών, 1 θυρωρό, 4 σαβανωτές, 1 μυλωνά, 1 καθαριστή αποθηκών, κι έναν για να τροχίζει τα χειρουργικά εργαλεία



Ποια η προσφορά της Ρωμανίας, στην διατήρηση ελλήνων κλασσικών και της αρχαιοελληνικής παιδείας:

«Τουλάχιστον το 75% των γνωστών σήμερα Αρχαίων Έλληνων κλασσικών συγγραφέων μάς έγιναν γνωστοί μέσω Βυζαντινών χειρογράφων[Πηγή: History of Libraries in the Western World, Michael H. Harris, Scarecrow 1995]

«Πολλά απο αυτά που ξέρουμε για την αρχαιότητα, ειδικά για την ελληνική και ρωμαϊκή φιλολογία και την ρωμαϊκη νομοθεσία θα είχαν χαθεί παντοτινά, αν δεν υπήρχαν οι λόγιοι και οι αντιγραφείς της Κωνσταντινούπολης» [Πηγή: J.J. Norwich, «Σύντομη Ιστορία του Βυζαντίου», εκδ Γκοβοστη, Δ’ εκδοση, 1997]

Ο άγγλος ιστορικός Γίββων, ο μεγάλος ιδεολογικός εχθρός της Ρωμανίας / «Βυζαντίου», μας λέει:

«Το πνεύμα του Ομήρου, του Δημοσθένους, του Αριστοτέλους, του Πλάτωνος, φώτιζε την Κωνσταντινούπολη. Οι πολυάριθμες ερμηνείες και τα σχόλια των Βυζαντινών εις τους κλασσικούς συγγραφείς δεικνύουν με πόση επιμέλεια ανεγινώσκοντο. Οι Έλληνες της Κωνσταντινουπόλεως απεκάθηραν την κοινήν γλώσσαν και ανέκτησαν την εύκολον χρήσιν της γλώσσης των προγόνων αυτών, η οποία είναι το αριστούργημα του ανθρώπινου πνεύματος. Η γνώσις των υπέροχων διδασκάλων, οι οποίοι είχαν μαγεύσει και διδάξει το μέγιστον από τα έθνη (τους Ρωμαίους) είχε καταστή πολύ κοινή. Η Κωνσταντινούπολη περιέκλειεν εις τον περίβολον αυτής τόσην επιστήμην και τόσα βιβλία, όσα δεν υπήρχαν σε όλας μαζί τας μεγάλας χώρας της Δύσεως» [Πηγή: Ε. Γιββών, «Παρακμή και πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας»]

«Η ελληνική παιδεία, παράλληλα προς τον Χριστιανισμό και τη ρωμαϊκη κρατική παράδοση, αποτελεί ένα απο τα κύρια συστατικά στοιχεία του Βυζαντίου. (σ.σ διαβαζε: Ρωμανία) Τα αριστουργήματα της αρχαίας γραμματείας διασώθηκαν επειδή, οι βυζαντινοί γραφείς εξακολουθούσαν να τα αντιγράφουν, ιστορώντας τα μάλιστα με περίτεχνες μικρογραφίες» [ «Ιστορία του Ελληνικού Εθνους» της εκδοτικής Αθηνών, τομ. Ζ’ σελ 17]

«Η ελληνική κουλτούρα που γνωρίζουμε είναι η ελληνική κουλτούρα που δε σταμάτησε ποτέ να κεντρίζει το ενδιαφέρον της ανώτερης τάξης της Κωνσταντινούπολης σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα. Αυτοί οι άνθρωποι ζούσαν στο κλασικό τους παρελθόν με τέτοια φυσικότητα, ώστε το μεσαιωνικό Βυζάντιο (σ.σ διάβαζε: Ρωμανία) ποτέ δε γνώρισε μια Αναγέννηση. Οι Βυζαντινοί (σ.σ διάβαζε: Ρωμαίοι) ποτέ δε θεώρησαν ότι το κλασσικό τους παρελθόν είχε πεθάνει, γι’ αυτό και σπάνια επιχείρησαν συνειδητά να το αναστήσουν. Το συντηρούσαν κάθε τόσο με μια ανακάθαρση, κάπως σα τα δημόσια μνημεία που όντας διαρκώς παρόντα ανακαινίζονται κατά καιρούς σε εξάρσεις ζήλου» [Π. Μπράουν ο Κόσμος της Ύστερης Αρχαιότητας, 150-750 μ.Χ., εκδ. Αλεξάνδρεια]

Jacques Bompaire, καθηγητής του Πανεπιστημίου Paris IV-Sorbonne: «Τα έργα της αρχαίας Ελλάδας, η παράδοση των αρχαίων ελλήνων διασώθηκαν και έφτασαν ως τη νεώτερη Ευρώπη, την Ευρώπη της Αναγέννησης, βασικά μέσω του Βυζαντίου. (σ.σ διάβαζε: Ρωμανίας) Αυτό οφείλεται κατά πολύ στη γλωσσική συνέχεια, αλλά και στην αδιάλειπτη δράση των αντιγραφέων, βιβλιοθηκάριων, φιλολόγων και συγγραφέων του Βυζαντίου. Χωρίς αυτούς δε θα μας είχαν απομείνει παρά ίχνη ελάχιστα μιας απέραντης κληρονομιάς. Χάρη σ’ αυτούς μάς έμειναν πολλά.»

«Η Κωνσταντίνου πολις καταλήγει ν’ αποκαλείται Δεύτεραι Αθήναι από τον Ιω. Χορτασμένο (Ιω. Χορτασμένου, Επιστ. 44, (εκδ. H. Hunger, Wien 1969, σ. 200): τάς δευτερας Αθήνας), δάσκαλο του Μάρκου Ευγενικού, του Βησσαρίωνα, του Γεννάδιου Σχολάριου, Χρυσαί Αθήναι από τον ιστορικό της Αλώσεως Δούκα (Δούκας, XXXVIII 8: 339,13: τάς χρυσάς όντως Αθηνας τας κοσμούσας τον κόσμον)» [Βασιλακοπούλου, «Η ελληνική παιδεία στο Βυζάντιο», Φαινόμενα Νεοειδωλολατρίας, εκδ. Θεοδρομία, σ. 280.]

«Η βυζαντινή (σ.σ διάβαζε: Ρωμαίϊκή) αυτοκρατορία παρέμεινε το θεμέλιο του πολιτισμού δια μέσου των δυσχερέστερων χρόνων του βαρβαρισμού στη δυτική Ευρώπη», [A History of Science, Cambridge 1946, p. 47]




Ποια ήταν η εικόνα της οικονομίας στην Ρωμανία; Ποιά η νομισματική της κατάσταση;

«η Κωνσταντινούπολη διατήρησε ανόθευτο το χρυσό «νόμισμα» από την εποχή του Μεγ. Κωνσταντίνου μέχρι του 1078. Στη διάρκεια αυτών των 750 χρόνων, το «νόμισμα» αποτελούσε το μοναδικό αξιόπιστο χρήμα σε όλη την Ευρώπη, αλλά και πέρα απ’ αυτήν (π.χ. στα Αραβικά χαλιφάτα). Το solidus, όπως ήταν η λατινική ονομασία του, περιείχε σταθερά 4,48 γραμμάρια χρυσού και ήταν το καθιερωμένο νόμισμα στις διεθνείς συναλλαγές, το «δολλάριο της μεσαιωνικής περιόδου», όπως σωστά έχει αποκληθεί. Οι υπηρεσίες, οι μισθοί, τα προϊόντα, οι φόροι και τα κατά καιρούς λύτρα σε εχθρούς εκφράζονταν όλα σε «νομίσματα» τα οποία είχαν σταθερή αξία επί οκτώ αιώνες. Πρόκειται για το μακροβιότερο παράδειγμα νομισματικής σταθερότητας σε ολόκληρη την Ιστορία της Ευρώπης.» Απόσπασμα από το βιβλίο: «Ρωμηοσύνη η Βαρβαρότητα» του οικονομολόγου Αναστ. Φιλιππίδη





Η Ρωμανία σίγουρα δεν ήταν κράτος δίχως διανόηση:



Το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης ήταν υπό την κρατική φροντίδα (σε αντίθεση με τα πανεπιστήμια της Δύσης που άρχισαν ως εκκλησιαστικά ιδρύματα), σε αυτό δεν διδάχθηκε ποτέ θεολογία, και ως την τελευταία στιγμή του Βυζαντίου ήταν ξακουστό, και πολλοί δυτικοευρωπαίοι πήγαιναν εκεί για να σπουδάσουν. «Γίνεται σήμερα γενικά αποδεκτό -κι αυτό χάρη στις εργασίες του Zachariaw von Lingenthal - ότι η Σχολή του Δικαίου της Κωνσταντινούπολης, συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στη διαμόρφωση της Σχολής Δικαίου της Bologna. Το καταστατικό αυτής της Σχολής παρουσιάζει χτυπητές ομοιότητες με το αντίστοιχο της Σχολής της Κωνσταντινούπολης· και το σημαντικότερο, οι Ιταλοί καθηγητές οικειοποιήθηκαν τη μέθοδο που χρησιμοποιούσαν οι καθηγητές της Κωνσταντινούπολης. Η επίδραση της Σχολής αυτής έγινε ακόμα περισσότερο αισθητή στις νομικές σπουδές και στη νομοθεσία της μεσημβρινής Ιταλίας και της Σικελίας.» [Η Βυζαντινή Φιλοσοφία, Β.Ν. Τατάκη, εκδ. Εταιρίας Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, 1977, σ. 177]




Η προσφορά της Ρωμανίας στις τέχνες και τον πολιτισμό:



«Δυο μεγάλα ψέμματα έχουν ειπωθεί σχετικὰ μὲ τη βυζαντινή ζωγραφική. Πρώτον ότι έμεινε αναλλοίωτη επί αιώνες και δεύτερον ότι εμίσησε τη ζωή και την ηδονή, προσπαθώντας να αποδώσει την ανυπαρξία» [Γ. Τσαρούχη, "αγαθόν το εξομολογείσθαι"]

«Πάνω σ’ αυτούς τους ρυθμούς χτίζεται το ρεμπέτικο τραγούδι, του οποίου παρατηρώντας τη μελωδική γραμμή διακρίνομε καθαρά την επίδραση ή καλύτερα την προέχταση του βυζαντινού μέλους. Όχι μόνο εξετάζοντας τις κλίμακες που από το ένστιχτο των λαϊκών μουσικών διατηρούνται αναλλοίωτες, μα ακόμη παρατηρώντας τις πτώσεις, τα διαστήματα και τον τρόπο εκτέλεσης. Όλα φανερώνουν την πηγή, που δεν είναι άλλη από την αυστηρή και απέριττη εκκλησιαστική υμνωδία» [Μάνος Χατζιδάκις, «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» ]

Πόσοι γνωρίζουν, άραγε, πως εκτός της εκκλησιαστικής βυζαντινής ελληνικής μουσικής, στην Ρωμανία υπήρχε «κλασσική» κοσμική, μουσική, που σώζεται αυτούσια σε χειρόγραφα; Σχεδόν κανείς «λάτρης του πολιτισμού» δεν ευδόκησε στο αρχαιόπληκτο κράτος μας να ασχοληθεί μαζί της και μόνο μετά από 170 χρόνια χάρη στον Χ. Χάλαρη και τον Π. Ταμπούρη βγήκαν στην επιφάνεια τα θαυμάσια μουσικά έργα των προγόνων μας.

Να τι είπε για τη Ρωμαίικη τέχνη ο κορυφαίος Άγγλος «Βυζαντινολόγος» Σερ Steven Runciman:

«Κάποιοι υποστηρίζουν ότι το Βυζάντιο δεν είχε τέχνη. Τότε αυτοί δεν πρέπει να ξέρουν τίποτε από τέχνη. Η βυζαντινή τέχνη ήταν από τις μεγαλύτερες σχολές τέχνης παγκοσμίως. Κανένας αρχαίος Ελληνας δε θα μπορούσε να χτίσει την Αγία Σοφία, αυτό απαιτούσε πολύ βαθιά τεχνική γνώση. Κάποιοι, ξέρετε, υποστηρίζουν, ότι η βυζαντινή τέχνη είναι στατική. Δεν ήταν καθόλου στατική, αλλά ήταν μια σχολή τέχνης από τις σημαντικότερες στον κόσμο, που όσο περνά ο καιρός εκτιμάται όλο και περισσότερο, κι όσοι έλληνες διανοούμενοι σάς λένε ότι το Βυζάντιο δε δημιούργησε τίποτε, είναι τυφλοί.»



Στο λόγο του, όταν πήρε το Νόμπελ λογοτεχνίας στα 1979, ο Ελύτης ανέφερε πως ακολούθησε τη μέθοδο του Ρωμανού του Μελωδού, που δημιουργεί σε καθεμιά από τις ωδές ή τα κοντάκιά του μια νέα μορφή.

«Στις μέρες μας απομένει μόνον ένα πράγμα να μας θυμίζει την ιδιοφυϊα των Βυζαντινών: η λαμπρότητα της τέχνης τους[Πηγή: J.J. Norwich, «Σύντομη Ιστορία του Βυζαντίου», εκδ Γκοβοστη, Δ’ εκδοση, 1997]

«Νοιώθω το ίδιο, αν ακούσω ένα ζεϊμπέκικο, ένα ποιήμα του Ελύτη ή βυζαντινή μουσική. Υπάρχει ένα φως που ενώνει την αρχαία και την συγχρονη Ελλάδα» [Ζακ Λακαριέρ, «Νέα», 12/6/2002]



Μερικά ενδιαφέροντα και χαρακτηριστικά γεγονότα:

«Είναι συνηθισμένο να θεωρούμε τον «Βυζαντινό» έναν άνθρωπο φανατικά προσηλωμένο σε δογματικές λεπτολογίες και σχολαστικότητες. Μια στατιστική για το εύρος της ενασχόλησης με τη θεολογία δείχνει πως, με χονδρικούς υπολογισμούς, η αναλογία των συγγραφέων που ασχολήθηκαν με τη θεολογία στο σύνολο των βυζαντινών λογίων δεν πρέπει να ξεπερνάει τα 2/5 περίπου» [Hans-Georg Beck, Η βυζαντινή Χιλιετία, εκδ. Μορφωτικού ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, σ. 237].

Η πρόοδος της μηχανικής των, Χριστιανών πια, Ρωμαίων ήταν τόση που υπάρχουν δεκάδες γραπτές μαρτυρίες από τον 4ο ώς τον 14ο αιώνα (π.χ. Χρυσόστομος, PG 58, 522. Θεοφάνης, 172,9¸265,3. Τζέτζης, Χιλιάδες, χιλ. 5, ιστορ. 17, στιχ. 618. Άννα Κομνηνή, Αλεξιάς, 2, 377, 16. Αρμενόπουλος, Εξάβιβλος, 2,4,28) για τριόροφες, τετραόροφες και πενταόροφες οικοδομές, ιδιωτικές και πολυκατοικίες. Νόμοι του 5ου αιώνα απαγόρευαν το ύψος των ιδιωτικών οικοδομών να υπερβαίνει τα 25 περίπου μέτρα.

Στην Χριστιανική Ρωμανία πρωτάρχισε ο δημόσιος φωτισμός των πόλεων τις νύχτες. Την Κωνσταντινούπολη έκανε πρώτη πόλη του φωτός ο έπαρχός της Κύρος (Πασχάλιον Χρονικόν, 588, 11). Το ίδιο συνέβαινε και στην Αντιόχεια (Λιβάνιος, Προς Θεοδόσιον κατά Τισαμενού, 37), στην Καισάρεια (Ευάγριος, Εκκλ. Ιστ. PG 86, 2867) και συνεχίστηκε καθ’ όλη την εποχή του Ρωμαίικου κράτους

– Οι γυναίκες της Ρωμανίας δε θεωρήθηκαν ανάξιες να κατέχουν το ύψιστο αξίωμα απλά επειδή ήταν γυναίκες. Τέσσερις Ρωμηές αυτοκράτειρες κυβέρνησαν μόνες τους - δίχως να έχουν σύζυγο - χωρίς να φέρει κανείς αντίρρηση λόγω του φύλου τους. Η Ζωή (914-919), η Ειρήνη (797-802), Θεοδώρα και Ζωή (1042), Θεοδώρα (1054-1056). «Συνταγματικός φραγμός δεν υπήρχε. Και στο τέλος αιτία της πτώσης της [Ειρήνης] ήταν περισσότερο η κακή της υγεία παρά το φύλο της. Ποτέ οι βασιλείες αυτές των γυναικών δε θεωρήθηκαν παράνομες» [Στ. Ράνσιμαν, Βυζαντινός πολιτισμός, εκδ. Γαλαξίας, σ. 78]. Αυτά στη Δυτική Ευρώπη έγιναν μόνο μετά από 500 χρόνια, οπότε από τότε και μετά μόνον βρίσκει κανείς γυναίκες βασίλισσες. Και δεν μετρούμε και τις γυναίκες που ουσιαστικά κυβερνούσαν έχοντας κάποιον άνδρα ως ανδρεικελο μπροστά, για λόγους «δημοσίων σχέσεων». Δεν λέμε βεβαίως πως η κατάσταση της Γυναίκας, ήταν όπως σήμερα. Αλλά ο Χριστιανισμός, ανέδειξε την γυναίκα και την απελευθέρωσε από τον αρχαίο ειδωλολατρικό σοβινισμό. Ο Δημόκριτος, έλεγε: «η γυναίκα να μην εξασκείται στο ρητορικό λόγο, γιατί είναι κακό πράγμα» [Απ. 110] και: «Είναι η πιο μεγάλη προσβολή για τον άντρα να κυβερνάται από γυναίκα» (Απ. 111).

Στην Κωνσταντινούπολη επί Θεοδόσιου Β’ υπήρχαν οκτώ μεγάλα δημόσια λουτρά και 153 ιδιωτικά σε οικείες, φιλανθρωπικούς οίκους και μοναστήρια. Τα μεγαλύτερα (που είχαν ονόματα όπως Ζεύξιππος, Αχιλλεύς, Καμίνια) μπορούσαν να εξυπηρετήσουν ως και 2.000 λουόμενους. Τα ιδιωτικά λουτρά χτιζόταν ακόμη και στη στέγη των πλουσίων σπιτιών, οπότε με σωλήνες (απόδειξη ανεπτυγμένης υδραυλικής) ανέρχονταν το προς λούσιμο νερό (Ιωάννη Λυδού, Περί Αρχών, 186, 89)

Στην Χριστιανική Ρωμανία για την ασφάλεια των πολιτών κατά τη νύχτα και την δίωξη των συμμοριών συστάθηκε αστυνομικό σώμα υπό τον νυχτέπαρχο (Βασιλικά, 6,5,2. Μαλαλάς 479,8)
 
 
Μεγάλο κεφαλαίο στην Ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι η μεταλαμπάδευση του Ελληνικού Φωτός της Ρωμηοσύνης σε όλη την Ευρώπη από τις Ελληνίδες πριγκίπισσες που παντρεύτηκαν ξένους ευγενείς Όταν ο Όθων Β' παντρεύτηκε την πορφυρογέννητη πριγκίπισσα Θεοφανώ, ακολουθώντας την αποφασιστική αυτή γυναίκα, πλήθος Έλληνες από την Ανατολή και τη νότιο Ιταλία ήρθαν στο βορρά και ακολούθησαν την αυλή στην Γερμανία. Εκεί η Θεοφανώ σκανδάλισε τους κάτοικους διότι έκανε μπάνιο (Στην Κωνσταντινούπολη του 12ου αι. υπήρχαν 33 δημόσια λουτρά, και κατά μέσο όρο οι Ρωμηοί λούονταν σε αυτά 3 φορές την εβδομάδα!) και φορούσε μεταξωτά. φριχτές συνήθειες που την έστειλαν στην κόλαση (την ειδε εκεί σε όραμα της μια φραγκοπαπική μοναχή!) [Ράνσιμαν Στήβεν, «Βυζαντινός Πολιτισμός», Αθήνα, 1979 σελ 335] Το ίδιο ακριβώς έπαθε και η εξαδέλφη της η Μαρία Αργύρη, που έκαμε τον Πέτρο Δαμιανό να φρίξει, επειδή έφερε πιρούνια στην Βενετία. Πάντως, δεν είναι όλοι οι δυτικοί αχάριστοι, όπως ίσως να νομίζουν κάποιοι. Αρκετοί αναγνωρίζουν την προσφορά της Ρωμανίας στην εξέλιξη τους. Ιδιαίτερα οι Γερμανοί. Ο R. von Vaitzeker, τότε πρόεδρος της Γερμανίας, σε λόγο του στην Ακαδημία Αθηνών (1992), εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του δηλώνοντας χαρακτηριστικά ότι «ο πολιτισμός στην Γερμανία εισήχθη από το Βυζάντιο στα τέλη του 10ου αιώνος»